Smile τρελέ, τι σου ζητάμε; (από ένα θρίλερ στην πρωτοβάθμια ψυχική υγεία)

«Μα γιατί δε με ακούει κανείς»; – Το τρομακτικό χαμόγελο θα είναι εκεί όσο η κοινωνική πολιτική αξιολογεί το επίπεδο υπηρεσιών υγείας στο οποίο έχουν πρόσβαση οι πολίτες, ανάλογα με την τοποθέτηση τους στην αλυσίδα παραγωγής, ανάλογα με το πόσο αναλώσιμους τους θεωρεί.

Ο τίτλος είναι ένα μπλέξιμο του βιβλίου του Χρόνη Μίσσιου και της πρόσφατης ταινίας (ψυχολογικού) τρόμου Smile. Σε ένα βαθμό δεν είναι σύνηθες για ταινίες τρόμου να καταπιάνονται με κοινωνικά ζητήματα, τουλάχιστον αν εξαιρέσουμε τις μεταφορές από βιβλία του Stephen King (Η ομίχλη, Η λάμψη, νεκροταφείο ζώων, The stand, Χρήσιμα αντικείμενα, Salem ‘s Lot) στις οποίες υπάρχει ένα κοινωνικό θέμα στο background (ενδεχομένως και πιο πίσω από ότι στα βιβλία πολλές φορές). Τα κοινωνικά ζητήματα ήταν για πολλά χρόνια μονοπώλιο των ταινιών δράματος, και μόνο πρόσφατα εμφανίστηκαν ταινίες τρόμου όπου τα κοινωνικά ζητήματα και όχι κάποια υπερφυσική οντότητα είναι ο πραγματικός «κακός», με αλληγορικό αλλά ξεκάθαρο τρόπο (Get out, Us). 

Η ταινία Smile λοιπόν αποτελεί μια αλληγορία τρόμου. «Μα γιατί δε με ακούει κανείς» επαναλαμβάνουν τα θύματα συνεχώς. Θύματα της κοινωνικής αδιαφορίας, του κομφορμισμού και του στίγματος. Εγκλωβισμένα στο να μη μπορούν να νιώθουν άσχημα, χωρίς αυτό να ποινικοποιείται. «Δεν είμαι τρελή, είμαι υποψήφια διδάκτορας» δηλώνει το πρώτο θύμα, λίγο πριν αυτοκτονήσει με ένα τρομακτικό χαμόγελο στο πρόσωπο. Αυτή είναι και η κατάρα που μεταδίδει το ένα θύμα στο επόμενο: η τρομακτική ανάγκη να φορά ένα χαμόγελο που δεν του ανήκει, έως ότου δεν αντέξει. Είναι φυσιολογικό να παίρνεις άδεια από τη δουλειά αν έχεις χτυπήσει το πόδι σου, αλλά όχι αν έχεις κρίσεις πανικού ή κατάθλιψη. Όπως είναι φυσιολογικό να μιλάς για τα καρδιολογικά προβλήματα των γονιών σου, αλλά όχι για τα ψυχολογικά. «Ο γκόμενος μου με θεωρεί τρελή, από τη δουλειά με έβαλαν σε αργία και η ψυχίατρος μου με απειλεί ότι θα καλέσει την αστυνομία, γιατί να μην είμαι καλά;», αναρωτιέται η ψυχίατρος πρωταγωνίστρια στο κλασσικό κλισέ ερώτημα του αν αισθάνεσαι καλά. Δεν περιμένει κανείς να φτιάξει ένα σπασμένο πόδι αν πούμε έλα κόλλα. Παρ’ όλ’ αυτά το «ε, μην αγχώνεσαι» και το «χαμογέλα, όλα περνάνε» θεωρούνται θεραπεία πρώτης γραμμής στις ψυχικές νόσους.  

Η μόνη λύση στην ταινία για να σπάσει η κατάρα είναι να σκοτώσεις κάποιον με πολύ φρικτό τρόπο. Και όντως το να ξεπεράσεις ένα ψυχολογικό πρόβλημα δημιουργώντας ένα ακόμη μεγαλύτερο σε άλλον, είναι η πιο άμεση και οικονομική λύση που υπάρχει. Για παράδειγμα, στην Ελλάδα οι πρωτοβάθμιες δομές ψυχικής υγείας είτε δεν υπάρχουν είτε υπάρχουν αποσπασματικά, και, κυρίως το σύστημα υγείας και οι δομές του, ασχολούνται με τριτοβάθμια περιστατικά (όπως σε μεγάλο βαθμό συμβαίνει και στις υπόλοιπες κατηγορίες νοσημάτων). Η διαφορά είναι πως η πρόληψη εδώ είναι ακόμα πιο δύσκολη, η επίσκεψη σε ειδικό σε ένα βαθμό ποινικοποιημένη, η χρήση φαρμακευτικών σκευασμάτων ακόμα περισσότερο και η ψυχοθεραπεία είδος πολυτελείας. Είδος πολυτελείας καθώς δεν συνταγογραφείται και ο πελάτης πρέπει να επωμιστεί όλο το κόστος, μιας θεραπείας που για μια σειρά περιστατικών πρωτοβάθμιας ψυχικής υγείας είναι και η πρώτη επιλογή. 

Έτσι και στην ταινία, λόγω όλων των παραπάνω η λύση δεν βρίσκεται μαγικά στην ατομική συνειδητοποίηση, στο να τα βάλεις με τους φόβους και σε κάθε κλισέ που μπορεί να έχει ακουστεί από influencers και life coaches. Το τρομακτικό χαμόγελο θα είναι εκεί όσο η κοινωνική πολιτική αξιολογεί το επίπεδο υπηρεσιών υγείας στο οποίο έχουν πρόσβαση οι πολίτες, ανάλογα με την τοποθέτηση τους στην αλυσίδα παραγωγής, ανάλογα με το πόσο αναλώσιμους τους θεωρεί. Αυτό συμβαίνει στον κόσμο στον οποίο οι υπηρεσίες υγείας είναι κυρίως εμπόρευμα και όχι ανάγκη. Δεν είμαστε όλοι ίσοι απέναντι στην ψυχική υγεία. Ανάλογα με το ταξικό σύστημα κάποιοι είμαστε τρελοί και κάποιοι είναι εκκεντρικοί. Αν σε όλα αυτά φύγουμε από το άτομο ως ασθενή και τοποθετήσουμε στη μελέτη του φαινομένου τα κοινωνικά σύνολα σε μακροεπίπεδο, η κατάσταση γίνεται ακόμα πιο τρομακτική: με στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας η κατάθλιψη έχει επιπολασμό 25% και οι αγχώδεις διαταραχές 40% και, όπως αναφέρθηκε, οι συνεδρίες ψυχοθεραπείας δεν καλύπτονται από κανένα ταμείο. 

Η λύση είναι το χαμόγελο. Όντως τρομαχτικό και απόκοσμο όταν αναγκάζεσαι να το φοράς ενώ δε σου ανήκει. Και για αυτό είναι τόσο ανατριχιαστική και ρεαλιστική ταυτόχρονα η ταινία, από την αφίσα έως την τελευταία σκηνή της. Γιατί η κραυγή «Μα γιατί δε με ακούει κανείς» είναι μια πραγματική κραυγή αγωνίας, και όχι μόνο στις αίθουσες. 

 

Πάνος Χριστοδούλου, Βιοπαθολόγος/Εργαστηριακός Ιατρός, Ιατρός Δημόσιας Υγείας και Κοινωνικής Ιατρικής, MSc Διοίκησης Μονάδων Υγείας, MSc Διατροφής, Τροφίμων και Μικροβιώματος, Υποψήφιος Διδάκτορας Ιατρικής Πανεπιστημίου Πατρών, PGCert Διαχείρισης κρίσεων στη δημόσια υγεία και ανθρωπιστικής απάντησης

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: