Λουκάς Θάνος: «Το λιγότερο που θα μπορούσα να κάνω για τον Πατριάρχη του σύγχρονου θεάτρου μας θα ήταν το έτος Καμπανέλλη για το ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας»

“Προέρχομαι από κομμουνιστική οικογένεια. Ο παππούς μου, ιερέας, ήταν ο καπετάν Τειρεσίας, ο θείος μου «παραθέρισε» αρκετό καιρό στη Μακρόνησο και στον πατέρα μου έλειπαν τα μισά πλευρά, ενώ είχε και μια τρύπα στο κορμί του από τη λόγχη του βασανιστή. Εκείνος ήταν που μου έδωσε με ήρεμη επιμονή τη μεγάλη εντολή να τον ξεπεράσω, κάτι που ακόμα προσπαθώ…”

Ο νέος καλλιτεχνικός διευθυντής του ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας, Λουκάς Θάνος, είναι μουσικός, συνθέτης, σκηνοθέτης, ηθοποιός, χορογράφος, μεταφραστής, δάσκαλος υποκριτικής, παραγωγός παραστάσεων, μελετητής του αρχαίου θεάτρου και καλλιτεχνικός διευθυντής χοροθεάτρου. Τον συνάντησα για τη συνέντευξη που ακολουθεί και γνώρισα έναν άνθρωπο που εκτός από εντυπωσιακή μόρφωση και ολόπλευρη καλλιτεχνική συγκρότηση διαθέτει ευγένεια, φαντασία, νεανική ενέργεια και χιούμορ.

Συνέντευξη στην Σεμίνα Διγενή 
Πηγή: Ριζοσπάστης

— Πώς θα συστηνόσασταν με δυο λόγια σε κάποιον που δεν γνωρίζει τίποτε για σας;

– Ονομάζομαι Λουκάς Θάνος και είμαι μουσικός.

— Σε ηλικία 16 ετών γράφετε τη μουσική της «Μπαλάντας του κυρ Μέντιου», που ακούει ο Κώστας Βάρναλης και ενθουσιασμένος την εγκρίνει. Το 1978 είστε ο συνθέτης στον τελευταίο δίσκο του Νίκου Ξυλούρη, το «Σάλπισμα», και ύστερα απ’ αυτό αποσύρεστε από την ελληνική δισκογραφία για σχεδόν σαράντα χρόνια. Γιατί;

– Πλανήθηκα πολύ, παντού περιπλανήθηκα για να με ξαναβρώ, οδεύοντας προς τη στιγμή της σύλληψής μου. Δεν τα κατάφερα όμως και έτσι επέστρεψα στις σημειώσεις που κρυφά μου άφησε ο πατέρας μου πάνω στο πατάρι, μέσα στα Απαντα του Παλαμά.

— Επανεμφανίζεστε με το έργο «Ο δωδεκάλογος του Γύφτου», σε ποίηση Κωστή Παλαμά, με ερμηνευτή τον Γιάννη Χαρούλη. Πώς προέκυψε αυτή η επιλογή;

– Ξεκίνησα να μελοποιώ τον Κωστή Παλαμά με το νεανικό μου παρορμητικό ένστικτο. Μετά την πολυετή έρευνά μου όμως πάνω στον Νίτσε και ακόμα περισσότερο μετά την εμμονή μου στα χορικά του Αισχύλου, ξανάγγιξα τον λόγο του με διαφορετικό τρόπο. Ισως και να ανακάλυπτα επιτέλους κάποια κλειδιά που θα ξεκλείδωναν τον «Δωδεκάλογό» του… Κατόπιν ψιθύρισα τις συνθέσεις μου στον Γιάννη Χαρούλη – που με είχε συγκινήσει με την αθώα ερμηνεία του στο τραγούδι μου «Οι πόνοι της Παναγιάς», το συγκλονιστικό αυτό ποίημα του Βάρναλη – και έκανα τον «Δωδεκάλογο του Γύφτου».

— Κινείστε ανάμεσα στη μουσική, στο θέατρο και στον χορό, μεταξύ Νέας Υόρκης, Λος Αντζελες και Αθήνας. Τι αγαπάτε περισσότερο, ποιο είδος τέχνης και ποια πόλη;

– Τη μουσική και την Αθήνα. Την τέχνη των τεχνών, του λαού των λαών.

— Από τι είδους οικογένεια προέρχεστε και τι μάθατε από αυτήν;

– Προέρχομαι από κομμουνιστική οικογένεια. Ο παππούς μου, ιερέας, ήταν ο καπετάν Τειρεσίας, ο θείος μου «παραθέρισε» αρκετό καιρό στη Μακρόνησο και στον πατέρα μου έλειπαν τα μισά πλευρά, ενώ είχε και μια τρύπα στο κορμί του από τη λόγχη του βασανιστή. Εκείνος ήταν που μου έδωσε με ήρεμη επιμονή τη μεγάλη εντολή να τον ξεπεράσω, κάτι που ακόμα προσπαθώ, ενώ η μητέρα μου μού φόρεσε το ένδυμα της ελευθερίας, που ακόμα – πιστεύω – το φορώ.

— Είστε ερευνητής του Αισχύλου, έχετε μελετήσει Παλαμά και Νίτσε, αλλά και τη φιλοσοφία του χορού, της Ισιδώρας Ντάνκαν. Ολα αυτά με ποιον τρόπο θα αξιοποιηθούν στη νέα σας θέση;

– Αν δανειζόμουν οικονομικούς όρους θα μπορούσα να πω ότι η μακρογνώση και η μικρογνώση είναι τα δύο στοιχεία που θα μπορούσαν πιθανώς να συνθέσουν την προσωπικότητα, το στίγμα που αφήνει και θα αφήσει κάθε άνθρωπος στην πορεία της ζωής. Αυτά λοιπόν που έχω αφήσει να μου συμβούν, αλλά και που έχω πράξει στα χρόνια, θα τα εναποθέσω νομίζω απλόχερα. Πιστεύω άλλωστε πως ήδη το κάνω, όταν διδάσκω Αισχύλο και ιδιαίτερα τα χορικά του, προσπαθώντας να συμφιλιώσω τον Απόλλωνα και τον Διόνυσο, δηλαδή τη γνώση και την εμπειρία, προς μια ελευθερία της πειθαρχίας. Εχω τον Μπαχ στη μουσική και τον Αισχύλο στο θέατρο. Η Ισιδώρα Ντάνκαν μού σύστησε τον Νίτσε και ο Νίτσε με αφοπλιστική ειλικρίνεια μου αποκάλυψε τον Αισχύλο.

— Ποια είναι η κατεύθυνση που θέλετε να δώσετε στο ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας; Αληθεύει πως η πρώτη κίνηση που θα κάνετε ως καλλιτεχνικός διευθυντής είναι να θεσπίσετε το 2021 ως έτος Καμπανέλλη;

– Ναι, το 2021 θα θεσπιστεί ως έτος Καμπανέλλη για το ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας. Στις 2 Δεκεμβρίου συμπληρώνονται 100 χρόνια από τη γέννηση του μεγάλου μας θεατρικού συγγραφέα. Αυτό σηματοδοτεί σε έναν βαθμό και την κατεύθυνση που θέλω να δώσω. Η μία του όψη θέλω να είναι το νέο ελληνικό μουσικό θέατρο και η άλλη του το αρχαίο δράμα, δηλαδή το αρχαίο ελληνικό μουσικό θέατρο.

— Το τελευταίο έργο του Ιάκωβου Καμπανέλλη το γράψατε μαζί. Τι θυμάστε από τη συνεργασία σας μαζί του; Θα υπάρξει ίσως κάποια παράσταση δικού του έργου στην Πάτρα;

– Μετά τον Βάρναλη και τον Ξυλούρη, μέγιστους σταθμούς της ζωής μου, ήταν η φιλία και η συνεργασία μου με τον Καμπανέλλη των ύστατων χρόνων του. Το λιγότερο που θα μπορούσα να κάνω για τον Πατριάρχη του σύγχρονου θεάτρου μας θα ήταν το έτος Καμπανέλλη για το ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας, το τόσο γενναιόδωρο σε προσφορά και παραγωγές. Δεν ξεχνώ ότι το ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας το 2010 μου έδωσε την ευκαιρία αλλά και όλα τα μέσα, με 30 υπέροχους ηθοποιούς επί σκηνής, να τολμήσω να αγγίξω την «Ορέστεια» – τον Παρθενώνα του θεάτρου, όπως την αποκάλεσε στην κριτική του ο Κ. Γεωργουσόπουλος – και όλα αυτά υπό την καλλιτεχνική διεύθυνση του Γιάννη Βόγλη, που με τίμησε ακόμα περισσότερο, ερμηνεύοντας και τον Αγαμέμνονα.

— Εχετε διδάξει στο «Actors Studio Los Angeles», στην Ανώτερη Σχολή Δραματικής Τέχνης «Ιάκωβος Καμπανέλλης» και «Βεάκη», στο «Paper and Plastic Theater Los Angeles», στο «Moscow Studio of Plastic Arts», στο «Duncan Dance Research Center», στο UCLA, στο «Kschessinska Mansion St. Petersburg». Με τη Δραματική Σχολή στην Πάτρα τι σκοπεύετε να κάνετε; Θα την ενισχύσετε;

– Πέρα από τη συναισθηματικά ανεπανάληπτη ανάμνηση που προανέφερα, η απόφασή μου να συμμετέχω σε αυτήν τη διαδικασία, για να είμαι ειλικρινής, ήταν ότι η ανακοίνωση για την πρόσληψη έλεγε ότι ζητούν ο καλλιτεχνικός διευθυντής να είναι και διευθυντής της Δραματικής Σχολής. Αυτό το βρήκα πολύ ευφυές και θέλω να δώσω συγχαρητήρια στο ΔΣ και προσωπικά στον πρόεδρο του ΔΗΠΕΘΕ, Πέτρο Βάη, γι’ αυτήν τη σκέψη.

Πιστεύω απόλυτα σε αυτήν τη σύζευξη Σχολή – Θέατρο, γιατί έτσι εργάζομαι και εγώ στις τραγωδίες που ανεβάζω τα 20 τελευταία χρόνια, δηλαδή με τους μαθητές μου. Αυτός ήταν ο κυρίαρχος λόγος που μετείχα στη διαδικασία με τόσους πολλούς και υπέροχους συναδέλφους ως συνοδοιπόρους. Ελπίζω πως το «διδάσκω αεί διδασκόμενος» ίσως απομακρύνει το «γηράσκω»… Πιστεύω ότι για να είσαι δάσκαλος πρέπει να έχεις μαθητές που θα τους δώσεις τη μεγάλη εντολή να γίνουν δάσκαλοί σου.

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: