«Close» του Λούκας Ντοντ

Αν ανοίξουμε την πόρτα του δωματίου του έφηβου γιου μας και αντικρίσουμε τον γιο μας να κοιμάται αγκαλιά με τον κολλητό του φίλο, ποια θα είναι η πρώτη μας σκέψη για τη μεταξύ τους σχέση; Και πόσο διαφορετικά θα είναι τα συναισθήματά μας από μια άλλη εικόνα που ενδόμυχα θα θέλαμε να δούμε; Την εικόνα του γιου μας αγκαλιά με ένα κορίτσι;

«Close» του Λούκας Ντοντ (Βέλγιο,2022)

Αν ανοίξουμε την πόρτα του δωματίου του έφηβου γιου μας και αντικρίσουμε τον γιο μας να κοιμάται αγκαλιά με τον κολλητό του φίλο, ποια θα είναι η πρώτη μας σκέψη για τη μεταξύ τους σχέση; Και πόσο διαφορετικά θα είναι τα συναισθήματά μας από μια άλλη εικόνα που ενδόμυχα θα θέλαμε να δούμε; Την εικόνα του γιου μας αγκαλιά με ένα κορίτσι; Πόσο έχουμε καλλιεργήσει σαν ενήλικες τη σκέψη ότι η έλξη δύο ανθρώπων του ιδίου φύλου σε αυτή την ηλικία, όπου εκδηλώνονται τα πρώτα ερωτικά ενδιαφέροντα και οι σεξουαλικοί πειραματισμοί, μπορεί να εντάσσονται στη φυσιολογική διαδικασία της συναισθηματικής και κοινωνικής ωρίμανσης του εφήβου; Και πόσο έτοιμοι είμαστε να αποδεχτούμε τις επιλογές τους που οι ίδιοι θα οδηγηθούν προκειμένου να ανακαλύψουν μόνοι τους όλες τις παραμέτρους μίας σχέσης, που θα τους οδηγήσει στο να αξιολογήσουν οι ίδιοι σωστά αυτή τη σχέση και να της δώσουν το σχήμα και τη μορφή που ικανοποιεί τις δικές τους βαθύτερες ανάγκες; Ανάγκες που μπορεί και να μην γνωρίζουμε; Ή να μην θέλουμε να δούμε; Πόσο κοντά βρίσκεται ο έρωτας στη δυνατή φιλία; Και πώς αυτός εκδηλώνεται; Ποιοι παράγοντες επεμβαίνουν στο να αλλοιώνουν μία πολύ δυνατή σχέση καλουπώνοντάς την στις νόρμες και τα στερεότυπα της κοινωνίας που δεν εμβαθύνει, που δυσκολεύεται πολύ να αποδεχτεί το διαφορετικό όσο και αν οι σύγχρονες δυτικές κοινωνίες επαίρονται για τα βήματα προόδου που έχουν κάνει σε αυτόν τον τομέα; Νόρμες που ενδόμυχα έχουμε αποδεχτεί και οικειοποιηθεί;

Τα ερωτήματα αυτά θέτονται στην ταινία του Βέλγου σκηνοθέτη και οι απαντήσεις τους δίνονται σκληρά, αλλά με πολύ μεγάλη ειλικρίνεια, στον προαύλιο χώρο του σχολείου όπου οι δύο κολλητοί φίλοι, ο Λεό και ο Ρεμί, έρχονται αντιμέτωποι με έναν άλλον κόσμο έξω από τον δικό τους κλειστό κόσμο. Έναν κόσμο που έρχεται σε μία πολύ μεγάλη σύγκρουση με τον δικό τους , σηματοδοτώντας τη βίαιη μετάβαση από την παιδική ηλικία στον κόσμο της σταδιακής εισόδου στην ενήλικη ζωή. Και δίνονται οι απαντήσεις στον τρόπο που τα παιδιά αυτά αντιμετωπίζονται από τους συμμαθητές τους. Έναν τρόπο που αντανακλά τον τρόπο διαπαιδαγώγησης των συμμαθητών τους, μία διαπαιδαγώγηση που δυστυχώς έχει στηριχτεί στα στερεότυπα που για πολλά χρόνια, αιώνες θα λέγαμε, παρεμποδίζουν την ομαλή και φυσιολογική εξέλιξη των ανθρωπίνων σχέσεων. 

Ο φόβος της ομοφυλοφιλίας πάντα υπάρχει, πάντα καραδοκεί στις οικογένειες και παρόλα τα βήματα προόδου που έχουν σημειωθεί, και παρά τις θεωρητικές δηλώσεις του τύπου το μόνο που μας ενδιαφέρει είναι η ευτυχία του παιδιών, ωστόσο πρόκειται για ένα θέμα ταμπού που αποσιωπάται γιατί παραμένει ταμπού στο μυαλό των ενήλικων, στο μυαλό των γονέων, στο μυαλό των ανθρώπων που ασχολούνται με την εκπαίδευση και την ψυχική υγεία των παιδιών. Που δεν τολμούν να μιλήσουν ανοιχτά για αυτά τα θέματα δίνοντας τους τις πραγματικές τους διαστάσεις μέσα στα πλαίσια της προσωπικής εξέλιξης και της ελεύθερης επιλογής του κάθε ατόμου. Ένας φόβος που καλλιεργείται εντέχνως από το ίδιο το σύστημα που τροφοδοτεί την ομοφοβία, προκειμένου να την χρησιμοποιεί κατά το δοκούν όταν και όποτε χρειαστεί να αποδώσει ευθύνες στα δικά του εγκλήματα. Ενός συστήματος που πάντα φροντίζει να περιθωριοποιεί ομάδες που αποτελούν για αυτό τα μαξιλαράκια ασφαλείας, αυτά της απόδοσης και της μετάθεσης των δικών του ευθυνών που σχετίζονται με παντός τύπου εγκλήματα που το ίδιο διαπράττει (κοινωνικά, πολιτικά, οικονομικά).

Μία πολύ δυνατή σχέση αγάπης, εμπιστοσύνης, ασφάλειας, κατανόησης και βαθιάς ενσυναίσθησης έχει αναπτυχθεί ανάμεσα στους δύο εφήβους τον Λεό και τον Ρεμί που από μικροί μεγαλώνουν μαζί και δεν αποχωρίζονται ποτέ ο ένας τον άλλον. Μία σχέση που δείχνει ότι θα λειτουργεί προστατευτικά και δεν πρόκειται να την αμαυρώσει κανένα γεγονός στην περαιτέρω πορεία της ζωής τους. Η ξενοιασιά της παιδικής ηλικίας στη φύση, η ίδια η ευεργετική επίδραση της φύσης, τα παιχνίδια τους σε αυτήν, η βραδινή συντροφιά που κρατά ο ένας στον άλλον κατευνάζοντας τις εφηβικές τους ανησυχίες, όλα αυτά δεν προοικονομούν με τίποτα αυτό που πρόκειται να ακολουθήσει. Αυτό που θα συμβεί όταν οι δύο κολλητοί βρεθούν στον προαύλιο χώρο του σχολείου, ενός άλλου κόσμου, έξω από τον δικό τους, ξεκινώντας τη νέα σχολική τους χρονιά. Εκεί για τον Λεό, η ταυτότητά του που επισφραγίζεται από την βαθιά φιλία του με τον Ρεμί δεν θα είναι αρκετή για να του δώσει τα διαπιστευτήρια εισόδου στο νέο κόσμο του σχολικού περιβάλλοντος. Έναν κόσμο που θέτει αυστηρά και σκληρά κριτήρια για την αποδοχή του. Έναν κόσμο που το άγγιγμα, η σωματική επαφή, το ακούμπημα του κεφαλιού του ενός στον ώμο του άλλου θα αποτελέσουν αντικείμενο σχολίων των συμμαθητών τους, που θα σπεύσουν να χαρακτηρίσουν ομοφυλοφιλική τη σχέση των δύο φίλων. Εκεί ο Λεό θα αναγκαστεί να αναζητήσει την κοινωνική του ταυτότητα που όμως θα την πληρώσει με πολύ μεγάλο τίμημα. 

Οι στερεοτυπικές καταβολές και η ομοφοβία έρχονται στο προσκήνιο της ταινίας. Μέχρι πού επιτρέπεται να αγγίζω και να ακουμπώ τον άλλον; Από μικροί μαθαίνουμε να ελέγχουμε τα συναισθήματά μας και να ελέγχουμε τη γλώσσα του σώματος προς αποφυγή παρεξηγήσεων. Μαθαίνουμε να μην εκφραζόμαστε. Να «καταπίνουμε» τη γλώσσα του σώματος και να της επιτρέπουμε να εκφράζεται εκεί που οι άλλοι της το επιτρέπουν. Ο φόβος του Λεό μήπως τον πουν ομοφυλόφιλο έρχεται να διαταράξει τις σχέσεις του με τον κολλητό του φίλο. Ο φόβος αυτός που αρχίζει σταδιακά να εσωτερικεύεται έρχεται να σταθεί εμπόδιο στην φυσιολογική του ωρίμανση και στην επιλογή της σεξουαλικής του ταυτότητας. Μιας ταυτότητας που εκβιάζεται, που η ομοφοβία δεν θα την κάνει ποτέ να αποκαλυφθεί. Με έναν πολύ βίαιο, επώδυνο εσωτερικά τρόπο ο Λεό αποχαιρετά την παιδική του ηλικία, αποχαιρετά τον φίλο του…

Πολύ δυνατά κοντινά πλάνα, πολύ δυνατά τα βλέμματα, πολύ δυνατές οι σιωπές, μας αποκαλύπτουν το αθέατο κόσμο του ψυχισμού των παιδιών-εφήβων. Τις στιγμιαίες αντιδράσεις τους και τα έντονα συναισθηματικά τους ξεσπάσματα, που όμως παραβλέπουμε, ενδεικτικά των κραυγών βοήθειας και των μηνυμάτων που μας στέλνουν τα παιδιά σε ένα σύστημα που δεν τα βοηθά να εκφραστούν διαφορετικά. Και που εμείς οι ενήλικες δεν θέλουμε να διαταράξουμε, γιατί το βόλεμα που μας παρέχει έχει έρθει να καλύψει τα πάντα. Αρκούμαστε λοιπόν στην επιφανειακή διαχείριση τους, συγκαλύπτοντας τις κραυγές απόγνωσης αφήνοντας πίσω αυτούς που δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν σε αυτό, προχωρώντας μπροστά… Μόνο που το “μπροστά” θα είναι πάντα λειψό και θα αναζητά διαρκώς το γνήσιο, το ουσιαστικό που άφησε αβοήθητο πίσω να χαθεί. 

Λούκας Ντοντ: Ο Βέλγος νεαρός σκηνοθέτης που μας έχει αποδείξει πολύ καλά (προηγούμενη ταινία του το «Girl») ότι ξέρει να κινηματογραφεί τα συναισθήματα των εφήβων, τον τρόπο να τα προβάλλει και να φέρνει τη διαλεκτική τους αντιμέτωπη με τα στεγανά μιας κοινωνίας που αρνείται πεισματικά αυτή τη διαλεκτική. 

Η ταινία έχει αποσπάσει το Μεγάλο Βραβείο της Επιτροπής στις Κάννες και είναι υποψήφια για το Όσκαρ διεθνούς ταινίας. Προβάλλεται στους κινηματογράφους.

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Notice: Only variables should be assigned by reference in /srv/katiousa/pub_dir/wp-content/themes/katiousa_theme/comments.php on line 6

1 Trackback

Κάντε ένα σχόλιο: