“…όλα τ’ αυλάκια της καρδιάς και του νου σε καλούνε σε αγώνα και πάλη, πρόσεχε μην παραιτηθείς!”
Στην αγκαλιά μου θα σε σφίξω, συγκινημένος πιο πολύ, Μέσα σ’ αυτόν τον άνεμο που εσύ μας έμαθες να τον ονοματίζουμε Με ονόματα βγαλμένα από τις τσέπες σου, Κι ας ήσουν κιόλας πεθαμένος.
Ιούνιος 1954. Γενέθλιος μήνας του Ερνέστο και του Φεδερίκο. «Πραξικόπημα της Μπανάνας» (United Fruit Co & CIA) με 15.000 νεκρούς στη Γουατεμάλα. Ο Τσε που βρίσκεται εκεί γράφει το 3ο από τα 21 ποιήματά του και «συνομιλεί» με το Αηδόνι της Ανδαλουσίας.
“Χτυπάνε την πόρτα μου οι μάρτυρες κι αυτοί που με δικάσανε, θάλασσα η μοναξιά μου… Η άνοιξη που μόλις τέλειωσε, πιάστηκε απ’ τα ψηλά κλαδιά των δέντρων και τυλίγει την ψυχή μου…”
“Καραβανάδες ή στην Πυροσβεστική, Κάπου να βγαίνει, έτσι γρήγορα ο μισθός. Τι κι αν δεν έχουνε καμιά προοπτική, Αυτός τώρα είναι ο «τοπ» προορισμός…”
“Χορεύει ο θάνατος ζεϊμπέκικο βαρύ Ματώνει τ΄ όνειρο στης γης τη βλεφαρίδα, Κύμα ο κόσμος σε μια θάλασσα πικρή, Κι ο έρωτάς σου μια λεύτερη πατρίδα…”
“Από τραγωδίες λαών βγαλμένοι τραγουδώντας στις απλωσιές των δέντρων χορεύοντας στου κόσμου τις πλατείες θα σου ορκιστούμε όρκο πρωτόγνωρο…”
Κι αν τα όνειρά μου τα ’βλεπαν κι εκείνα Θα μ’ έσερναν στην γκιλοτίνα Μα εντάξει, Μάνα, αυτή η ζωή μάς απομένει.
“Νύχτα, 22ας Μαΐου 1963· ένας άνδρας, μετρίου αναστήματος, μόλις εξέρχεται του κτηρίου…”
“«Ζεις, ζεις, εσύ μας οδηγείς» φώναζε παθιασμένα ο λαός Κι είχαν συγκινηθεί βαθιά ο Παρθενώνας κι ο Λυκαβηττός Κι έραινε μ’ αχτίδες το φέρετρό σου ο ήλιος ο φλογερός Και στον αγέρα σπαρμένος ένας ύμνος δοξαστικός.”