Αγγελική Ραυτοπούλου: Κόκκινος Άνθρωπος

Αδημοσίευτο ποίημα.

Πήγες τα χέρια σου να πλύνεις

κι είχες μαζέψει στάχτες απ´ τα παραμύθια

ενός καιρού αίθριου κι αλαζόνα,

μετρώντας το μέγιστο μαρτύριο

της ροής του αιμάτινου ποταμού

στο προσκεφάλι της εκτέλεσης.

 

Κι είχαν συλλέξει οι νιές τα γράμματα

απ´ τ´ αλφαβητάρι του αγωνιστή

κι οι νέοι τα τουφέκια τ´ άγρυπνου αστεριού,

με την εξόφθαλμη υπόσχεση της άνοιξης.

 

Και μύριες λέξεις θαλασσινές ν´ ασπάζονται τ´ όνειρο

ενός κόσμου μέγιστα μικρού,

σε μιάν σκάλα οπού βγαζε στο πλάτωμα

του αιμορραγούντος θεού

ενός ανθρώπου που πολύ ονειρεύτηκε.

 

Κι όταν ήρθε η Πασχαλιά,

μονότονες διαθέσεις σ´ άρπαξαν

κι η χελιδόνα-πολύτιμη αρωγός-

ρήμαξε τα δάκρυά σου κι έχτισε φωλιά,

έπειτα νίφτηκες φως κι έμεινες ορφανός από μάνα.

 

Και σαν ήρθαν οι γκρίζοι λύκοι

με τις προβιές βελάζοντας ανθωπινά,

εσύ δεν κιότεψες κι έστρεψες το βλέμμα

ολόισια στ´ όνειρο.

 

Ήταν πρώτη του Μάη, σαν βέλαξαν τ´ αστέρια,

όταν η ψυχή σου -έναστρο περβόλι-

πυροβόλησε το σύμπαν

στην διάρκεια της ημίτρελης εντύπωσης

πως οι λύκοι γίναν´ άνθρωποι.

 

Έκτοτε, ματώνει ο ουρανός

και τα χωράφια φωνάζουν στα αγροτικά χώματα:

«Μην είδατε τον κόκκινο άνθρωπο που ταξιδεύει στο αίμα;»

 

Αγγελική Ραυτόπουλου

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: