Με Πέτρουλα, Λαμπράκη μας οδηγεί! Στο Νίκο Τεμπονέρα

Είναι ο δάσκαλος που προστάτευσε τα παιδιά του και αφύπνισε συνειδήσεις. Δεν είχε καιρό για τον εαυτό του, έπρεπε να σωθεί το παιδί, να υπάρχει ελπίδα. Η πολιτική του δολοφονία αποτελεί μία από τις φανερότερες ενδείξεις σύνδεσης του κράτους με το παρακράτος και δράσης του δεύτερου όταν το πρώτο αδυνατεί να επιβληθεί στις κινηματικές διαδικασίες.

Εμείς μερτικό δε ζητήσαμε. Τίποτα. Μόνο θυμηθείτε το: αν η ελευθερία δε βαδίσει στα χνάρια του αίματός μας, εδώ θα μάς σκοτώνουν κάθε μέρα.”


– Γιάννης Ρίτσος

Είμαστε στα τέλη του 1990, με κυβέρνηση Νέας Δημοκρατίας, πρωθυπουργό τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη και Υπουργό Παιδείας το Βασίλη Κοντογιαννόπουλο. Το μαθητικό και φοιτητικό κίνημα είναι στις επάλξεις. Ο κυβερνητικός τύπος κάνει μάταια αγώνα να αμαυρώσει τις κινητοποιήσεις. Το νομοσχέδιο Κοντογιαννόπουλου που έγινε γνωστό ως το “πολυνομοσχέδιο της ποδιάς” προέβλεπε τεράστιες αλλαγές που συντηρητικοποιούσαν ένα ήδη συντηρητικό περιβάλλον και περιόριζαν την έννοια της δωρεάν παιδείας. Κατάργηση των σχολικών περιπάτων κι εκδρομών, των αδικαιολόγητων απουσιών, θέσπιση γραπτών εισαγωγικών εξετάσεων από το γυμνάσιο στο λύκειο χωρίς τη δυνατότητα επανεξέτασης, επέκταση του πειθαρχικού ελέγχου των μαθητών ακόμη κι εκτός σχολείου(!), επιβολή ομοιόμορφης ενδυμασίας ήταν οι αναχρονιστικές διατάξεις για τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Το νομοσχέδιο όμως δεν άφηνε αλώβητη ούτε την τριτοβάθμια, καθώς ερχόταν να φέρει κατάργηση της παροχής δωρεάν πανεπιστημιακών συγγραμμάτων και περικοπές κοινωνικών παροχών, όπως στη δωρεάν σίτιση και στέγαση.

Μαθητές και φοιτητές απαντούν με καταλήψεις διαρκείας και διαδηλώσεις. Αλληλεγγύη στον αγώνα των μαθητών εκφράζουν μέσα από κοινή συνέντευξη τύπου οι ομοσπονδίες των εκπαιδευτικών ΔΟΕ-ΟΛΜΕ-ΟΙΕΛΕ. «Θέλουμε δημόσια και δωρεάν παιδεία», «Αγώνας μαζικός, αγώνας διαρκείας είναι η απάντηση στον Υπουργό Παιδείας», «Αυτό το νομοσχέδιο θα γίνει πατσαβούρι, να πάμε να το τρίψουμε στου υπουργού τη μούρη» είναι μερικά μόνο από τα συνθήματα που ακούγονται στους δρόμους. Η κυβέρνηση παρά την ανησυχία της, θεωρεί πως θα ξεμπερδέψει εύκολα με τους “ταραξίες”. Ο Κοντογιαννόπουλος απειλεί ότι θα μείνουν στην ίδια τάξη τα 2/3 των μαθητών που συμμετέχουν στις καταλήψεις. Οι μαθητές στις 20 Δεκέμβρη, καλούν σε μαζικά συλλαλητήρια σ’ όλη την Ελλάδα και συνέχιση του αγώνα και μετά τις διακοπές των Χριστουγέννων. Η κυβέρνηση βάζει σε εφαρμογή το σχέδιο “ανακατάληψης των σχολείων”, σαν ομάδα κρούσης χρησιμοποιεί “αγανακτισμένους” πολίτες – δηλαδή την  ΟΝΝΕΔ. Προσπαθεί να εμπλέξει γονείς και καθηγητές μέσα από εγκυκλίους αλλά δεν τα  καταφέρνει.

Η ΟΝΝΕΔ θα αναλάβει τη “βρώμικη δουλειά” της ανακατάληψης των σχολείων, τα οποία πρέπει να καθαριστούν κι ας ματώσουν.Κατόπιν σύσκεψης στα γραφεία της και σε απόλυτη συνεργασία με τοπικά στελέχη και βουλευτές κανονίζονται οι λεπτομέρειες της επίθεσης. Ρόπαλα, αλυσίδες, μαχαίρια και λοστοί είναι τα όπλα τους και επικεφαλής τους ο δημοτικός σύμβουλος της ΝΔ Γιάννης Καλαμπόκας.

Στις 8 Του Γενάρη του 1991, γύρω στις οχτώ και μισή το βράδυ η “επιχείρηση” – συνοδεία ασφαλιτών – ξεκινάει από το Πολυκλαδικό όπου βρίσκονται και τα γραφεία της ΕΛΜΕ Αχαΐας αλλά αποτυγχάνει.

Επόμενος στόχος το σχολικό συγκρότημα της πλατείας Βουδ κοντά στα Ψηλά Αλώνια. Εισβάλλουν κατά τις έντεκα και μισή τη νύχτα μέσα στο σχολείο, ξυλοκοπούν τους μαθητές, κόβουν με ξυράφια τα χέρια του προέδρου του 15μελούς συμβουλίου Κώστα Σκρεμύδα. Επιτίθενται αδιακρίτως στον κόσμο με σιδηρολοστούς, καδρόνια και τσιμεντόλιθους. Τα παιδιά έχοντας στο πλευρό τους γονείς και καθηγητές καλούν σε βοήθεια, ουρλιάζουν για παρέμβαση της αστυνομίας.

Παρά τις συνεχόμενες εκκλήσεις, η Αστυνομία δεν εμφανίζεται. Το σχέδιο πρέπει να ολοκληρωθεί με κάθε κόστος και χωρίς καμία απόδοση ευθύνης. Στο χώρο του σχολείου φτάνουν  κι άλλοι μαθητές, γονείς, καθηγητές, επιστάτες.

Ο δήμαρχος της Πάτρας καλεί τους ανακαταληψίες να αποχωρήσουν από το σχολείο και να σταματήσουν τις επιθέσεις ενάντια στους μαθητές. Εκείνοι αρνούνται πεισματικά. Ο Καλαμπόκας με υψωμένο το σιδηρολοστό δίνει το σύνθημα του θανάτου.

Ο καθηγητής μαθηματικών και μέλος του Εργατικού Αντι-ιμπεριαλιστικού Μετώπου (ΕΑΜ), Νίκος Τεμπονέρας, βρίσκεται μπροστά στην πόρτα. Ο σιδηρολοστός του Καλαμπόκα υψώνεται και χτυπά ανελέητα. Ο Νίκος Τεμπονέρας πέφτει στο έδαφος. Ο δολοφόνος του θέλοντας να σιγουρευτεί τον χτυπά δεύτερη φορά στο κεφάλι. Μαζί με τον Καλαμπόκα, σύμφωνα με μάρτυρες, βρίσκονται και οι Μαραγκός, Μυλωνάς, Σπίνος, Γραμματίκας και Γραμματικόπουλος. Αφού ολοκληρώσουν το δολοφονικό σχέδιο, θα φύγουν ανενόχλητοι, αφού η αστυνομία θα εμφανιστεί μετά το τέλος των επεισοδίων.

Ο καθηγητής μεταφέρεται στο νοσοκομείο κλινικά νεκρός και το πρωί της 09ης Ιανουαρίου, παύουν όλες οι ζωτικές λειτουργίες του. Στο νοσοκομείο μεταφέρονται επίσης άλλα τέσσερα άτομα σε σοβαρή κατάσταση και δεκάδες ελαφρώς τραυματισμένοι. Αυτόπτες μάρτυρες θα δηλώσουν κατηγορηματικά στην ανάκριση την πάσα αλήθεια και η ιατροδικαστική έκθεση αργότερα θα περιγράψει με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες τα χτυπήματα.

Η κηδεία του Νίκου Τεμπονέρα γίνεται ποτάμι λαϊκής οργής που κατεβαίνει στους δρόμους της Πάτρας, αλλά και σε κάθε γωνιά της χώρας. “Ένας στο χώμα, χιλιάδες στον αγώνα”, “Τεμπονέρα ζεις”, τα συνθήματα και η οργή του λαού, πέφτουν σαν βαρίδι στις πλάτες των δεξιών, που θεωρούσαν πως θα περάσει δίχως κόστος, η καλοστημένη τους πολιτική δολοφονία.

Στις 10 του μηνός οι διαδηλώσεις κορυφώνονται με τις δυνάμεις καταστολής να επιτίθενται στον κόσμο.  Στην Αθήνα, 50.000 άτομα κατεβαίνουν στο δρόμο. Τα ΜΑΤ  κάνουν εκτεταμένη χρήση χημικών, όμως  οι διαδηλωτές δεν υποχωρούν. Οι συγκρούσεις διαρκούν όλη μέρα. Επιστρατεύονται βομβίδες ασφυξιογόνων αερίων, οι οποίες όμως προκαλούν πυρκαγιά σε κατάστημα ενδυμάτων. Οι πυροσβεστικές δυνάμεις που σπεύδουν στο σημείο, δεν θα καταφέρουν να ολοκληρώσουν τις προσπάθειές τους, καθώς τα ΜΑΤ πετάνε χημικά, ακόμα και στους πυροσβέστες. Όταν μετά από ώρα θα σβήσει η φωτιά, θα ανασυρθούν νεκρά τέσσερα πτώματα πολιτών. Πολλοί χαρακτήρισαν κρατική δολοφονία, το θάνατό τους.

Τα επόμενα εικοσιτετράωρα οι διαμαρτυρίες συνεχίζονται.

Για 6 ολόκληρες μέρες οι δολοφόνοι κρύβονται με τη βοήθεια της αστυνομίας, του προέδρου της ΝΟΔΕ Αχαΐας δικηγόρου Μαρινάκη και πολλών επιφανών στελεχών, υπουργών και βουλευτών της κυβέρνησης. Ο ίδιος ο Μαρινάκης, δεν θα διστάσει μάλιστα να δηλώσει:

«Οι κατηγορούμενοι δεν κρύβονταν. Οι κατηγορούμενοι δεν παρουσιάζονταν μέχρι και χθες κατόπιν δικής μου συμβουλής και με δική μου ευθύνη. Ζούσατε την κατάσταση αυτών των ημερών στην Πάτρα. Κάθε μέρα είχαμε πορείες, κάθε μέρα είχαμε διαδηλώσεις και γενικότερα είχαμε μια έκρυθμη κατάσταση. Φοβήθηκα λοιπόν, ότι εάν βρεθεί – δεν λέω ένα οργανωμένο- ένα ανεύθυνο στοιχείο και δημιουργήσει κάτι, τι θα γινόταν τότε; Θα γινόμασταν ζούγκλα στην Πάτρα;

Δεν υπήρχε λοιπόν θέμα. Ούτε είχαν κρυφτεί, ούτε είχαν εξαφανιστεί, ούτε είχαν φυγοδικήσει. Με απόλυτη δική μου πρωτοβουλία τους είπα: Μείνετε και οι δυο σε ένα σπίτι δικό σας και όταν δούμε ότι τα πνεύματα ηρεμούν -γιατί όλη η διαδικαστική πράξη, προανακριτική, ανακριτική πρέπει να γίνει σε μια ατμόσφαιρα ηρεμίας και ψυχραιμίας- εγώ θα σας φέρω με το χέρι μου στον κύριο εισαγγελέα. Όπως και έγινε χθες το βραδάκι. Στις 17:00 ειδοποίησα τον αστυνομικό διευθυντή. Στις 19:30 ακριβώς τους παρουσιάζω. Πράγματι τα πνεύματα ηρεμούν. Δεν υπήρχαν χθες οι γνωστές διαδηλώσεις. Το δικαστικό μέγαρο (σ.σ. τις προηγούμενες μέρες) ήταν περικυκλωμένο από 2-3.000 ανθρώπους.

Ποιους να παρουσιάσω και ποιους να φέρω στον κύριο εισαγγελέα; Όχι μόνο έχοντας ευθύνη για τη ζωή των πελατών μου, σκεπτόμενος και γενικότερα σαν κοινωνικός άνθρωπος, σαν επιστήμων, σαν Πατρινός ότι αν συμβεί κάτι, καταλαβαίνατε ότι θα είχαμε αντίποινα από την άλλη πλευρά. Θα καταλήγαμε να κάνουμε την Πάτρα ζούγκλα ή τουλάχιστον Βηρυτό. Έτσι σκέφτηκα και γι αυτόν τον λόγο δεν τους έφερα αυτές τις μέρες».

Ο Μιχάλης Αρβανίτης, βουλευτής αργότερα της Χρυσής Αυγής,επίσης συνήγορς του Καλαμπόκα, θα γράψει αργότερα το βιβλίο «Ποιος σκότωσε τον Νίκο Τεμπονέρα;» ,στο οποίο μεταξύ άλλων αναφέρει: «Η περίπτωσις του Ιωάννου Καλαμπόκα είναι μια κλασσική περίπτωσις σκηνοθετημένου ενόχου. Είναι ο αγωνιστής της πρώτης γραμμής, που ενοχλεί αφάνταστα το προοδευτικό και σοσιαλκομμουνιστικό κατεστημένο. Πρώτον, διότι δεν τους φοβάται και λέγει ελεύθερα τας ιδέας του και δεύτερον, διότι είναι λαϊκό παιδί. Παλληκάρι απλό και άνθρωπος του λαού. Αυτό δεν του το συγχωρούν, διότι έχουν την ψευδαίσθηση, ότι μόνο αυτοί είναι «νόμιμοι εκπρόσωποι» του λαού. Αυτοί μάλιστα που όπου εκυριάρχησαν, επότισαν την γην με το αίμα του λαού και πριν και μετά την επικράτησιν…».

Ο Μητσοτάκης «θυσιάζει» τον υπουργό παιδείας Κοντογιανόπουλο και τον παραιτεί. Τον αντικαθιστά ο Γιώργος Σουφλιάς, ο οποίος υπό την πίεση του κινήματος ανακοινώνει την έναρξη διαλόγου και την κατάργηση των επίμαχων μεταρρυθμίσεων.

Δεκατρείς ολόκληρους μήνες κρατάει η ανάκριση για την υπόθεση Τεμπονέρα. Ο Α. Μαραγκός, που συμμετείχε στη δολοφονική συμμορία, καθώς είναι ένα από τα τρία στελέχη της ΟΝΝΕΔ στην Πάτρα, που κατηγορήθηκαν για τη δολοφονία, αποφυλακίζεται προκλητικά. Η δίκη των δολοφόνων του Τεμπονέρα μεταφέρεται 300 χιλιόμετρα από τον τόπο του εγκλήματος, στο Βόλο. Η Πάτρα βράζει, ο κόσμος βρίσκεται στους δρόμους. Παιδιά, γονείς, οι πάντες, ζητούν δικαιοσύνη! Οι υπεύθυνοι θα προστατευθούν με νύχια και με δόντια.

Την δίκη του Βόλου, η οποία άρχισε στις 22 Ιουνίου του 1992 και ολοκληρώθηκε τον Μάρτιο του 1993, χαρακτηρίζουν οι μηχανορραφίες και οι μεθοδεύσεις συγκάλυψης. Βουλευτές, στελέχη της Ν.Δ και της ΟΝΝΕΔ γίνονται συνήγοροι και μάρτυρες υπεράσπισης των δολοφόνων, παρεμβαίνουν ανοιχτά στη δικαστική διαδικασία εκφοβίζοντας και τρομοκρατώντας. Ο κατηγορούμενος καταδικάζεται πρωτόδικα σε ισόβια κάθειρξη για ανθρωποκτονία εκ προθέσεως, χωρίς να τους αναγνωριστεί κανένα ελαφρυντικό.

Οκτώ χρόνια διαρκούν τα δικαστήρια (πρωτόδικα στο Βόλο και δυο εφετεία στη Λάρισα).

Η δίκη του σε δεύτερο βαθμό ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Λάρισας θα διαρκέσει τέσσερις μήνες.  (Δεκέμβρης 1993- Απρίλης 1994).  Του αναγνωρίζονται ελαφρυντικά και καταδικάζεται σε κάθειρξη 17 ετών και 3 μηνών. Δύο χρόνια μετά θα ασκήσει αναίρεση σχετικά με την αναγνώριση του βρασμού ψυχικής ορμής, όμως το Μικτό Ορκωτό Εφετείο της Λάρισας δεν του το αναγνώρισε και η ποινή παρέμεινε ως είχε.

Στις 2 Φεβρουαρίου του 1998, ο δολοφόνος του Νίκου Τεμπονέρα, αφέθηκε ελεύθερος λόγω “καλής συμπεριφοράς”. Εργάστηκε και έζησε στην Αθήνα και έπειτα στο Βόλο ως προϊστάμενος της Εθνικής τράπεζας (!)

Οι ηθικοί αυτουργοί δεν κάθισαν ποτέ σε κανένα εδώλιο. Όμως στην ιστορία και αυτοί και ο φυσικός αυτουργός όπως και κάθε υπαίτιος, γνωστοί θα μείνουν μόνο επειδή δολοφόνησαν τον Τεμπονέρα!

Εκείνος,  γίνεται σύμβολο, γίνεται φάρος,  το όνομά του τραγουδιέται από φοιτητές και μαθητές. Είναι ο δάσκαλος που προστάτευσε τα παιδιά του και αφύπνισε συνειδήσεις. Δεν είχε καιρό για τον εαυτό του, έπρεπε να σωθεί το παιδί, να υπάρχει ελπίδα. Η πολιτική του δολοφονία αποτελεί μία από τις φανερότερες ενδείξεις σύνδεσης του κράτους με το παρακράτος και δράσης του δεύτερου όταν το πρώτο αδυνατεί να επιβληθεί στις κινηματικές διαδικασίες.

Το τότε Σχολικό Συγκρότημα 3ου & 7ου Γυμνασίου και Λυκείου Πάτρας και νυν 3ο Γυμνάσιο Πάτρας -τόπος δολοφονίας του Τεμπονέρα- καθώς και τα 2ο λύκειο Ιλίου και 3ο γυμνάσιο Ιλίου, σήμερα φέρουν το όνομά του.

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: