Τζόρτζιο Αγκάμπεν: Από την «κατάσταση εξαίρεσης» στην «παγκόσμια δικτατορία», μια πανδημία ανορθολογισμού δρόμος

Η μετατόπιση της ανάλυσης του Αγκάμπεν από την ερμηνευτικά χρήσιμη και εμπειρικά τεκμηριωμένη έννοια της «κατάστασης εξαίρεσης» σε αυτή της «παγκόσμιας δικτατορίας», που αποτελεί το ανεστραμμένο είδωλο του ειρηνικού και δημοκρατικού «παγκόσμιου κράτους» των απολογητών της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, βρίθει αντιφάσεων, ταυτολογιών και ευχολογίων και είναι σύμπτωμα της πανδημίας ανορθολογισμού που έχει προσβάλει ένα υπολογίσιμο τμήμα της Αριστεράς στην εποχή του COVID.

Παρακολούθησα πρόσφατα την τοποθέτηση του γνωστού Ιταλού φιλοσόφου Τζόρτζιο Αγκάμπεν στο πλαίσιο εκδήλωσης που διοργάνωσε μια συλλογικότητα ονόματι «Πρωτοβουλία ενάντια στο υγειονομικό απαρτχάιντ». Τα ζητήματα στα οποία θα αναφερθώ τα έχω θίξει πολλάκις και με διάφορες αφορμές στη διάρκεια της κρίσης του COVID 19 και δεν θα έμπαινα στον κόπο να τα επαναλάβω αν τα λεγόμενα ενός κατά τ’ άλλα αξιολογότατου και διεθνώς αναγνωρισμένου στοχαστή της ριζοσπαστικής αριστεράς δε συμπύκνωναν σε μόλις 17 λεπτά τις στρεβλώσεις, τις αντιφάσεις, την εννοιολογική σύγχυση και τα τραγικά και επικίνδυνα αδιέξοδα που χαρακτηρίζουν σημαντικό μέρος των αναλύσεων του χώρου σχετικά με την πανδημία.

Ο Αγκάμπεν ξεκινάει την τοποθέτησή του διαπιστώνοντας αξιωματικά, χωρίς να το αιτιολογεί, ότι τα πιστοποιητικά εμβολιασμού για την είσοδο σε δημόσιους χώρους και ΜΜΜ δεν είναι μέσο προστασίας από τον ιό, αλλά ψηφιακής καταγραφής των προσωπικών μας δεδομένων με στόχο τον έλεγχο κάθε όψης των δραστηριοτήτων μας. Εδώ αρκεί να επισημάνω αυτό που έχει εύστοχα τονιστεί και από άλλους, ότι η συλλογή και καταγραφή των προσωπικών δεδομένων των πολιτών από τα κράτη λαμβάνει χώρα συστηματικά εδώ και δεκαετίες μέσω ποικίλων διαδικασιών, από την απογραφή μέχρι και τις φορολογικές δηλώσεις, χωρίς κανείς να μπορεί να υποστηρίξει σοβαρά ότι αυτές συνιστούν καθ’ οιονδήποτε τρόπο απόπειρες αυταρχικής εκτροπής και ολοκληρωτικού ελέγχου της ζωής μας.

Κι όμως, ο Αγκάμπεν όχι μόνο λέει ευθαρσώς κάτι τέτοιο, αλλά προχωράει ακόμη παραπέρα, υποστηρίζοντας ότι ουσιαστικά η αστική δημοκρατία όπως την ξέραμε, με όλα τα δικαιώματα και τις ελευθερίες που εγγυόταν, έχει καταλυθεί και έχουμε μεταβεί σε ένα ιδιότυπο μοντέλο διακυβέρνησης, το λεγόμενο «δυαδικό κράτος», παρόμοιο με αυτό της ναζιστικής Γερμανίας (!), όπου οι νόμιμες διαδικασίες και οι υπάρχοντες θεσμοί του επίσημου κράτους διατηρούνται τυπικά, έχουν όμως υποσκελιστεί από την κυριαρχία εξωθεσμικών και μη δημοκρατικά ελεγχόμενων κέντρων που λαμβάνουν αυθαίρετα τις σημαντικότερες αποφάσεις για την διαχείριση της κρίσης επικαλούμενες μια εξωτερική απειλή. Η αναφορά στο «δυαδικό κράτος» σχετίζεται άμεσα με μια από τις πιο γόνιμες συμβολές του Αγκάμπεν στην ανάλυση των σύγχρονων αστικοδημοκρατικών συστημάτων, την έννοια της «κατάστασης εξαίρεσης», που περιγράφει την αναστολή δημοκρατικών δικαιωμάτων και ελευθεριών στο όνομα μιας έκτακτης ανάγκης, φέρνοντας ως παράδειγμα την «Πατριωτική Πράξη» της κυβέρνησης Μπους αμέσως μετά την επίθεση της 11ης Σεπτέμβριου με πρόσχημα την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας. Έτσι δημιουργείται η «γυμνή ζωή», μια κατηγορία ανθρώπων που θεωρούνται αυθαίρετα και εκ προοιμίου κατώτεροι ή εχθροί του κοινωνικού συνόλου, όπως αυτό ορίζεται από την κρατική εξουσία, και έτσι τους στερείται κάθε νομική υπόσταση και δημοκρατικό δικαίωμα και τίθενται στο περιθώριο της κοινωνίας, αόρατοι και στο έλεος της αυθαίρετης μεταχείρισης των κρατούντων. Τέτοια παραδείγματα είναι οι αιχμάλωτοι πολέμου στο Γκουαντάναμο των ΗΠΑ και παλαιότερα οι Εβραίοι στη ναζιστική Γερμανία και οι δούλοι στην αρχαία Ρώμη.

Παρόλο που η κατάσταση εξαίρεσης και η ανάδυση μορφών «γυμνής ζωής» συνιστά μια όντως υπαρκτή και ραγδαία ενισχυόμενη τάση τα τελευταία χρόνια των πολλαπλών κρίσεων του καπιταλισμού, η αυτόματη εφαρμογή της σε κάθε συνθήκη που έχει (ή φαίνεται σε πολλούς ότι έχει) παρόμοια χαρακτηριστικά χωρίς να συνυπολογίζονται οι ιδιαιτερότητες της εκάστοτε συγκυρίας οδηγεί αναπόφευκτα σε στρεβλώσεις που φτάνουν ενίοτε στα όρια του παραλόγου. Φοβάμαι ότι αυτό ακριβώς συμβαίνει στην προκειμένη περίπτωση, αφού ο φιλόσοφος δε διστάζει να παραλληλίσει τη θέση των ανεμβολίαστων πολιτών στα σημερινά κράτη με εκείνη των Εβραίων επί Χίτλερ. Αν και το εξωφρενικό της σύγκρισης (θα έπρεπε να) είναι προφανές σε κάθε πολιτικά νοήμονα και προοδευτικό άνθρωπο, ας σημειώσουμε ότι στην περίπτωση του Γ’ Ράιχ η «απειλή» επί της οποίας θεμελιώθηκε η κατάσταση εξαίρεσης ήταν κατασκευασμένη από το ναζιστικό καθεστώς με φυλετικά κριτήρια και δηλωμένο στόχο την εξόντωση της εβραϊκής φυλής, ενώ στην περίπτωση του COVID η απειλή είναι πραγματική και άμεση, ανεξαρτήτως της οξείας κριτικής που οφείλει κανείς να ασκήσει στην επιεικώς αποτυχημένη διαχείρισή της από πολλές αστικές κυβερνήσεις. Επιπλέον, και το κυριότερο, οι Εβραίοι στοχοποιήθηκαν βάσει της φυλετικής τους καταγωγής, την οποία δε διάλεξαν, ενώ οι ανεμβολίαστοι, στη συντριπτική τους πλειονότητα, επιλέγουν να μην εμβολιαστούν εκ πεποιθήσεως, είτε γιατί πιστεύουν σε θεωρίες συνωμοσίας περί «κατασκευής» του ιού και επικινδυνότητας των εμβολίων, είτε διότι, δρώντας άκρως εγωιστικά και αντικοινωνικά, περιμένουν ότι ο εμβολιασμός ή η νόσηση των υπολοίπων θα πετύχει την περίφημη «ανοσία της αγέλης», η οποία θα τους προστατεύσει και αυτούς.

Το επιστέγασμα της επιχειρηματολογίας του Αγκάμπεν είναι ότι με πρόσχημα την αντιμετώπιση της πανδημίας τείνει να επιβληθεί μια παγκόσμια δικτατορία. Πρόκειται για μια αντίληψη βγαλμένη κατευθείαν από τα άδυτα της συνωμοσιολογικής άκρας δεξιάς, που δεν έχει καμία σχέση με τη μαρξιστική ή οποιαδήποτε άλλη συγκροτημένη και συνεπή αριστερή οπτική για την υγειονομική κρίση. Για να περιοριστούμε στα βασικά, θυμίζουμε ότι στη μαρξιστική τουλάχιστον θεωρία η δικτατορία είναι καταρχήν ταξική και έχει το ευρύτερο νόημα του ελέγχου των κύριων κατασταλτικών (στρατός, αστυνομία, δικαστήρια) και ιδεολογικών μηχανισμών εξουσίας (σχολείο, ΜΜΕ, εκκλησία κτλ) από την κυρίαρχη τάξη και τους εκπροσώπους της. Ταυτόχρονα όμως, ο εν λόγω έλεγχος σχεδόν ποτέ δεν είναι άμεσος και ολοκληρωτικός, γιατί διαμεσολαβείται πάντοτε από τις πολιτικές και οικονομικές υποχωρήσεις και συμβιβασμούς που επιβάλλουν οι αγώνες των υποτελών τάξεων (κοινωνικά και εργασιακά δικαιώματα, συνδικαλισμός, γενικό εκλογικό δικαίωμα κα) και τον εκάστοτε συσχετισμό δυνάμεων που διαμορφώνουν. Αυτό το στοιχείο της σχετικής αυτονομίας της κρατικής εξουσίας από τα άμεσα συμφέροντα της άρχουσας τάξης επιτρέπει άλλωστε στην κομμουνιστική Αριστερά να διακρίνει συστηματικά μεταξύ της αστικής δημοκρατίας, των αυταρχικών δικτατοριών και των φασιστικών καθεστώτων και να προσαρμόζει ανάλογα την τακτική και τη στρατηγική της. Συνεπώς, η ολοκληρωτική δικτατορία όπως την αντιλαμβάνεται ο Αγκάμπεν μπορεί να επιχειρηθεί και να επιβληθεί για σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα σε συνθήκες κρίσης, αλλά είναι αδύνατο να εδραιωθεί μακροπρόθεσμα ως σύστημα διακυβέρνησης. Ακόμη όμως κι αν υποθέσουμε ότι μια τέτοια δικτατορία εδραιωνόταν σε μια ή περισσότερες χώρες, δε θα μπορούσε ποτέ να διεθνοποιηθεί και να γίνει παγκόσμια, γιατί δε θα το επέτρεπαν οι εσωτερικές συγκρούσεις της άρχουσας τάξης και κυρίως οι ιμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί μεταξύ των ισχυρών κρατών.

Το κερασάκι στην τούρτα των αντιφάσεων και των παρανοήσεων του Αγκάμπεν και του ρεύματος που εκπροσωπεί είναι η απάντηση που δίνει στο ερώτημα ποιες είναι οι μορφές αντίστασης που θα μπορούσαν να αναδυθούν απέναντι στο «υγειονομικό απαρτχάιντ» και στην «παγκόσμια δικτατορία» που είναι προ των πυλών. Εδώ ο φιλόσοφος τονίζει ότι η μόνη μορφή αντίστασης που είναι ρεαλιστική και ελπιδοφόρα είναι η συγκρότηση συλλογικοτήτων και δομών «κοινωνικής αυτο-οργάνωσης» σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο. Πέρα από το γεγονός ότι μια τέτοιας μορφής και κλίμακας οργάνωση θα ήταν δομικά ανεπαρκής απέναντι στην υποτιθέμενη «παγκόσμια δικτατορία» και τα συντριπτικά υπέρτερα μέσα ελέγχου που διαθέτει, δε θα μπορούσε καν να συγκροτηθεί εξ αρχής, γιατί η οπτική που υιοθετεί ο Αγκάμπεν είναι αυτή του μεμονωμένου ατόμου, η ελευθερία και η «αυτοδιάθεση» του οποίου ακυρώνεται από το «υγειονομικό απαρτχάιντ». Σε αυτή την ατομικιστική βάση είναι αδύνατον να θεμελιωθεί οποιουδήποτε είδους συλλογικός αγώνας, διότι απλούστατα δεν υπάρχει συλλογικό αγαθό προς υπεράσπιση.

Συνοψίζοντας, η μετατόπιση της ανάλυσης του Αγκάμπεν από την ερμηνευτικά χρήσιμη και εμπειρικά τεκμηριωμένη έννοια της «κατάστασης εξαίρεσης» σε αυτή της «παγκόσμιας δικτατορίας», που αποτελεί το ανεστραμμένο είδωλο του ειρηνικού και δημοκρατικού «παγκόσμιου κράτους» των απολογητών της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, βρίθει αντιφάσεων, ταυτολογιών και ευχολογίων και είναι σύμπτωμα της πανδημίας ανορθολογισμού που έχει προσβάλει ένα υπολογίσιμο τμήμα της Αριστεράς στην εποχή του COVID.

Ραφαήλ Παπαδόπουλος

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: