Δανάη Παπαδοπούλου: Το κεφάλαιο έχει εγκαταλείψει εντελώς την Τέχνη

Οι δισκογραφικές βγάζουν μόνο καλλιτέχνες που είτε μπορούν να χρηματοδοτήσουν τις δουλειές τους μόνοι τους είτε έχουν εμπορική αξία για την μουσική βιομηχανία. Το αποτέλεσμα που φτάνει στα αυτιά μας είναι μόνο προνομιούχων ανθρώπων. Άνθρωποι χωρίς μέσα αλλά με ταλέντο και με κοινωνική-πολιτική άποψη παραμένουν απ’ έξω.

Το πρώτο πράγμα που σε αφοπλίζει στην Δανάη είναι η ομορφιά της. Μια γυναίκα εκφραστική με μεγάλα μάτια που κοιτούν την ζωή με πάθος, ένταση και θάρρος. Αγέρωχη και χαμογελαστή. Νιώθεις πως κάπως έτσι είναι οι άγγελοι που σε καλωσορίζουν στον Παράδεισο. Πολύ έξω δεν πέφτεις. Ειδικά αν ακούσεις την φωνή της θα πιστέψεις σε αυτούς.

Μέσα σε αυτή την λαίλαπα της …κακοτεχνίας που μας ζυγώνει σαν πύρινος κλοιός από παντού, το να υπάρχουν καλλιτέχνες σαν την Δανάη είναι η ελπίδα μας. Η όασή μας.

Η Δανάη γεννήθηκε σε καλλιτεχνική οικογένεια. Ο πατέρας της είναι ο τραγουδοποιός και μέλος της Οπισθοδρομικής Κομπανίας, Θοδωρής Παπαδόπουλος, ενώ η μητέρα της, η Ανθούλα Αθανασιάδου, στιχουργός και συγγραφέας. Το σημαντικό είναι πως δεν αναπαύτηκε δίπλα στην φήμη των δικών της, αντίθετα αποφάσισε να γίνει αυτόφωτη  χαράζοντας την δική της πορεία στο τραγούδι.

Πότε κάνοντας γρήγορα βήματα μπροστά και πότε αποφασίζοντας να καλλιεργήσει περισσότερο την ψυχή και το νου της. Από το να χτίσει “την καριέρα” της χωρίς γερές βάσεις, η Δανάη φαίνεται τώρα, να πατά γερά στα πόδια της και σήμερα να μπορεί να πει το μεγάλο “πρόσω ολοταχώς” ξεκινώντας μια πολλά υποσχόμενη πορεία στο ελληνικό τραγούδι και μουσική.

Μητέρα δυο παιδιών επιστρέφει στην γενέτειρά της, την Αθήνα, μετά από μία μικρή περίοδο παραμονής στην Ικαρία και μας υπόσχεται πως θα επιστρέφουμε στο σπίτι μας με χαμόγελο και ανακούφιση, όπως ακριβώς και τα παιδιά της, έχοντας σαν ανάμνηση την γλυκιά παρουσία της και στα αυτιά μας την υπέροχη βαθιά φωνή της.

Από πότε θυμάσαι τον εαυτό σου να ασχολείται με την μουσική;

Στα σίγουρα γνωρίζω πως η πρώτη φορά που άκουσα μουσική ήταν στην κοιλιά της μητέρας μου. Ο πατέρας μου της έπαιζε μπουζούκι. Αυτό ήταν το πρώτο άκουσμα, το πρώτο ερέθισμα και μάλλον η πρώτη φορά που η μουσική με έκανε να ξυπνήσω.

Μεγάλωσα στην Αθήνα, στα βόρεια προάστια. Ξεκίνησα κιθάρα στα 6 μου χρόνια. Ήθελα πιάνο αλλά η δασκάλα μου του Ωδείου με ήθελε για μαθήτριά της και με έψησε. Ξεκίνησα τρία χρόνια κιθάρα και μετά το γύρισα στο πιάνο, το οποίο ήθελα πολύ. Ύστερα ξεκίνησα το μουσικό σχολείο.

Οι γονείς σου ήταν και οι δυο καλλιτέχνες. Συνήθως όσοι έχουν γονείς που ασχολούνται με καλλιτεχνικά επαγγέλματα έχουν δυο αντίθετες αντιδράσεις όταν βλέπουν το παιδί τους να ασχολείται με αυτά: είτε το προτρέπουν, είτε το αποτρέπουν. Σε ποια κατηγορία ήταν οι δικοί σου γονείς;

Θα έλεγα πως κανείς από τους δυο δεν είχε πρόβλημα με αυτό. Η μητέρα μου ειδικά, η οποία είναι συγγραφέας και σκηνοθέτης, με έσπρωξε προς τα εκεί. Γεννήθηκα σε ένα περιβάλλον με φίλους και συγγενείς οι οποίοι είχαν αγάπη για την Τέχνη και πολλοί από αυτούς εργαζόντουσαν σε καλλιτεχνικά επαγγέλματα, οπότε δεν αντιμετώπισα κάποιο πρόβλημα. Ήταν κάτι πολύ φυσιολογικό γι’ αυτούς και είχα μόνο υποστήριξη. Υπήρχε ενθάρρυνση στην δημιουργική έκφραση. Βέβαια και οι δυο γονείς ήταν σύμφωνοι πως θα έπρεπε να ακολουθήσω μια πανεπιστημιακή μόρφωση έτσι ώστε να έχω τα εφόδια των επιλογών επαγγελματικά.

Κατάφερες να τους ικανοποιήσεις;

Η πλάκα είναι πως στις αρχές, ενώ μπήκα στο Πανεπιστήμιο, είχα ήδη ξεκινήσει να παίζω, να κάνω πρόβες, να είμαι στην νύχτα επαγγελματικά, οπότε μπαίνοντας στην Μουσικολογία της Αθήνας το αντικείμενο δεν με τράβηξε. Ήταν μια σχολή πολύ θεωρητική, ενώ άλλες σχολές στην Ελλάδα είχαν και το πρακτικό κομμάτι μέσα, να παίζεις δηλαδή μουσική, η σχολή εδώ ήταν κυρίως θεωρία. Για μια νέα κοπέλα που ανοίγει τα φτερά της και ήδη δουλεύει νύχτα ζώντας από αυτό, ήταν ανιαρή  μια σχολή από την οποία έλειπε η μουσική πράξη. Δεν πάταγα το πόδι μου. Ευτυχώς τότε δεν με πίεσαν να πηγαίνω. Λέω ευτυχώς γιατί δεν ξέρω πώς από την μια θα ΄χα αντιδράσει κάτω από πίεση και τι αποφάσεις θα έπαιρνα για την σχολή και από την άλλη με βοήθησε να χτίσω το κομμάτι της καριέρας μέσα στην νύχτα: Να δω πώς είναι η δουλειά αυτή, τι θα πει τραγουδάω, φτιάχνω ρεπερτόριο, συνεργάζομαι με διάφορους ανθρώπους. Όταν πια συνειδητοποίησα, εκεί στα 21-22, ότι δεν θέλω απλά να είμαι μία τραγουδιάρα και να χρειάζομαι το νυχτοκάματο για να ζήσω, γύρισα στις σπουδές μου πιο κατασταλαγμένη για τις ευκαιρίες που μου είχαν δοθεί αλλά και τις εμπειρίες που είχα αποκομίσει. Τότε ήμουν πιο έτοιμη από ό,τι 17-18 ετών.

Δεν σε φόβισε τόσο μικρή η νύχτα; Η νύχτα πριν την οικονομική κρίση δεν ήταν εύκολη. Υπήρχε μια άλλη νοοτροπία τότε. Δεν σε φόβισε που βγήκες τόσο νεαρή πάνω στο πάλκο;

Η νύχτα ήταν ένα οικείο περιβάλλον λόγω της δουλειάς του πατέρα μου και είχα βρεθεί μέσα εκεί σαν παιδί. Τους γνώριζα τους ανθρώπους και χάρη του πατέρα μου ένιωθα και προστατευμένη ως κορίτσι. Γιατί κακά τα ψέματα, τότε στην νύχτα η πατριαρχία καλά κρατούσε και μέχρι σήμερα καλά κρατεί. Είχα όμως προστασία και σεβασμό.. Για να μην τα λέω όλα ρόδινα.. Εννοείται πως είχα άσχημα περιστατικά καθότι ήμουν μικρό κοριτσάκι και όμορφο αλλά όχι τέτοιας έντασης ώστε να με αποτρέψουν. Πιστεύω και πως εκεί στάθηκα τυχερή. Επίσης δουλεύω από 5 χρονών, σε άλλο χώρο στις εκφωνήσεις, οπότε θυμάμαι τον εαυτό μου μονίμως να είμαι σε επαγγελματικό περιβάλλον και να έχω μάθει να στέκομαι σοβαρά μέσα σε ένα χώρο.

Τελειώνοντας τις σπουδές σου και έχοντας ήδη διαγράψει μια πορεία στο χώρο πως παίρνεις την απόφαση από “πρωταγωνίστρια”, ας χρησιμοποιήσουμε ένα αδόκιμο όρο, να περάσεις σε κάτι που βρίσκεται στην πίσω πλευρά, ως δασκάλα;

Μόλις τέλειωσα τις σπουδές μου υπήρχε ένας διχασμός μέσα μου. Παρότι ο πατέρας μου ήταν ρεμπέτης και η ίδια ασχολήθηκα σαν τραγουδίστρια με αυτή την μουσική όταν πρωτοβγήκα, η παιδεία μου ήταν πάνω στις κλασικές σπουδές. Στο Ωδείο ξεκίνησα με κιθάρα – πιάνο. Στο Μουσικό Σχολείο ήρθα σε επαφή με την ανατολίτικη μουσική ή με την ανατολίτικη πλευρά της ελληνικής μουσικής, αν θες. Με τράβηξε πάρα πολύ. Μέσα μου λοιπόν είχα αυτές τις αντίθετες επιρροές, συν το ότι σαν έφηβη το ροκ, τα μπλουζ και η τζαζ ήταν εξίσου επιδραστικές πάνω μου.Όλα αυτά έμεναν μέσα μου για χρόνια μη μπορώντας πολλές φορές να τα ταιριάξω τότε.

Στο Μουσικό Σχολείο ασχολήθηκα με το νέυ σαν όργανο και εκεί ήταν που πήρα την απόφαση να ασχοληθώ με την νύχτα και τα ρεμπέτικα τραγούδια ενώ στην αρχή ήθελα να μπω σε δραματική σχολή, να γίνω ηθοποιός και δεν σκεφτόμουν το τραγούδι. Ήθελα “να δώσω” στο Εθνικό και είχα μάλιστα ξεκινήσει από τα 16 μου μαθήματα φωνητικής αλλά στην πορεία συνειδητοποίησα πως δεν μου πήγαινε καθόλου σαν χαρακτήρας το να γίνω ηθοποιός, παρότι δούλευα από 5 χρονών σχεδόν σαν ηθοποιός μέσω των εκφωνήσεων.

Πέρα από τις εκφωνήσεις είχες κάνει και εμφανίσεις σε διαφημίσεις, σε ταινίες;

Όχι πολλές. Σε διαφημίσεις να ήμουν 4-5 φορές και να είχα παίξει σαν παιδί σε δυο σειρές. Πίστευα πως θα ασχοληθώ με αυτό. Διάβαζα πολύ θέατρο. Δουλεύοντας όμως με την φωνή σαν όργανο συνειδητοποίησα πόσο πολύ με ενδιέφερε αυτό. Ξεκίνησα με τα σμυρνέικα, τα παραδοσιακά, τα ρεμπέτικα, μετά σιγά σιγά έντεχνο. Αυτό ήταν το εκτελεστικό κομμάτι μου. Το δημιουργικό μου κομμάτι είχε άλλες αφετηρίες, όπως προείπα. Αυτό που μου έβγαινε ως μουσική ήταν η Δυτική μουσική. Δεν ήξερα πώς να τα συγκεράσω και ειδικά με το πανεπιστήμιο, αποκτώντας θεωρητικές γνώσεις, άρχισα να αντιλαμβάνομαι την αρμονία διαφορετικά και εκεί πια ήταν πολύ δύσκολο να σκεφτώ πώς να τραγουδάω την δική μου μουσική ή να παίζω μουσική χωρίς να τραγουδάω.

Ήταν σύγκρουση μέσα μου γιατί όταν ξεκίνησα να γράφω την δική μου μουσική ήδη είχα φάει απογοήτευση από το χώρο της νύχτας. Ήδη από τα πρώτα τρία -τέσσερα χρόνια είχα αρχίσει να απορρίπτω μια μελλοντική συνέχεια μέσα σε αυτό το πλαίσιο οπότε ξεκίνησα να δημιουργώ κομμάτια  με ποπ, ροκ και τζαζ στοιχεία, αλλά η φωνή μου δεν κόλλαγε.

Κάπου πήρα ανάποδες και τα παράτησα όλα.

Ένιωσες μια ματαίωση; Μετά από τόσο κόπο από παιδί ξαφνικά να φτάνεις σε ένα αδιέξοδο;

Όχι, επειδή με είχε τραβήξει τόσο το ακαδημαϊκό κομμάτι και απλά σταμάτησα να τραγουδάω. Δεν άφησα την μουσική. Έπαψα να τραγουδώ ή να γράφω η ίδια. Βούτηξα στις σπουδές μου και στην θεωρία αφήνοντας πίσω το δικό μου δημιουργικό κομμάτι ρίχνοντας βάρος στην μελέτη. Αυτό μου έδωσε το περιθώριο να απορροφήσω πολλά πράγματα, τα οποία δεν θα είχα αφομοιώσει αν συνέχιζα να ασχολούμαι παράλληλα με τη νύχτα. Ακόμα και όταν βρισκόμουν μέσα στην νύχτα, φρόντιζα η προτεραιότητα μου να είναι  να συλλέγω πληροφορίες, βιώματα, τεχνικές άλλων ανθρώπων γύρω μου και καταστάσεων. Έπαιρνα μαθήματα.

Μόλις τελείωσα τις σπουδές μου ασχολήθηκα με την μουσική στην κοινότητα και με την μουσικοθεραπεία. Δούλεψα πολύ με παιδιά από διάφορες χώρες στην Polyphonica όπου παιδιά από 6 έως 17 ετών μπορούν να λάβουν μέρος στην χορωδία. Ήμουν εκεί τρία χρόνια αναλαμβάνοντας και κάποιες ενορχηστρώσεις σε χορωδιακά τραγούδια, παράλληλα έγραφα τα δικά μου. Μπορώ να πω πως με κάλυπτε στο κομμάτι το δημιουργικό αφού εστίασα σε μία δυτικού τύπου σύνθεση.

Και το τραγουδιστικό κομμάτι πότε ξαναξύπνησε μέσα σου;

Αργότερα. Είχα σταματήσει να δουλεύω για ένα διάστημα. Απέκτησα τα παιδιά μου και την φωνή μου την είχα αφήσει σε ένα ντουλάπι ξεχασμένη. Μια μέρα μου χτύπησε την πόρτα και μου είπε: “Ξερεις είμαι και εγώ εδώ. Τραγούδα”.  Άρχισα να νοσταλγώ πολλά πράγματα από το παρελθόν.

Κοιτάζοντας πίσω σου, μέσα στα χρόνια που έκανες αυτή την παύση το μετάνιωσες που έμεινες πίσω ; “Πίσω” δεν το λέω με την αρνητική έννοια επειδή όντως ασχολήθηκες με τις σπουδές σου, έκανες οικογένεια. Προχώρησες σε άλλους τομείς. “Πίσω” σε ό,τι αφορά μια καριέρα που ενδεχομένως θα μπορούσε να ΄χει τώρα σαν μια βάση;

Δεν έχω μετανιώσει επειδή, τότε που έφυγα, αυτό πίστευα πως ήταν το σωστό. Υπήρχαν πολλοί άνθρωποι που ήταν αντίθετοι με την απόφαση μου αλλά εκ των υστέρων πιστεύω πως τελικά κέρδισα από αυτό. Δεν θα ΄χα αποκτήσει το γερό θεωρητικό υπόβαθρο αν ήμουν παράλληλα και μέσα στο επάγγελμα, γιατί σε καταπίνει ο χρόνος και οι υποχρεώσεις. Έπειτα έκανα οικογένεια την οποία χάρηκα και είχα αρκετό χρόνο δίπλα στα παιδιά μου που ίσως να είχα στερηθεί αν κυνηγούσα μια καριέρα. Δούλευα σαν εκφωνήτρια όλο αυτό το διάστημα σε διαφημίσεις. Δεν καθόμουν απλά σπίτι.

Από την άλλη, ναι κράτησα τον εαυτό μου ίσως περισσότερο διάστημα πίσω από ό,τι θα έπρεπε. Είπαμε και πιο πριν, στην συζήτηση πριν την συνέντευξη, πως είναι αρκετά δύσκολος σαν χώρος, ο χώρος της μουσικής για μια γυναίκα η οποία μεγαλώνει. Όντως νιώθω ένα άγχος για την εξέλιξη αλλά πιστεύω πως υπάρχει ακόμα χρόνος αξιοποιήσιμος ώστε να δώσω πράγματα και σαν τραγουδίστρια αλλά κυρίως σαν δημιουργός, όπου η ηλικία δεν παίζει κανένα ρόλο.

Η δημιουργική έκφραση πέρα από την περίοδο όπου τα παιδιά μου ήταν μικρά, για 5-6 χρόνια, δεν έπαψε να υπάρχει μέσα στην ζωή μου.  Το εκτελεστικό κομμάτι είχε πέσει σε ύπνο, όταν όμως ξύπνησε μέσα μου ήταν τόσο επιτακτικό και η έλλειψη τεράστια μέσα μου. Πιστεύω πως αν δεν υπήρχε αυτή η παύση ίσως να το ΄χα πάρει και ως δεδομένο στην ζωή μου και κάποια στιγμή να έχανα την λαχτάρα μου γι αυτό. Είχα ξεκινήσει από τα 17 μου χρόνια στο τραγούδι και δούλευα με την φωνή μου από τα 5, οπότε μπορεί να είχα βαλτώσει αν ήμουν μέσα σε αυτό.

Πήρα τις αποστάσεις μου και είδα πως αυτό ήταν το κάλεσμα μου τελικά. Ξαναέπιασα το νήμα με περισσότερη ωριμότητα από πριν.

Στην Ικαρία πως βρέθηκες από την Αθήνα;

Το 2019 έφυγα με την οικογένεια μου και με βρήκε η πανδημία εκεί. Μας βρήκε σε ένα ειδυλλιακό τοπίο  στους έξι μήνες που  μόλις είχαμε εγκατασταθεί. Μέσα λοιπόν σε ένα όμορφο τοπίο με ελευθερία περισσότερη από ό,τι θα υπήρχε στην Αθήνα, μέσα στην πανδημία, ξαναρχισα να γράφω μουσική και να τραγουδάω πάλι. Είχα ξεκινήσει να μελετώ τραγούδι πριν φύγω για Ικαρία από το 2018 αλλά δεν είχα σκοπό να ξαναγυρίσω …ακόμα. Χρειάστηκε περίπου ένας χρόνος μελέτης μέχρι να επανέλθει η φωνή στο τεχνικό κομμάτι της αλλά με χαρά διαπίστωσα πως οι θεωρητικές γνώσεις είχαν αποδώσει καρπούς από μόνες τους. Είχα πλέον ένα αισθητήριο άλλο απ’ ότι στα 25 μου χρόνια.

Στην Ικαρία  άρχισα να παίζω με την Ορχήστρα Ανατολικής Μουσικής οπότε μπήκα κατευθείαν ξανά μέσα στα μακάμια τα οποία είχα αφήσει αρκετά χρόνια πίσω μου. Ξεκίνησα πάλι να γράφω από το πουθένα και έγραφα συνέχεια μουσική. Έγινε μια έκρηξη δημιουργικότητας. Τα πρώτα κομμάτια είχαν να κάνουν με την μελέτη μου πάνω στα μακάμια και στην ανατολική μουσική αλλά σιγά-σιγά δουλεύοντας, επιμένοντας, βρίσκοντας χρόνο για μένα, αρχίσα να ξαναβρίσκω και άλλα κομμάτια μου. Αυτός ο διχασμός  που υπήρχε πριν μεταξύ Δύσης και Ανατολής παντρεύτηκε τελικά μέσα μου.

Η Ελλάδα ήταν πάντα σταυροδρόμι ανάμεσα στους δρόμους της Δύσης και της Ανατολής ωστόσο πάντα το πάντρεμα αυτών των δυο επιρροών δεν βγάζει πάντα ένα καλό αποτέλεσμα. Φοβήθηκες αυτή την ακροβασία στο σήμερα που ξαναμπαίνεις στο χώρο της μουσικής;

Η αλήθεια είναι πως αυτό το πάντρεμα μπορεί να δώσει και πατάτες και εχει δώσει στο παρελθόν. Πιστεύω πως τέτοια λάθη γίνονται είτε γιατί δεν υπάρχει γνώση ουσιαστική και των δυο στοιχείων είτε γιατί το πάντρεμα γίνεται άτσαλα και μόνο για εμπορικούς λόγους.

Τώρα σε ότι αφορά την ελληνική μουσική, η αμιγώς ελληνική μουσική δεν είναι ούτε καθαρά ανατολική ούτε δυτική μουσική. Ο τρόπος που επεξεργάζεται η ελληνική μουσική τα μακάμια, την τροπικότητα δηλαδή, δεν είναι ακριβώς ανατολική.

Η ελληνική μουσική έχει πολλές διαφορετικές διαβαθμίσεις ανά τόπο. Άλλο η ηπειρώτικη μουσική, άλλο η νησιώτικη μουσική και μέσα σε κάθε περιοχή υπάρχουν περισσότερες διαβαθμίσεις αν το δεις. Αν χοντροειδώς κάνουμε μια εκτίμηση της ελληνικής μουσικής, δεν είναι ανατολίτικη μουσική επειδή το ανατολίτικο στοιχείο είναι μονοφωνικό και τροπικό, μόνο μελωδία. Στην ελληνική έχουμε και αρμονία και μελωδία, οπότε αναγκαστικά είναι λιγότερο τροπική. Καθαρά τροπικές μουσικές είναι για παράδειγμα η Οθωμανική, η Ινδική ή η αραβοπερσική μουσική. Αντίστοιχα η αρμονία της ελληνικής μουσικής  δεν μπορεί να είναι τόσο εξεζητημένη  όσο μια τζαζ αρμονία ή μια ιμπρεσιονιστική αρμονία. Έχει μελωδίες που είναι τροπικές με μικροδιαστήματα. Η ελληνική μουσική είναι μια γέφυρα.

Για ποιο λόγο όμως  η ελληνική μουσική παρουσιάζει μια στασιμότητα στο εξωτερικό; Κατά καιρούς γίνεται της μόδας το έθνικ στοιχείο αλλά από την Ελλάδα ακούγονται πάντα συγκεκριμένα πράγματα: Θεοδωράκης, Χατζιδάκις, κάποια ρεμπέτικα κυρίως όμως πάλι στην λεκάνη της Μεσογείου.

Ο Θεοδωράκης και ο Χατζιδάκις είναι πάλι στα πλαίσια της Δυτικής μουσικής, δεν είναι ούτε δημοτική ουτε αστική λαϊκή ελληνική μουσική, εξου και ο όρος “έντεχνο”. Έχει ελληνικό στίχο και χρησιμοποιούν  στις ενορχηστρώσεις ελληνικά όργανα όπως μπουζούκι, αλλά είναι δυτική μουσική, με μία εσάνς ελληνικότητας στις μελωδίες. Έχουν άλλη κουλτούρα ως αφετηρία. Η ελληνική μουσική, η αμιγώς ελληνική είναι η αστική λαϊκή μουσική -σμυρνέικο, ρεμπέτικο και μετά λαϊκό τραγούδι- και η δημοτική μουσική. Η τελευταία εξίσου έχει δυτικοποιηθεί με την ύπαρξη του λαούτου, της κιθάρας, του σαντουριού, που είναι φορείς αρμονίας.

Τώρα γιατί το ελληνικό έθνικ δεν έχει πετύχει στο εξωτερικό; Έλα ντε! Εδώ βλέπεις το βαλκανικό έθνικ έχει μεγάλη απήχηση στο εξωτερικό. Έχει πετύχει και ηχητικά πολύ το βαλκανικό -ροκ. Εξαιρετικό πάντρεμα μεταξύ τους. Νομίζω πως παίζει μεγάλο ρόλο η ενορχήστρωση και η παραγωγή. Όταν πάει ο Έλληνας να φτιάξει έναν διεθνή ήχο, συχνά καταφεύγει σε φθηνά τεχνάσματα και κάνει μια κονσέρβα σκυλάδικο- έθνικ και μάλλον δεν έχει μουσική αξία. Υπάρχουν πάντως εξαιρετικά παραδείγματα (πχ babo koro μιας που μιλησαμε για Balkan rock) που έχουν καταφέρει ενα υψηλό επίπεδο διεθνούς ήχου, ίσως να γίνουν γνωστά στο μέλλον!

Κυκλοφόρησες ένα νέο τραγούδι πρόσφατα, να αναμένουμε και κάποιο δίσκο στην συνέχεια;

Έχω μαζέψει το υλικό μου, αντιμετωπίζω όπως όλοι την δυσκολία για να βρω μια δισκογραφική εταιρία ώστε να μπορεί να κυκλοφορήσει. Πλέον τις δισκογραφικές πρέπει να τις πληρώσεις για να κάνουν διανομή και αυτό είναι ένας ανασταλτικός παράγοντας για ένα καλλιτέχνη. Είναι φοβερό αυτό το πράγμα. Το κεφάλαιο έχει εγκαταλείψει εντελώς την Τέχνη. Όσο ήταν κερδοφόρα έδινε χρήματα. Οι δισκογραφικές βγάζουν μόνο καλλιτέχνες που είτε μπορούν να χρηματοδοτήσουν τις δουλειές τους μόνοι τους είτε έχουν εμπορική αξία για την μουσική βιομηχανία. Το αποτέλεσμα που φτάνει στα αυτιά μας είναι μόνο προνομιούχων ανθρώπων. Άνθρωποι χωρίς μέσα αλλά με ταλέντο και με κοινωνική-πολιτική άποψη παραμένουν απέξω. Δεν έχουν πρόσβαση.

Υπάρχει βέβαια το φαινόμενο της Τραπ από τις φτωχές γειτονιές αλλά και πάλι είναι κατασκεύασμα της μουσικής βιομηχανίας…

Ακριβώς, θα τον πάρει από εκεί και θα τον πλάσει έτσι ώστε να πουλήσει. Αν ο Τράπερ του γυρίσει το μάτι και πει πως εγώ θέλω να κάνω πολιτικό ή ταξικό σχόλιο θα τον αφήσει μια μεγάλη εταιρία;

Βέβαια η μέχρι τώρα Τραπ σκηνή δεν είναι καθόλου πρόθυμη να βγάλει τέτοιου είδους μηνύματα. Μάλλον τα αντίθετα (η συνέντευξη έγινε 15 μέρες πριν τα γεγονότα στο MAD).

Ευτυχώς η Hip–Hop σκηνή στην Ελλάδα ζει και αναπνέει και πουλάει οπότε υπάρχει ένα αντίβαρο ακόμα.

Να επιστρέψουμε στο νέο σου τραγούδι και την συνεργασία σου με τον Άγη Παπαπαναγιώτου σε αυτό.

Με τον Άγη όπως και με όλα τα παιδιά που έπαιξαν στο τραγούδι γνωριζόμασταν από παλιά και είχαμε ξανασυνεργαστεί στο παρελθόν. Με τον Άγη πηγαίναμε μαζί στο ίδιο Μουσικό Σχολείο και ήθελα πολύ να συμμετέχει σαν μουσικός στο τραγούδι μου. Την ημέρα της ηχογράφησης, ο τραγουδιστής με τον οποίο θα κάναμε το ντουέτο ειδοποιεί πως έχει κορωνοιό και εμείς μπαίνουμε στο στούντιο με σκοπό να γράψω το δικό μου μέρος και τα μουσικά όργανα. Όπως καθόμασταν απέξω και τρώγαμε, του πρότεινα να ηχογραφήσουμε μαζί το τραγούδι, άλλωστε όταν το ετοίμαζα είχα όντως στα αυτιά μου την δική του φωνή. Ο Άγης δεν έχει βγει προς τα έξω σαν τραγουδιστής αλλά ούτε ο ίδιος έχει σκεφτεί τον εαυτό του ως τέτοιο. Παρόλα αυτά, για κάποιο λόγο μου κόλλαγε η δική του φωνή. Μέσα σε πέντε λεπτά το είπε και το είπε εξαιρετικά. Του είμαι ευγνώμων.

Ποια είναι τα άμεσα σχέδιά σου;

Να μην το αφήσω να με πάρει από κάτω και να παλέψω να βγει ένας δίσκος ολοκληρωμένος κάποια στιγμή. Μέχρι στιγμής έχω ηχογραφήσει άλλα δυο κομμάτια. Επιστρέφουμε οικογενειακώς τον Αύγουστο από την Ικαρία και ελπίζω να ξεκινήσω συνεργασίες στην Αθήνα βρίσκοντας τα βήματά μου στο τραγούδι αλλά και στο δημιουργικό κομμάτι της μουσικής. Δεν θα το αφήσω. Θα ακολουθήσω την καλλιτεχνική μου ορμή. Επιστρέφω να γράψω, να τραγουδήσω, να βγάλω την μουσική μου προς το κοινό.  Απλά είμαι σε δίλημμα, τι ήχο θέλω να προτείνω στο κοινό ως προς την ενορχήστρωση. Δύση ή Ανατολή; μάλλον και τα δύο.

Κάποιο μήνυμα για τους αναγνώστες της Κατιούσας;

Ελπίδα μόνο. Πίστη και επιμονή. Οι καιροί είναι παρα πολύ ζοφεροί, αλλά όλοι έχουμε μέσα μας μια φωτιά που καίει και πρέπει να βρίσκουμε τρόπους να την ταΐζουμε με το κατάλληλο προσάναμμα.

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: