“Κτυπάτε τους όπου τους βρίσκετε”: Αντικομμουνιστική προπαγάνδα και νεολαία επί Μεταξά

Ο κομμουνιστής παρουσιάζεται σαν το χειρότερο αξιομίσητο κτήνος. Η δικτατορία προσπάθησε να πείσει πως η 4η Αυγούστου, και όχι ο κομμουνισμός, ήταν η πραγματική επανάσταση. Εν μέρει ο λόγος της “επαναστατικότητας” είχε αποδέκτη την εργατική νεολαία που “κινδύνευε” από τα εξεγερτικά κυρήγματα του μαρξισμού.

Ο δικτάτορας Ιωάννης Μεταξάς, που πέθανε σαν σήμερα το 1941 ήταν σαφώς ένας από τους σημαντικούς αστούς πολιτικούς ηγέτες του αιώνα που πέρασε. Από αυτή την άποψη, δεν προκαλεί εντύπωση ότι σε επίπεδο αστικής ιστοριογραφίας, δεν είναι λίγες οι φωνές όσων προσπαθούν να περάσουν την εικόνα του αυταρχικού, πλην εχέφρονος εθνικού ταγού, και κυρίως να ελαχιστοποιήσουν, όταν δεν την αρνούνται ανοιχτά, τη συνάφεια του καθεστώτος του με το φασισμό. Εξάλλου η σχετική συζήτηση έχει εδώ και κάποια χρόνια ξεφύγει από τους ακαδημαϊκούς κύκλους κι εκφράζεται και σε πολιτικό επίπεδο, με χαρακτηριστική τη δήλωση Δένδια πριν λίγα χρόνια στη βουλή ότι ο Μεταξάς δε θα πρέπει να χαρίζεται στη Χρυσή Αυγή. Σκοπός μας δεν είναι να μπούμε σε μια συζήτηση για την τυπολογία του φασιστικού φαινομένου, στο οποίο κατά τη γνώμη μας εντάσσεται και η μεταξική δικτατορία, εκείνο που πιστεύουμε ωστόσο ότι προκύπτει από το σημερινό σημείωμα είναι ότι η αντικομμουνιστική ρητορική, με επίκεντρο εν προκειμένω τη νεολαία, δε μπορεί να διαχωριστεί σε τίποτε από την αντίστοιχη των φασιστικών κυβερνήσεων της υπόλοιπης Ευρώπης. Μεταγράφουμε ένα εκτενές απόσπασμα από το κεφάλαιο “Αντικομμουνισμός”, του βιβλίου του Βαγγέλη Αγγελή, “Γιατί χαίρεται ο κόσμος και χαμογελάει πατέρα…Μαθήματα εθνικής αγωγής και νεολαιίστικη προπαγάνδα στα χρόνια της μεταξικής δικτατορίας”, εκδόσεις Βιβλιόραμα.

[…] Στα νεολαιίστικα προπαγανδιστικά έντυπα και στα σχολικά βιβλία που κυκλοφορούσαν επί Μεταξά μπορούσε κάποιος να δει σχεδόν τα ίδια θέματα που υπήρχαν και στον μη νεανικό τύπο, με κάποιες ίσως μικρές παραλλαγές στο ύφος του λόγου. Ήταν τα ίδια “κλασικά” θέματα που κυριάρχησαν και στην αντικομμουνιστική προπαγάνδα του εμφυλιακού και μετεμφυλιακού κράτους: η αντεθνική πολιτική του ΚΚΕ στο μακεδονικό ζήτημα, η υπονόμευση από τον κομμουνισμό των υγιών παραδοσιακών αξιών της πατρίδας, της θρησκείας και της οικογένειας που στάθηκαν στυλοβάτες του ελληνισμού για αιώνες, η δύσκολη και ανελεύθερη ζωή στη Σοβιετική Ένωση, το ασυμβίβαστο του κομμουνισμού με την ελληνική νοοτροπία και ιδιοσυγκρασία, τα θεωρητικά άτοπα του μαρξισμού, όπως η παραγνώριση από μέρους του ότι η ανισότητα είναι μια ανθρώπινη πραγματικότητα.

Εκτός των κοινών στοιχείων με τα αντίστοιχα δημοσιεύματα των “ενήλικων” εντύπων, η αντικομμουνιστική προπαγάνδα που απευθυνόταν αποκλειστικά στους νέους είχε πάντως και τις δικές της ιδιαιτερότητες. Για τα παιδιά μικρότερης ηλικίας, συναντάμε πάλι την προπαγανδιστική αφήγηση με μορφή παραμυθιού. Και ακολουθείται ξανά το γνωστό μοτίβο της “άρρωστης μαννούλας”-Ελλάδας που κινδυνεύει:

“[…]Κοντά σ’αυτή τη λαχτάρα, στην φρικτήν ανησυχία, μαθαίνετε με φρίκη, ότι τα δυο αδελφάκια σας τα ξεγέλασε κάποιος κακούργος ξένος και τους έδωσε ένα μαύρο δηλητήριο και τους έπεισε με τη φειδίσια γλώσσα του, ότι, αν το ρίξουν στα χέρια της μαννούλας θα τους φτιάνη πιο όμορφα φορέματα πιο ωραία φαγητά γλυκά και παιχνίδια άφθονα, και αυτά τα δυστυχισμένα με την αμάθειά τους, στην ανοησία τους το έχυσαν και πλήγωσαν τη μαννούλα. Τι φρίκη, τι αγνωμοσύνη. Τα παιδιά πληγώνουν τη μάννα.

Η αγανάκτησις όλων σας έφθασε στο σημείο, που προς στιγμή σκεφθήκατα ότι, αν το τον ξένο αυτόν τον είχατε στα χέρια σας, θα τον εσχίζατε. Τα αδελφάκια σας όταν εννόησαν τη φοβερή απάτη και το μεγάλο κακό που επροξένησαν, έμειναν άφωνα. Ήταν όμως πλέον αργά, το έγκλημα έγινε.

Έτσι αγαπητά μου παιδιά, συμβαίνει τώρα και με τη μεγάλη μαννούλα, τη γλυκειά μας Ελλάδα. Ξένοι, που ήλθαν από τη Ρωσία, αφού μετέβαλον την πατρίδα τους σε κόλασι, εζήλεψαν μαζί με άλλα έθνη και μας, την πατρίδας μας, την Ελλάδα μας. Και έφεραν κια εδώ ένα μαύρο δηλητήριο, που το παρουσίασαν στους απλοϊκούς ανθρώπους για αγίασμα, για φάρμακο που θα μεταβάλη κάθε αναποδιά, κάθε δυστυχία σε αληθινό παράδεισο. Το δηλητήριο αυτό, παιδιά μου, λέγεται κομμουνισμός.”

Εκείνο που προκαλεί εντύπωση στο παραμύθι είναι το μίσος που αναπαράγει και η σκληρότητα του: “φειδίσια γλώσσα του”, “θα τον εσχίζατε”. Ο κομμουνιστής παρουσιάζεται σαν το χειρότερο αξιομίσητο κτήνος. Το χαρακτηριστικό αυτό, ίσως επειδή η νεανική ιδιοσυγκρασία είναι πιο πρόσφορη για κάτι τέτοιο, ήταν συχνότερο στα νεολαιίστικα έντυπα απ’ό,τι στην προπαγάνδα για μεγάλους, η οποία σε γενικές γραμμές στηριζόταν σε πιο “ορθολογικά” επιχειρήματα. Ο Δημήτριος Βεζανής άλλωστε, ένας από τους θεωρητικούς του καθεστώτος, είχε τονίσει ότι η “εθνική αγωγή” της νεολαίας δεν πρέπει να αρκείται στη μετάδοση της πίστης σε ορισμένα ιδανικά: απαραίτητη είναι η “σαφής διάκρισης από τας εχθρικάς και αντιπάλους ιδεολογίας. Χρειάζεται ακόμη το Μίσος [υπογρ. στο πρωτότυπο]”.

Ας δούμε ένα άλλο χαρακτηριστικό απόσπασμα το οποίο κάνει εντύπωση για τη σκληρότητά του, Εϊναι από μια ανυπόγραφη διάλεξη της ΕΟΝ:

“Πρέπει να έχει χάσει κανείς κάθε αίσθημα ψυχικής ανωτερότητος, να έχη χάσει κάθε έννοιαν του ωραίου, της ηθικής, της τιμής, του ανθρωπισμού, να έχη κατεβή πολύ χαμηλά και να κυλιέται στο βούρκο της ψευτιάς και της ατιμίας, πρέπει να έχει πάθει η ψυχή του από ανίατη πόρρωσι, να μην αισθάνεται το συναίσθημα της χαράς, ούτε καν της ζωής, κανένα συναίσθημα, να έχη πάθει από ανίατη άμβλυνσιν κάθε ηθικής αξίας όπως είναι η τιμή και το καθήκον, να έχη χάσει κάθε έννοιαν της αλήθειας και να έχη πάθη από ολοκληρωτικήν αποκτήνωσιν για να μπορή να κερδίση επαξίως τον τίτλον του “κομμουνιστού”.

Μια από τις ηθικές αξίες που πολεμούν με λύσσα οι υπάνθρωποι αυτοί […] είναι η ιδέα της πατρίδος. Έναντι άλλως τε, του μεγάλου αυτού ιδανικού της Πατρίδος […]τι διανικό αντιτάσσουν οι σκοτεινοί άνθρωποι της Μόσχας; Το ιδανικό του στομαχιού. Η σύγκρισης δεν είναι διόλου δύσκολη. Από τη μια ο άνθρωπος-πνεύμα, ο άνθρωπος-ψυχή, ο άνθρωπος-ιδέα, από την άλλη ο άνθρωπος-κτήνος […]

Τους υπανθρώπους αυτούς που δέχτηκαν για υλικά ωφέλη να πουλήσουν την ψυχή τους στη βρωμερότητερ και ανηθικώτερη θεωρία που γέννησε ποτέ ανθρώπινος νους, τους μαύρους και σκοτεινούς ανθρώπους αυτούς που υπονομεύουν την ησυχία της χώρας, τους εγκληματίας αυτούς που προσπαθούν να τινάξουν στον αέρα όσα αγώνες και μόχθοι και θυσίες και αίμα τριών χιλιάδων ετών εδημιούργησαν, κτυπήσατέ τους αλύπητα, με φανατισμό, χωρίς καμιά λύπη και κανένα οίκτο.

Κτυπάτε τους όπους κι αν τους βρίσκετε, με ότι βρίσκετε μπροστά σας. Δεν είναι άνθρωποι, είναι φείδια που ξεχύνον το δηλητηριασμένο σάλιο τους εναντίον κάθε ωραίου, κάθε ηθικού, κάθε ιδανικού, Δεν αξίζουν ούτε για θάψιμο. Δεν τους χρειάζεται ούτε παπάς, ούτε σάβανο. Είναι προωρισμένοι μόνο για βορά των σκυλιών γιατί τέτοια είναι η θεωρία τους και τέτοια είναι η ζωή τους”.

Σε μια διαφορετική απόπειρα που έκανε για να πιάσει τον παλμό των νέων, η προπαγανδιστική μηχανή του καθεστώτος έκανε επικλήσεις στην επαναστατικότητά τους. Η δικτατορία προσπάθησε να πείσει πως η 4η Αυγούστου, και όχι ο κομμουνισμός, ήταν η πραγματική επανάσταση. Συγκρίνοντας τον κομμουνισμό με το μεταξικό κράτος, ο συγγραφέας ενός προπαγανδιστικού φυλλαδίου αποφαίνεται πως η “ιδική μας επανάστασις εκκινεί από αγάπην. Και η αγάπη εστερέωσε πάντοτε οίκους, έθνη και λαούς. Δια τούτο η ιδική μας επανάστασις δεν καταστρέφει. Συντηρεί…”

Εν μέρει ο λόγος της “επαναστατικότητας” είχε αποδέκτη την εργατική νεολαία που “κινδύνευε” από τα εξεγερτικά κυρήγματα του μαρξισμού. Αυτή η νεολαία έπρεπε να κερδηθεί ξανά, έπρεπε να διοχετεύεσει την επαναστατική της διάθεση στο έργο της 4ης Αυγούστου, να βρει και πάλι στο δρόμο για να γιορτάσει με πορείες την Πρωτομαγιά, όπως την ήθελε όμως το καθεστώς. Κι εδώ παρουσιάζεται το το εξής παράδοξο-αν και όχι ασυνήθιστο στην Ευρώπη του ’30-φαινόμενο: η αντικομμουνιστική προπαγάνδα, η ίδια η προπαγάνδα που σκοπό είχε να αποσπάσει τον νέο εργάτη από τις κομμουνιστικές θεωρίες, διακατεχόταν από μια επαναστατική ρητορεία. Ο λόγος της 4ης Αυγούστου αναγκάστηκε να προσαρμοσθεί και να υιοθετήσει μαρξιστικό λεξιλόγιο:

“Η επανάστασις μας όμως δεν αγνοεί καθόλου μια άλλην πλευρά της σημερινής αγωνίας της ανθρωπότητος […] [τη] δυσκολία με την οποία κατακτάται και υποτάσσεται εις τα παγκόσμια πλαίσια ένα νέον και δυσπροσάρμοστο στοιχείο της προόδου, η μηχανή. Αποκρούουσα την υλιστική θεωρίαν του κόσμου, της οποίας δίδυμα τέκνα είναι το συγκεντρωτικόν κεφάλαιον και η προλεταριακής αίρεσις, γνωρίζει ότι είναι υποχρεωμένη να δώση λύσιν νέαν ηθικώς δικαιωμένη εις την τραγωδίαν των οικονομικώς αποκλήρων κοινωνικών στρωμάτων”. “[…]η Ελλάς μονάχα εκπροσωπεί τον αληθινό και γνήσιο διεθνισμό […]Όποιος θέλει να γίνη αληθινός διεθνιστής πρέπει να γίνη πρώτα Έλλην στην ψυχή”.

Δύσκολες Νύχτες

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: