Πες, πες, κάτι θα μείνει… – Οι λαθροχειρίες και οι ιστορικές διαστρεβλώσεις του Βλάση Αγτζίδη

Απάντηση σε δημοσιευμένα στις ιστοσελίδες slpress.gr και pontosnews.gr. άρθρα και απόψεις για τη Μικρασιατική Καταστροφή, που διαστρεβλώνουν «τόσο τη στάση του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος Ελλάδας (ΣΕΚΕ, το οποίο το 1924 μετονομάστηκε σε ΚΚΕ) και των κομμουνιστών στη διάρκεια της Μικρασιατικής Εκστρατείας και Καταστροφής, όσο και τις θέσεις και τα πορίσματα του Τμήματος Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ για εκείνη την ιστορική περίοδο».

Με επιστολή του στις ιστοσελίδες slpress.gr και pontosnews.gr., το Τμήμα Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ αναφέρεται σε δημοσιευμένα άρθρα και απόψεις για τη Μικρασιατική Καταστροφή, που διαστρεβλώνουν «τόσο τη στάση του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος Ελλάδας (ΣΕΚΕ, το οποίο το 1924 μετονομάστηκε σε ΚΚΕ) και των κομμουνιστών στη διάρκεια της Μικρασιατικής Εκστρατείας και Καταστροφής, όσο και τις θέσεις και τα πορίσματα του Τμήματος Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ για εκείνη την ιστορική περίοδο».

Τα άρθρα στα οποία γίνεται αναφορά είναι του Βλάση Αγτζίδη [στο slpress.gr: «Γιατί δεν ήταν αναπόφευκτη η ήττα στη Μικρά Ασία» (1.9.2022), «Μικρασιατική Καταστροφή: Ο ιστορικός αναθεωρητισμός έναν αιώνα μετά» (24.9.2022), «Μικρασιατική Καταστροφή: Τα δικά μας Μπάμπι Γιαρ» (5.10.2022), «”Οχι μόνο δεν λυπηθήκαμε, αλλά επιδιώξαμε τη Μικρασιατική Καταστροφή” – με τα λόγια του ΚΚΕ» (13.10.2022)], όπως και κείμενα που παρουσίαζαν τις απόψεις του [στο pontosnews.gr: Ρωμανός Κοντογιαννίδης, Βλάσης Αγτζίδης: «Κίνδυνος για την προσφυγική ιστορική μνήμη οι σημερινές αναθεωρητικές τάσεις» (8.10.2022)].

«Θεωρούμε ότι οι κανόνες δεοντολογίας επιβάλλουν τη δημοσίευση και της αντίθετης άποψης» σημειώνει το Τμήμα Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ και καλεί τις δυο ιστοσελίδες να δημοσιεύσουν το κείμενο που ακολουθεί.

Πες, πες, κάτι θα μείνει…

Εγκαινιάζοντας μια «σταυροφορία» άρθρων για τη Μικρασιατική Καταστροφή, στα οποία αναμασιέται χωρίς πηγές η ίδια επιχειρηματολογία, ο Βλάσης Αγτζίδης έγραψε στις 24.9.2022 στην ιστοσελίδα slpress:

«Ο εν Ελλάδι αναθεωρητισμός εκφράζεται κυρίως από δύο κέντρα: τους φιλοβασιλικούς ιστοριοδίφες (και όχι μόνο) και την Επιτροπή Ιστορίας του ΚΚΕ. Με έναν παράδοξο τρόπο, εκείνες οι πολιτικές δυνάμεις που συμπορεύτηκαν με αντιπολεμικά -άρα αντιμικρασιατικά συνθήματα- πριν τις μοιραίες εκλογές της 1ης Νοεμβρίου 1920, ξανασυναντιούνται 100 χρόνια μετά με την ίδια προσήλωση στη θέση “Καμιά δουλειά δεν είχαμε στη Σμύρνη το Μάη του 1919” και ότι οι πραγματικοί αίτιοι είναι αυτοί που το επιχείρησαν».1

Σε μεταγενέστερο άρθρο του στην ίδια ιστοσελίδα συμπλήρωσε:

«Δυστυχώς, η ελληνική αποσιώπηση των όσων έγιναν σε Μικρά Ασία και Πόντο από το 1914 μέχρι και την Καταστροφή, είναι εντυπωσιακή… Ισως πάνω στο ζήτημα της Μικρασιατικής και Ποντιακής Μνήμης να είναι η μοναδική περίπτωση που ακόμα και η λεγόμενη ριζοσπαστική διανόηση και η εξουσία μια χαρά τα βρίσκουν! (…)

Σαν την Επιτροπή Ιστορίας του ΚΚΕ, που προβάλει σαν “ιμπεριαλιστική” τη Μικρασιατική Εκστρατεία, συγκαλύπτοντας τον εθνικοσοσιαλιστικό χαρακτήρα του κεμαλικού κινήματος και υμνεί τη δοσιλογική στάση του τότε ΣΕΚΕ-ΚΚΕ, το οποίο -υπακούοντας στις εντολές της Κομιντέρν- άσκησε φιλοκεμαλική πολιτική. Οπως κάποιοι “ερευνητές”, προβάλει μόνο τα υπαρκτά εγκλήματα πολέμου, αποσιωπώντας πλήρως τις Γενοκτονίες που προκάλεσαν οι Νεότουρκοι από το 1914».2

Για να εμπεδώσει τον χαρακτηρισμό «αναθεωρητές της Ιστορίας» σε πρόσφατο δημοσίευμα της ιστοσελίδας pontosnews, ο Βλάσης Αγτζίδης ανέφερε:

«Μπορεί να έχει εξαφανιστεί η παραδοσιακή σχολή αναθεωρητισμού της Αριστεράς, αυτήν που εκφράζει η Ρεπούση, όμως υπάρχει η Επιτροπή Ιστορίας του ΚΚΕ, η οποία χαρακτηρίζει τη Μικρασιατική Εκστρατεία ως ιμπεριαλιστική».3

Τα προηγούμενα αποτελούν τον πρόλογο, ώστε να κατηγορηθεί επανειλημμένα το ΚΚΕ ως υπεύθυνο για τη Μικρασιατική Καταστροφή4 και μάλιστα για αυτό επιχειρούνται να προσφερθούν και πειστήρια στο πρόσφατο άρθρο του Βλάση Αγτζίδη και πάλι στην ιστοσελίδα slpress.gr με τον παραπλανητικό τίτλο «”Οχι μόνο δεν λυπηθήκαμε, αλλά και επιδιώξαμε τη Μικρασιατική Καταστροφή” – με τα λόγια του ΚΚΕ»5, στο οποίο εγκαλούνται οι Κομματικές Οργανώσεις του ΚΚΕ στη Νέα Ιωνία Βόλου, που «τολμούν» να κάνουν εκδηλώσεις για τη Μικρασιατική Καταστροφή.

Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή.

Αποκρύβει το ΚΚΕ τις σφαγές της τουρκικής αστικής τάξης;

Σύμφωνα με τον Αγτζίδη, το ΚΚΕ επιμένει να αναφέρεται μόνο στα εγκλήματα πολέμου του ελληνικού στρατού (που θεωρεί υπαρκτά) και όχι στις σφαγές του Κεμάλ. Ως απάντηση αναφέρουμε μόνο ένα απόσπασμα κειμένου του συλλογικού τόμου που επιμελήθηκε το Τμήμα Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ και κατά πάσα πιθανότητα ο Αγτζίδης δεν έχει διαβάσει, αφού επιμένει στην ύπαρξη της δικής του έμπνευσης «Επιτροπής Ιστορίας του ΚΚΕ»:

«Στο μεταξύ η γενίκευση της σύγκρουσης των αστικών τάξεων Ελλάδας και Τουρκίας είχε καταστροφικές συνέπειες για τους αντίστοιχους πληθυσμούς, που αξιολογούνταν εκατέρωθεν, άλλοτε ως εργαλείο και άλλοτε ως εμπόδιο για την προώθηση των στόχων τους. Ακολούθως, οι εθνικές εκκαθαρίσεις, οι σφαγές και οι εκτοπίσεις εντατικοποιήθηκαν (τροφοδοτώντας παράλληλα το μίσος ανάμεσα στους χριστιανικούς και τους μουσουλμανικούς πληθυσμούς). Οι ωμότητες κατά των αμάχων στις περιοχές Yalova και Gulmek ήταν τέτοιες, που προκάλεσαν την διενέργεια διασυμμαχικής έρευνας. “Ολα τα μουσουλμανικά χωριά στις περιοχές που εξετάστηκαν” ανέφερε το σχετικό πόρισμα “ήταν εγκαταλελειμμένα και στην πλειοψηφία τους λεηλατημένα και πυρπολημένα από χριστιανικά ένοπλα σώματα”. (…) Την ίδια στιγμή “πράξεις βίας και βαρβαρότητας, καθώς και σφαγές σε μεγάλη κλίμακα πραγματοποιήθηκαν (…) από κεμαλικά ένοπλα σώματα και στρατιώτες του τακτικού τουρκικού στρατού εναντίον του χριστιανικού πληθυσμού της περιοχής».6

Το συγκεκριμένο βιβλίο κυκλοφορεί σε χιλιάδες αντίτυπα, παρουσιάστηκε και παρουσιάζεται σε όλη την Ελλάδα σε δεκάδες ανοιχτές εκδηλώσεις, ιδιαίτερα σε περιοχές με προσφυγικές καταβολές, στις οποίες καλούνται και εκπρόσωποι προσφυγικών και ποντιακών σωματείων. Σε αυτές γίνεται αναφορά στις σφαγές του τουρκικού στρατού, οι οποίες όμως, όπως και οι αντίστοιχες του ελληνικού, αποτιμώνται ως συνέπεια του ανταγωνισμού των δύο καπιταλιστικών κρατών και ως δομικό στοιχείο του ιμπεριαλισμού.

15 χρόνια πριν, όταν η Μαρία Ρεπούση, η οποία, παρά τη σουρεαλιστική πρόθεση του Αγτζίδη να την παρομοιάσει με το ΚΚΕ, τότε όπως και τώρα βρισκόταν στον ίδιο πολιτικό χώρο με τον ίδιο (τότε ΣΥΝ, τώρα ΣΥΡΙΖΑ), θέλησε να εξαφανίσει τη σφαγή στο λιμάνι της Σμύρνης μιλώντας για «συνωστισμό», ο αείμνηστος Μάκης Μαΐλης, επικεφαλής του Τμήματος Ιστορίας της ΚΕ, έγραφε σε σχετικό άρθρο του στον «Ριζοσπάστη»:

«…το βιβλίο Ιστορίας της ΣΤ’ τάξης του Δημοτικού βρίσκεται στην υπηρεσία του ιμπεριαλισμού. Και σε ό,τι αφορά στα Ελληνοτουρκικά, βρίσκεται στην υπηρεσία της ιμπεριαλιστικής ελληνοτουρκικής συνεργασίας, δηλαδή της ΝΑΤΟικής τάξης, από την οποία έχουν συμφέρον η ελληνική και η τουρκική πλουτοκρατία, όχι όμως και οι δύο λαοί. Ενα παράδειγμα:

Στη σελ. 100 του βιβλίου διαβάζουμε: Το 1922 “χιλιάδες Ελληνες συνωστίζονται στο λιμάνι (σ.σ. της Σμύρνης) προσπαθώντας να μπουν στα πλοία και να φύγουν για την Ελλάδα”! Λες και πήγαιναν κρουαζιέρα…

Αν αυτό δε λέγεται πρόκληση ή και χλευασμός προς τις χιλιάδες των δυστυχισμένων, που έπεσαν θύματα και ξεριζώθηκαν εξαιτίας των κυβερνήσεων Βενιζέλου και Γούναρη, πώς αλλιώς λέγεται; Αλλά ο στόχος είναι σαφής: Να αθωωθεί η ελληνική αστική τάξη, να αθωωθούν οι μεγάλες καπιταλιστικές δυνάμεις της εποχής (Αγγλία, Γαλλία, Ιταλία), που κατέσφαζαν και αυτές τους πρόσφυγες, αλλά και να μην κακοκαρδιστεί η τουρκική αστική τάξη, η οποία έδινε τότε τον δικό της αγώνα κυριαρχίας, έστω έχοντας προκληθεί από την ελληνική αστική τάξη».7

Και σε άλλο άρθρο του προσέθετε:

«Δήλωσε πολλές φορές (η Ρεπούση) ότι “δε θέλουμε ένα βιβλίο με αίμα”! (…) Η ιστορία δεν γράφεται με βάση το τι θέλει ο καθένας ή με βάση το τι λέει το νομοθετικό πλαίσιο. Η ιστορία γράφεται με βάση αυτό που έγινε».8

Γιατί ορισμένοι αστοί δεν μιλούν για τη Μικρασιατική Καταστροφή;

Ενας από τους λόγους που τμήμα εκπροσώπων της καπιταλιστικής εξουσίας αποφεύγει τις αναφορές στη Μικρασιατική Καταστροφή είναι οι ευθύνες της όχι μόνο για την πολεμική ήττα, αλλά και για τις σφαγές που την ακολούθησαν. Ο Αγτζίδης αναφέρεται στη διάσημη φράση του Ελληνα Υπατου Αρμοστή στη Σμύρνη, Αρ. Στεργιάδη, που όταν ρωτήθηκε γιατί δεν προετοίμασε την εκκένωση των ελληνικών πληθυσμών από τη Σμύρνη, απάντησε: «Καλύτερα να μείνουν εδώ να τους σφάξει ο Κεμάλ, γιατί, αν πάνε στην Αθήνα, θα ανατρέψουν τα πάντα»! 9 Προκειμένου, όμως, να μη διαταραχθεί η φιλοβενιζελική του στάση, αποφεύγει να πει ότι ο Στεργιάδης αποτελούσε επιλογή του Βενιζέλου. Οπως και το γεγονός ότι ο νόμος 2870 του 1922, που εγκρίθηκε από τη Βουλή τον καιρό της κατάρρευσης του μικρασιατικού μετώπου, απαγόρευε τη μαζική είσοδο ανθρώπων χωρίς θεωρημένα διαβατήρια και προέβλεπε αυστηρές ποινές για τους παραβάτες και όσους τους διευκόλυναν, ψηφίστηκε ομοφώνως10. Και αυτό διότι το σύνολο των αστικών πολιτικών δυνάμεων φοβόταν ότι ο ερχομός εκατοντάδων χιλιάδων προσφύγων σε μια χώρα που βίωνε ήδη τις συνέπειες από τη 10χρονη πολεμική εμπλοκή θα μπορούσε να οδηγήσει σε κινδύνους την καπιταλιστική εξουσία. Εξάλλου, ήταν πρόσφατη η εμπειρία της Οκτωβριανής Σοσιαλιστικής Επανάστασης και των άλλων σοσιαλιστικών επαναστάσεων και εργατικών εξεγέρσεων που ακολούθησαν τον Α’ Παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό Πόλεμο.

Πέρα από τα προηγούμενα, υπάρχει πάντα ο κίνδυνος οι εργατικές – λαϊκές δυνάμεις να διδαχθούν από τις ιστορικές αναλογίες που υπάρχουν ανάμεσα στο τότε και το σήμερα. Τότε, το σύνολο του αστικού πολιτικού κόσμου προπαγάνδιζε ότι η ένταξη της Ελλάδας στο στρατόπεδο των νικητών του Α’ Παγκοσμίου ιμπεριαλιστικού Πολέμου και η συμμαχία της με τα ισχυρότερα καπιταλιστικά κράτη της εποχής θα μπορούσε να εγγυηθεί τις ελληνικές αξιώσεις και να διασφαλίσει τα συμφέροντα του ελληνικού λαού εντός και εκτός των συνόρων του καπιταλιστικού κράτους. Τα αποτελέσματα είναι γνωστά… Οπως γνωστό είναι ότι και σήμερα οι αστικές πολιτικές δυνάμεις συνεχίζουν να προπαγανδίζουν ότι η εμπλοκή της Ελλάδας στις ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις, η ένταξη στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ είναι αυτή που διασφαλίζει τα συμφέροντα της χώρας από τον τουρκικό επεκτατισμό.

Ακριβώς οι αντιθέσεις της ελληνικής και της τουρκικής αστικής τάξης και η περιπλοκή τους με τους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς είναι και ο βασικότερος λόγος για την περιορισμένη προβολή των 100 χρόνων από τη Μικρασιατική Εκστρατεία και Καταστροφή ή για την επιλεκτική ή και διαστρεβλωτική παρουσίαση των γεγονότων της εποχής. Οπως ο Αγτζίδης, έτσι και οι υπόλοιποι αστοί ιστοριογράφοι κόβουν και ράβουν τα ιστορικά γεγονότα στο μέτρο των εκάστοτε καπιταλιστικών συμφερόντων. Μόνο που σήμερα δεν έχουν ακόμα καταλήξει αν αυτά θα εξυπηρετηθούν καλύτερα μέσα από την προώθηση μιας ΝΑΤΟικής εμπνεύσεως πολιτικής συνεκμετάλλευσης του Αιγαίου ή αν αντίθετα θα οδηγηθούμε σε μια νέα πολεμική σύγκρουση με το τουρκικό καπιταλιστικό κράτος, αποτέλεσμα της οποίας μπορεί να είναι βέβαια και πάλι η συνεκμετάλλευση. Ετσι επειδή δεν γνωρίζουν ποιο ιστορικό συμπέρασμα θα ευνοήσει τους σχεδιασμούς τους, ορισμένοι από αυτούς φροντίζουν να μη λένε και πολλά ή κάποιοι, όπως ο Αγτζίδης, διαστρεβλώνουν τη θέση του ΚΚΕ. Ετσι κι αλλιώς για τη βρώμικη δουλειά έχουν πολλούς πρόθυμους, όπως αποδεικνύεται.

Ηταν ιμπεριαλιστική εκστρατεία ή εθνικοαπελευθερωτικός πόλεμος;

Το πραγματικό πρόβλημα του Αγτζίδη δεν είναι οι περιορισμένες εκδηλώσεις για την επέτειο. Αυτό που τον πειράζει και γι’ αυτό το επαναλαμβάνει συνεχώς είναι ότι η μικρασιατική εκστρατεία χαρακτηρίζεται από το ΚΚΕ – όπως και ήταν – ως ιμπεριαλιστική, δηλαδή ως αποτέλεσμα των (οικονομικών και γεωπολιτικών) συμφερόντων των Ελλήνων καπιταλιστών, όπως εκφράζονταν σε σύγκρουση με τα συμφέροντα των Τούρκων καπιταλιστών και στα όρια των συμμαχιών και των δύο πλευρών με τα ισχυρά καπιταλιστικά κράτη της εποχής. Θέλοντας να «βγάλει λάδι» την αστική τάξη και αντιγράφοντας την αστική προπαγάνδα της εποχής, υπονοεί ότι ο πόλεμος ήταν εθνικοαπελευθερωτικός. Ωστόσο, τα ιστορικά ντοκουμέντα διαψεύδουν την προπαγάνδα της αστικής τάξης και του πολιτικού της εκπροσώπου, του Βενιζέλου:

1. Ο Βενιζέλος στις 17.1.1915 με δύο υπομνήματά του προς τον βασιλιά Κωνσταντίνο εισηγήθηκε την είσοδο της Ελλάδας στον πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ και την παραχώρηση της περιοχής Νέστου – Καβάλας – Δράμας (όπου επίσης υπήρχε ισχυρή παρουσία ελληνικών πληθυσμών) στη Βουλγαρία, υπό ορισμένες προϋποθέσεις και προκειμένου να εξασφαλιστούν ανταλλάγματα στα μικρασιατικά παράλια.11 Οπως επισήμανε σχετικά ο Βενιζέλος: «Μόνον το βιλαέτιον του Αϊδινίου» ήταν «υπό άποψιν πλούτου και παραγωγής (…) ασυγκρίτως ανώτερον (…) της Παλαιάς Ελλάδος προ του πολέμου του 1912».12

 

2. Αν και ο Βενιζέλος έθεσε στο λεγόμενο «Συνέδριο της Ειρήνης» ως πρόσχημα των εδαφικών διεκδικήσεων το ζήτημα της ύπαρξης ελληνικών πληθυσμών εκτός των ορίων του ελληνικού καπιταλιστικού κράτους, δεν θέλησε να διεκδικήσει περιοχές στις οποίες οι ελληνικοί πληθυσμοί πλειοψηφούσαν αισθητά, όπως τα Δωδεκάνησα ή η Κύπρος (που βεβαίως τότε αποτελούσε αποικία της συμμάχου Μ. Βρετανίας).13

 

3. Ο Βενιζέλος θέλησε να αναβαθμίσει τη διαπραγματευτική ισχύ του ελληνικού καπιταλιστικού κράτους (που καθυστερημένα μπήκε στον πόλεμο) στα μεταπολεμικά παζάρια των νικητών για το μοίρασμα της ιμπεριαλιστικής λείας, συμμετέχοντας στην εκστρατεία 14 καπιταλιστικών κρατών εναντίον της νεαρής σοβιετικής εξουσίας στη Ρωσία και με αποκλειστικό στόχο την προσάρτηση της περιοχής της Σμύρνης και όχι γενικά την απελευθέρωση των «αλύτρωτων αδελφών». Γι’ αυτό, παρά τις πανωλεθρίες που υπέστη το ελληνικό εκστρατευτικό σώμα, σε γράμμα του προς τον επικεφαλής του, Κ. Νίδερ, ανέφερε:

«Οι κόποι σας δεν απέβησαν επί ματαίω. Η οδός η οδηγήσασα εις την Σμύρνην διήρχετο δια της Ρωσσίας. Ητο πλήρης ακανθών και σεις την αποκαθάρατε. Σας συγχαίρω και σας ευχαριστώ».14

4. Στο Συμμαχικό Συμβούλιο στις 20.4.1920, οπότε και ο Βενιζέλος ανέλαβε με ενθουσιασμό την ευθύνη μιας εκστρατείας ενάντια στις δυνάμεις του Κεμάλ, παρά τις αντιρρήσεις ανώτατων στρατιωτικών συμβούλων (όπως του στρατάρχη H. Wilson, που θεωρούσε βέβαιη την ήττα της εκστρατείας)15, συμφώνησε παράλληλα πως «τα στρατεύματα που οι συμμαχικές κυβερνήσεις δύναντο να δεσμεύσουν επαρκούσαν για τους σκοπούς που συζητήθηκαν», πλην «της προστασίας της Αρμενίας, της διασφάλισης των μειονοτήτων (σ.σ. στις οποίες συμπεριλαμβάνονταν και οι ελληνικοί πληθυσμοί) και του αφοπλισμού».16

 

5. Οσοι από τους Μικρασιάτες επέζησαν από τη σφαγή και επέστρεψαν στην Ελλάδα, δεν αντιμετωπίστηκαν ως «αλύτρωτοι αδελφοί» αλλά ως ευκαιρία για νέα καπιταλιστικά κέρδη. Η προαναφερόμενη έκδοση που επιμελήθηκε το Τμήμα Ιστορίας μιλά αναλυτικά τόσο για την περίφημη «αποκατάσταση» των προσφύγων17 όσο και για τη γυναικεία και παιδική εργασία.18Εδώ παραθέτουμε ενδεικτικά μόνο τη δήλωση του Βενιζέλου ότι οι συμβάσεις για την παιδική εργασία «ημελίθησαν σκοπίμως»19.
Ηταν η φιλοβασιλική αστική παράταξη εναντίον της Μικρασιατικής Εκστρατείας και γι’ αυτό ταυτίστηκε με το ΚΚΕ;

Για έναν παράδοξο δικό του λόγο, πάλι κόντρα στα ιστορικά ντοκουμέντα, ο Αγτζίδης αφήνει να εννοηθεί ότι η φιλοβασιλική αστική πολιτική παράταξη τάχθηκε εναντίον της Μικρασιατικής Εκστρατείας, μόνο και μόνο επειδή υιοθέτησε δήθεν αντιπολεμικά συνθήματα στις εκλογές του Νοέμβρη του 1920. Στην πραγματικότητα, η φιλοβασιλική Ηνωμένη Αντιπολίτευσις προώθησε το σύνθημα «μικρά, αλλά έντιμος Ελλάς», που υπονοούσε τον τερματισμό της εκστρατείας, αλλά μόνο για εκλογοθηρικούς λόγους. Γι’ αυτό ο Δ. Γούναρης σε επιστολή του προς στελέχη της παράταξης ανέφερε προεκλογικά:

«Οσο περισσότερον και όσο βαθύτερα είμεθα εμποτισμένοι με την ιδέαν της συναρμόσεως των Ελληνικών συμφερόντων προς τα συμφέροντα των Μεγάλων Δυνάμεων εν τη Ανατολή και όσο περισσότερον είμεθα πεπεισμένοι ότι πολλά σημεία συμπτώσεως αυτών υπάρχουσι, ενδεικνύοντα την συναρμόσιν ταύτην, τόσο επιτακτικώτερον έχομεν το καθήκον να διαφυλάξωμεν από πάσης παρεξηγήσεως την πολιτικήν ταύτην».20

Για τον ίδιο λόγο την επομένη των εκλογών και της νίκης της Ηνωμένης Αντιπολιτεύσεως ο πρωθυπουργός Νίκος Καλογερόπουλος από το βήμα της Βουλής δήλωνε πως «η Ελληνική Κυβέρνησις δε δύναται να έχει άλλην αντίληψιν» από εκείνη που «ηφαρμόσθει υπό της προκατόχου Κυβερνήσεως»21, ενώ ο βασιλιάς Κωνσταντίνος διατράνωσε την αφοσίωσή του στα συμφέροντα της Ελλάδας που «συνταυτίζονται προς τα συμφέροντα της Αντάντ».22

Στην πράξη, λοιπόν, η φιλοβασιλική αστική πολιτική παράταξη συνέχισε και επέκτεινε τη Μικρασιατική Εκστρατεία.

Εξάλλου, διαχρονικά δεν είναι παράδοξο οι αστικές πολιτικές δυνάμεις να προσαρμόζουν τον λόγο τους στο συναίσθημα των εργατικών – λαϊκών μαζών, τη στιγμή που δεν διαταράσσουν την εναρμόνιση της πολιτικής τους με τα καπιταλιστικά συμφέροντα. Ενδεικτικά, μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, η βενιζελική πολιτική παράταξη από τη μια υποσχόταν στους πρόσφυγες επιστροφή στις πατρογονικές εστίες και αποζημίωση για τις περιουσίες τους και από την άλλη ο ίδιος ο Βενιζέλος υπέγραψε τις Συμφωνίες Ειρήνης με τον Τούρκο πρωθυπουργό Ινονού και μάλιστα το 1934 πρότεινε τον Κεμάλ για Νόμπελ Ειρήνης (μάλλον δεν τον θεωρούσε εθνικοσοσιαλιστή, όπως ο οπαδός του Αγτζίδης).

Ακριβώς επειδή οι φιλοβασιλικοί και οι βενιζελικοί ταυτίζονταν στην προάσπιση των καπιταλιστικών συμφερόντων, δεν μπορούσαν να μην ταυτίζονται και στη στάση τους απέναντι στο εργατικό – λαϊκό κίνημα και το ΣΕΚΕ. Ηδη από την άνοιξη του 1921 και ενώ η εργατική – λαϊκή αντιπολεμική δράση κορυφωνόταν23οι διώξεις και η τρομοκρατία στη Θεσσαλονίκη και στην ευρύτερη περιοχή της Μακεδονίας24 συνέβαλαν στην αναβολή του 3ου Συνεδρίου του ΣΕΚΕ, το οποίο ανάμεσα στα άλλα θα εξέταζε και την προσχώρηση του Κόμματος στην Κομμουνιστική Διεθνή25. Στη συνέχεια:

«Το καλοκαίρι και το φθινόπωρο του 1921 κυριολεκτικά οργίασε η τρομοκρατία κατά των κομματικών μελών. Οι φυλακίσεις και οι ξυλοδαρμοί των μελών και των οπαδών του Κόμματος είναι καθημερινοί, οι επιδρομές κατά των κομματικών γραφείων οργανώνονται με το γνωστό σύνθημα των “αγανακτισμένων πολιτών”. Η περιουσία του Κόμματος καταστρέφεται συστηματικά. Τυπογραφεία, εφημερίδες, περιοδικά κατάσχονται και οι μικρές κομματικές οργανώσεις διαλύονται».26

Και όταν πλέον η ήττα του ελληνικού στρατού ήταν βέβαιη και η φιλοβασιλική αστική κυβέρνηση φοβόταν για το πού θα μπορούσε να οδηγήσει η εργατική – λαϊκή αγανάκτηση, συνέλαβε όλη την ηγεσία του ΣΕΚΕ και της ΓΣΕΕ.27

Ηταν η πολιτική του ΣΕΚΕ φιλοκεμαλική;

Ο Αγτζίδης, αναπαράγοντας τα επιχειρήματα της τότε φιλοβασιλικής αστικής κυβέρνησης και ακολουθώντας την πεπατημένη του αστικού ιδεολογήματος της εθνικής ενότητας, θεωρεί κάθε άρνηση των συμφερόντων των Ελλήνων καπιταλιστών ως απόδειξη της ταύτισης με τα συμφέροντα της αντίπαλης αστικής τάξης. Γι’ αυτό ο Αγτζίδης έχει το θράσος να χαρακτηρίζει την πολιτική του ΣΕΚΕ ως «πρωτόλεια δοσιλογική»28. Γι’ αυτό και θεωρεί κάθε αντιπολεμικό σύνθημα ως αντιμικρασιατικό. Γι’ αυτό και τη φράση του ανυπόγραφου άρθρου του «Ριζοσπάστη» (που ο ίδιος αποδίδει – ποιος ξέρει γιατί; – στον Ν. Ζαχαριάδη) «όχι μόνο δεν λυπηθήκαμε, αλλά και επιδιώξαμε την αστικοτσιφλικάδικη ήττα στη Μικρά Ασία» την παρουσιάζει στρεβλά ως «όχι μόνο δεν λυπηθήκαμε, αλλά και επιδιώξαμε τη Μικρασιατική Καταστροφή»29.

Ομως το ΣΕΚΕ τότε θεωρούσε την ήττα των εκατέρωθεν αστικών τάξεων ως προϋπόθεση της εξασφάλισης των συμφερόντων των εργατικών – λαϊκών δυνάμεων και της διάσωσης των Μικρασιατών. Οπως έγραφε ο «Εργατικός Αγώνας» (επίσημο όργανο του ΣΕΚΕ εκείνη την εποχή):

«Εις τη ράχη των χωρικών και των εργατών θα φορτωθούν τα νέα βάρη του κατακτητικού πολέμου. Οσοι απ’ αυτούς δεν αφήσουν τα κουφάρια τους στις μακρυσμένες εκτάσεις της Μικράς Ασίας θα τ’ αφήσουν στα χωράφια των τσιφλικάδων και εις τα εργοστάσια των εκμεταλλευτών. Μόνο όταν, αποκτώντας συνείδηση της τάξεώς των, μάθουν ότι οι εχθροί δεν είνε οι Τούρκοι δουλοπάροικοι και εργάτες αλλ’ αυτοί ακριβώς που τους αναγκάζουν να πολεμούν και να σκοτώνονται στη Μικρά Ασία, και εκείνοι που αναγκάζουν τους Τούρκους χωρικούς και εργάτες, οι καπιταλισταί, τότε ενωμένοι με τους συντρόφους τους Τούρκους κάτω από την ίδια σημαία της πραγματικής ελευθερίας, του Κομμουνισμού, ας αγωνιστούν άλλη μια φορά. Η νίκη θα ‘ναι πραγματική».30

Το ίδιο θεωρεί το ΚΚΕ και σήμερα, όταν λέει ότι η ήττα και της ρωσικής αστικής τάξης και της ουκρανικής αστικής τάξης και των ΝΑΤΟικών πατρώνων της είναι η μόνη προϋπόθεση για την ασφάλεια και την ευημερία των ρωσικών και των ουκρανικών εργατικών – λαϊκών δυνάμεων. Αυτό επιβεβαιώνουν και τα ιστορικά δεδομένα, αφού οι δύο λαοί που έζησαν αρμονικά τις δεκαετίες της σοσιαλιστικής σοβιετικής εξουσίας, σήμερα αιμορραγούν για τα καπιταλιστικά συμφέροντα. Το ίδιο επιβεβαιώθηκε με τον πιο τραγικό τρόπο την περίοδο της Μικρασιατικής Εκστρατείας και Καταστροφής, όταν οι ανταγωνισμοί της ελληνικής και της τουρκικής αστικής τάξης και η εμπλοκή τους με τους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς είχαν τραγικές και μακροχρόνιες συνέπειες για τις εργατικές – λαϊκές δυνάμεις και των δύο χωρών. Και η ίδια θέση αποκτά ιδιαίτερη επικαιρότητα αν αναλογιστεί κανείς τη σημερινή εμπλοκή του ελληνικού και του τουρκικού αστικού κράτους στις ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις.

Βέβαια, η τότε θέση του ΣΕΚΕ, αν και αποτελούσε συνέπεια της ακτινοβολίας της Οκτωβριανής Σοσιαλιστικής Επανάστασης και της στάσης των μπολσεβίκων απέναντι στον Α’ Παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό Πόλεμο, που προσανατόλιζε στην αντιμετώπιση της πολεμικής σύγκρουσης των δύο αστικών τάξεων από τη σκοπιά των συμφερόντων της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων, δεν ήταν αποτέλεσμα της προσχώρησής του στην Κομμουνιστική Διεθνή. Το ΣΕΚΕ προσχώρησε στην Κομμουνιστική Διεθνή αφού μετονομάστηκε σε ΚΚΕ (σε αντίθεση με όσα ισχυρίζεται ο Αγτζίδης) δυο χρόνια μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή. Αντίθετα, στην πιο κρίσιμη περίοδο της Μικρασιατικής Εκστρατείας, όταν υπό την πίεση των εργατικών – λαϊκών κινητοποιήσεων εμφανίστηκαν σημάδια αποσταθεροποίησης της καπιταλιστικής εξουσίας, στο εσωτερικό του Κόμματος επικράτησαν οι ρεφορμιστικές δυνάμεις που ευνοήθηκαν από την αποδιάρθρωση των Κομματικών Οργανώσεων λόγω της γενικής επιστράτευσης και της κρατικής καταστολής. Οι ρεφορμιστικές δυνάμεις δεν επιθυμούσαν την προσχώρηση του ΣΕΚΕ στην Κομμουνιστική Διεθνή και περιορίστηκαν στα συνθήματα του τερματισμού του πολέμου και του αφοπλισμού, τα οποία δεν ευνόησαν τη γενίκευση και τη ριζοσπαστικοποίηση των εστιών αντίστασης ενάντια στην καπιταλιστική εξουσία.31

Ετσι και αλλιώς, ενάντια στην αστική του τάξη στρεφόταν και το πρόσφατα ιδρυμένο Κομμουνιστικό Κόμμα Τουρκίας, που ήταν συνδεδεμένο με την Κομμουνιστική Διεθνή. Γι’ αυτό και τον Γενάρη του 1921, ο Κεμάλ διέταξε τη δολοφονία του επικεφαλής του, Μουσταφά Σουπχί, και 14 ακόμα ηγετικών στελεχών του, καθώς και τη φυλάκιση ή τον εξορισμό πολλών ακόμα μελών και στελεχών του.32 Λίγο έως πολύ, όπως και οι Ελληνες αστοί πολιτικοί, κατηγορούσε τους κομμουνιστές για εθνοπροδοσία.

Υπό αυτές τις συνθήκες, οι Ελληνες και Τούρκοι καπιταλιστές βγήκαν αλώβητοι από τη Μικρασιατική Καταστροφή. Οσον αφορά τους Ελληνες καπιταλιστές, μπορεί να μην είχαν τα προσδοκώμενα οικονομικά και γεωπολιτικά κέρδη (τα μόνα που ρίσκαραν στον πόλεμο, τη στιγμή που οι εργατικές – λαϊκές δυνάμεις ρίσκαραν τη ζωή τους και το μέλλον το δικό τους και των παιδιών τους), αλλά μετέτρεψαν την εξαθλίωση των προσφύγων, για την οποία ευθύνονταν, σε ευκαιρία για νέα καπιταλιστικά κέρδη. Γλαφυρά παρουσίασε την κατάσταση της εποχής ο Νίκος Μπελογιάννης:

«Οι βιομήχανοι βρήκανε φθηνά εργατικά χέρια, οι κάθε λογής προμηθευτές μοναδική ευκαιρία για να πουλήσουν ό,τι σάπιο και άχρηστο πράγμα είχαν, οι πολιτικάντηδες και η Εθνοτράπεζα έκαναν τις μπάζες τους με την ανταλλαγή και την αποκατάσταση, οι προσφυγοπατέρες βρήκανε δουλειές με φούντες, οι βενιζελικοί ψήφους (…), οι σωματέμποροι πηδούσαν από τη χαρά τους, οι γκαρσονιέρες στολίστηκαν με τις όμορφες αλλά άτυχες κοπέλες που η προσφυγιά τις έριξε γδυτές και απροστάτευτες στο δρόμο και η Λαϊκή Τράπεζα του μεγάλου τοκογλύφου Λοβέρδου, που ήταν προστατευόμενη της Εθνικής, μόλις ήρθαν οι πρόσφυγες πρόσθεσε – ανάμεσα στις άλλες δουλειές της – και τα δάνεια με ενέχυρο τιμαλφών και επίπλων ακόμα. Με αυτό τον τρόπο γδύσανε την προσφυγιά παίρνοντας τους για ένα κομμάτι ψωμί όλα τα χρυσά κειμήλια που οι ξεριζωμένοι πληθυσμοί είχαν καταφέρει να πάρουν μαζί τους. Οι αγιογδύτες φτάσανε ακόμα στο σημείο να αγοράσουν από τους πρόσφυγες ακόμα και εικονίσματα μεγάλης αξίας για λίγες πενταροδεκάρες. Ποιος μπορεί να αρνηθεί ότι η μικρασιατική καταστροφή δε στάθηκε στο τέλος-τέλος ένα ευτυχές γεγονός για την κυρίαρχη τάξη της χώρας μας;».33

Από την άλλη πλευρά, οι εργατικές – λαϊκές δυνάμεις μετά τα βάρη του ιμπεριαλιστικού πολέμου κλήθηκαν να σηκώσουν τα βάρη της ιμπεριαλιστικής ειρήνης. Κάτω από αυτές τις συνθήκες και με τη συμβολή της επίμονης και πρωτοπόρας δράσης του ΚΚΕ, οι πρόσφυγες εργάτες και αγρότες, όταν συνειδητοποίησαν την ταξική τους θέση, συναντήθηκαν με τους γηγενείς στους μεγάλους ταξικούς αγώνες του μεσοπολέμου και στη συνέχεια μετέτρεψαν τις γειτονιές τους σε κάστρα της ΕΑΜικής Αντίστασης και αργότερα σε αιμοδότες του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας. Αυτό το μαζικό πέρασμα των φτωχών προσφύγων με το ΚΚΕ φυσικά παρατίθεται ασχολίαστο από τον Αγτζίδη, μιας και ακυρώνει την ουσία των επιχειρημάτων του.

Τι καινούριο κομίζει ο Βλάσης Αγτζίδης;

Το επιχείρημα ότι οι κομμουνιστές ήταν υπεύθυνοι για την ήττα της Μικρασιατικής Εκστρατείας δεν είναι καινούριο. Αυτό υποστήριζε η φιλοβασιλική «Καθημερινή», στις 25 Αυγούστου/ 7 Σεπτέμβρη 1922, δηλαδή λίγο πριν ο ελληνικός στρατός εγκαταλείψει τη Σμύρνη και μαζί τους ελληνικούς πληθυσμούς της πόλης.34Το ίδιο επανέλαβε ο φιλοβασιλικός Ιωάννης Μεταξάς δύο μέρες αργότερα.35 Από τότε, η πρόθεση να αποκαθαρθεί η αστική εξουσία από τις ευθύνες της για τη Μικρασιατική Καταστροφή, φορτώνοντας τα εγκλήματά της (εναντίον του ελληνικού και τουρκικού λαού) στους ταξικούς της αντιπάλους, έχει επαναληφθεί πολλές φορές. Φυσικά, από την πτώση της δικτατορίας και έπειτα, υπό το βάρος των ιστορικών τεκμηρίων και του εργατικού – λαϊκού κινήματος, αυτή η ανάλυση συνέχισε να αναπαράγεται μόνο σε διάφορες ακροδεξιές, φιλοβασιλικές και φιλοχουντικές φυλλάδες, που βέβαια δεν διαθέτουν τη φαντασία του Αγτζίδη, ώστε να υποστηρίξουν ότι το ΣΕΚΕ ταυτίστηκε με τη φιλοβασιλική αστική πολιτική παράταξη.

Με αυτή την έννοια, το επιχείρημα, που πάντα αναπαράγεται χωρίς χρήση ιστορικών πηγών ή μέσα από τη διαστρέβλωσή τους, δεν είναι καινούριο. Το καινούριο είναι ότι επαναλαμβάνεται από κάποιον που ανήκει πολιτικά στον ΣΥΡΙΖΑ, η εφημερίδα του οποίου φιλοξένησε άρθρο του Βλάση Αγτζίδη, όπου και επαναλαμβάνει – αν και με πιο προσεκτική διατύπωση – το επιχείρημα: «Η σφαγή της Σμύρνης είναι ένα γεγονός που αποσιωπήθηκε συνειδητά στην Ελλάδα τόσο από τις δυνάμεις της εξουσίας όσο και από την όποια αντιπολίτευση».36 Ετσι, όπως επανειλημμένα έχει συμβεί ιστορικά, ο παραδοσιακός αντικομμουνισμός, αναβαπτισμένος στην κολυμβήθρα της σοσιαλδημοκρατίας, αξιώνει αριστερό προσωπείο και επομένως αντικειμενικότητα.

Στην ίδια κατεύθυνση κινείται και η καταγγελία του ΚΚΕ για ιστορικό αναθεωρητισμό, που δεν αποτελεί ένα κάποιο γλωσσικό ολίσθημα του Αγτζίδη. Ως αναθεωρητές της Ιστορίας έχουν επικρατήσει να λέγονται οι αστοί ιστορικοί που αμφισβητούν τις ναζιστικές θηριωδίες και ειδικότερα το Ολοκαύτωμα των Εβραίων. Ο Αγτζίδης λοιπόν επιχειρεί να ταυτίσει το ΚΚΕ μαζί τους, αναπαράγοντας λίγο έως πολύ το ιδεολόγημα των δύο άκρων.

Αν, όμως, ενδιαφερόταν πραγματικά να αναμετρηθεί με τον ιστορικό αναθεωρητισμό, θα έπρεπε να στρέψει το βλέμμα του και πάλι στον πολιτικό του χώρο. Στις κομματικές εκδηλώσεις του ΣΥΡΙΖΑ θα έβρισκε καλεσμένο τον Νίκο Μαραντζίδη, που ειδικεύεται στο ξέπλυμα των ναζιστικών θηριωδιών των Ταγμάτων Ασφαλείας. Κάτι θα είχε να του πει και για πρωτόλειους και για ώριμους δοσίλογους.

 

Παραπομπές:

1. Βλάσης Αγτζίδης, «Μικρασιατική Καταστροφή: Ο ιστορικός αναθεωρητισμός έναν αιώνα μετά», spress.gr, 24.9.2022

2. Βλάσης Αγτζίδης, «Μικρασιατική Καταστροφή: Τα δικά μας Μπάμπι Γιαρ», slpress.gr, 5.10.2022

3. «Βλάσης Αγτζίδης: Κίνδυνος για την προσφυγική ιστορική μνήμη οι σημερινές αναθεωρητικές τάσεις», pontosnews.gr, 8.10.2022

4. Βλάσης Αγτζίδης, «Μικρασιατική Καταστροφή: Ο ιστορικός αναθεωρητισμός έναν αιώνα μετά», spress.gr, 24.9.2022

5. Slpress.gr, 13.10.2022

6. Αναστάση Γκίκα, «Οι λαοί στη μέγγενη των “εθνικών” αστικών επιδιώξεων και των ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών» στο: Τμήμα Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ (επιμ.), «1922. Ιμπεριαλιστική Εκστρατεία και Μικρασιατική Καταστροφή», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2022, σελ. 69.

7. «Ριζοσπάστης», 18.3.2007

8. «Ριζοσπάστης», 5.8.2007

9. Βλάση Αγτζίδη, «Εκατό χρόνια πριν στην Ιωνία», «Η Αυγή», 25 Σεπτεμβρίου 2022

10. Εφημερίς της Κυβερνήσεως, τεύχ. Α΄, αρ. φυλ. 119, 20.7.1922

11. Αναστάση Γκίκα, ό.π., σελ. 39

12. Στέφανος Στεφάνου (επιμ.), «Τα κείμενα του Ελευθερίου Βενιζέλου», τόμ. Β’. εκδ. «Λέσχη Φιλελευθέρων – Μνήμη Ελ. Βενιζέλου», Αθήνα, 1982, σελ. 200

13. Τμήμα Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ, «Το ΣΕΚΕ για την Ιμπεριαλιστική Εκστρατεία. Η πρώτη μεγάλη δοκιμασία του νεαρού κόμματος», στο Τμήμα Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ (επιμ.), ό.π., σελ. 105-107

14. Αρχείο ΔΙΣ, Φάκελος 264, Υποφάκελος Ε’, Βενιζέλος προς Νίδερ, 18/31.5.1919.

15. Paul Helmreich, From Paris to Sevres, Ohio University Press, Columbus, 1974, pp. 316-318.

16. Μουσείο Μπενάκη, Αρχείο Ε. Βενιζέλου, Φάκελος 27/6, Πρακτικό σχετικά με την εφαρμογή της Ειρηνευτικής Συμφωνίας με την Τουρκία, 20.4.1920

17. Αναστάση Γκίκα και Στρατή Δουνιά, «Οι συνθήκες ζωής και εργασίας των προσφύγων κατά τη λεγόμενη “αποκατάσταση”. Τα πρώτα βήματα στους ταξικούς αγώνες»

18. Τμήμα της ΚΕ του ΚΚΕ για την Ισοτιμία και τη Χειραφέτηση της Γυναίκας, «Οι γυναίκες εργάτριες πρόσφυγες»

19. Αντώνης Λιάκος, «Εργασία και πολιτική στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου», εκδ. Ιδρύματος Ερευνας και Παιδείας της Εμπορικής Τράπεζας της Ελλάδας, Αθήνα, 1993, σελ. 292

20. Οπως παρατίθεται στο Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ, τόμ. Α2, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2018, σελ. 144.

21. Πρακτικά των Συνεδριάσεων της Γ’ εν Αθήναις Συντακτικής των Ελλήνων Συνελεύσεως (1920-1921), εκδ. «Εθνικό Τυπογραφείο», Αθήναι, 1921, σελ. 55

22. «Εμπρός», 25.11.1920

23. Γιώργος Χρανιώτης, «Λαϊκή αντιπολεμική διαμαρτυρία και εργατικό – κομμουνιστικό κίνημα, 1919-1922» στο Τμήμα Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ (επιμ.), ό.π., σελ. 161-191.

24. «Ριζοσπάστης», 21.4.1921

25. Τμήμα Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ, «Το ΣΕΚΕ για την Ιμπεριαλιστική Εκστρατεία. Η πρώτη μεγάλη δοκιμασία του νεαρού κόμματος», στο Τμήμα Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ (επιμ.), ό.π., σελ. 107

26. Γιώργης Ν. Κατσούλης, «Ιστορία του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας», τόμ. Α’, εκδ. «Νέα Σύνορα», Αθήνα, 1976, σελ. 234-235

27. Δημήτρης Λιβιεράτος, «Το ελληνικό εργατικό κίνημα (1918-1923)», εκδ. «Καρανάση», Αθήνα, 1976, σελ. 100-101

28. Βλάσης Αγτζίδης, «”Οχι μόνο δεν λυπηθήκαμε, αλλά και επιδιώξαμε τη Μικρασιατική Καταστροφή” – με τα λόγια του ΚΚΕ», slpress.gr, 13.10.2022.

29. Βλάσης Αγτζίδης, «”Οχι μόνο δεν λυπηθήκαμε, αλλά και επιδιώξαμε τη Μικρασιατική Καταστροφή” – με τα λόγια του ΚΚΕ», slpress.gr, 13.10.2022

30. «Εργατικός Αγών», 18.7.1921

31. Τμήμα Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ, «Το ΣΕΚΕ για την Ιμπεριαλιστική Εκστρατεία. Η πρώτη μεγάλη δοκιμασία του νεαρού κόμματος», στο Τμήμα Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ (επιμ.), ό.π., σελ. 128-133

32. Κώστα Σκολαρίκου – Κώστα Τζιάρα, «Στοιχεία αποσταθεροποίησης της αστικής εξουσίας κατά την ήττα της Μικρασιατικής Εκστρατείας» στο Τμήμα Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ (επιμ.), ό.π., σελ. 212

33. Νίκος Μπελογιάννης, «Το ξένο κεφάλαιο στην Ελλάδα», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1998, σελ. 185

34. Γιάνης Κορδάτος, «Μεγάλη Ιστορία της Ελλάδας», τόμ. ΧΙΙΙ, εκδ. «20ός Αιώνας», Αθήνα, 1957, σελ. 575-576

35. Αλέξανδρος Κοτζιάς, «Η δίκη των έξι», εκδ. ΔΟΛ, Αθήνα, χ.χ., σελ. 19.

36. Βλάση Αγτζίδη, «Εκατό χρόνια πριν στην Ιωνία», «Η Αυγή», 25 Σεπτεμβρίου 2022

Ριζοσπάστης

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: