Ερωτικές σχέσεις, συμβίωση, γάμος: Είναι ατομικά δικαιώματα;

Μια κοινωνία που το βάθρο της είναι η ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής και το κίνητρό της, ο στόχος της, είναι η καπιταλιστική κερδοφορία, δεν μπορεί να εξασφαλίσει τα γενικά κοινωνικά δικαιώματα, όπως είναι το δικαίωμα στην εργασία, αλλά και τα ατομικά, όπως είναι οι ερωτικές σχέσεις, ο γάμος, η συμβίωση, τα οποία εξαρτώνται και συνδέονται από τα κοινωνικά δικαιώματα.

Εκτενή αποσπάσματα από την ομιλία της Ελένης Μπέλλου, μέλους του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, στην πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση που έγινε στην «Κόκκινη Γωνιά» (Στέκι νέων γυναικών), στο πλαίσιο του 48ου Φεστιβάλ ΚΝΕ – «Οδηγητή»

Το θέμα της σημερινής συζήτησης, όπως είναι διατυπωμένο, πιθανά να προκαλεί ορισμένα ερωτηματικά. Μπορεί οι ερωτικές σχέσεις, η απόφαση για συμβίωση ή γάμο να είναι κάτι παραπέρα από ατομική επιλογή;

Το ζήτημα αφορά στην επιλογή του σεξουαλικού ή του πιο μόνιμου ερωτικού συντρόφου ή συντρόφισσας, στην επιλογή του ανθρώπου για να ζήσεις μαζί του, να κάνεις παιδιά, όπως και στην επιλογή της μορφής που θα πάρει αυτή η σχέση, αν θα έχει νομική μορφή και ποια. Γιατί, σε σχέση με το παρελθόν, στις μέρες μας πιο ελεύθερα αρκετά ζευγάρια επιλέγουν να μείνουν μαζί και να κάνουν παιδιά, χωρίς απαραίτητα να κάνουν γάμο ή και σύμφωνο συμβίωσης.

Αυτή η εξέλιξη μπορεί να οδηγεί στο συμπέρασμα ότι πλέον, τουλάχιστον στην Ελλάδα και σε άλλες καπιταλιστικές χώρες, το ζήτημα της συμβίωσης, ο γάμος είναι αποκλειστικά ατομική επιλογή. Εξάλλου, ακόμα και το Σύνταγμα και οι Διεθνείς Συμβάσεις που έχει υπογράψει το ελληνικό κράτος για την περιβόητη «ισότητα των φύλων» στην εργασία, στην οικογένεια και αλλού, δημιουργούν την εντύπωση ότι όλα είναι λυμένα, εφόσον είναι νομικά κατοχυρωμένα ως ατομικά δικαιώματα.

Οπωσδήποτε, στην κοινωνική συνείδηση σε σχέση με τις σχέσεις των δύο φύλων, τον γάμο, τη συμβίωση, το διαζύγιο και την επιμέλεια των παιδιών, δεν είναι τα πράγματα όπως ήταν πριν από 50-60 χρόνια. Εχουν αλλάξει ακόμα και σε σχέση με το 1983, όταν καταργήθηκαν οι διακηρυγμένες ανισοτιμίες και διακρίσεις σε βάρος της γυναίκας με την αναθεώρηση του Οικογενειακού Δικαίου.

Αντίστοιχα, αν και δεν έχει προχωρήσει ο διαχωρισμός κράτους – Εκκλησίας, σήμερα η Εκπαίδευση είναι σε έναν βαθμό απαλλαγμένη από τον αναχρονιστικό διαχωρισμό των κοινωνικών ρόλων του άνδρα και της γυναίκας μέσα στην οικογένεια και μέσα στην κοινωνία, όπως αναπαράγεται από το επίσημο θρησκευτικό δόγμα, δηλαδή την ορθόδοξη χριστιανική θρησκεία.

Και δεν θα μπορούσε να κυριαρχεί στον 21ο αιώνα η θέση ότι ο πρωταρχικός ρόλος της γυναίκας είναι η τεκνοποίηση, η μητρότητα, όπως επικρατεί άλλωστε σε όλα τα θρησκευτικά δόγματα. Διαφορετικά θα ερχόταν σε αντίφαση με τη μεγάλη συμβολή και προσφορά τόσων γυναικών στην επιστήμη, στην Τέχνη, στην κοινωνική πάλη, με την αυξανόμενη συμμετοχή των γυναικών στην κοινωνική εργασία.

Ανορθολογικές αντιλήψεις για τις σχέσεις των δύο φύλων αναπαράγονται από όλους τους μηχανισμούς του αστικού κράτους

Ορισμένες γυναικείες οργανώσεις και κάποια γυναικεία τμήματα κομμάτων – αστικών νεοφιλελεύθερων, σοσιαλδημοκρατικών, αλλά και οπορτουνιστικών – δίνουν πολύ μεγάλη έμφαση στο ζήτημα της Εκπαίδευσης ως παράγοντα για τη διαμόρφωση της νοοτροπίας, της συμπεριφοράς στις σχέσεις των δύο φύλων. Το ΚΚΕ, χωρίς να υποτιμά τον ρόλο της Εκπαίδευσης, θέτει ως ερώτημα: Είναι μοναδική προϋπόθεση για να εξασφαλιστεί το ατομικό δικαίωμα στις ισότιμες σχέσεις μέσα στη συμβίωση, στο γάμο, στην οικογένεια;

Στην πραγματικότητα, ανορθολογικές αντιλήψεις για τις σχέσεις των δύο φύλων αναπαράγονται από την Εκπαίδευση και από όλους τους μηχανισμούς του αστικού κράτους, που δημιουργούν μαζικά πρότυπα διαπροσωπικών σχέσεων και οικογένειας. Καμία από τις λειτουργίες του καπιταλιστικού κράτους (όπως η εκπαιδευτική), αλλά και οι κυρίαρχες αστικές αντιλήψεις δεν μπορούν να απομονωθούν, να «μεταμορφωθούν» χωρίς να αλλάξουν εκ βάθρων οι εκμεταλλευτικές οικονομικές σχέσεις, στις οποίες στηρίζονται.

Αρα, ακόμα κι όταν το αστικό κράτος είναι υποχρεωμένο να κάνει ορισμένους εκσυγχρονισμούς σε διακηρυκτικό ή και σε νομικό επίπεδο, τα πράγματα στην καθημερινή ζωή δεν είναι αντίστοιχα.

Ας δούμε ορισμένα παραδείγματα.

Αστικοί εκσυγχρονισμοί για την κοινωνική θέση της γυναίκας έγιναν όχι μόνο στο Οικογενειακό Δίκαιο, γενικότερα στο Δίκαιο, σε πλευρές του εποικοδομήματος, όπως στην Εκπαίδευση, σε πλευρές που διαχέονται και στην πολιτιστική δημιουργία. Σήμερα συμμετέχουν γυναίκες και στα τρία σώματα των Ενόπλων Δυνάμεων. Ομως, η γυναικεία συμμετοχή δεν έχει ανατρέψει τον ταξικό τους χαρακτήρα.

Ούτε έχει βελτιώσει, για παράδειγμα, τη στάση των αστυνομικών αρχών απέναντι σε περιστατικά βίας κατά των γυναικών.

Οσο και αν ο πρωθυπουργός στη συνέντευξη Τύπου στη ΔΕΘ, με αφορμή σχετική ερώτηση για τη γυναικοκτονία, αναφέρθηκε σε αστυνομικές υπηρεσίες που είναι ειδικά στελεχωμένες για να υποδέχονται καταγγελίες γυναικών που έχουν υποστεί βία και για να εξασφαλίζουν άμεσα την προστασία τους, η πραγματικότητα είναι άλλη. Ο κανόνας είναι ότι μια γυναίκα έχει να αντιμετωπίσει πολλούς σκοπέλους για να καταγγείλει τέτοια περιστατικά κακοποίησης, ξεκινώντας από την αστυνομική αδιαφορία και αυθαιρεσία μέχρι τις μακροχρόνιες και πολυδάπανες νομικές διαδικασίες.

Αλλο ένα παράδειγμα: Οι νόμοι μιλάνε για κοινές υποχρεώσεις και των δύο γονιών, αλλά και συνευθύνη των γονιών και του κράτους στην ανάπτυξη των παιδιών. Ποια είναι όμως η πραγματικότητα στη ζωή; Η κοινωνική στήριξη είναι ασήμαντη και ουσιαστικά η ανατροφή των παιδιών φορτώνεται στους γονείς, στην οικογένεια με μια ευρύτερη έννοια.Το ίδιο επισημαίνει το ΙΟΒΕ (Ιδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών) – για τους δικούς του λόγους – σε σχέση με το μικρό ποσοστό παιδιών 0-4 ετών (κάτω από 50%) που πάνε σε επίσημη δομή προσχολικής φροντίδας και αγωγής, ενώ το υπόλοιπο ποσοστό παιδιών προσχολικής ηλικίας μένουν κυρίως με τη μητέρα, τη γιαγιά και τον παππού. Επίσης, τα παιδιά είναι υποχρεωμένα, αν επιλέξουν να πάνε στο πανεπιστήμιο, να πηγαίνουν στα φροντιστήρια από το Γυμνάσιο, ένα κόστος που επιβαρύνει το οικογενειακό εισόδημα.

Οι όποιοι εκσυγχρονισμοί δεν μπορούν να λύσουν τις αντιφάσεις του συστήματος

Ετσι, λοιπόν, τα διακηρυγμένα δικαιώματα δεν εξασφαλίζονται καθολικά για όλες και όλους, γιατί δεν υπάρχουν οι αντίστοιχες κοινωνικές – οικονομικές προϋποθέσεις για να μπορούν να πραγματοποιούνται. Δεν πρέπει να υπάρχει ωραιοποιημένη εικόνα.

Αυτό αποδεικνύεται και σε σχέση με το δικαίωμα της γυναίκας στην εργασία. Οντως η γυναίκα συμμετέχει σήμερα στην κοινωνική εργασία πιο μαζικά. Είναι γεγονός ότι ο καπιταλισμός «έβγαλε» τη γυναίκα από τα «του οίκου της», την έβαλε στη σχέση κεφαλαίου – μισθωτής εργασίας, γιατί έτσι παράγεται το καπιταλιστικό κέρδος. Ταυτόχρονα, διατηρεί διακρίσεις και ανισοτιμίες διαμορφωμένες στο παρελθόν με σύγχρονο «περίβλημα», για να χρησιμοποιεί τη γυναίκα ως φθηνότερο εργατικό δυναμικό.

Οι όποιοι εκσυγχρονισμοί δεν μπορούν να λύσουν αυτήν την αντίφαση, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις υπάρχει και υποχώρηση, όπως επιβεβαιώθηκε για παράδειγμα με τις επιπλέον απαγορεύσεις στο δικαίωμα των γυναικών στην άμβλωση στις ΗΠΑ και αλλού. Πολύ περισσότερο δεν μπορεί να εξασφαλιστεί η ικανοποίηση των σύγχρονων κοινωνικών αναγκών της εργαζόμενης γυναίκας σε βάθος και σε έκταση.

Τα στατιστικά στοιχεία δείχνουν ότι: Το ποσοστό των εργαζόμενων ανδρών στο σύνολο του ικανού για εργασία ανδρικού πληθυσμού (20-64 ετών) στη χώρα μας είναι 72,5%, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τις γυναίκες είναι 52,7%. Στην πιο δημιουργική και παραγωγική ηλικία, δηλαδή 25-54 ετών, το ποσοστό απασχόλησης των γυναικών με παιδιά μέχρι 6 ετών φτάνει το 58,4%, σχεδόν 30 ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερο από εκείνο των ανδρών, που είναι 89,4%.

Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι σε αυτή την ηλικία οι γυναίκες αναγκάζονται να δουλέψουν κυρίως με μερική απασχόληση, με περιπλάνηση ανάμεσα στην ανεργία και στις ολιγόμηνες συμβάσεις. Η ευελιξία στις εργασιακές σχέσεις, στα ωράρια, οι διακοπές στον εργάσιμο βίο της γυναίκας συνδέονται με τη δυσκολία να συνδυάσει τη δουλειά με τις οικογενειακές ευθύνες, ενώ τα μέτρα προστασίας της μητρότητας στον χώρο δουλειάς λογαριάζονται ως «κόστος» για το κράτος και την καπιταλιστική εργοδοσία.

Ολα τα παραπάνω επηρεάζουν το ύψος του μισθού και της σύνταξης, με αποτέλεσμα και την οικονομική εξάρτηση της γυναίκας από τον σύζυγο ή από το οικογενειακό περιβάλλον, ακόμα κι όταν δουλεύει.

Πώς, λοιπόν, ατομικά μπορεί να επιλέξει μια γυναίκα αν θα μείνει σε μια σχέση, είτε επίσημα νομικά αναγνωρισμένη, είτε όχι, αν θα τη διακόψει, αν θα ζητήσει διαζύγιο; Είναι αποκλειστικά ατομική υπόθεση η δυνατότητα να μεγαλώσει τα παιδιά της, η συνεννόηση με τον πρώην άνδρα ή σύντροφό της για τα ζητήματα επιμέλειας των παιδιών;

Το ίδιο ισχύει εν μέρει και για το δικαίωμα στην άμβλωση. Τυπικά είναι κατοχυρωμένο, αλλά στην πράξη υπάρχουν περιορισμοί στα δημόσια νοσοκομεία, με αποτέλεσμα μεγάλο ποσοστό γυναικών να καταφεύγει στις ιδιωτικές κλινικές.

Η σύγχρονη αντιδραστικοποίηση της καπιταλιστικής κοινωνίας διαπερνά τις διαπροσωπικές σχέσεις

Επομένως, μια κοινωνία που το βάθρο της είναι η ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής και το κίνητρό της, ο στόχος της, είναι η καπιταλιστική κερδοφορία, δεν μπορεί να εξασφαλίσει ακόμα και τέτοια διακηρυγμένα δικαιώματα. Δεν μπορεί να εξασφαλίσει φυσικά τα γενικά κοινωνικά δικαιώματα, όπως είναι το δικαίωμα στην εργασία, αλλά και τα ατομικά, όπως είναι οι ερωτικές σχέσεις, ο γάμος, η συμβίωση, τα οποία εξαρτώνται και συνδέονται από τα κοινωνικά δικαιώματα.

Οι κοινωνικές σχέσεις που διαμορφώνονται στον καπιταλισμό επηρεάζουν το σύνολο των σχέσεων, και των διαπροσωπικών, επιδρούν στην ανάπτυξη της προσωπικότητας, στον τρόπο σκέψης, στα «αντισώματα» που μπορεί να αναπτύσσει απέναντι σε μια σειρά από επιβιώσεις του παρελθόντος, προκαταλήψεις, αναχρονισμούς, στις πιέσεις που δέχεται όχι μόνο από την οικογένεια, αλλά πολλές φορές κι από το εργασιακό περιβάλλον, το στενότερο κοινωνικό περιβάλλον. Ολα αυτά επηρεάζουν την επιλογή, τις αποφάσεις καθεμιάς και καθενός για τις σχέσεις, τη συμβίωση, τον γάμο και το διαζύγιο.

Ολα αυτά σε μεγάλο βαθμό «μολύνουν» τα παιδιά, κορίτσια και αγόρια, των εργατικών – λαϊκών οικογενειών. Για παράδειγμα, δυστυχώς επιβιώνει ακόμα και σήμερα – αν και όχι στον βαθμό που υπήρχε στο παρελθόν – η αντίληψη του «καλού γάμου αποκατάστασης», η προσπάθεια να αλλάξει κοινωνική θέση το κορίτσι ως επί το πλείστον, αλλά και το αγόρι, με έναν πιο πλούσιο γάμο.

Η σχετική οικονομική απεξάρτηση της γυναίκας τις τελευταίες δεκαετίες από οποιοδήποτε ανδρικό μέλος της οικογένειάς της, πριν από τον πατέρα, τον αδερφό ή μετά από τον σύζυγο, ήταν το βάθρο για να μπορέσει να καλλιεργηθεί, να αναπτυχθεί η δυνατότητα της προσωπικής επιλογής φίλου, εραστή, συζύγου, της επιλογής να κάνει παιδιά.

Δεν είναι τυχαίο ότι υπάρχουν ακόμα και περιπτώσεις γυναικών επιστημόνων, καλλιτεχνών, με υψηλό βιοτικό, μορφωτικό και πολιτιστικό επίπεδο, που εγκλωβίζονται σε σχέσεις, ενώ βλέπουν ότι δεν είναι δημιουργικές για τις ίδιες. Και δεν είναι μόνο γιατί υπάρχει οικονομική εξάρτηση. Υπάρχουν βιώματα, παραδόσεις και άλλοι παράγοντες που επιδρούν. Και η κάθε προσωπικότητα έχει τη μοναδικότητά της, σε όλες τις πλευρές της ανάπτυξής της. Είναι πολύ πιο βαθύ το ζήτημα της διαμόρφωσης της προσωπικότητας. Αρα, χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια και στήριξη ώστε μια γυναίκα να αποκτήσει τη δύναμη, την αντοχή, τη θέληση να αλλάξει τη ζωή της μαχόμενη.

Παράδειγμα οι πρωτοπόρες θέσεις και η στάση των κομμουνιστριών

Φυσικά, είναι πολύ μεγάλη η ιστορική διαδρομή για να φτάσουμε σε αυτό που ζούμε σήμερα. Και είναι ανεξίτηλη η προσφορά της σοσιαλιστικής οικοδόμησης κατά τον 20ό αιώνα, παρά τα λάθη, τις αδυναμίες, τα προβλήματα και την κατάληξη της ανατροπής της. Παρ’ όλα αυτά δεν ακυρώνεται αυτή η συνεισφορά.

Εξίσου σημαντική είναι και η προσφορά του ΚΚΕ. Ως Κόμμα νιώθουμε περήφανοι για αυτά που συλλογικά έχουμε κατακτήσει. Η κομμουνιστική ιδεολογία, το ΚΚΕ στην Ελλάδα, έκαναν την ανατροπή σε ιδέες και πρακτικές για τη θέση της γυναίκας στην κοινωνική εργασία, στις σχέσεις των δύο φύλων.

Εδώ και έναν αιώνα αναδείξαμε ότι βάση για την κατάργηση των ανισότιμων σχέσεων μεταξύ άνδρα και γυναίκας είναι η συμμετοχή της γυναίκας στην κοινωνική εργασία και προϋπόθεση κατάργησης κάθε κοινωνικής ανισότητας σε βάρος της γυναίκας είναι η κατάργηση των εκμεταλλευτικών σχέσεων στην παραγωγή, στο εμπόριο, στον τουρισμό, σε όλων των ειδών τις εργασίες. Για αυτές τις ιδέες και τις αντιλήψεις για τη χειραφέτηση της γυναίκας, που αποδέχονται πλέον και άνθρωποι πέρα από την επιρροή του ΚΚΕ, κατηγορήθηκαν οι γυναίκες στελέχη και μέλη του Κόμματός μας.

Εχουμε πολεμήσει και πολεμάμε ακόμα ενάντια στις προκαταλήψεις, στις δυσκολίες και μέσα στις γραμμές του Κόμματος, μέσα στη λειτουργία του Κόμματος. Μετρήσαμε βήματα και αποτελέσματα, φτάνοντας να αναδείξουμε γυναίκα ακόμη και στην ευθύνη της Γενικής Γραμματέα της ΚΕ για 23 χρόνια.

Το κυριότερο είναι ότι αναδείχθηκαν γυναίκες σε όλα τα πεδία της ταξικής πάλης, στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα και στα άλλα κινήματα. Μάλιστα, σε κορυφαίες στιγμές της ταξικής πάλης στην Ελλάδα, όπως στον Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδας, αναδείχθηκαν κοπέλες από τα χωριά, με μεγάλα ποσοστά αναλφαβητισμού, σε όλα τα πόστα: Οχι μόνο στις βοηθητικές υπηρεσίες, αλλά και στη Διοίκηση, με το όπλο στο χέρι. Ετσι, έσπασαν προκαταλήψεις, συγκροτήθηκαν ιδεολογικά – πολιτικά με τις κομμουνιστικές αξίες και στόχους.

Οι κομμουνίστριες έδωσαν νέα ήθη, χάραξαν νέους δρόμους στις σχέσεις των δύο φύλων, στη φροντίδα των παιδιών. Γυναίκες όπως η Αύρα Παρτσαλίδου, η Ηλέκτρα Αποστόλου δεν εξάρτησαν την πορεία τους μέσα στο Κόμμα από την πορεία του άνδρα τους, που λόγω ιδεολογικών διαφορών τούς χώρισαν.

Και σήμερα υπάρχουν ερωτικές, συντροφικές και οικογενειακές σχέσεις μεταξύ αγωνιστών, και όχι μόνο κομμουνιστών και κομμουνιστριών, οι οποίες βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στον αλληλοσεβασμό, στην ειλικρίνεια, στη συντροφικότητα. Αλλά δεν είναι κυρίαρχες. Και δεν θα μπορούσαν να είναι με βάση τους οικονομικούς – κοινωνικούς περιορισμούς.

Η κοινωνική – οικονομική και πάνω σε αυτή η πολιτιστική πραγματικότητα που βιώνουμε είναι αδυσώπητη. Κι αυτό οδηγεί πολλές φορές ακόμα και κομμουνιστές και κομμουνίστριες να μην μπορούν να αντιστοιχήσουν σε όλα τα πεδία της καθημερινής τους ζωής και των σχέσεών τους την κομμουνιστική τους συνείδηση και δράση, που αναμφίβολα είναι αγωνιστική, είναι πρωτοπόρα.

Ενάντια στην υποκρισία του θεσμού της οικογένειας και του γάμου

Το σύνθετο ζήτημα των διαπροσωπικών σχέσεων, που αφορά και τις επιλογές σε φιλίες, ερωτικές σχέσεις, τη συμβίωση στην οποιαδήποτε μορφή της, το ΚΚΕ και η ΚΝΕ μπορούμε σήμερα να το προσεγγίσουμε πιο μαχητικά, πιο αποφασιστικά, πιο βαθιά. Να είμαστε σε θέση να αντιμετωπίσουμε τη «σκουριά» και τη στρέβλωση των θέσεων του Κόμματος από τον ταξικό αντίπαλο, με τις διάφορες ιδεολογικές «αποχρώσεις».

Στο παρελθόν κατηγορούσαν το Κόμμα ότι ήταν υπέρ της διάλυσης της οικογένειας. Ποια είναι, όμως, η πραγματικότητα; Ημασταν, είμαστε και θα είμαστε ενάντια στην υποκρισία του θεσμού της οικογένειας και του γάμου, που η βάση είναι η οικονομική σχέση και η εξάρτηση, ενάντια στους κοινωνικούς ρόλους που θέλουν τη μεν γυναίκα να γεννά τα παιδιά, να τα αναθρέφει, να φροντίζει τους ηλικιωμένους της ευρύτερης οικογένειας, τον δε άντρα να είναι ο «κουβαλητής», ο δημιουργός της περιουσίας – αν κάνει περιουσία, ανάλογα σε ποια τάξη, σε ποιο κοινωνικό στρώμα ανήκει. Εξ ου και η ανάγκη να εξασφαλίζονται τα κληρονομικά δικαιώματα των παιδιών του.

Αντίστοιχα, θα δικαιωθούν οι θέσεις του Κόμματος, που σήμερα δεν είναι γενικευμένα αποδεκτές, όπως ότι η οικογένεια δεν μπορεί να θεωρείται οικονομική μονάδα, με βάση αυτά που διδάσκονται οι νέοι και οι νέες στα σχολεία σήμερα.

Σε κάθε περίπτωση οι θέσεις του Κόμματος για την οικογένεια απορρίπτουν όλο το υποκριτικό, το οικονομικό πλαίσιο που εξυπηρετεί τον καπιταλισμό, όπως παλιότερα εξυπηρετούσε με άλλη μορφή τα άλλα κοινωνικοοικονομικά συστήματα, τη φεουδαρχία, το δουλοκτητικό σύστημα.

Στον καπιταλισμό, η οικογένεια είναι υποχρεωμένη με τα δικά της μέσα να αναπαράγει την εργατική δύναμη που χρειάζεται στο μέλλον το κεφάλαιο. Αυτό βέβαια σήμερα είναι πιο σύνθετο, με βάση τις σύγχρονες ανάγκες της καπιταλιστικής παραγωγής για τη μόρφωση του εργατικού δυναμικού, στις οποίες αντικειμενικά μπαίνουν εμπόδιο οι ταξικοί φραγμοί, όπως και σε άλλες ανάγκες της νεολαίας (π.χ. καλλιτεχνική, αθλητική δραστηριότητα) που δεν καλύπτονται στα πλαίσια του δημόσιου σχολείου. Ακόμα πιο δύσκολα είναι άλλα οικογενειακά ζητήματα, όπως είναι η φροντίδα των υπερηλίκων.

Ως Κόμμα είμαστε υπέρ της συντροφικότητας, της φροντίδας, της αγάπης που μπορεί να αναπτύσσονται μέσα στην οικογένεια, μεταξύ αυτών που αποφασίζουν να ζήσουν μαζί, για όσο αποφασίσουν, μεταξύ γονιών και παιδιών, παππούδων – γιαγιάδων.

Η ζωή φέρνει και αλλαγές, μπορεί να πάψει να υπάρχει το ερωτικό, συντροφικό ενδιαφέρον μεταξύ ενός ζευγαριού και πρέπει να έχει την ανάλογη νομική διευκόλυνση και κοινωνική στήριξη για να χωρίσει, πολύ περισσότερο εφόσον έχουν παιδιά. Αλλά το διαζύγιο δεν πρέπει να επιφέρει και διάλυση της αμοιβαίας ευθύνης στη φροντίδα των παιδιών, του αλληλοσεβασμού, αλλά και των δεσμών μεταξύ των παιδιών με πρόσωπα της προηγούμενης ευρύτερης οικογένειας. Είναι ζήτημα ενός πολιτισμού του μέλλοντος, απαλλαγμένου από τον ατομισμό, πρώτα απ’ όλα με οικονομικό κίνητρο.

Ο γάμος, βέβαια, περιλαμβάνει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των γονιών απέναντι στα παιδιά, μέχρι να ενηλικιωθούν. Αυτή η νομική κατοχύρωση της γονικής μέριμνας είναι αναγκαία και στα πλαίσια της ελεύθερης συμβίωσης. Κι αυτό ήταν κατοχυρωμένο στη Σοβιετική Ενωση, από τις πρώτες δεκαετίες της σοσιαλιστικής οικοδόμησης. Η αφετηρία της τοποθέτησης του Κόμματος για το ζήτημα της γονικής μέριμνας και της τεκνοθεσίας γενικά είναι οι ανάγκες και τα συμφέροντα του παιδιού και από αυτή τη σκοπιά αντιμετωπίζει τις υποχρεώσεις των γονιών – φυσικών, ανάδοχων, θετών – απέναντί τους σε οποιασδήποτε μορφής συμβίωση.

Δεν υποστηρίζουμε την επέκταση στα ομόφυλα ζευγάρια μιας νομικής ρύθμισης της αμφίπλευρης γονικής μέριμνας γυναίκας – άνδρα στην τεκνοποίηση, που στηρίζεται στο αντικειμενικό γεγονός της συμπληρωματικότητας του γυναικείου και ανδρικού οργανισμού στην αναπαραγωγική διαδικασία. Δεν θεωρούμε ότι αυτό το στοιχείο μπορεί αυτούσια να μεταφερθεί στο ομόφυλο ζευγάρι, που αντικειμενικά δεν μπορεί να έχει κοινά παιδιά.

Βέβαια, μπορεί να έχει παιδιά ο ένας από τους δυο, που ασκεί τη γονική μέριμνα, είτε είναι μητέρα, είτε είναι πατέρας. Εδώ βέβαια είναι λεπτές οι ισορροπίες. Ως Κόμμα παρακολουθούμε τις εξελίξεις στις σχέσεις συμβίωσης που δεν στηρίζονται στα παλιά πρότυπα του οικογενειακού θεσμού.

Μια πλευρά τους είναι και το γεγονός ότι διαμορφώνονται σχέσεις του παιδιού με ανθρώπους που δεν ασκούν την γονική μέριμνα. Για παράδειγμα, υπάρχουν οι μονογονεϊκές οικογένειες, τα διαζευγμένα ζευγάρια με παιδιά, που στη συνέχεια ο ένας ή και οι δύο γονείς κάνουν δεύτερο γάμο, τα μεμονωμένα άτομα με θετά ή ανάδοχα τέκνα, τα ομόφυλα ζευγάρια. Τέτοιες σχέσεις των παιδιών αναπτύσσονται και με άλλους συγγενείς, όπως με τον θείο ή τη θεία, με τον παππού, με τη γιαγιά.

Αυτά τα σύνθετα ζητήματα, που αφορούν στη ρύθμιση των σχέσεων με τα παιδιά, δεν αντιμετωπίζονται με την επέκταση του γάμου στα ομόφυλα ζευγάρια, που θα λύνει οικονομικά ζητήματα μεταξύ τους και που θα μεταφέρει την οικονομική βάση του ετερόφυλου γάμου στον ομοφυλόφιλο γάμο. Στερείται κάτι ο σύντροφος του ομοφυλόφιλου ζευγαριού, που δεν είναι ο φυσικός γονιός, από το ότι δεν θα είναι δηλωμένος ως θετός γονέας;

Το ΚΚΕ είναι αντίθετο με την παρωχημένη, συντηρητική άποψη ότι μια σειρά δικαιώματα ενός ατόμου, όπως η ασφάλιση, η σύνταξη και άλλα ιδιωτικά ζητήματα ενός ζευγαριού, ετερόφυλου ή ομόφυλου, όπως τα κληρονομικά, η συμβίωση, πρέπει να εξαρτώνται και να κατοχυρώνονται από τη νομική σύμβαση του γάμου. Αλλα ζητήματα της συμβίωσης των ζευγαριών όπως τα κληρονομικά μπορούν να διευθετηθούν μέσω ιδιωτικών συμφωνητικών, συμβολαιογραφικών πράξεων.

Οπως, αντίστοιχα, το να λαμβάνει γνώση κάποιος για θέματα που αφορούν την υγεία κάποιου άλλου μπορεί να αντιμετωπιστεί με ιδιωτικό τρόπο, στο πλαίσιο ιδιωτικών συμφωνητικών, αλλά και τις αναγκαίες τροποποιήσεις στον Αστικό Κώδικα, ώστε να μπορεί ο οποιοσδήποτε – εφόσον δεν επιθυμεί οι συγγενείς να έχουν λόγο γι’ αυτά τα ζητήματα – με ιδιωτικό πληρεξούσιο να ορίζει κάποιον οικείο του για να ρυθμίζει τέτοια ζητήματα.

Ταυτόχρονα, υποστηρίζουμε ότι κάποιες οικονομικές διευκολύνσεις για τα τυπικά αναγνωρισμένα ετερόφυλα ζευγάρια, όπως στη δανειοδότηση για αγορά κατοικίας, μπορούν να επεκταθούν σε κάθε νέο ή νέα που επιλέγει να φύγει από την πατρική κατοικία, να ζήσει μόνος/η ή και με οποιαδήποτε μορφή συμβίωσης.

Ο αγώνας για ελεύθερες επιλογές άρρηκτα δεμένος με την πάλη για την κοινωνία του μέλλοντος

Η επιλογή, λοιπόν, στη διατύπωση του θέματος είχε στόχο να δοθεί έμφαση στη σχέση που έχουν τα ατομικά δικαιώματα με τα κοινωνικά δικαιώματα στο έδαφος και της σημερινής κοινωνίας με πυρήνα της την οικονομία, δηλαδή τις κυρίαρχες οικονομικές σχέσεις. Στην προκειμένη περίπτωση είναι η σχέση κεφαλαίου – μισθωτής εργασίας, που είναι σχέση εκμεταλλευτική.

Ο αγώνας λοιπόν για τις ελεύθερες επιλογές σχετίζεται με αυτό που λέει σήμερα το σύνθημα του 48ου Φεστιβάλ της ΚΝΕ και του «Οδηγητή»: «Με το ΚΚΕ η νέα γενιά, για το μεγάλο, το ωραίο, το συγκλονιστικό, για την κοινωνία του μέλλοντος, για τον σοσιαλισμό – κομμουνισμό στον 21ο αιώνα». Σε αυτό λοιπόν σας καλούμε να συμβάλετε περισσότερο, να σκεφτείτε και να δράσετε ανάλογα.

Ριζοσπάστης

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: