Η μέρα της μαρμίτας

Εντυπώσεις από την τρίτη ημέρα του Φεστιβάλ στη Θεσσαλονίκη

Η μέρα της μαρμότας είναι ένα επαναλαμβανόμενο σκηνικό, σαν κατάρα που πρέπει να βρεις τρόπο να την ακυρώσεις, και σα φυλακή που μπορεί να σου αρέσει και συνεχίζεις το φαύλο κύκλο, περιμένοντας την έκπληξη, για να γίνει διαλεκτικός.

Η μέρα της μαρμότας θα μπορούσε να είναι το καλλιτεχνικό πρόγραμμα των Φεστιβάλ, το οποίο όμως πάντα έχει κάτι καινούριο και μικρές, ελεγχόμενες εκπλήξεις.

Η μέρα της μαρμότας θα μπορούσε να είναι ένα τραγούδι του Λάκη Παπαδόπουλου, που το τραγουδάει μαζί με το κοινό του, ξανά και ξανά από την αρχή, μέχρι να πιάσει η βάση τη νόρμα και τους σωστούς κανόνες.
Αγώνας ταχύτητας μου ‘χες γίνει και πονάω…
Και πάει έτσι ως τις 2 το πρωί, όπου ο Λάκης λέει πως είναι 4 και είναι ώρα να πάμε για νάνι σπίτια μας -αν δε μας τα έχουν πάρει οι τράπεζες.

Η μέρα της μαρμίτας είναι μια ελαφρά παραλλαγή, όταν κόσμος από το επιτελείο επισκέπτεται το Φεστιβάλ, αλλά χωρίς τον καραφλό αρχηγό του, που είναι έξυπνος μάνατζερ, ξέρει να πουλάει τον εαυτό του και σε ποιο κοινό (δεν) απευθύνεται.

Και η κορύφωση έρχεται κάπου τα μεσάνυχτα με κάποια πυροτεχνήματα που πέφτουν κάπου τα μεσάνυχτα, ίσως για τα χτεσινά γενέθλια της ΚΝΕ που 50άρισε, αλλά δεν έσπασε καθόλου, και για ένα κόμμα που τελικά μόνο πυροτέχνημα δεν ήταν, όπως φάνηκε από τη διαδρομή του.

Στη νεανική σκηνή ο Λάκης τραγούδησε το γατόνι και μάθαινε στο κοινό πότε έπρεπε να παρεμβαίνει λέγοντας “ναι”, “όχι” (ίσως, ουστ).
-Τι ψηφίσαμε στο δημοψήφισμα;
-Όχι… (γκουχ, γκουχ).
-Τι βγήκε;
-Ναι…
-Κυβερνήσαμε εμείς;
-Όχι…
-Κάναμε μαλακία;
-Ναι…

Πιο πριν ο Γόντικας εξηγούσε πως οι “Ήρωες” γράφτηκαν στην παρανομία το 1973-74, μες στη σκληρή παρανομία και όχι πάνω στο βουνό. Και έλεγε ως δίδαγμα πως χρειάζεται σύνδεση της νόμιμης και της παράνομης δουλειάς, που δεν είναι και τόσο μακρινή αν σκεφτείς πως εκτός από τις απεργίες βγαίνουν παράνομες πια και οι αφισοκολλήσεις. Έσεται ήμαρ…

Στην κεντρική σκηνή ο Μικρούτσικος δεν είχε καμία λέξη για τον εαυτό του και την περιπέτεια υγείας του, είπε όμως πολλά πράγματα για το Ρίτσο και τις μεταφράσεις του, όπως και για τους συνεργάτες του επί σκηνής. Κι είπε ένα αστείο (;) για τον Αγάθωνα που θα έπαιζε από τις δύο έως τις έξι στη Λαϊκή, αλλά ήταν απέναντι από τις πολυκατοικίες και σταμάτησε τελικά στις τρεις παρά τέταρτο. Ενώ στα πλαϊνά μάτριξ έπαιζαν σκηνές με τον Πάιατ, τον πολυμήχανο Αλέξη στην Ιθάκη και το Μητσοτάκη που μιλούσε την ίδια μέρα στην έκθεση, κόβοντας στα δύο την πόλη και κάνοντας μια μικρή Οδύσσεια τη μετάβαση στο Φεστιβάλ για όσους έρχονταν από ανατολικά. Αλλά για αυτά δεν πρόκειται να δούμε ποτέ κανένα ρεπορτάζ με αγανακτισμένους οδηγούς, παρά μόνο για την εξαγγελία του Κούλη για δημιουργία 700 χιλιάδων θέσεων -όλα λέει κοστολογημένα, σα να λέμε με 700 χιλιάδες ξεροκόμματα.

Οι δρόμοι ήταν κλειστοί ή φρακαρισμένοι, ο Σαββατοκυριακάτικος Ρίζος έλεγε στο πρωτοσέλιδο “όχι στη συνέχιση του δρόμου που φέρνει νέα δεινά στο λαό” και η κοπέλα στο μικρόφωνο της μαθητικής έλεγε το σύνθημα του Φεστιβάλ “μακρύς δρόμος, σίγουρος, τώρα είναι δικός σου” με φωνή κουρασμένη, σα να είχε διανύσει η ίδια όλα αυτά τα χιλιόμετρα, χωρίς ιδιαίτερο χρωματισμό, με εξαίρεση την οξφορδιανή προφορά στους “Έρμπαν Παλς” -sic- την πρώτη μέρα.

Γενικά τα πράγματα θα μπορούσαν να είναι πολύ απλά σαν ένας λαβύρινιος με ευρωμονόδρομους και αδιέξοδα, ή μια παιδική ζωγραφιά με το μακρή σίγουρο δρόμο και τα διαλεκτικά ζιγκ-ζαγκ του, με την αριστερή και τη δεξιά παρέκκλιση που οδηγούν σακάτ’ στον γκρεμό και ύστερα καλά κρασά, όρκο παίρνω καλός άνθρωπος ήταν. Ο δρόμος είχε τη δική του ιστορία και δεν ήταν “(ο Δρόμος) της Αριστεράς”, έτσι γενικά κι αόριστα, που μπορεί να περνάει από κυβερνήσεις και πράσινα άλογα στην εξουσία. Ο δικός μου ο δρόμος στην οδό γράφει μόνος -χωρίς συνεργασίες κορυφής και ιστορίες- επικίνδυνη λέξη.

Κι αν έχεις -γενικά μιλώντας πάντα- ακόμα κάποιες αμφιβολίες μέσα σου, μπορείς να πας στον παιδότοπο να δεις αν σου ξυπνάει μητρικά-πατρικά ένστικτα ή τη διάθεση να τα αναβάλεις όλα για καμιά 50άρα χρόνια, μέχρι να φτάσει η ΚΝΕ τα 100 και να σαπίσουν οι συνθήκες από ωριμότητα. Αλλά αν είσαι οργανωμένος σύντροφος, να ξέρεις πως δεν υπάρχει άλλου τύπου δέσμευση που να μην μπορείς να αντέξεις σε αυτήν τη ζωή.

Το βασικό είναι να μπορείς να βρεις τη θέση σου στα γεγονότα, πχ όπως στη συηναυλία της μαθητικής, όπου το κόλπο ήταν να περιμένεις να βγει ο Φάμελλος να διώξει τον πολύ κόσμο κατά κύματα και αυτομάτως σαν Κακοφωνίξ και να πας μπροστά για να πιάσεις καλή θέση για τη συνέχεια.

Κι αν ήταν το γαλατικό χωριό του Αστερίξ, μπορεί να τον έδεναν και να τον θεωρούσαν αξιαγάπητο για παρέα, αρκεί να μην τραγουδούσε. Αλλά εδώ το τσιμπούσι στο τέλος έχει κρύα σουβλάκια που περίσσεψαν αντί για αγριογούρουνα και τα Φεστιβάλ τελειώνουν με ντίσκο πάρτι, Μακαρένα και brake dance στο Κουβανέζικο. Η Ελπίδα έρχεται…

Στη ντισκοτέκ, την παλιά ντισκοτέκ…

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: