«Να βεβαιώσετε ότι ο ΔΣΕ σεβάστηκε τη ζωή σας… Ότι είμαστε Έλληνες και όχι Σλάβοι…» – Στιγμιότυπα απ’ το ελεύθερο Καρπενήσι

Οι άνθρωποι βγαίνουν απ’ τα σπίτια και τους κρυψώνες τους. Κατηφορίζουν προς την πλατεία διατακτικοί κι οπλισμένοι με πολλή περιέργεια και χίλιες δυο επιφυλάξεις. Ακόμα δεν έχουν δει αντάρτες του ΔΣΕ κι έχουν ακούσει ως τώρα βουνά με κατηγορίες. Σήμερα θέλουν να μετρήσουν τη δύναμη και την αντοχή μας. Θέλουν να σφυγμομετρήσουν πού θα σταθούν.

Στις 19 του Γενάρη 1949 ξεκίνησε η μεγάλη μάχη του Καρπενησιού που μετά από δυο μέρες ολοκληρώθηκε με επικράτηση των δυνάμεων του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας  έναντι του κυβερνητικού στρατού και την κατάληψη της πόλης από τον ΔΣΕ. Η κατάληψη του Καρπενησιού ήταν από τις σπουδαιότερες επιχειρήσεις του ΔΣΕ και προκάλεσε μεγάλη αίσθηση στον αντίπαλο και τους Αμερικανούς συμμάχους του, καθώς ήταν η δεύτερη πρωτεύουσα νομού που καταλάμβανε ο ΔΣΕ μετά τη Νάουσα. H πόλη κρατήθηκε από τον ΔΣΕ για είκοσι μέρες. Στα παρακάτω αποσπάσματα από το βιβλίο του Βασίλη Αποστολόπουλου «Το χρονικό μιας εποποιίας – Ο ΔΣΕ στη Ρούμελη», περιγράφονται στιγμιότυπα από την κατάσταση στην πόλη και αντιδράσεις που συνάντησε ο ΔΣΕ μετά την κατάληψη.

Η κυβέρνηση της Αθήνας και το ΓΕΣ ζεματίστηκαν από την τρομερή είδηση. Και αποφασίζει αμέσως ν’ αναθέσει την αρχιστρατηγία των ενόπλων δυνάμεων στο στρατηγό Παπάγο στις 21 Γενάρη 1949.

Ο Παπάγος ανέλαβε την αρχηγία πεζικού-ναυτικού-αεροπορίας, με τον όρο πως θα περιοριστούν οι πιεστικές επεμβάσεις Αμερικανών και Άγγλων και ζήτησε την αύξηση του στρατού σε 250.000.

Το 1949 ήταν χρόνος που οι Αμερικανοί με τον Βαν Φλιτ απαιτούσαν τον τερματισμό του εμφύλιου πολέμου. Και το εντυπωσιακό κατόρθωμα του ΔΣΕ [την κατάληψη του Καρπενησιού] έπρεπε να το αντισταθμίσουν οι κυβερνητικοί με μια σύντομη επιτυχία. Εμείς πάλι, κάτω από προσποιητά χαμόγελα, με αγωνία περιμένουμε σκληρές συγκρούσεις και δυσκολίες.

Σιγά-σιγά καταλαγιάζει ο αχός της μάχης. Ξεψυχάει πόλεμος και χύνεται μια ημερότητα κι ησυχία, που μας δημιουργούν τραυματικές ψευδαισθήσεις. Είναι μια μέρα ηλιόλουστη. Δεν υπήρχαν χιονοθύελλες, όπως θέλουν μερικοί ιστορικοί.

Οι άνθρωποι βγαίνουν απ’ τα σπίτια και τους κρυψώνες τους. Κατηφορίζουν προς την πλατεία διατακτικοί κι οπλισμένοι με πολλή περιέργεια και χίλιες δυο επιφυλάξεις. Ακόμα δεν έχουν δει αντάρτες του ΔΣΕ κι έχουν ακούσει ως τώρα βουνά με κατηγορίες. Σήμερα θέλουν να μετρήσουν τη δύναμη και την αντοχή μας. Θέλουν να σφυγμομετρήσουν πού θα σταθούν.

Γνωριζόμαστε με αρκετούς κι αρχίζουν οι χαιρετούρες. Ακολουθούν εντυπώσεις κι εγκώμια, η συνηθισμένη άμυνα των ανθρώπων που βρίσκονται υποταγμένοι σ’ ανώτερη βία. Όμως, βλέπουν με τα μάτια τους πράγματα που δεν περίμεναν. Είδαν το σεβασμό της προσωπικής τους ελευθερίας, της περιουσίας τους και παραξενεύονταν που η κυβερνητική προπαγάνδα τους είχε παρουσιάσει τους «συμμορίτες» αληθινά ανθρωπόμορφα τέρατα.

«Να βεβαιώσετε ότι ο ΔΣΕ σεβάστηκε τη ζωή σας… Ότι είμαστε Έλληνες και όχι Σλάβοι…» - Στιγμιότυπα απ’ το ελεύθερο Καρπενήσι

Ο Διοικητής της Ι Μεραρχίας του ΔΣΕ Χαρίλαος Φλωράκης (Γιώτης) με τον αξιωματικό του ΔΣΕ Αλέκο Παπαγεωργίου στο ελεύθερο Καρπενήσι

Τα τμήματα δεν έχουν καιρό για ραχάτια. Τα πιο πολλά κινούνται προς τη δημοσιά του άξονα Λαμία-Καρπενήσι, απ’ όπου θ’ ασκηθεί και η μεγαλύτερη πίεση για την απελευθέρωση της πρωτεύουσας του νομού Ευρυτανίας. Άλλες δυνάμεις πήραν θέση προς την κατεύθυνση της Τριχωνίας. Και οι πρώτες πληροφορίες μας λένε πως άρχισαν μεγάλες κινήσεις και συγκεντρώσεις στρατού. Το Γενικό Επιτελείο της Αθήνας το φυσά και δεν κρυώνει. Όλα έχουν παγώσει απ’ τη μεγάλη επιτυχία του ΔΣΕ.

Δεν περιγράφεται η βιβλική εικόνα της φυγής. Οι πολιτικές και στρατιωτικές αρχές το ’σκασαν πριν ξημερώσει μαζί με τους εγκληματίες και τους φίλους που είχαν στην υπηρεσία τους. Κι όμως άφησαν πίσω κοσμάκη που τον έμπλεξαν στις σκοτεινές τους υποθέσεις και τετρακόσιους φαντάρους. Μαζεύονται όλα τα απομεινάρια καθώς προσπαθούν να διαφύγουν, να γλιτώσουν από φανταστικούς φόβους που τους είχαν γεμίσει το μυαλό.

Σκληρός ακόμα παραπάνω ο εμφύλιος πόλεμος. Θυμάμαι εκείνο το μαχητή του λόχου ασφάλειας της Μεραρχίας που είπε στον Γιώτη:

«Σύντροφε Διοικητή, αν πάθει τίποτα ο αδελφός μου, εγώ θα αυτοκτονήσω.»

«Πού είναι ο αδελφός σου;» τον ρωτά ο Γιώτης.

«Είναι λοκατζής. Είναι εδώ στο νοσοκομείο, τραυματίας.»

Αδυσώπητος ο αδελφοσκοτωμός.

Κι όμως, αυτοί σκοτώνονται, χωρίς να το συνειδητοποιούν, για το πουγκί χίλιων οικογενειών της χώρας μας, έχοντας την υψηλή προστασία των Αμερικανών που θεωρούν την Ελλάδα αποικία τους.

Σε λίγο χρονικό διάστημα φτιάξαμε ελεύθερη περιοχή, όχι στο Γράμμο, που καθόριζαν οι κομματικές αποφάσεις, μα και στη Ρούμελη που δε θα κρατούσε και… πολύ.

Αφού επισημάνθηκαν τρόφιμα και είδη που είχε άμεση ανάγκη ο ΔΣΕ, αγοράστηκαν απ’ τους δικαιούχους και η επιμελητεία άρχισε να κουβαλά υλικά για ν’ αποθηκευτούν στα καταφύγια ή και σε άλλα σημεία, που δύσκολα θ’ ανακάλυπτε ο στρατός. Πήραν τα χρήματα απ’ την Εθνική Τράπεζα, κάπου 12 εκατομμύρια, αφού πληρώθηκαν οι υπάλληλοι δύο μισθούς και αγοράστηκαν τα υλικά. Όσα απόμειναν πετάχτηκαν ή χάθηκαν στα μεγάλα κυνηγητά που ακολούθησαν.

Με το μακαρίτη Γιώργο Λαμπρινό, άξιο λογοτέχνη κι εκλεχτό συναγωνιστή, εκδώσαμε για λογαριασμό του ΚΓΑΝΕ την εφημερίδα Εξόρμηση.

***

Με την εντύπωση ότι έχουμε λεύτερη περιοχή σταθερή και μόνιμη, παράλληλα με τα πολεμικά προβλήματα, παρουσιάζονται και πολιτικά, αφού δεν ξέραμε τι θέλουμε, τι είναι δυνατό να γίνει, ποια είναι η πραγματικότητα. Ο ΔΣΕ έχει ανάγκη από έμψυχο υλικό. Αυτή είναι η θανάσιμη αδυναμία μας από τότε που ερημώθηκαν τα χωριά. Από τότε που άδειασε η ύπαιθρος, στέρεψαν οι πηγές της βρυσομάνας αγροτιάς, που μας εφοδίαζε με έμψυχο κι άψυχο υλικό. Κι ας το πούμε ξάστερα. Στο ΔΣΕ το 95% ήταν αγρότες. Η βασανισμένη αγροτιά έλαβε μέρος στον εμφύλιο πόλεμο και σήκωσε το μεγάλο βάρος του αγώνα.

Θεόσταλτη ευκαιρία για τον αμερικάνικο παράγοντα. Αναβάλλει κάθε πολιτική λύση του προβλήματος και με το πάσο του θα συντρίψει την Αριστερά. Κι έτσι η χώρα παραδίνεται στις μυστικές υπηρεσίες τους και η Ελλάδα γίνεται προγεφύρωμα στα Βαλκάνια του ιμπεριαλισμού της υπερπόντιας μεγάλης δύναμης.

Οι αντάρτες και στο Καρπενήσι αναγκάζονται να στρατολογήσουν παιδιά, αγόρια και κορίτσια. Κουβαλούν υλικά έξω απ’ την πόλη και τ’ αποκρύβουν όπως-όπως. Σχέδια ετοιμάζουν τα επιτελεία μας για την αντιμετώπιση της επερχόμενης επίθεσης του στρατού. Έτσι, κατά το δυνατό, συμπληρώνονται τα τμήματα κι εφοδιάζονται. Με την ψευδαίσθηση ότι αποκτήσαμε λεύτερη περιοχή, άρχισαν και οι πολιτικές μας οργανώσεις να θέλουν αυτοδιοίκηση. Επιθυμίες που βρίσκονταν μακριά από κάθε πραγματικότητα.

Αυτό που στη συνέχεια θα διαβάσετε, είναι όπως ακριβώς έγινε, γιατί το είδα με τα μάτια μου και κυριολεκτικά το έζησα.

Περνούσα έξω απ’ το παλιό μου γυμνάσιο, στου «Χρονόπουλου», που λέγαμε. Τώρα ήταν εκεί μια μεγάλη αίθουσα. Άκουσα μέσα φωνές, συζήτηση, θόρυβο. Ας μπω, είπα. Πάνω σε μια έδρα ήταν ο μακαρίτης Στέφος Θάνος της Νομαρχιακής Επιτροπής. Ήταν κι ο μακαρίτης Γιώργος Λαμπρινός. Κάτω η αίθουσα ήταν γεμάτη από φοβισμένους υπαλλήλους, δικαστές, καθηγητές, δάσκαλους. Πολλοί! Άκουγαν τι τους έλεγε ο Στέφος κι είχαν ένα βλέμμα όλο φόβο και υποψία.

Ο Στέφος με πειστικότητα και γλύκα προσπαθούσε να τους δείξει τ’ αγαθά που θα κερδίσουν, μπαίνοντας στις πολιτικές οργανώσεις. Απόκριση, όμως, απ’ τη μεριά τους καμιά. Φοβερό! Τόσοι μορφωμένοι άνθρωποι που δεν τολμούνε να εκφράσουν τη γνώμη τους.

Πόσα στραβά διαπράττονται στ’ όνομά σου, δημοκρατία! Τους κοίταξα, τους λυπήθηκα. Ζήτησα το λόγο κι είπα:

«Συναγωνιστές μου, συμφωνώ μαζί σας. Έχετε δίκιο που δεν κουβεντιάζετε, δεν τολμάτε, γιατί αύριο θα δώσετε λόγο. Έχετε δίκιο! Όμως εγώ θέλω να σας προτείνω κάτι άλλο.»

«Τι, τι;» άκουσα να ψιθυρίζουν πολλοί!

«Θέλω να βεβαιώσετε», συνέχισα, «τους συναδέλφους σας σ’ όλη την Ελλάδα ότι είστε ζωντανοί. Ότι ο ΔΣΕ, μπαίνοντας στο Καρπενήσι, σεβάστηκε τη ζωή σας και όλες τέλος τις αρχές που πρέπει να σέβεται κάθε λαϊκός στρατός. Ότι δε σας στέρησε ούτε δευτερόλεπτο την ελευθερία σας. Κι ακόμα σας πλήρωσε τους μισθούς σας. Σας παρακαλούμε να βεβαιώσετε ότι είμαστε Έλληνες και όχι Σλάβοι. Αυτά σας προτείνω να πείτε, αν θέλετε, βέβαια.»

«Ευχαρίστως, ευχαρίστως», ακούστηκαν πολλές φωνές. «Πώς όμως;»

«Συγκροτήστε, σας παρακαλώ, μια επιτροπή, να γράψει με λίγα λόγια, όσα θέλετε να πείτε.»

Αμέσως ξιφούλκησαν οι καλαμαράδες και συντάχτηκε ένα κείμενο που δεν το διάβασα. Όταν μας το παράδωσαν τους είπα ότι θα το στείλουμε στο ραδιοφωνικό σταθμό της Ελεύθερης Ελλάδας.

Νέκρα έπεσε στην αίθουσα. Δεν υπολόγισαν μια τέτοια λύση. Τους κόστισε πολύ. Και το συμπέρασμα είναι του εφέτη Θράκης κ. Χατζή, που τότε ήταν πρωτοδίκης στο Καρπενήσι. Το εξομολογήθηκε σε στενό συγγενή μου, δικαστικό και με πλάγιο τρόπο πάσχιζε να μάθει ποιος ήταν αυτός που τους την έφερε, για να πράξει τα δέοντα.

Έτσι τελείωσε η δογματική ματαιοπονία για τη συγκρότηση, σώνει και καλά, πολιτικών οργανώσεων και γύρισαν στα σπίτια τους, με άλλου είδους σκέψεις.

«Να βεβαιώσετε ότι ο ΔΣΕ σεβάστηκε τη ζωή σας… Ότι είμαστε Έλληνες και όχι Σλάβοι…» - Στιγμιότυπα απ’ το ελεύθερο Καρπενήσι

Αξιωματικοί και μαχητές του Λόχου Ασφάλειας της ΙΙ Μεραρχίας του ΔΣΕ στο ελεύθερο Καρπενήσι

Στο Καρπενήσι πιάστηκαν αιχμάλωτοι 400 φαντάροι, παιδιά του λαού ήταν, δε μας χώριζε τίποτα. Με κάλεσε ο Γιώτης και μου λέει: «Να κάνεις μια καμπάνια για το ραδιοφωνικό σταθμό. Θα πάρεις ένα-ένα τους αιχμάλωτους φαντάρους. Και με στοιχεία, που θα βγούνε από την έρευνα, θ’ αποδείχνουμε, πως ο στρατός στην πλειοψηφία του είναι “δημοκρατικός”.»

Σε μια αίθουσα του παλιού Δημοτικού Σχολείου είχα εγκαταστήσει το παράξενο εργαστήρι μου διερεύνησης φρονημάτων. Φορούσα, θυμάμαι, σακάκι από κουβέρτα. Τίποτε άλλο! Ούτε ρολόι, ούτε στυλό, ούτε παπούτσια της προκοπής είχα.

Περνούσαν οι φαντάροι φοβισμένοι. Μα πιο πολύ φοβόνταν όταν άρχισα να τους ρωτώ για την πολιτική τους προϊστορία. Θυμάμαι κάποιο καλό παιδί, που είχαμε το ίδιο επώνυμο. Ήταν Κορίνθιος. Πολύ δυσκολεύτηκε να μου πει πως ήταν στη X που ανήκε και ο πατέρας του. Έγινε μια συγκινητική εξομολόγηση απ’ όλους. Και πίστεψαν, αυτό που με ειλικρίνεια τους βεβαίωσα, πως ό,τι και να καταθέσουν, δε θα ’χει καμιά επίπτωση σε βάρος τους. Κι όπως δεν είχε.

Τους αγάπησα και μ’ αγάπησαν στο λίγο χρόνο που είχαμε διάλογο. Απ’ το χαρακτήρα μου, αισθάνομαι συμπάθεια για όσους καταπιέζονται και υποφέρουν, χωρίς να ’ναι οι ίδιοι φταίχτες.

Η στατιστική ήταν πραγματική, αληθινή, ευχάριστη. Πάνω από 60% ήταν οι δημοκρατικοί φαντάροι.

Μ’ αρκετούς απ’ αυτούς συναντήθηκα στον Αϊ-Γιώργη Τυμφρηστού και στη Σπερχειάδα κρατούμενος. Μου φέρθηκαν αδερφικά. Μια νύχτα στη Σπερχειάδα, που κρινόταν η ζωή μου, με πήγαν στο λόχο ασφάλειας, ύστερα από μια μεγάλη περιπέτεια. Δεν έκλεισα μάτι, γιατί περίμενα ν’ ακούσω τα βαριά βήματα εκείνων που παίρνουν ψυχές. Τέλος έρχεται ένας άγνωστος σ’ εμένα σκοπός και μου ψιθυρίζει: «Δάσκαλε, κοιμήσου ήσυχος. Στα χέρια μας που βρίσκεσαι, μη φοβάσαι. Μας φέρθηκες τόσο καλά στο Καρπενήσι!» Τόσο ζωντανή εφαρμογή της λαϊκής παροιμίας «βουνό το βουνό δε σμίγει» δεν ξανάγινε. Στη ζωή μου την είχα πάντα φυλαχτό κι οδηγό της ανθρώπινης συμπεριφοράς.

Ήρθαν και τα χιόνια. Αν και το Καρπενήσι έχει υψόμετρο στην πλατεία του 900 μέτρα, συνήθως δεν κρατεί χιόνι. Μόνο τσουχτερό κρύο κάνει. Φέτος, όμως, το χιόνι έπεσε άφθονο. Οι γέροντες είχαν καιρούς να θυμηθούνε τόση χιονούρα. Έκλεισαν τα πάντα. Ένα αίσθημα ασφάλειας μας ζεσταίνει, καθώς πίνουμε το ζεστό τσάι ή το κρασάκι στις ταβέρνες. Ο κόσμος με περιέργεια μας ξετάζει, μας ρωτά, μας καταγγέλλει. Όμως, όλοι τους είναι επιφυλακτικοί. Προσπαθούν να μην υπάρξουν λογαριασμοί, όταν φύγουμε απ’ το Καρπενήσι.

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: