Το υδρογόνο, τα «φούμαρα» και …ο λογαριασμός
Οι κυβερνήσεις των καπιταλιστικών χωρών, καθώς φροντίζουν για την εξεύρεση κερδοφόρας διεξόδου στα λιμνάζοντα κεφάλαια, έχουν ξεκινήσει τη διαδικασία που, μεταξύ άλλων, θα εξαναγκάσει τους κατόχους ΙΧ αυτοκινήτων να αγοράσουν με μεγάλο κόστος νέα, ηλεκτρικά, ή να πάψουν να έχουν αυτοκίνητο.
Οι κυβερνήσεις των καπιταλιστικών χωρών, καθώς φροντίζουν για την εξεύρεση κερδοφόρας διεξόδου στα λιμνάζοντα κεφάλαια, έχουν ξεκινήσει τη διαδικασία που, μεταξύ άλλων, θα εξαναγκάσει τους κατόχους ΙΧ αυτοκινήτων να αγοράσουν με μεγάλο κόστος νέα, ηλεκτρικά, ή να πάψουν να έχουν αυτοκίνητο. Η κίνηση αυτή γίνεται στο όνομα της μείωσης των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα και περιορισμού της κλιματικής αλλαγής. Δεν λένε, όμως, κουβέντα για τη ρύπανση που προκαλεί το βιομηχανικό κεφάλαιο, όταν μόνο ο κλάδος της παραγωγής ατσαλιού προκαλεί το 7% των παγκόσμιων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, δηλαδή περίπου όσο όλα τα επιβατηγά αυτοκίνητα του κόσμου μαζί! Στους βιομήχανους οι κυβερνήσεις δίνουν ενισχύσεις και φοροαπαλλαγές για να κάνουν λιγότερο ρυπογόνα τα εργοστάσιά τους. Μέρος αυτής της διαδικασίας είναι η χρήση του λεγόμενου «πράσινου» υδρογόνου σε διάφορες βιομηχανικές διεργασίες.
Το υδρογόνο, για το οποίο όχι μόνο γίνεται και πάλι πολλή κουβέντα το τελευταίο διάστημα, αλλά αποτελεί και αφορμή νέου πακτωλού χρηματοδοτήσεων προς το κεφάλαιο, υποτίθεται ότι θα βοηθήσει στη μείωση του ανθρακικού αποτυπώματος της οικονομίας. Αν και ορισμένοι πλασάρουν το υδρογόνο ως καύσιμο για τις μεταφορές, είναι απίθανο να έχει μεγάλη συμμετοχή σε αυτόν τον τομέα, για τον οποίο οι μπαταρίες και η ηλεκτρική ενέργεια ήδη προωθούνται ως λύση. Οι μπαταρίες είναι πιο αποτελεσματικές και έχουν μικρότερο κόστος, από τη μεταφορά από το όχημα δεξαμενής υδρογόνου και τη χρήση του για παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Το ίδιο ισχύει και στο ζήτημα της θέρμανσης. Είναι έξι φορές αποτελεσματικότερο να χρησιμοποιηθεί ο ηλεκτρισμός για τη θέρμανση κτιρίων, χρησιμοποιώντας π.χ. αντλίες θερμότητας, που απορροφούν θερμότητα από το περιβάλλον και έχουν πολύ μεγάλη απόδοση, παρά υδρογόνο που παράχθηκε από την ίδια ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας. Το υδρογόνο πρακτικά μπορεί να χρησιμοποιηθεί κυρίως για πιο «καθαρές» βιομηχανικές διεργασίες, από την παραγωγή πλαστικών και λιπασμάτων, μέχρι τον εξευγενισμό των υδρογονανθράκων.
Το υδρογόνο χρησιμοποιείται σε κρίσιμες βιομηχανίες χημικών προϊόντων. Αναμειγνύεται με άζωτο από τον αέρα για την παρασκευή αμμωνίας, που μετά χρησιμοποιείται για την παραγωγή λιπασμάτων. Τα πετροχημικά διυλιστήρια χρησιμοποιούν το υδρογόνο για την αφαίρεση του θείου από το πετρέλαιο και τη διάσπαση υδρογονανθράκων με μακριά ανθρακική αλυσίδα (βαριά κλάσματα) σε υδρογονάνθρακες με μικρότερη αλυσίδα. Σημαντικό μέρος του υδρογόνου χρησιμοποιείται για την παρασκευή μεθανόλης, που αποτελεί πρώτη ύλη για τη σύνθεση πολλών χημικών ουσιών.
Τρία «χρώματα»
Βεβαίως, οποιαδήποτε μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα από το υδρογόνο μπορεί να προέλθει μόνο από υδρογόνο που η παραγωγή του δεν ρυπαίνει με αέρια του θερμοκηπίου. Αυτήν τη στιγμή, η παραγωγή υδρογόνου είναι μια μεγάλη ρυπαίνουσα βιομηχανία. Ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (ΔΟΕ) εκτιμά ότι περίπου 94 εκατομμύρια τόνοι υδρογόνου παράγονται κάθε χρόνο. Σχεδόν όλοι προέρχεται από ορυκτά καύσιμα, όπως το φυσικό αέριο. Το μεθάνιο που αποτελεί το κύριο συστατικό του φυσικού αερίου, αντιδρά με οξυγόνο δίνοντας υδρογόνο και διοξείδιο του άνθρακα. Το τελευταίο …απορρίπτεται στην ατμόσφαιρα (περίπου 900 εκατομμύρια τόνοι κάθε χρόνο, ή σχεδόν το 2% των παγκόσμιων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα). Το υδρογόνο αυτό αποκαλείται «γκρίζο», λόγω της προέλευσής του.
Μέρος του διοξειδίου του άνθρακα που προκύπτει από την παραγωγή υδρογόνου από ορυκτά καύσιμα μπορεί να αποθηκευτεί σε υπόγεια γεωλογικά ρεζερβουάρ. Το υδρογόνο που παράγεται έτσι, χαρακτηρίζεται «μπλε» και δεν αποτρέπει όλες τις εκπομπές CO2, ενώ η εξόρυξη φυσικού αερίου, που προϋποθέτει, ρυπαίνει με μεθάνιο, ένα ισχυρό αέριο του θερμοκηπίου. Μια μέθοδος που επιτρέπει την παραγωγή υδρογόνου σχεδόν καθόλου επιβαρυντικού στο περιβάλλον, είναι μέσω ηλεκτρόλυσης, στην οποία χρησιμοποιείται ηλεκτρικό ρεύμα, που έχει παραχθεί από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας. Το υδρογόνο αυτό αποκαλείται «πράσινο».
Οι επενδύσεις σε έργα σχετιζόμενα με το υδρογόνο παρουσιάζουν εκρηκτική αύξηση. Το «Συμβούλιο Υδρογόνου», μια ομάδα βιομηχανιών με έδρα τις Βρυξέλλες, εκτιμά ότι τα ήδη αναγγελθέντα σχετικά έργα θα ξεπεράσουν τα 240 δισεκατομμύρια δολάρια έως το 2030, ενώ έως το 2050 η αγορά και οι τεχνολογίες υδρογόνου θα ξεπερνούν τα 2,5 τρισεκατομμύρια δολάρια το χρόνο! Η παραγωγή υδρογόνου προβλέπεται να πενταπλασιαστεί έως επταπλασιαστεί, έως το μέσο του αιώνα.
Οι προσδοκίες και το «μάρμαρο»
Αναλυτές εκτιμούν ότι το κόστος παραγωγής «πράσινου» υδρογόνου θα πέσει από τα 5 δολάρια το κιλό, που είναι σήμερα, στο κόστος του «γκρίζου» υδρογόνου (τουλάχιστον αυτό που είχε πριν την τεράστια άνοδο της τιμής του φυσικού αερίου). Ότι δηλαδή θα μειωθεί φτάνοντας το 1 δολάριο ανά κιλό, ακόμη και αν σταματήσουν οι κρατικές επιδοτήσεις και οι απαλλαγές φόρων προς τις βιομηχανίες που το παράγουν. Πολλές μελέτες προβλέπουν, ωστόσο, ότι καθώς θα αυξάνεται η ζήτηση υδρογόνου, επί πολλές δεκαετίες ένα μεγάλο μέρος της θα καλύπτεται από «μπλε» υδρογόνο. Εννοείται ότι τις επιδοτήσεις και τις φοροαπαλλαγές τις πληρώνουν οι λαοί, όπως και τα αυτοκίνητα, όπως σε μεγάλο βαθμό και τις μονώσεις στα σπίτια, την αύξηση στις τιμές των καταναλωτικών προϊόντων από την αύξηση της τιμής των καυσίμων λόγω της «πράσινης μετάβασης» κ.ο.κ.
Μια από τις χρήσεις του υδρογόνου προβλέπεται να είναι και για την εξάλειψη του τελευταίου 20% της παραγόμενης από ορυκτά καύσιμα ηλεκτρικής ενέργειας. Η αποθήκευση Ενέργειας σε διαφόρων ειδών μέσα, τις ώρες που τα φωτοβολταϊκά και οι ανεμογεννήτριες παράγουν πλεόνασμα ηλεκτρισμού, μπορεί θεωρητικά να καλύψει τις ανάγκες ακόμα και σε περιπτώσεις πολυήμερων περιόδων συννεφιάς και άπνοιας, με πολύ χαμηλή παραγωγή από ανανεώσιμες πηγές. Όμως όταν η συμμετοχή των ανανεώσιμων στην ηλεκτροπαραγωγή ξεπεράσει το 80%, παύει αυτός ο τρόπος να είναι αποτελεσματικός. Τότε, λένε κάποιοι, θα μπορούν επιπλέον μονάδες ανανεώσιμων να παράγουν υδρογόνο, που θα καλύπτει τις ανάγκες σε τέτοιες καταστάσεις. Όμως η χρήση του υδρογόνου που παράχθηκε με τον τρόπο αυτό για να γυρίζουν οι τουρμπίνες, που σήμερα γυρίζουν καίγοντας φυσικό αέριο, θα είναι μεγάλη σπατάλη, καθώς το υδρογόνο θα παράγει λιγότερο από το ένα τρίτο της ηλεκτρικής ενέργειας που θα έχει καταναλωθεί για την παραγωγή του.
«Πάρε κόσμε!»
Στις ΗΠΑ, η νομοθεσία που πέρασε πρόσφατα η κυβέρνηση Μπάιντεν για τη μείωση του πληθωρισμού και έχει ενοχλήσει την ΕΕ, έχει εισαγάγει μεταξύ άλλων φοροαπαλλαγή 3 δολαρίων ανά κιλό «πράσινου» υδρογόνου και διάφορα άλλα επιμέρους μέτρα επιδότησης του αερίου. Στην ΕΕ, η Κομισιόν, στο πλαίσιο και των μέτρων ενεργειακής απεξάρτησης από τη Ρωσία, έχει βάλει στόχο παραγωγής 10 εκατομμυρίων τόνων υδρογόνου και εισαγωγής άλλων 10 εκατ. έως το 2030. Ανάλογα μέτρα παίρνουν οι κυβερνήσεις και άλλων μεγάλων καπιταλιστικών χωρών.
Στη Σουηδία ξεκίνησε η πρώτη υψικάμινος με χρήση «πράσινου» υδρογόνου αντί κοκ (μορφή άνθρακα). Ωστόσο, παρά την πληθώρα των σουηδικών υδροηλεκτρικών, το «πράσινο» ατσάλι θα ήταν ακριβότερο από το «βρώμικο» αντίστοιχο, αν δεν υπήρχαν οι κρατικές επιδοτήσεις. Οι εταιρείες που παράγουν «πράσινο» ατσάλι αρνούνται να δώσουν στοιχεία για το κόστος του προϊόντος τους. Στις ΗΠΑ, εκτός από τις επιδοτήσεις η αμερικανική κυβέρνηση έχει υποσχεθεί ότι θα αγοράσει σημαντικές ποσότητες «πράσινου» ατσαλιού. Ακόμη και αστοί αναλυτές ανησυχούν ότι η τόση προώθηση του υδρογόνου θα έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση της παραγωγής και των μη «πράσινων» εκδοχών του, αυξάνοντας τελικά τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα. Στην ΕΕ, η Κομισιόν ήδη συζητά ρυθμίσεις, που θα αλλοιώσουν τον ορισμό του «πράσινου» υδρογόνου, επιτρέποντας την παραγωγή του κατά ένα μέρος και από ηλεκτρισμό που παράγεται από ορυκτά καύσιμα. Είναι πιθανό να βαφτίσουν «πράσινο» το «μπλε» υδρογόνο, ακόμη πιο εύκολα απ’ ό,τι βάφτισαν πράσινη την πυρηνική ενέργεια, την ίδια περίοδο που έκλειναν στη Γερμανία τα τελευταία εργοστάσια ηλεκτροπαραγωγής από πυρηνική ενέργεια, για την προστασία του περιβάλλοντος.
Πέρα απ’ όλα τα άλλα βάρη που θα υποστούν οι λαοί, ώστε να προχωρήσει το τσιμπούσι της «πράσινης μετάβασης» για το κεφάλαιο, θα είναι και οι απολύσεις εργατών, ή οι αναγκαστικές μετακινήσεις σε άλλους τόπους. Ακόμη και με επιδοτήσεις και μαζικές επενδύσεις, η βαριά βιομηχανία σε ορισμένες περιοχές θα έχει συγκριτικό μειονέκτημα απέναντι στους ανταγωνιστές της, που θα βρίσκονται πιο κοντά σε σημεία παραγωγής υδρογόνου, καθώς η μεταφορά π.χ. κάρβουνου σε μεγάλες αποστάσεις είναι πολύ ευκολότερη από τη μεταφορά υδρογόνου. Έτσι, π.χ. οι βιομήχανοι της χαλυβουργίας, ίσως αποφασίσουν να μετακινήσουν τα εργοστάσιά τους σε άλλες περιοχές, ακόμη και σε άλλες χώρες.
Επιμέλεια:
Σταύρος Ξενικουδάκης
Ριζοσπάστης
Πηγή: «Scientific American»