Γ. Πομάσκι: «Την Ιστορία τη γράφουν οι ξεχωριστοί τύποι, όπως ο Μίλτος… Στη Βουλγαρία μεγάλωσα σε ένα καθεστώς που είχε σε πρώτη μοίρα τον άνθρωπο»

“Είχα έναν γνωστό που νόμιζε ότι στη Βουλγαρία δεν είχαμε τίποτε εκτός από λάσπες και αρβύλες. «Τηλεόραση και τηλέφωνο απέκτησα πριν από εσένα», του έλεγα. «Πήγαινε να διαβάσεις, γιατί εκτίθεσαι». Αλλά αυτός δεν καταλάβαινε…”

Ο Γιώργος Πομάσκι, ομοσπονδιακός προπονητής στίβου και υποψήφιος με το ΚΚΕ στον Βόρειο Τομέα Αθήνας, παραχώρησε συνέντευξη στον δημοσιογράφο Νίκο Παπαδογιάννη, στο Documento, από όπου την αναδημοσιεύουμε:

“Ο προπονητής που οδήγησε τον Τεντόγλου στο πάνθεον του στίβου αποθεώνει τον αθλητή του, γκρεμίζει τους μύθους και ομολογεί ότι αισθάνεται πιο άνετα πίσω από τις κουρτίνες

O Γκιόργκι Πομάσκι έγινε… Γιώργος το 1988. Πλέον μιλάει ελληνικά καλύτερα από πολλούς Έλληνες, διεκδικεί θέση (με το ΚΚΕ) στο κοινοβούλιο της δεύτερης πατρίδας του και χαρίζει στον ελληνικό αθλητισμό διακρίσεις που πλησιάζουν το όριο του αδιανόητου. Ο Μίλτος Τεντόγλου έγινε στα χέρια του Πομάσκι χρυσός Ολυμπιονίκης και πρωταθλητής Ευρώπης, αλλά πριν από αυτόν βαπτίστηκαν στα σκάμματα ο Τσάτουμας, η Ξάνθου, η Τσιαμήτα, τα αδέλφια Βασδέκη, η Παπαχρήστου, ο Ζαλαγκίτης ο Τσιάμης, ακόμα και η Βούλα Πατουλίδου. «Ναι, θα μου άρεσε να ανεβαίνω στο βάθρο μαζί με τον αθλητή μου», ομολογεί ο Πομάσκι, στα 63 του. «Προτιμώ όμως να βρίσκομαι στις σκιές…».

– Ο μεγάλος αθλητής γεννιέται ή γίνεται;

– Κατά 70 τοις εκατό, πρέπει να το έχεις! Ίσως και παραπάνω. Μπορεί ο προπονητής να πει στον Μέσι αν πρέπει να σουτάρει με το αριστερό ή με το δεξί; Ή στον Τζόρνταν, αν είναι καλύτερα να καρφώσει ή να κάνει λέι-απ; Πάντα στον Τζόρνταν καταλήγω, από αυτόν ξεκινάνε όλα. Οι μεγάλοι παίκτες έχουν το προσόν της γρήγορης σκέψης. Ο Μίλτος έχει καλή φιγούρα, ισχυρό DNA, δυνατούς αστραγάλους και φόρεσε σωστά το κοστούμι του μήκους. Δεν θα ήταν σωστό να του προσθέσω μυική μάζα. Ένα χτισμένο σώμα μπορεί να γίνει βαρίδι. Μαζεύει γαλακτικό οξύ, κρατάει περισσότερο την κούραση, δημιουργεί κίνδυνο τραυματισμών. Το κοστούμι πρέπει να ταιριάζει ακριβώς. Να μην είναι λίγο πιο μεγάλο ούτε λίγο πιο μικρό.

– Πού θα φτάσει ο Μίλτος Τεντόγλου; Θα κάνει παγκόσμιο ρεκόρ; Είναι προτιμότερα τα ρεκόρ από τα μετάλλια;

– Από τα δύο, διαλέγω και τα δύο! Το ένα βέβαια μου λείπει. Είναι ευλογία η σταθερότητά του πάνω από τα 8,30 μ. Περιμένω τον αγώνα που οι συνθήκες θα είναι ιδανικές και ο ίδιος θα βρεθεί στην καλύτερη μέρα του. Τότε θα δούμε πόσο μακριά μπορεί να πηδήξει. Προέχει όμως να κερδίσει στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα και να ολοκληρώσει το Γκραν Σλαμ.

– Γιώργο, σας άλλαξε τη ζωή ο Μίλτος;

– Άλλαξε όχι τη ζωή μου, αλλά το σκεπτικό μου. Παλιά έδινα έμφαση στον όγκο της προπόνησης, στις επαναλήψεις και στην επιβάρυνση. Αλλά ο αθλητής πρέπει να έρχεται στη δουλειά ευτυχής. Ο Μίλτος κάνει ποιοτική προπόνηση και όχι τόσο ποσοτική. Δεν του χρειάζονται εκατό άλματα την ημέρα. Το παιδί είναι παγκόσμιο φαινόμενο. Άλλαξε το στυλ του μέσα σε μία μέρα, με δύο άλματα όλα κι όλα. Ξέρετε πόσο δύσκολο είναι αυτό; Είναι σαν να κάνεις σλάλομ και να κατεβαίνεις την πλαγιά με την πλάτη, φορώντας τα σκι ανάποδα!

– Στο Τόκιο, ο Μίλτος κέρδισε το χρυσό μετάλλιο στο έκτο άλμα, ενώ μέχρι εκείνη τη στιγμή ήταν τέταρτος.

– Το έκτο άλμα στο μήκος και στο τριπλούν κανονικά είναι χαμένη υπόθεση. Το ίδιο και η τρίτη προσπάθεια στο ύψος και στο επί κοντώ. Μόνο ο αθλητής κλάσης θα περάσει τον πήχη με το τελευταίο άλμα. Σκέψου το μπάσκετ, που το ξέρεις και καλύτερα. Το τελευταίο σουτ θα το βάλει όποιος να ‘ναι; Για το κρίσιμο πέναλτι στο ποδόσφαιρο θα προσφερθεί οποιοσδήποτε; Όχι. Εάν ο Μίλτος έπαιζε μπάσκετ, θα ζητούσε την μπάλα στα 3 δευτερόλεπτα και θα έλεγε στους άλλους: «Κάντε όλοι στην άκρη». Θα ήταν πλέι-μέικερ και σούτινγκ-γκαρντ μαζί. Ο Μίλτος είναι ο Κόμπι Μπράιαντ του στίβου, ο Μάικλ Τζόρνταν…

– Αγαπάτε, βλέπω, το μπάσκετ.

– Παρακολουθώ πολύ το ΝΒΑ και, ως άλτης, παθαίνω πλάκα με την αλτικότητα των αθλητών. Ήμασταν μαζί φαντάροι με τον Γκλούτσκοφ, τον πρώτο Βούλγαρο που έπαιξε στο ΝΒΑ. Νομίζω ότι έχει σειρά να πάει τώρα ο Βεζένκοφ, για να κάνει το επόμενο βήμα. Μέσω του άλτη Τόπιτς, έμαθα πολλά από τον Βλάντε Ντίβατς για την προετοιμασία και την προπόνηση του μπασκετμπολίστα. Ο Γιάννης Αντετοκούνμπο είναι …όλα! Το όνειρο κάθε προπονητή. Ο θεός του χάρισε απλόχερα τα πάντα. Είναι ένα παιδί καλό, επικοινωνιακό, δουλευταράς, που αφοσιώθηκε στην αποστολή του, εξελίχθηκε, έγινε οικογενειάρχης, πατέρας. Μακάρι να ήταν όλοι οι αθλητές σαν αυτόν. Ολοκληρωμένος γίνεσαι όταν πετύχεις σε όλα. Το έζησα βέβαια και εγώ, με τον Παπακώστα, την Τσιαμήτα, την Ξάνθου…

– Ο κόσμος νομίζει ότι ο Τεντόγλου είναι ένα χαβαλέ τυπάκι, που δουλεύει ελάχιστα και πηγαίνει στον αγώνα με σαγιονάρες και γυαλιά ηλίου.

– Είναι ένα απλό παιδί, που θέλει να κάνει το δικό του και δεν νιώθει την ανάγκη να αποδείξει σε κανέναν το παραμικρό. Εγώ τον δέχομαι όπως είναι και του δίνω άπλετο χώρο. Πολλές φορές θέλει να απομονωθεί, να κοιμηθεί, να παίξει με τα ηλεκτρονικά του, να μη σηκώνει το τηλέφωνο. Θα είναι σφάλμα να τον αλλάξουμε. Εγώ αλλάζω δίπλα του, αυτός όχι. Θα χάσει τον εαυτό του αν γίνει αυτό. Είναι όμως στρατιώτης. Δεν αργεί ποτέ στην προπόνηση. Έρχεται παρά ένα, φεύγει …και ένα. Ξέρει τα πάντα για τους αντιπάλους του. Δεν δέχεται δώρα. Εάν του αντιστοιχούν 10, αρνείται να πάρει 11. Μπορεί να πάει σε κάποιον αγώνα ανέτοιμος, εάν έτσι αισθάνεται πιο άνετος. Είναι ιδιαίτερος άνθρωπος. Την Ιστορία τη γράφουν οι ξεχωριστοί τύποι, όπως αυτός.

– Δεν φοβάστε μήπως ξαφνικά βαρεθεί και πει ότι τα παρατάει; Στα 25 του…

– Είναι ικανός να το κάνει! Για όλα είναι ικανός. Εάν πει τέτοιο πράγμα, θα τον συμβουλεύσω να μην το κάνει, θα του πω να συνεχίσει μέχρι τα 30 ας πούμε. Αλλά τελικά θα σεβαστώ την απόφασή του. Μεταξύ μας δεν λέμε πολλά λόγια. Του εξηγώ κάτι με τρεις λέξεις και απαντάει με δύο. Τίποτε δεν γίνεται στην τύχη, δεν πιστεύω στην τύχη. Δεν νευριάζω ποτέ δίπλα του, απλά προβληματίζομαι. Με ξετρελαίνει που είναι αθλητής αγώνων. Στον αγώνα «γράφει» ο Μίλτος, όχι στην προπόνηση.

– Χρειάζεται οπωσδήποτε τον προπονητή δίπλα του; Τι θα γινόταν αν δεν υπήρχε Πομάσκι την εξέδρα στο Τόκιο;

– Πολλές φορές αποφεύγω να πηγαίνω στους αγώνες. Θέλω ο αθλητής να έχει πάνω του την ευθύνη και την απόφαση. Να σκεφτεί μόνος του τι πρέπει να κάνει. Πριν το κρίσιμο άλμα στο Τόκιο, του είπα μόνο να μπει στη φορά με περισσότερη ένταση. Ίσως να το σκεφτόταν και μόνος του, ίσως όχι. Το ιδανικό είναι να κάθεται στο σπίτι του ο προπονητής και να απολαμβάνει τον αθλητή του από την τηλεόραση. Να μένει πίσω από τις κουρτίνες! Ο αθλητής είναι το πρώτο βιολί ή, μάλλον, ολόκληρη η ορχήστρα! Στην προπόνηση είμαι κυρίαρχος εγώ, στον αγώνα ο αθλητής. Θα μου άρεσε βέβαια να ανεβαίνω στο βάθρο μαζί του. Περισσότερες ώρες περνάω μαζί με τον Μίλτο, παρά με την οικογένειά μου. Και με τους άλλους αθλητές μου φυσικά. Εγώ είμαι ο βοσκός του κοπαδιού. Ξέρεις τι λένε στη Βουλγαρία; Κακός βοσκός, κακό κοπάδι.

– Θα ήταν ακόμη καλύτερος ο Μίλτος Τεντόγλου, εάν υπήρχε ανταγωνισμός εντός των τειχών;

– Εάν είχε δίπλα του τον Τσάτουμα, θα γινόταν χίλιες φορές καλύτερος. Στο επίπεδο βέβαια που βρίσκεται σήμερα θα χρειαζόταν έναν Καρλ Λιούις! Όταν εγώ ήμουν αθλητής, είχα μπροστά μου τον Κρίστο Μαρκόφ, ένα τέρας δύναμης και αντοχής. Επίτηδες φρόντισα φέτος να προπονείται ο Μίλτος μαζί με τον Σουηδό, τον Μόντλερ, αν και περισσότερο ευνοείται ο Μόντλερ παρά ο Μίλτος! Ο Καραλής βοηθήθηκε από την παρουσία του Φιλιππίδη, η Σακοράφα με τη Βερούλη από τη μεταξύ τους κοντρίτσα. Αλλά δεν μιλάμε μόνο για το μήκος. Όταν βλέπεις να προπονούνται δίπλα σου ένας σπουδαίος σφυροβόλος ή σπρίντερ ή δεκαθλητής, καταλαβαίνεις πόσο ψηλά τοποθετούν τον πήχη. Νιώθεις την αναπνοή τους στον σβέρκο σου. Παίρνεις δυνάμεις και δεν επιτρέπεις στον εαυτό σου τη μετριότητα.

– Θα μπορούσε λέτε να στραφεί σε άλλο αγώνισμα ο Μίλτος; Θα ήταν εξίσου καλός;

– Μου ζητάει σαν τρελός να κάνει τριπλούν! Το θέλει πάρα πολύ. Εγώ δεν τον αφήνω όμως, γιατί έχει μία ευαισθησία στα γόνατα και φοβάμαι την περιττή επιβάρυνση, μήπως βγάλει τραυματισμούς. Εάν κάνει τριπλούν, πιστεύω ότι θα πηδήξει κατ’ ευθείαν πάνω από 17,50 μ. και πολύ εύκολα. Για άλλο άθλημα εκτός στίβου, δεν ξέρω. Μάλλον είναι αργά για να αλλάξει το δυναμικό του στερεότυπο. Ίσως στα ηλεκτρονικά παιχνίδια, τα eSports, που θα γίνουν ολυμπιακό άθλημα, χα χα…

– Και με τι καρδιά λέτε σε έναν αθλητή τέτοιου επιπέδου, «έλα να προπονηθείς με κουβάδες και σφουγγαρίστρες»;

– Ούτε εγώ μπορώ να εξηγήσω πώς βγάζουμε καλούς αθλητές υπό αυτές τις συνθήκες. Και πολλές φορές κάθομαι και αναρωτιέμαι. Υπάρχει άφθονο ταλέντο, ενώ μερικοί έχουν πολύ μεράκι. Και τρέλα υπάρχει, τους θέλουμε εμείς τους τρελούς! Ελάτε στο ΟΑΚΑ να τα δείτε και μόνοι σας, αν δεν με πιστεύετε. Όταν βρέχει, φέρνω κουβάδες ή περιμένουμε δύο μέρες να στεγνώσει το ταρτάν. Κινδυνεύει η σωματική ακεραιότητα των αθλητών. Τι θα πω εγώ στον πατέρα εάν το παιδί του γλιστρήσει και τραυματιστεί; Αυτό θα ήταν το πρώτο μέλημά μου εάν γινόμουν υφυπουργός Αθλητισμού. Να φτιαχτούν αθλητικές εγκαταστάσεις σε κάθε πόλη. Ωραίες, περιποιημένες, βαμμένες, όπως πρέπει. Ειδάλλως το παιδί που θα έρθει θα φύγει απογοητευμένο και θα γίνει ρεμάλι…

– Πώς είναι τα σημερινά παιδιά; Έχει αλλάξει ο χαρακτήρας τους και προς ποια κατεύθυνση;

– Δεν είναι πια σκληρά, τα παιδιά. Δεν έχουν δουλέψει, δεν έχουν πιάσει τσάπα για να σκάψουν και να φέρουν ψωμί στην οικογένειά τους. Τα βρίσκουν όλα απλόχερα και έτσι τους λείπει ο δυναμισμός. Μπορεί να μην κατεβάζουν καν τα σκουπίδια στο σπίτι τους. Είναι λογικό, βέβαια. Η τεχνολογία τους παρέχει τα πάντα. Ο σημερινός νέος φτάνει σε λίγα λεπτά εκεί που εγώ περπατούσα ώρες. Δεν χρειάζεται να γίνει ανθεκτικός. Ωστόσο, το σκληραγωγημένο παιδί δεν φοβάται τον όγκο της δουλειάς και έχει περισσότερες πιθανότητες να γίνει μεγάλος αθλητής, σε σύγκριση με το παιδί του ασανσέρ και του αυτοκινήτου.

– Μπορεί κάποιος νέος να γυμνάσει το μυαλό του;

– Βεβαίως. Εγώ βασίζομαι πολύ στην αυτοβελτίωση. Υπάρχουν και μυαλά που δεν σηκώνουν εκγύμναση. Αλλά ένα παιδί που δεν κάνει για τον αθλητισμό μπορεί να διαπρέψει στη μουσική, στα μαθηματικά, να γίνει ηλεκτρολόγος, να γίνει χρήσιμο μέλος της κοινωνίας. Ο νέος που θα αγνοηθεί, συσσωρεύει θυμό, δυσαρέσκεια, εσωστρέφεια. Νιώθει παρατημένος στη γωνία και τελικά καταλήγει αρχηγός στις συμμορίες. «Πέσαμε από τα σύννεφα», λένε οι γείτονες, «ήταν το καλύτερο παιδί». Να μην πέφτετε από τα σύννεφα. Αυτό το παιδί ήταν παραμελημένο και αποφάσισε να διοχετεύσει αλλού τη δύναμή του.

– Έρχονται στιγμές που σας πιάνει απελπισία;

– Όχι. Δεν απογοητεύομαι, είμαι μαχητής. «Πρέπει να βρούμε τη λύση και τον τρόπο», λέω πάντοτε. Σήμερα, όχι αύριο. Αύριο μπορεί να έχω πεθάνει! Έχει τύχει πολλές φορές να αφήσω κάποιον αθλητή, όταν νιώσω ότι δεν μπορώ να τον βοηθήσω και ότι χρειάζεται κάτι διαφορετικό. Εάν πάλι καταλάβω ότι στρέφεσαι ενάντια στον εαυτό σου, εάν παχύνεις και χαλαρώσεις και δεν σου ταιριάζει πια το κοστούμι, εάν αρχίσεις να καθυστερείς στην προπόνηση και αδιαφορείς, δεν είμαι πια μαζί σου.

– Ντόπινγκ υπάρχει σήμερα στον στίβο;

– Τα τελευταία χρόνια, όχι. Έχει σχεδόν εξαφανιστεί. Είναι βλακεία να τολμήσει κάποιος, αφού το πολύ σε τρεις μήνες θα τον έχουν πιάσει και θα τον έχουν τσακίσει. Παλιά το έκαναν πολλοί, από ενθουσιασμό, από ανταγωνισμό, από ζήλια. Στο έμπειρο μάτι μου, φαίνεται ο ντοπαρισμένος αθλητής. Το μυικό του σύστημα είναι διαφορετικό, ενώ αλλάζει και η συμπεριφορά του. Γίνεται αντιδραστικός, απαιτητικός, τσιτωμένος. Νομίζει ότι ο κόσμος του ανήκει! Μεμονωμένοι βλάκες θα υπάρχουν πάντα…

– Διδασκόμαστε περισσότερα από τις νίκες ή από τις ήττες;

– Νομίζω ότι είναι εξίσου χρήσιμα και τα δύο. Σε εκπαιδεύουν εξίσου. Εγώ μαθαίνω τα παιδιά να είναι λίγο «φλατ» και ρεαλιστές στα συναισθήματά τους. Δεν χαιρόμαστε πολύ με τη νίκη και δεν στενοχωριόμαστε πολύ στην ήττα. Αναλύουμε και συνεχίζουμε.

– Τι άνθρωπος είστε, Γιώργο;

– Απλός και εύκολος. Σηκώνω τα μανίκια και δουλεύω. Τότε δεν κοιμάμαι, δεν τρώω, δεν πηγαίνω στην τουαλέτα. Στον Πειραιά τη στρώσαμε μόνοι μας την άμμο για τον αγώνα της περασμένης Κυριακής. Και τρέμαμε, γιατί τα θέλαμε όλα τέλεια. Έχω γίνει σκληρός με τους ανθρώπους που είναι ισχυρογνώμονες χωρίς να ξέρουν για ποιο πράγμα μιλάνε. Αυτούς δεν τους ανέχομαι. Τους αγνοώ και φεύγω. Είχα έναν γνωστό που νόμιζε ότι στη Βουλγαρία δεν είχαμε τίποτε εκτός από λάσπες και αρβύλες. «Τηλεόραση και τηλέφωνο απέκτησα πριν από εσένα», του έλεγα. «Πήγαινε να διαβάσεις, γιατί εκτίθεσαι». Αλλά αυτός δεν καταλάβαινε.

– Γιώργο, γεννηθήκατε και γαλουχηθήκατε στη Βουλγαρία όταν είχε ακόμη κομμουνισμό, μέχρι τα 28 σας. Πολλοί θεωρούν αυτή τη θεωρία ξεπερασμένη. Κατεβήκατε όμως στις εκλογές με το ΚΚΕ. Γιατί να ψηφίσει κάποιος κομμουνιστικό κόμμα εν έτει 2023;

– Στη Βουλγαρία μεγάλωσα σε ένα καθεστώς που είχε σε πρώτη μοίρα τον άνθρωπο, την Παιδεία, την εργασία. Είχες νερό, ηλεκτρικό και θέρμανση με 5 ευρώ. Όποιο ζευγάρι έκανε παιδί, έπαιρνε λίγο μεγαλύτερο σπίτι. Σε πολύ μεγάλο βαθμό υπήρχε ισότητα. Και δεν είδα ποτέ ναρκωτικά. Πάντως η οικογένειά μου είχε κάποια προνόμια και συχνά μιλούσα με τον Ζίβκοφ. Ο κομμουνισμός είναι μία ιδανική ιδέα, που ο άνθρωπος τη χάλασε και την έκανε να ακούγεται σαν ουτοπία. Στην Ελλάδα, το ΚΚΕ στεκόταν πάντοτε δίπλα μου σε ό,τι και αν ζητούσα.

– Ο Αυγενάκης ήταν καλός ή κακός υπουργός; Κάποιες Ομοσπονδίες έβγαλαν ανακοίνωση όπου τον επαινούσαν.

– Από την εποχή του Φούρα και μετά, ο αθλητισμός βρίσκεται σε διαρκή κατηφόρα. Ο Αυγενάκης έχει έμμονες ιδέες και ήρθε να συγκρουστεί μαζί μου. Πού; Στον αθλητισμό! Θέλεις κόντρα; Θα χάσεις. Πώς να συναγωνιστείς κάποιον που είναι άλλη κλάση; Το μόνο που του ζήτησα ήταν να έχει δίπλα του κάποιους γνώστες, πρώην αθλητές για παράδειγμα, ικανούς να τον συμβουλεύουν. Και μετά, δρόμο…

– Θα μπορούσατε να συνεργαστείτε με αθλητές από άλλα σπορ;

– Όταν δούλεψα στο ποδόσφαιρο του Ολυμπιακού, κάναμε ρεκόρ στα γκολ και στις νίκες. Στον κολυμβητή Γκολομέεφ, που είναι αδύναμος στην εκκίνηση, θα προσπαθήσω με ασκήσεις να τον βοηθήσω για να σπρώχνει πιο δυνατά τον βατήρα με τα πόδια του. Εάν έρθει ένα παιδί να προπονηθεί μαζί μου για δύο μέρες, μπορώ να του πω ποιο άθλημα του ταιριάζει. Εμείς οι δύο, βέβαια, καλύτερα να πάμε για μπύρες! Από τότε που σταμάτησα τον αθλητισμό, δεν έχω κάνει ούτε ένα βήμα. Το σώμα μου τη θυμόταν μέχρι πρόσφατα την παλιά προπόνηση, αλλά μετά τα 60 άρχισα να πέφτω…

– Υπάρχουν προπονητές στίβου που ζουν από αυτό το επάγγελμα; Πόσοι είναι αυτοί;

– Λιγότεροι από δέκα! Ο πετυχημένος προπονητής φτωχαίνει αντί να πλουτίζει, αφού έχει τα πήγαινε-έλα στο αεροδρόμιο, τις βενζίνες, πολλά έξοδα. Η τρέλα μας σώζει, αλλά το σωστό είναι να μπορεί να φέρνει ένα χιλιάρικο στο σπίτι του, για να νιώθει ασφαλής οικονομικά. Πολλοί θα πάνε στο Παρίσι με δικά τους λεφτά και θα ψάχνουν σπίτι για να μείνουν κάπου στην πόλη, που είναι και πανάκριβη. Το 1992, στη Βαρκελώνη, πλήρωσα θυμάμαι 850.000 δραχμές μόνο και μόνο για εισιτήρια για να μπαίνω στο γήπεδο! Μέναμε με τον Ζαρζαβατσίδη σε ένα σπίτι έξω από τη Βαρκελώνη και πηγαίναμε κάθε μέρα με τρένο στην πόλη. Και η Πατουλίδου πήρε μετάλλιο…

– Οι άλλοι Έλληνες προπονητές σας παραδέχονται; Σας ζηλεύουν; Σας αγαπάνε; Ήρθατε ξένος σε αυτή τη χώρα.

– Έχω εισπράξει τα πάντα. Όλα αυτά που λέτε! Μερικοί βιάζονται να βγουν μπροστά, χωρίς να έχουν προτεραιότητα. Μπες στην ουρά και περίμενε, κύριε. Θα έρθει και η δική σου σειρά.

– Μετά από 35 χρόνια μόνιμης εγκατάστασης στην Ελλάδα, τελικά νιώθετε περισσότερο Γιώργος ή Γκιόργκι;

– Γιώργος ήμουν από παλιά. Πριν έλθω στην Ελλάδα! Τώρα πια, είμαι πιο ξένος στη Βουλγαρία, παρά στην Ελλάδα. Μόνο όταν πηγαίνω στο χωριό μου νιώθω… Γκιόργκι. Δεν έχω πια οικογένεια εκεί, παρά μόνο μία θεία, κάτι ξαδέλφια και πολλούς φίλους.”

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: