Διάττοντες αστέρες

Αδημοσίευτη ποίηση του Γιώργου Δ. Μπίμη

Απ’ τη φωτιά κι από τη στάχτη, μια σπίθα κράτα αναμμένη
κι αγνόησε το φαύλο κράχτη, την πρόθεση την ξιπασμένη.
…..
Ας δοκιμάσεις κάτι νέο, πέρα απ’ αυτά που ήδη ξέρεις,
να ‘ναι σπουδαίο και γενναίο, απ’ τους “σεμνούς” να διαφέρεις.

Της χρείας σκλάβος να μη γίνεις, μήτε της ύλης βασιλιάς
κι απ’ το υστέρημα να δίνεις, για στήριξη της φαμελιάς.

Κάστρο αντίστασης να χτίσεις, στο παραπέρα να κοιτάζεις,
από το λίγο να πλουτίζεις κι ό,τι αγγίζεις να τ’ αγιάζεις.

Δρέψε των λουλουδιών τη γύρη, το άρωμά τους καν’ το μέλι,
να ‘ναι η πλάση πανηγύρι, καινούριος κόσμος ν’ ανατέλλει…

Με την υπέροχη ψυχή σου, λάμψε σαν άστρο στο σκοτάδι,
να διαχέει η συνοχή σου, φως ιλαρό, χωρίς ψεγάδι.

Αν η καρδιά αποφασίσει κι άμα το πνεύμα σχεδιάσει,
μια νέα αύρα θα φυσήσει, μια φώτιση θα σε ξαφνιάσει.

Κι αφού κανείς δε ζει για πάντα, τ’ ανέφικτο μη λιμπιστείς.
Κι όλα, τα θρυλικά συμβάντα, ποτέ σου μην τ’ αμφισβητείς.

Σ’ αυτό που σκέφτεσαι να κάνεις, τον εαυτό σου βάλε πρώτα,
πληγές και πόνους να γλυκάνεις, ν’ αλλάξει η ζωή μας ρότα.
…..
Η φθίση απειλεί την πλάση κι ο στοχαστής καλά το ξέρει:
“Κάποια στιγμή, θα μ’ απελάσει, σαν φευγαλέο πεφταστέρι!”

Βούληση, νόηση κι αισθήσεις, θεϊστικές πηγές της γνώσης,
άστρα, τις νύχτες να φωτίσεις, δυο κόσμους ξένους να ενώσεις!

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: