Ένωση Κομμουνιστών Ουκρανίας: Για τον πόλεμο και τα καθήκοντα της εργατικής τάξης

Πρόκειται για την πρώτη τοποθέτηση της συγκεκριμένης οργάνωσης, ενώ μέχρι στιγμής ανακοίνωση δεν έχει εκδώσει το ΚΚ Ουκρανίας. Οπως είναι γνωστό, και οι δύο αυτές πολιτικές δυνάμεις της Ουκρανίας βρίσκονται υπό καθεστώς απαγορεύσεων και διώξεων.

Αμείωτο είναι το ενδιαφέρον των αναγνωστών του «Ριζοσπάστη» για τις τοποθετήσεις των Κομμουνιστικών και Εργατικών Κομμάτων γύρω από τις εξελίξεις που αφορούν τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο στην Ουκρανία. Την περασμένη βδομάδα δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα του SOLIDNET μακροσκελής ανακοίνωση της Ενωσης Κομμουνιστών Ουκρανίας (ΕΚΟ). Πρόκειται για την πρώτη τοποθέτηση της συγκεκριμένης οργάνωσης, ενώ μέχρι στιγμής ανακοίνωση δεν έχει εκδώσει το ΚΚ Ουκρανίας. Οπως είναι γνωστό, και οι δύο αυτές πολιτικές δυνάμεις της Ουκρανίας βρίσκονται υπό καθεστώς απαγορεύσεων και διώξεων.

Παρακάτω δημοσιεύουμε εκτενή αποσπάσματα της Ανακοίνωσης της ΕΚΟ.

Για τις αιτίες και τον χαρακτήρα της σύγκρουσης

Η συνολική εκτίμηση της Ενωσης Κομμουνιστών Ουκρανίας για τον χαρακτήρα του πολέμου, που ξεκίνησε υπό το πρόσχημα μιας ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης (ΕΣΕ), συμπίπτει γενικά με την Ανακοίνωση των Κομμουνιστικών και Εργατικών Κομμάτων της 24ης Φλεβάρη 2022, που υποστηρίχθηκε από την ΕΚΟ.

Σε αυτόν τον πόλεμο συγκρούστηκαν δύο ιμπεριαλιστικές ομάδες του παγκόσμιου κεφαλαίου στο έδαφος της Ουκρανίας: Μια διεθνής καπιταλιστική συμμαχία χωρών με επικεφαλής τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ και μια διεθνής καπιταλιστική συμμαχία χωρών με επικεφαλής το ρωσικό κρατικό – μονοπωλιακό κεφάλαιο. Μια σειρά από τις μεγαλύτερες καπιταλιστικές χώρες (Κίνα, Ινδία κ.λπ.) δεν έχουν ακόμη εισέλθει άμεσα στην εκτυλισσόμενη σύγκρουση, αλλά περιμένουν, αξιολογώντας τις προοπτικές ανάπτυξής της. Συμφωνούμε με το συμπέρασμα ότι η πηγή αυτής της στρατιωτικής σύγκρουσης βρίσκεται στην αντεπαναστατική καταστροφή του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ και στην παλινόρθωση του καπιταλισμού στον μετασοβιετικό χώρο.

Η ουκρανική αστική τάξη, η οποία μεγάλωσε με τη λεηλασία των οικονομικών πόρων της Ουκρανικής ΣΣΔ, με την αρπαγή της περιουσίας της συντριπτικής πλειοψηφίας του πληθυσμού, όπως έγινε και στη Ρωσία, συγκέντρωσε γρήγορα αυτήν την περιουσία στα χέρια λίγων ολιγαρχικών ομάδων σε επίπεδο κλαδικών μονοπωλίων και μαζί με την οικονομία της χώρας «ιδιωτικοποίησε» και την κρατική εξουσία. Η αντιφατική θέση αυτών των ολιγαρχικών ομάδων συνίστατο στο γεγονός ότι προσπάθησαν να περιορίσουν όσο το δυνατόν περισσότερο τη συμμετοχή στη συγκέντρωση ιδιωτικής περιουσίας στη χώρα τόσο του ρωσικού όσο και του δυτικού κεφαλαίου. Ταυτόχρονα, η μεγάλη αστική τάξη προσπάθησε να συνεργαστεί ενεργά με τους Ρώσους ολιγάρχες στην οικονομική συνεργασία για να αποκομίσει υψηλά κέρδη μέσω της πρόσβασης σε ρωσικούς ενεργειακούς πόρους σε αρκετά χαμηλές τιμές και να φλερτάρει με το διεθνές κεφάλαιο της Δύσης, αφού τα κέρδη που προέκυψαν τοποθετήθηκαν σε δυτικές τράπεζες και σε ιδιωτική περιουσία στις δυτικές χώρες.

Για την ιδεολογική αιτιολόγηση της σχετικής απεμπλοκής τόσο από την Ανατολή όσο και από τη Δύση, η ουκρανική ολιγαρχική αστική τάξη χρειαζόταν απλώς την ιδεολογία του ριζοσπαστικού αστικού εθνικισμού, η οποία ανταποκρινόταν και στα συμφέροντα των δυτικών χωρών (ειδικά μετά την «πορτοκαλί επανάσταση» που αυτές οργάνωσαν το 2004) με τον αντιρωσικό της προσανατολισμό. Τότε ήταν που ο Μπαντέρα και ο Σουχέβιτς (σημ. μτφρ: Οι επικεφαλής των εθνικιστικών – ναζιστικών οργανώσεων κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου), άρχισαν να ηρωοποιούνται στη δημόσια συνείδηση των Ουκρανών.

Για την εργατική τάξη της Ουκρανίας και τις πλατιές προλεταριακές μάζες της πόλης και της υπαίθρου, η αποκατάσταση του καπιταλισμού μετατράπηκε σε κολοσσιαία συρρίκνωση και περιορισμό των δικαιωμάτων τους, στη διαδικασία αποβιομηχάνισης της χώρας. Αλλά σε συνθήκες πολιτικού και ιδεολογικού αποπροσανατολισμού, η εργατική τάξη, τα συνδικάτα και τα αριστερά κόμματα ήταν ικανά μόνο για μάχες οπισθοφυλακής. Η απαξίωση του σοσιαλισμού από την αστική προπαγάνδα ώθησε το ουκρανικό προλεταριάτο να περιορίσει τον αγώνα του μόνο σε οικονομικά καθήκοντα και ώθησε τα πιο εξειδικευμένα στρώματα να μεταναστεύσουν στο εξωτερικό αναζητώντας καλύτερους μισθούς.

Η ΕΚΟ συμμετείχε άμεσα σε αυτές τις ταξικές μάχες της δεκαετίας του ’90 και μετά, προσπαθώντας να διατηρήσει τη διεθνή προλεταριακή επαναστατική παράδοση της ταξικής πάλης και να αντιμετωπίσει τον πολιτικό οπορτουνισμό που αναπτύχθηκε στο κομμουνιστικό και αριστερό κίνημα στην Ουκρανία εξαιτίας και της διαλυτικής κατάστασης στην εργατική τάξη.

Αμεση προϋπόθεση για την αυξανόμενη αντιπαράθεση μεταξύ της Ρωσίας και των χωρών του ΝΑΤΟ στο έδαφος της Ουκρανίας ήταν η παγκόσμια οικονομική, εμπορική και βιομηχανική κρίση του 2008 και οι συνέπειές της. Η μακροχρόνια στασιμότητα της παγκόσμιας οικονομίας και όλες οι προσπάθειες των κορυφαίων καπιταλιστικών χωρών να μετατοπίσουν τις συνέπειες αυτής της κρίσης στην εργατική τάξη και τα μεγάλα προλεταριακά στρώματα, καθώς και στις εξαρτημένες καπιταλιστικές χώρες, έδειξε ότι δεν υπάρχει οικονομική διέξοδος από αυτήν την κρίση στο πλαίσιο του καπιταλισμού. Για να ξεπεραστεί αυτή η κρίση, οι κορυφαίες καπιταλιστικές χώρες, με επικεφαλής τις ΗΠΑ, στράφηκαν στην άμεση ληστεία ορισμένων χωρών, εξαπολύοντας γι’ αυτό μια σειρά από πραξικοπήματα μέσω «έγχρωμων επαναστάσεων», τοπικών πολέμων με το πρόσχημα του «εκδημοκρατισμού» των χωρών. Αυτό οδήγησε σε μια μεγάλης κλίμακας όξυνση των διεθνών αντιθέσεων και στην έναρξη της ανασυγκρότησης των ιμπεριαλιστικών συμμαχιών, στην όξυνση της αντιπαράθεσης μεταξύ αυτών των συμμαχιών, συμπεριλαμβανομένου του εδάφους της Ουκρανίας, καθώς και στην ανάπτυξη του ριζοσπαστικού εθνικισμού μέσα από τις ναζιστικές και φασιστικές εκδηλώσεις του.

Πολιτικά «παιχνίδια» πίσω από την ενίσχυση των φασιστικών πολιτικών οργανώσεων

Η έλευση στην εξουσία το 2010 μονοπωλιακών ολιγαρχικών ομάδων με επικεφαλής τον Γιανουκόβιτς, που θεωρούνταν φιλορώσοι αστοί, αφενός, ενίσχυσε τη συνεργασία των μονοπωλίων Ρωσίας και Ουκρανίας, αλλά μόνο στον βαθμό που επέτρεψε στους Ουκρανούς ολιγάρχες να διατηρήσουν τον έλεγχο για την οικονομία και την περιουσία στη χώρα. Από την άλλη πλευρά, ο Γιανουκόβιτς διόρισε ως πολιτικούς συμβούλους του στις εκλογικές τεχνολογίες εμπειρογνώμονες από τις ΗΠΑ και τη Μεγάλη Βρετανία, όπως ο Manafort, ο οποίος του συνέστησε, βάσει «δημοσκοπήσεων», να διαμορφώσει μια τέτοια προεκλογική εκστρατεία για επανεκλογή του στη δεύτερη θητεία, έτσι ώστε στον δεύτερο γύρο αντίπαλός του να είναι ο Τιαγκινμπόκ – επικεφαλής του ναζιστικού κόμματος «Svoboda» (μετονομασμένο σοσιαλ-εθνικιστικό κόμμα).

Ως αποτέλεσμα είχαμε με τα χρήματα των υποτιθέμενων «φιλορώσων» ολιγαρχών οι ναζιστικές ομάδες να αρχίσουν να αναπτύσσονται και από περιθωριακές ομάδες να φτάσουν στο επίπεδο των πολιτικών κομμάτων. Τους δόθηκε η ευκαιρία να κερδίσουν τις εκλογές για τα τοπικά συμβούλια στις δυτικές περιοχές και να εκλέξουν τους βουλευτές τους στο ουκρανικό Κοινοβούλιο. Για τον σκοπό αυτό, ο Γιανουκόβιτς δεν ακύρωσε καν τα διατάγματα του προκατόχου του, Γιούστενκο, για την απονομή των τίτλων του «Ηρωα της Ουκρανίας» στους Μπαντέρα και Σουχέβιτς.

Ομως, οι «σύμβουλοι» του Γιανουκόβιτς έπαιξαν διαφορετικό «χαρτί» πίσω από την πλάτη του. Υπό την ηγεσία τους, φιλοδυτικές ολιγαρχικές ομάδες, με την υποστήριξη του ιμπεριαλισμού των ΗΠΑ και της ΕΕ, πραγματοποίησαν πραξικόπημα το 2014. Οι φιλοφασιστικές και ναζιστικές οργανώσεις που υποστήριζαν όχι μόνο αποδείχτηκαν η δύναμη κρούσης αυτού του πραξικοπήματος, αλλά οπλίστηκαν με τη νέα ολιγαρχική εξουσία και με τη μορφή παραστρατιωτικών «εθελοντικών ταγμάτων» έγιναν η δύναμη κρούσης της (…)

Το πραξικόπημα σηματοδότησε την έναρξη ενός εμφύλιου πολέμου στην Ουκρανία μεταξύ των υποστηρικτών της νέας εθνικιστικής κυβέρνησης και των αντιπάλων της, που οδήγησε στην απόσχιση της Κριμαίας και την απορρόφησή της από τη Ρωσία, ως αποτέλεσμα δημοψηφίσματος, καθώς και στον σχηματισμό των Λαϊκών Δημοκρατιών του Ντόνετσκ και του Λουγκάνσκ (ΛΔΝΛ), που περιήλθαν σε κατάσταση παρατεταμένης ένοπλης αντιπαράθεσης με την εξουσία του Κιέβου (…)

Πρόσχημα η λεγόμενη «αποναζιστικοποίηση»

Οι πραγματικές αιτίες της ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης βρίσκονται στο γεγονός ότι η ρωσική ολιγαρχική αστική τάξη έχει συνειδητοποιήσει πως δεν θα μπορέσει να ξεπεράσει οικονομικά τις συνέπειες της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης. Αποφάσισε, τελικά, να θυσιάσει αυτό το μικρό μερίδιο των κερδών, που προέκυψε από τη συνεργασία με τους Ουκρανούς ολιγάρχες και με το κεφάλαιο της Δύσης, για χάρη της αναδιανομής των σφαιρών επιρροής στην παγκόσμια οικονομία και της κατάληψης νέων αγορών για τα εμπορεύματά της, καθώς και για την αντιμετώπιση των αυξανόμενων προσπαθειών των χωρών του ΝΑΤΟ υπό την ηγεσία των ΗΠΑ να καταλάβουν το έδαφος της Ρωσίας και να αποκτήσουν πρόσβαση στις πρώτες ύλες της.

Αυτός ο πόλεμος δεν είναι προς το συμφέρον των «Ρώσων», για την «προστασία του ρωσόφωνου πληθυσμού», την «αποναζιστικοποίηση» του ουκρανικού κράτους, αλλά προς το συμφέρον του ρωσικού κεφαλαίου, που ένιωσε τον κίνδυνο και την ανάγκη να δημιουργήσει νέες διεθνείς συνθήκες ώστε να εξασφαλίσει περαιτέρω ευκαιρίες για κέρδος, για την αύξηση των κεφαλαίων του. Αυτός ο πόλεμος δεν ενσωματώνει ούτε προστατεύει τα συμφέροντα των Ρώσων, των Τατάρων, των Τσουβάσιων, των Γιακούτιων εργατών και των εργατών όλων των άλλων εθνικοτήτων της Ρωσικής Ομοσπονδίας.

(…) Η στρατιωτική σύγκρουση, που ξεκίνησε με τη μορφή εμφύλιας αντιπαράθεσης και εμφυλίου πολέμου στο έδαφος της Ουκρανίας (…) εξελίσσεται σε ιμπεριαλιστική σύγκρουση, γίνεται η αρχή ενός ιμπεριαλιστικού παγκόσμιου πολέμου (…)

Οι συνέπειες για τους εργαζόμενους της Ουκρανίας

Για την εργατική τάξη της Ουκρανίας, αυτός ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος έχει τις πιο τραγικές συνέπειες. Στους ώμους των εργαζομένων έχουν ριχτεί ο ρόλος του «κρέατος για τα κανόνια» και το αναπόφευκτο του θανάτου κατά τη διάρκεια των εχθροπραξιών, της μαζικής εξαθλίωσης, της ανεργίας, του πλήρους περιορισμού δικαιωμάτων και ελευθεριών για χάρη της προστασίας των συμφερόντων της ουκρανικής μεγαλοαστικής τάξης, των ολιγαρχών και των συμφερόντων της αστικής τάξης της Δύσης για την καταστροφή και τη ληστεία της Ρωσίας, για την κατάληψη των φυσικών της πόρων. Αυτό αναπόφευκτα θα συνοδεύεται από την καταστροφή και την κατάσχεση ουκρανικών βιομηχανικών και φυσικών πόρων, μεταξύ άλλων και σε περίπτωση επιτυχίας της Ρωσίας. Η ίδια τύχη περιμένει τη συντριπτική πλειοψηφία των ουκρανικών μικροαστικών στρωμάτων.

Η μεγαλοαστική τάξη έχει ήδη βγάλει τα παιδιά της από τον πόλεμο και τα έχει πάει στο εξωτερικό, όπως έχει εξαγάγει και τα κεφάλαιά της. Αλλά αυτό δεν είναι το κύριο πράγμα: Η μεγάλη αστική τάξη πλουτίζει από τον πόλεμο υπό την ηγεσία του Ζελένσκι, όπως ακριβώς πλούτιζε και υπό την ηγεσία του Ποροσένκο: Κλοπή οικονομικών, κέρδος από τη μεταπώληση όπλων, προμήθειες για στολές, τρόφιμα για τον στρατό, για επισκευές, για ανθρωπιστική βοήθεια, κ.ο.κ. Στον πόλεμο, η αστική τάξη βγάζει δισεκατομμύρια δολάρια και τους επιστρατευμένους θα πρέπει να τους εξοπλίσουν και να τους παρέχουν τρόφιμα οι συγγενείς, φίλοι και εθελοντές, κάτι που σαφώς δεν είναι αρκετό. Οπως σε καιρό ειρήνης, αλλά τώρα ακόμα πιο αλαζονικά, η αστική τάξη πλουτίζει πατώντας πάνω στα κόκαλα της εργατικής τάξης!

Συνέπειες για τον ρωσικό λαό και τους άλλους λαούς

Οι συνέπειες αυτού του ιμπεριαλιστικού πολέμου θα είναι εξίσου ολέθριες για την εργατική τάξη της Ρωσίας και των χωρών του ρωσικού μπλοκ. Χτυπούν καταστροφικά τις προλεταριακές μάζες όλων των χωρών του κόσμου. Ενας παγκόσμιος πόλεμος δεν μπορεί παρά να έχει παγκόσμιες συνέπειες: Η πείνα, η φτωχοποίηση, η ανεργία, η πτώση των μισθών σαρώνουν ήδη τον πλανήτη. Ομως ο πόλεμος θα παρασύρει τους στρατούς πολλών χωρών στις μάχες, μετατρέποντας τους εργάτες τους σε «κανονιοτροφή»!

Η συνέπεια του παγκόσμιου ιμπεριαλιστικού πολέμου που ξεκίνησε στο έδαφος της Ουκρανίας δεν θα είναι η απαλλαγή από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική και οικονομική κρίση, αλλά η καταστροφική εμβάθυνσή της, η οποία με τη σειρά της (όπως συνέβη στο παρελθόν) θα οδηγήσει σε επαναστατικές καταστάσεις σε ορισμένες χώρες όπου οι αντιφάσεις κλιμακώνονται περισσότερο. Υπό τις συνθήκες της διεθνούς οικονομικής και πολιτικής ολοκλήρωσης, η ανάπτυξη επαναστατικών καταστάσεων θα οδηγήσει στον σχηματισμό αλυσίδων επαναστατικών εξεγέρσεων.

Η διέξοδος για τους λαούς

Η ΕΚΟ βλέπει την έξοδο από τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο για την εργατική τάξη όχι σε αφηρημένες εκκλήσεις για ειρήνη και αφοπλισμό (οι οποίες, στην καλύτερη περίπτωση, μπορεί μόνο να καθυστερήσουν τον πόλεμο για να μπορέσουν οι εμπλεκόμενες πλευρές να συσσωρεύσουν δυνάμεις για χάρη μιας ακόμη πιο βίαιης σύγκρουσης), αλλά στην ανάγκη εξάλειψης του καπιταλισμού ως παρασιτικού και καταστροφικού κοινωνικού συστήματος, στο οποίο ο ανταγωνισμός του κεφαλαίου οδηγεί αναπόφευκτα σε κρίσεις και πολέμους.

Στον αγώνα ενάντια στον πόλεμο ως αγώνα ενάντια στη δύναμη του κεφαλαίου να μπορεί να εξαπολύει πολέμους, θέτουμε το καθήκον να πολεμήσουμε τους καπιταλιστές σε καθένα από τα εμπόλεμα κράτη (…)

Ο καπιταλισμός (…) η πηγή των κρίσεων και των πολέμων, μπορεί να τερματιστεί μόνο με την ένωση των προσπαθειών της πάλης των εργατών σε διεθνές επίπεδο στην πορεία της διεθνούς κομμουνιστικής επανάστασης, που αναπτύσσεται από τις αλυσίδες των επαναστατικών καταστάσεων. Το μόνο πράγμα που μπορούμε να αντιτάξουμε στον αστικό εθνικισμό (και τις μορφές του – σοβινισμό και φασισμό), που ωθεί τους λαούς μαζί στον πόλεμο, είναι ο προλεταριακός διεθνισμός (…).

Προλετάριοι όλων των χωρών, ενωθείτε!

Ριζοσπάστης

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: