Ο Αρτούρ Ρεμπώ στην Κύπρο

Ο Ρεμπώ βρέθηκε στο νησί από τον Δεκέμβρη του 1878 μέχρι τον Ιούνη του 1880, με ένα ενδιάμεσο σύντομο ταξίδι στην Αίγυπτο.

Ο Αρτούρ Ρεμπώ (Jean Nicolas Arthur Rimbaud, 1854-1891), ο καταραμένος, ποιητής μέχρι τα είκοσι του, ήρθε για να βρει δουλειά στην Κύπρο το Δεκέμβρη του 1878, πέντε μήνες μετά που οι ‘Αγγλοι αποικιοκράτες επίσημα πάτησαν πόδι στη Νήσο τον Αγίων. Ήταν τότε 24 χρονώ και το τελευταίο και γνωστότερο του ποίημα, το “Μια Εποχή στην Κόλαση”, το είχε γράψει 5 χρόνια πριν, τότε που για χάρη της θεωρίας του της “μακράς, απέραντης και λελογισμένης απορρύθμισης όλων των αισθήσεων” κατέβαινε δυο, δυο τα σκαλιά της παρακμής, σκορπώντας ταυτόγχρονα το χάος στα σαλόνια, μέχρι που έπιασε πάτο. Ναρκωτικά, η πράσινη μάγισσα – το αψίνθη, βία, φυλακή, πότε δίπλα στον Βερλαίν και πότε απέναντι του, περιπλανήσεις στα χαμαιτυπεία του Παρισιού, των Βρυξελλών, μα και στη βιβλιοθήκη του Λονδίνου, “απαλλαγμένος από κάθε ηθική”, “κυλίστηκε στην λάσπη”, “έσβησε απ’ το μυαλό του κάθε ελπίδα ανθρώπινη” επειδή “μια νύκτα πήρε την ομορφιά στα γόνατα του μα τη βρήκε πικρή και τη βλαστήμησε” [11]. Από το έρεβος κατάφερε και βγήκε. Δρασκέλισε πάλι το κατώφλι του “καθωσπρέπει” κόσμου μας, μα έκοψε σχέσεις με την ποίηση αφού πρώτα απέσπασε τα “βρωμερά φύλλα από το σημειωματάριο ενός κολασμένου” [11] και τα μοίρασε σε κάθε μικροαστό που αξίζει τις ζεστές του παντούφλες και διψά επί αναθέσει συγκινήσεις και ανατροπές από τον καναπέ, μα και σε μέλλοντες καταραμένους του σιναφιού, Dylan Thomas, Jim Morrison, Richey Edwards κ.ά., που τα εξαργύρωσαν για ένα εισιτήριο aller-simple. Όσο για τον εαυτό του, μάρτυρας της ψυχοσύνθεσης του τα 500 αντίγραφα του μοναδικού βιβλίου του που τύπωσε. Σάπισαν όλα, εκτός από ένα που έστειλε στην φυλακή για τον Βερλαίν, ξεχασμένα για χρόνια στα υπόγεια ενός τυπογραφείου, ενώ αυτός περιπλανιόταν στην Ευρώπη, μετά στην Ανατολή, σαν δάσκαλος, μισθοφόρος και λιποτάκτης, λατόμος, κτίστης, μηχανικός, λογιστής και έμπορος καφέ και όπλων. “Προσευχηθείτε για αυτόν” λοιπόν, το ζωντανό παράδειγμα της αυτοεκπληρούμενης προφητείας.

><+><-><+><-><+><-><

Ονειρεύτηκα σταυροφορίες,
εξερευνητικά ταξίδια που κανείς δεν είχε υπόψη του,
ανιστόρητες δημοκρατίες,
καταπνιγμένους θρησκευτικούς πολέμους,
επαναστάσεις των ηθών, μετακινήσεις φυλών και ηπείρων·
Πίστευα σ’ όλα τα μάγια. [11]

><+><-><+><-><+><-><

Είμαι δυστυχισμένος.
Άργησα να καταλάβω ότι βρίσκομαι στη Δύση. Το Δυτικό τέλμα!
Το πνεύμα μου επιθυμεί,
επιθυμεί να φορτωθεί όλες τις βαναυσότητες που υπέστη ο πολιτισμός μετά την παρακμή της Ανατολής.
Το πνεύμα όμως επιμένει, είναι τυραννικό. Επιμένει να βρίσκομαι στη Δύση.
Πρέπει να το φιμώσω για να αποφασίσω αυτό που θέλω.
Στέλνω στο διάολο τα φωτοστέφανα των μαρτύρων,
την ακτινοβολία της τέχνης,
την έπαρση των εφευρετών,
την απιστία των σφετεριστών,
και επιστρέφω στην Ανατολή. Την αρχέγονη και αιώνια σοφία.
Μοιάζει με όνειρο αρχιτεμπέλαρου όλο αυτό. [11]

><+><-><+><-><+><-><

Οι ‘Αγγλοι “ενοικίασαν” την Κύπρο από τους Οθωμανούς τον Ιούνη του 1878 και έφτασαν στην Λάρνακα μια Κυριακή πρωί του Ιούλη – μέρα τόσο ζεστή που σημαδεύτηκε με τον θάνατο ενός από αυτούς από τον πύρουλλο, την ζέστη.

Ο Ρεμπώ βρέθηκε στο νησί από τον Δεκέμβρη του 1878 μέχρι τον Ιούνη του 1880, με ένα ενδιάμεσο σύντομο ταξίδι στην Αίγυπτο. Στην αρχή εργάστηκε στην επαρχία Λάρνακας, σαν προϊστάμενος (surveillant) σε λατομείο το οποίο εκμεταλλευόταν μια γαλλική εταιρεία, ίσως η Ε.Jean et Thial fils (Entrepreneurs de Travaux Publics), η διεύθυνση της οποίας βρίσκεται σε επιστολή του προς την οικογένεια του [1]. Εκεί γράφει ότι ήταν υπεύθυνος για το πρόγραμμα των 60 Κυπρίων χειρωνάκτων που εργοδοτούσαν και για την πληρωμή τους, ότι οι πέτρες που έκοβαν φορτώνονταν σε πέντε πλοιάρια (bateux) και ένα ατμόπλοιο (vapeur) της εταιρείας, ότι έσκαψαν ένα κανάλι, ότι το λατομείο βρισκόταν σε έρημη τοποθεσία κοντά στην θάλασσα και σε ένα ποτάμι. Στην περιοχή δεν υπήρχε ούτε ένα σπίτι, ούτε δέντρα, ούτε κήποι, ούτε χώμα (terre), μόνο ένα “χάος από βράχους” (chaos de rocs), το ποτάμι και η θάλασσα. Η επιβίωση εκεί ήταν πολύ δύσκολη τότε, τουλάχιστον για τους 20 Ευρωπαίους συναδέλφους του που αρρώστησαν όλοι, ενώ 3 ή 4 πέθαναν.

Ο Ανδρέας Π. Πολυδώρου στο βιβλίο του “Η Ξυλοφάγου” [7] αναφέρει ότι ο Ρεμπώ αρρώστησε τελικά και ο ίδιος, φιλοξενήθηκε σε σπίτι στην Ξυλοφάγου (του Ανδρέα Αναστάση) για να αναρρώσει, και ότι ήταν διπλά ευγνώμονας όταν συνήλθε και είδε ότι κανένας δεν άγγιξε το κασελάκι με τα χρήματα της εταιρείας που κουβαλούσε μαζί του.

Ο Ρεμπώ εκείνη την εποχή αισθάνεται αισιόδοξος ότι θα υπάρξουν πολλές ευκαιρίες εργοδότησης για αυτόν στην Κύπρο αφού οι Άγγλοι “… θα κάνουν σιδηροδρόμους, οχυρά, στρατόπεδα, νοσοκομεία, λιμάνια, κανάλια, κτλ.”. Γράφει επίσης ότι “… την 1η Μαρτίου [1879] θα δώσουν τίτλους ιδιοκτησίας γης δωρεάν …” [1].

Μετά από λίγους μήνες όμως η διαβίωση του Ρεμπώ δυσκολεύει. Από την ζέστη, από τους ψύλλους, τα κουνούπια μα και από ένα καυγά που είχε με τους Κύπριους εργάτες. Για αυτό το επεισόδιο ζήτησε μάλιστα να του σταλούν και όπλα. Σκέφτεται να επιστρέψει [2]. Ενώ παραπονιέται στους δικούς του ότι το αντίσκηνο και το στιλέτο (!) που του έστειλαν δεν έχουν ακόμα φτάσει [6].

Σχετικά με τη τοποθεσία του λατομείου που εργαζόταν, ο Ρεμπώ γράφει ότι αυτό ήταν σε ερημική περιοχή δίπλα στην θάλασσα και στο ποτάμι και απείχε 6 λεύγες (lieue ~ 3.8 με 4.4 χλμ) από την Λάρνακα και μιας ώρας περπάτημα από το κοντινότερο χωριό [1,2]. Παλιό λατομείο πέτρας που ταιριάζει με την περιγραφή του υπάρχει στην ακτή κοντά στην εκβολή του ποταμού Λιοπετρίου, 30 χλμ από την πόλη και 4 χλμ από την Ξυλοφάγου. Τεράστιες πέτρες υπάρχουν εκεί και σήμερα. ‘Όμως, εξόρυξη πέτρας γινόταν και μεταξύ Tρούλλων, Aβδελλερού και Bορόκλινης, περίπου 12 χλμ απόσταση από την Λάρνακα.

Μάρτη ή Απρίλη του 1880 ο Ρεμπώ φεύγει από την Κύπρο, για την Αίγυπτο γυρεύοντας δουλειά αλλά επιστρέφει μετά από λίγες εβδομάδες, άπραχτος. Ζητά δουλειά στην Λάρνακα αλλά η γαλλική εταιρεία έχει στο μεταξύ χρεοκοπήσει. Η τέταρτη επιστολή του [3] γράφεται στο Τρόοδος, τον Μάη του 1880. Τώρα ο Ρεμπώ εργοδοτείται, πιθανότατα από την Αγγλική κυβέρνηση, σαν προϊστάμενος στα έργα ανέγερσης ενός παλατιού (palais) για τον ‘Αγγλο διοικητή του νησιού (R. Biddulph), την σημερινή εξοχική κατοικία του προέδρου της Κ.Δ. Ο μισθός του είναι 200 φράγκα τον μήνα, ενώ στο λατομείο έπαιρνε 150. Παραπονιέται ότι η διαβίωση είναι δύσκολη και ακριβή λόγω του κρύου, έλλειψης φαγητού, της απόστασης από τα χωριά και τις αρρυθμίες της καρδιάς του, “… αλλά ο αέρας είναι καθαρός. Εδώ έχει μόνο πεύκα και φτέρη”. Εντύπωση του κάνει η Κουμανταρία. Την αναφέρει στους δικούς του και προτείνει να τους στείλει λίγη. Τους παραγγέλνει να του ταχυδρομήσουν και δύο βιβλία, ίσως για την εργασία του, ίσως για άλλα σχέδια που είχε στο νου του. Πάντως, σίγουρα όχι για την ποίηση. Το ένα βιβλίο είναι το “Illustrated Book of Agricultural and Forestry Sawmills” (“Εικονογραφημένο Βιβλίο Γεωργικών και Δασικών Πριονιστηρίων”) και το άλλο “The Pocket Book of Carpentry” (“Βιβλίο Τσέπης Ξυλουργικής”). Οι ‘Αγγλοι είχαν ήδη απαγορεύσει την υλοτομία στην Κύπρο χωρίς άδεια.

Δύο μήνες μετά που βρήκε δουλειά στο Τρόοδος, Ιούνη του 1880, όταν και ο καιρός άρχισε να γίνεται υποφερτός εκεί πάνω, ο Ρεμπώ εγκαταλείπει ξαφνικά την Κύπρο ενώ είχε σχέδια να μείνει τουλάχιστον μέχρι τον Σεπτέμβρη. Ο ίδιος λέει ότι είχε διαφωνίες με τον υπεύθυνο μισθοδοσίας (payeur général) και τον μηχανικό [5]. Ο Ιταλός Ottorino Rosa, κατοπινός σύντροφος του στα ταξίδια, αναφέρει ένα θάνατο που προκάλεσε ο Ρεμπώ όταν πέταξε μια πέτρα στο μέτωπο ενός Κύπριου εργάτη, για αυτό αναχώρησε εσπευσμένα, με το πρώτο πλοίο που βρήκε [9]. ‘Ότι και να έγινε, τον Αύγουστο του 1880 γράφει στους δικούς του από το ‘Αντεν της Υεμένης [5]. Τα βιβλία που τους παράγγειλε ποτέ δεν τα πήρε, λέει με παράπονο. Είναι σίγουρος, κάποιος του τα έκλεψε στην Κύπρο …

Στην προεδρική κατοικία στο Τρόοδος υπάρχουν αναφορές για δύο επιγραφές που επισημαίνουν την ανάμιξη του Ρεμπώ στην ανέγερση της. Μάλλον, έχουν τοποθετηθεί εκεί αρκετά χρόνια αργότερα. H μία γράφει: “Αυτή η οικία κτίστηκε από τον ποιητή Ρεμπώ, τον φίλο του Βερλαίν, στα 1885. Έκτοτε έχει ξανακτιστεί από το Τμήμα Δημοσίων ‘Έργων.” [10].

Η δεύτερη τοποθετήθηκε από τους Άγγλους το 1948 [12] και γράφει τα εξής μισοσβησμένα στα γαλλικά:

ARTHUR RIMBAUD
POETE ET GENIE FRANCAIS
AU MEPRIS DE SA RENOMMEE
CONTRIBUA DE SES PROPRES MAINS
A LA CONSTRUCTION DE CETTE MAISON
MDCCCLXXXI

Σε δική μου μετάφραση,

Ο Αρτούρ Ρεμπώ,
Γάλλος ποιητής και ιδιοφυΐα/πνεύμα*,
χωρίς να πολυνοιάζεται για την φήμη του,
βοήθησε στο κτίσιμο αυτού του σπιτιού
με τα ίδια του τα χέρια,
1881

Αυτήν την επιγραφή είδε και ο Κρίστοφερ Χίτσενς κατά την διάρκεια ενός γεύματος εκεί το 1984 με τον Σπύρο Κυπριανού [8]. Ελπίζω να παραμείνει ασφαλής, σε απόσταση, μακρυά από το βεληνεκές της πουλλούς του Λίο** και διάφορων ξερνόντων κοινωνιστών.

><+><-><+><-><+><-><

Μα δεν υπάρχουν εκεί πέρα άλλες ψυχές να θέλουν το καλό μου;
Ελάτε, Ελάτε….
Ένα μαξιλάρι μου φράζει το στόμα.
Ελάτε, δεν μ’ ακούν, φαντάσματα θα ‘ναι.
Εξάλλου ποιος σκέφτεται ποτέ τον άλλον. [11]

><+><-><+><-><+><-><

“Je est un autre” – Ρεμπώ – “Εγώ είμαι ένας άλλος”.

“L’enfer, c’est les autres” – Σαρτρ – “Η κόλαση είναι οι άλλοι”.

  • * GΕΝΙΕ: ιδιοφυία, πνεύμα (τζίνι), génie civil είναι ο πολιτικός μηχανικός. Ίσως και αναφορά στο ποίημα του Ρεμπώ “Génie” (Illuminations, 1873) που γράφτηκε την εποχή που ήταν στο Λονδίνο μαζί με τον Βερλαίν.
  • ** Λίο : το σκυλάκι του Αναστασιάδη που έγινε γνωστό εξ αιτίας της διάσημης νταντάς του που εκτελούσε τότε και χρέη εκπροσώπου της κυβέρνησης.

Αναφορές / Βιβλιογραφία:

  • Rimbaud: Complete Works, Selected Letters, a Bilingual Edition, University of Chicago Press:
    • [1] Επιστολή 15 Φλεβάρη 1879 (Λάρνακα), σελ. 403
    • [2] Επιστολή, 24 Απρίλη 1879 (Λάρνακα), σελ 404
    • [3] Επιστολή, 23 Μάη 1880 (Τρόοδος), σελ 405
    • [4] Επιστολή, 4 Ιούνη 1880 (Τρόοδος), σελ 408
    • [5] Επιστολή, 17 Αυγούστου 1880 (Άντεν), σελ 409
  • [6] Επιστολή χωρίς ημερομηνία, “I promise to be good”, Wyatt Mason, 2004
  • [7] “Η Ξυλοφάγου”, Ανδρέα Π. Πολυδώρου, 1989
  • [8] London Review of Books, Letters, 12 Νοέμβρη 1998
  • [9] London Review of Books, Letters, 26 Νοέμβρη 1998
  • [10] “Sweet and Bitter Island”, Tabitha Morgan, σελ. 27
  • [11] “Μια εποχή στην Κόλαση”, ποίηση Arthur Rimbaud, μτφ. Χριστόφορος Λιοντάκης
  • [12] “Ribaud Ingenieur”, Giovanni Dotoli, 2005, σελ. 42.

Ανδρέας Χατζηπροκόπης

Κείμενο που πρωτοδημοσιεύτηκε στη Χαραυγή

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: