Quo vadis Merkel? 72 χρόνια μετά οι Γερμανοί επισημοποιούν τον ρατσισμό

Η Μέρκελ δεν είχε κανένα πρόβλημα με ψευδείς ειδήσεις, όσο αυτές στήριζαν την πολιτική της. Το μοναδικό αγκάθι στον κυβερνητικό συνασπισμό ήταν ο Σόιμπλε. Διότι αυτός αποδείχθηκε αρκετά έξυπνος για να πέσει στην ίδια παγίδα όπως οι υπόλοιποι πολιτικοί πρώτης γραμμής της κυβέρνησης.

Η Γερμανία ζει μια παράδοξη για τα μεταπολεμικά της χρόνια κατάσταση. Το Grundgesetz, ο «βασικός νόμος» που έχει ως σύνταγμα, συντάχθηκε με την ίδρυση της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας κάτω από τις επιταγές των Αμερικάνων. Και αυτοί διαπίστωσαν, στην ανάλυση του ναυαγίου της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, τις πρόωρες εκλογές ως μία από τις αιτίες του κακού. Έτσι φρόντισαν να τοποθετήσουν αμέτρητα φράγματα για την αποτροπή τους.

Για αυτό το λόγο οι διαπραγματεύσεις για νέα κυβέρνηση ανάμεσα στα τέσσερα κόμματα CDU, CSU, FDP και Πράσινους, διήρκεσαν από τις εκλογές του Σεπτεμβρίου ως το περασμένο Σαββατοκύριακο. Τα αποτελέσματα των εκλογών επέτρεπαν μαθηματικά την συνέχιση του «μεγάλου συνασπισμού» μεταξύ CDU, CSU και SPD. Ωστόσο τα κόμματα που μέχρι σήμερα συνεργάστηκαν με το κόμμα της Καγκελαρίου Άνγκελα Μέρκελ, έζησαν μια τρομαχτική εμπειρία. Πρώτο το σοσιαλδημοκρατικό SPD, που μετά από τον μεγάλο συνασπισμό με τα δύο συντηρητικά αδελφά κόμματα CDU και CSU, από το 2005 ως το 2009 έχασε σχεδόν το ένα τρίτο της εκλογικής του δύναμης. Έτσι οι σοσιαλδημοκράτες που μόνοι τους είχαν συχνά τα ίδια, αν όχι μεγαλύτερα ποσοστά από το CDU (Χριστιανοδημοκράτες), που κατεβαίνει σε όλη την Γερμανία πλην της Βαυαρίας, και το CSU της Βαυαρίας, βρέθηκαν σε ιστορικό χαμηλό, λίγο πάνω από το 20%. Έτσι το 2009 και αφού το νεοφιλελεύθερο κόμμα της FDP πέρασε σε διψήφια ποσοστά, έγινε συνασπισμός CDU, CSU, FDP.

Το αποτέλεσμα; Στις εκλογές του 2013 το FDP έχασε την πρόσβαση στη Βουλή αφού προσέλκυσε λιγότερο από το πέντε τοις εκατό που απαιτείται για την είσοδο ενός κόμματος στο Bundestag. Και αυτό το πλαφόν είναι μια επιταγή των Αμερικανών. Είχαν διαπιστώσει ότι πολλά μικρά κόμματα στην βουλή δυσκολεύουν το έργο δημιουργίας σταθερής – όπως την θέλουν – κυβέρνησης.

Έτσι και παρά την επίγνωση της προηγούμενης συντριβής το SPD δέχτηκε το 2013 «για το καλό της πατρίδας» και πάλι έναν μεγάλο συνασπισμό. Το αποτέλεσμα είναι γνωστό, τον Σεπτέμβρη του 2017 ο μεγάλος συνασπισμός έχασε 15 μονάδες της εκλογικής του δύναμης, ενώ ανάλογο ποσοστό κέρδισαν οι ακροδεξιοί λαϊκιστές της Αλτερνατίβας για την Γερμανία, AfD. Το FDP ωστόσο πέτυχε την επανεκλογή του μετά από τέσσερα έτη απουσίας.

Ο Μάρτιν Σούλτς απέκλεισε κατηγορηματικά κάθε νέα συνεργασία με την Μέρκελ και έτσι οι μόνες εφικτές πιθανές κυβερνήσεις με πλειοψηφία είναι ο συνασπισμός «Τζαμάικα» ή μία συνεργασία της Μέρκελ με την Αλτερνατίβα. Το τελευταίο το αποκλείει – ακόμα – η Μέρκελ.

Αξίζει να δούμε όμως τι προκαλεί την κατάρρευση όλων των κομμάτων που συνεργάζονται με την Μέρκελ. Διότι στις πρόσφατες εκλογές ακόμη και το αδελφό κόμμα της CSU στη Βαυαρία σημείωσε ιστορικό χαμηλό, έτσι που για πρώτη φορά απειλείται με την απώλεια της εξουσίας στο κρατίδιο στις ερχόμενες εκλογές.

Η απάντηση είναι απλή. Η Μέρκελ από τη στιγμή που ανέλαβε την Καγκελαρία, ουσιαστικά δεν παρήγαγε πολιτική, ούτε και φορτώθηκε ποτέ – πλην μίας εξαίρεσης – το πολιτικό βάρος μιας απόφασης. Τη μοναδική της απόφαση την πήρε το καλοκαίρι του 2015 όταν «άνοιξε» τα σύνορα για τους πρόσφυγες.

Μια Καγκελάριος που κερδίζει κάνοντας… τίποτα

Διαπίστωσε γρήγορα ότι αυτό το «άνοιγμα» ήταν το απειροελάχιστο που μπορούσε να κάνει εν όψει της ανθρωπιστικής κρίσης του προσφυγικού. Γνώριζε πολύ καλά την οικονομική αφαίμαξη των κρατών πρώτης υποδοχής, κάτι που επέβαλε η Γερμανία στα κράτη μέλη της Ευρωζώνης προς ενίσχυση της Γερμανικής οικονομικής δύναμης. Ήξερε ότι αν δεν άνοιγε τα σύνορα, θα ζούσαμε σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση και στα κράτη της «Βαλκανικής οδού» πρωτόγνωρες και ανεξέλεγκτες καταστάσεις. Είναι αξιοσημείωτο ότι αυτή της η απόφαση ήταν και η αρχή της δημοσκοπικής της κατάρρευσης.

Σε όλες τις υπόλοιπες κρίσεις της καγκελαρίας φρόντιζε να μην πάρει η ίδια αποφάσεις. Περίμενε υπομονετικά να λυθούν τα όποια προβλήματα είτε από το εκάστοτε έτερο κόμμα του κυβερνητικού συνασπισμού ή, όταν αυτό δεν ήταν εφικτό, από εσωκομματικούς της αντιπάλους. Και κάθε φορά, λίγο πριν οι πραγματικοί δημιουργοί μιας λύσης κατάφερναν να την παρουσιάσουν στο κοινό, η Μέρκελ έβγαινε στις κάμερες παρουσιάζοντας τον εαυτό της ως τον μεγάλο ρυθμιστή, την γκουρού που βρήκε την λύση. Αυτό βέβαια μόνο αν η λύση του προβλήματος ήταν ευχάριστη για τον λαό. Στα δύσκολα μέτρα και στις αντιλαϊκές αποφάσεις άφηνε τους υπόλοιπους να βγάλουν τα κάστανα απ’ την φωτιά και παρουσιαζόταν ως αυτή που λυπάται για όσα γίνονται.

Έτσι κατάφερε να μπει στην συνείδηση των ψηφοφόρων της ως πιο φιλολαϊκή και κοινωνικά ευαίσθητη από τους Σοσιαλδημοκράτες, ως λιγότερο νεοφιλελεύθερη από τους νεοφιλελεύθερους του FDP. Τι και αν έκανε πάρτι στην Καγκελαρία στο Βερολίνο με τον πρόεδρο της Deutsche Bank; Τι κι αν είχε συχνές επαφές με την Friede Springer, την εκδότρια πίσω από την Bild και την die Welt; Τα ΜΜΕ που πρώτα «ανακάλυψαν» ως λύση για την Ελλάδα το «πουλήστε τα νησιά και την Ακρόπολη» και το «τεμπέληδες του νότου που τρώνε τα λεφτά των Γερμανών».

Η Μέρκελ δεν είχε κανένα πρόβλημα με ψευδείς ειδήσεις, όσο αυτές στήριζαν την πολιτική της. Το μοναδικό αγκάθι στον κυβερνητικό συνασπισμό ήταν ο Σόιμπλε. Διότι αυτός αποδείχθηκε αρκετά έξυπνος για να πέσει στην ίδια παγίδα όπως οι υπόλοιποι πολιτικοί της πρώτης γραμμής της κυβέρνησης.

Ο Σόιμπλε έτρεχε την πολιτική του με δικιά του πάντα ατζέντα, μετατρέποντας το Γερμανικό Υπουργείο Οικονομικών σε μια άτυπη Kommandatur της Ε.Ε.. Η αντίδραση της Μέρκελ; Πάλι διφορούμενη. Είχε την άνεση να παίζει τον ρόλο του καλού μπάτσου στους πρωθυπουργούς του Ευρωπαϊκού νότου και ταυτόχρονα να αναλαμβάνει την πολιτική ευθύνη για τα αποτελέσματα της πολιτικής του Σόιμπλε – αφού ως Καγκελάριος είναι προϊστάμενη του κάθε υπουργού.

Ο ίδιος ο Σόιμπλε δεν είναι σε θέση να αναλάβει την Καγκελαρία. Πέρα από την ηλικία και την υγεία του, υπάρχουν 100.000 Γερμανικά Μάρκα μίζα που «ξέχασε» στο γραφείο του και έτσι δεν στοιχειοθετείται η αποδοχή τους. Ο Σόιμπλε που σε σχέση με την Ελλάδα έδειξε το πιο αυστηρό και απάνθρωπο πρόσωπο φορολογικής πειθαρχίας, «παρέλειψε» να κλείσει τις τεράστιες τρύπες που άφηνε και αφήνει το Γερμανικό φορολογικό σύστημα για τους έχοντες και την προσπάθεια τους να μην πληρώσουν κανέναν φόρο. Για τον Γερμανικό φορολογούμενο λαό υπήρχε πάντα το παραμυθάκι ότι οι φόροι τους αυξάνονται για να πληρωθούν οι “τεμπέληδες” Έλληνες.

Αυτό το παραμυθάκι στηρίχθηκε μια χαρά από την Bild και την die Welt. Με την Bild η Μέρκελ απαλλάχθηκε επίσης κι από έναν δελφίνο του κόμματος της. Ο Κρίστιαν Βουλφ ήταν πρωθυπουργός κρατιδίου, νέος και δημοφιλής. Ήταν ο τελευταίος μιας παρέας συνομήλικων πολιτικών που την εποχή της κομματικής νεολαίας, σε μια πτήση προς νότια Αμερική, είχαν αποφασίσει να γίνει ο δυνατότερος καγκελάριός τους. Τον έναν μετά τον άλλον κατάφερε να τους βγάλει από την πολιτική η Μέρκελ. Ο Βουλφ όμως παρέμεινε ενεργός. Έτσι το 2010 η Μέρκελ τον έκανε Πρόεδρο Δημοκρατίας. Βέβαια όχι για πολύ. Διότι μόλις στα δύο χρόνια της προεδρίας Βουλφ και αφού ο πρόεδρος προέβη σε πολιτικές δηλώσεις για θέματα καθημερινότητας, η Bild “ανακάλυψε” δωροδοκίες στην καριέρα του νεαρού πολιτικού. Έτσι μετά από εβδομάδες πρωτοσέλιδων κατά του Βουλφ ο πρόεδρος αναγκάστηκε σε παραίτηση και σύρθηκε στα δικαστήρια. Εκεί βέβαια αθωώθηκε, με εξαίρεση κάτι εισιτήρια και μερικές διαμονές ξενοδοχείων που είχε από επιχειρηματία ως δώρο – χωρίς όμως να μπορεί να αποδειχτεί ότι υπήρχε πολιτικό αντίκρισμα.

Έτσι, ακόμη κι αν δεν το είχε διαπιστώσει νωρίτερα, το αργότερο το 2012 ο εξευτελισμός Βουλφ έδειξε στον Σόιμπλε και στον κάθε επίδοξο Σόιμπλε της CDU ότι δεν υπάρχει δυνατότητα να κοντραριστεί με την Μέρκελ.

Η Υπουργός Αμύνης φον ντερ Λάιεν φλέρταρε με τον ρόλο του δελφίνου ως που ο Γερμανικός τύπος ανακάλυπτε ανά εβδομάδα ένα νέο σκάνδαλο στις ένοπλες δυνάμεις. Κοντολογίς, το κόμμα της Μέρκελ δεν διαθέτει πια πολιτικό που να είναι σε θέση να αναλάβει την ηγεσία, τόσο του κόμματος όσο και την Καγκελαρία. Πιο εύκολο αποδείχτηκε το έργο της Μέρκελ όσον αφορά την αποδυνάμωση των πρωτοκλασάτων πολιτικών του CSU. Εκεί η Μέρκελ απλά και μόνο άφηνε τους Βαυαρούς να βγαίνουν στα κανάλια, να δηλώνουν με λεονταρισμούς τις απαιτήσεις τους, για να τους ταπώσει λίγο αργότερα – όχι η ίδια – το έτερο κόμμα του συνασπισμού, η SPD.

Αυτό που «ξέφυγε» της Μέρκελ είναι η άνοδος της Αλτερνατίβας για την Γερμανία. Πρόκειται για ένα κόμμα που δεν κρύβει ούτε τον ακραίο νεοφιλελευθερισμό, ούτε την αντικοινωνική του στάση αλλά ούτε και τον ναζισμό που έχει στην ιδεολογία του. Η Αλτερνατίβα δεν μπήκε καν στον κόπο να καμουφλάρει τον ναζισμό της με φιλολαϊκές εξαγγελίες. Επιμένει ότι πρέπει να κοπούν τα κοινωνικά επιδόματα, ειδικά στις «ανήθικες» άγαμες μητέρες. Η Ελλάδα πρέπει να τιμωρηθεί, λέει η Αλτερνατίβα, αφού όπως τονίζει έφαγε τα λεφτά των Γερμανών. Τι κι αν μέχρι σήμερα καμία δεκάρα Γερμανική δεν έχει έρθει στα χρόνια της κρίσης στην Ελλάδα. Αφού τα δάνεια κατά 95% πήγαν ως πραγματικό χρήμα στις τράπεζες – πρωτίστως τις Γερμανικές. Ο Γερμανικός προϋπολογισμός ως τώρα δεν επιβαρύνθηκε με πραγματικά χρέη λόγω Ελλάδας αλλά αντιθέτως, εισέπραξε τόκους για το γεγονός ότι μπήκε εγγυητής για τα τροϊκανά δάνεια.

Ο Γερμανικός λαός δεν έμαθε ότι με τα μέτρα που επιβάλλονται στην Ελλάδα και τον λαό της, κάθε άλλο παρά ανάκαμψη πετυχαίνεται. Αντιθέτως πείστηκε ότι για τα αντιλαϊκά μέτρα που ζει ο ίδιος ο Γερμανός, φταίνε οι Έλληνες και οι πρόσφυγες. Κανείς δεν τους ενημερώνει τίνος όπλα προκάλεσαν την προσφυγιά

Η Μέρκελ μαθαίνει τα κόλπα της Αλτερνατίβας

Λίγο πριν τις τελευταίες ομοσπονδιακές εκλογές ο Χρίστιαν Λίντνερ κατάφερε να διαβάσει τους πολίτικους γρίφους. Είδε τους λόγους για την άνοδο της Αλτερνατίβας στα γκάλοπ και αντέγραψε με το FDP του μια πιο στρογγυλεμένη έκδοση των θέσεων των ναζί. Αφού λοιπόν η Μέρκελ είδε ότι με αυτήν την τακτική ο Λίντνερ πέτυχε νεκρανάσταση του κόμματος του, τώρα τον αντιγράφει η ίδια.

Ποιος φταίει για την κατάντια της; Οι πρόσφυγες και οι Έλληνες. Οπότε λογικό δεν είναι τώρα να υπάρξει διάκριση κατά Ελλήνων στα σύνορα της Γερμανίας; Να δημιουργούνται «για την ασφάλεια των Γερμανών» ειδικοί χώροι στα αεροδρόμια όπου θα στοιβάζονται απ’ εδώ και στο εξής οι ταξιδιώτες από Ελλάδα; Και αλήθεια, ποιος νοιάζεται αν ο ταλαιπωρημένος και ταπεινωμένος ταξιδιώτης από την Ελλάδα χάσει με κάτι ώρες αναμονής στον έλεγχο, την επόμενη πτήση του, το επαγγελματικό του ραντεβού ή αν τον περιμένουν οι δικοί του έξω από το αεροδρόμιο; Ποια συμφωνία του Σένγκεν και κουραφέξαλα; Αφού οι Έλληνες φταίνε για όλα – το λέει και ο τύπος.

Έτσι λοιπόν φτάσαμε να ακούμε και φωνές στην Γερμανική βουλή που λένε ότι η Αλτερνατίβα θα στήριζε μια κυβέρνηση μειοψηφίας της Μέρκελ με τον Λίντνερ. Και αν η αγάπη της Μέρκελ για την καρέκλα παραμένει το μοναδικό της κριτήριο, μπορεί να το ζήσουμε και αυτό. Τους φταίχτες τους γνωρίζουμε ήδη – είναι οι Έλληνες και οι πρόσφυγες.

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: