Η Άλκη Ζέη, η πολυδιαβασμένη και αγαπημένη συγγραφέας μικρών και μεγάλων, έφυγε από τη ζωή, σκορπίζοντας θλίψη στον καλλιτεχνικό κόσμο και πρωτίστως σε όσους συντρόφεψε με τα βιβλία της
Έτσι έφτασε στην Ελλάδα. Στη Χαλκιδική. Ξυπόλυτος, χωρίς σώβρακο και με την καφετιά φανέλα ετοιμοθάνατη. Και τότε ήτανε που βρήκε δουλειά σε ένα ελαιοτριβείο. Φαΐ, ύπνο και ένα χιλιάρικο μεροκάματο. δουλειά 12 ώρες. Οι Έλληνες εργάτες για τη μισή δουλειά ζητούσαν 15 χιλιάδες…
«Εγώ, ρώσος στρατιώτης, να πίνω για τη νίκη των γερμανικών όπλων; Σαν πολλά δε ζητάς, χερ διοικητή; Έτσι κι αλλιώς θα πεθάνω, δεν πάτε λοιπόν στο διάβολο και συ και η βότκα σου!»
Ήταν ωραίος ο μπέντζαμιν. Χρόνια τον είχαμε. Είχε μεγαλώσει και φουντώσει τόσο που τον στολίζαμε για δέντρο τα Χριστούγεννα και τον βάζαμε 15 μέρες στο σαλόνι.
Η Βάντα Κουτσοκώστα δεν ζει πια ανάμεσά μας. Η συγγραφέας και στιχουργός έφυγε από τη ζωή μετά από σοβαρότατα προβλήματα υγείας που την ταλαιπώρησαν για μεγάλο διάστημα.
«Κι όταν οι δράκοι θα φύγουν απ’ τον τόπο μας και δε θα ’μαστέ πια σκλάβοι, τότες που δυο ήλιοι θα φωτίζουν την Ελλάδα μας, δε θα πρέπει να ξεχάσουμε τα παλικάρια με τα φωτεινά μάτια, που σκότωναν τους δράκους…»
–Άιντε ψυχούλες μου, άιντε που να σας χαρίσει η παναγιά, μουρμουρίζει κάνοντας το σταυρό της. Άιντε να πάμε κει που θα χορτάσετε ψωμάκι, κει που δε θα αλαφιάζεστε στον ύπνο σας απ’ τις οβίδες. Άιντε ψυχούλες μου, να πάμε κει που δε σφάζουν παιδάκια.
Κάθε κεφαλαιοκράτης που κατάφερε να κάνει εξήντα χιλιάδες λίρες από έξι πένες, συνήθιζε πάντα να εκφράζει την απορία του γιατί οι εξήντα χιλιάδες πιο κοντινοί του εργάτες δεν κατάφεραν να κάνουν καθένας τους εξήντα χιλιάδες λίρες από έξι πένες και, λίγο πολύ, τους κατηγορούσε γιατί δεν πέτυχαν το μικρό αυτό κατόρθωμα. Αυτό που έκανα εγώ, μπορείτε και σεις να το κάνετε. Τι κάθεστε λοιπόν;
Δεν αποζήταγε πια σημεία και τέρατα αγίων. Τι να ’βρίσκε στα χαρτιά; Εδώ ήτανε, σε τούτο τον κόσμο τα μεγάλα σημεία.
Κ’ ύστερα τον μιμήθηκαν όλες οι μεραρχίες κι άρχισαν να φτιάχνουν τέτοια σκιάχτρα. Οι στρατιώτες διασκέδαζαν πολύ μ’ αυτό. Έκανε από κουρέλια το ομοίωμα του Χίτλερ, τόντυσε με μια γερμανικιά χλαίνη, τούβαλε μουστάκι και τσουλούφι από βαμένο στουπί και του κρέμασε μια επιγραφή: «Ρίχτε μου»…