Dark tourism: Έλα να πάμε στα καμένα

Αναισθησία. Κατανάλωση του θανάτου και του ανθρώπινου πόνου σαν αναψυκτικό. «Ωραία περάσαμε! Είδαμε και το μνημείο που κάηκαν άνθρωποι στο Μάτι. Μετά φάγαμε σε μια τοπική ταβέρνα.» – Φανταστείτε στη Μακρόνησο και στα Γιούρα καντίνες που θα δίνουν αναψυκτικά, σάντουιτς και αναμνηστικά μπλουζάκια από τους τόπους εξορίας. Εξοργίζεστε;

« Αχ, εδώ εδώ να βγάλουμε μια σέλφι. Εδώ που κάποτε ούρλιαζαν αγκαλιά άνθρωποι που καίγονταν. Έλα πείτε όλοι «καμένοι» και χαμογελάστε στον φακό»

Θα μπορούσε να ήταν μια εικόνα από το μέλλον. Χαμογελαστοί άνθρωποι με κάμερες και κινητά στα χέρια να μπαίνουν στο χωράφι που έγινε τόπος θανάτου για 62 άτομα ως μέρος του dark tourism στο Μάτι.

Φανταστείτε στη Μακρόνησο και στα Γιούρα καντίνες που θα δίνουν αναψυκτικά, σάντουιτς και αναμνηστικά μπλουζάκια από τους τόπους εξορίας.

Εξοργίζεστε;

Και όμως το Dark Tourism κάνει θραύση σε ολόκληρο τον κόσμο και όπως μας ενημερώνει και το άρθρο της ιστοσελίδας Greek Fortune, η Ελλάδα θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί τον τόπο δολοφονίας του Καποδίστρια, την Σπιναλόγκα, τους τόπους εξορίας ή το Μάτι.

Σας γυρνά και το δικό σας μάτι με όσα διαβάζετε;

Ότι ο καπιταλισμός εκμεταλλεύεται τα πάντα το γνωρίζουμε, γιατί να μην εμπορεύεται και τόπους μαρτυρίου; Τόπους θανάτου; Τόπους δολοφονίας;

Εδώ και δεκαετίες άλλωστε υπάρχουν σε ολόκληρο τον κόσμο: Από τα γερμανικά στρατόπεδα συγκέντρωσης έως μουσεία αφιερωμένα σε βασανιστήρια.

Οι άνθρωποι έλκονται από τέτοια μέρη, επειδή ο φόβος του θανάτου μάς δημιουργεί την ανάγκη να βρεθούμε κοντά σε τόπους που κάποτε άνθρωποι σκοτώθηκαν, με σκοπό να χορτάσουμε την περιέργειά μας, να μάθουμε τα όρια της ανθρώπινης φύσης και αντοχής, να νιώσουμε ασφαλείς μαθαίνοντας πληροφορίες που ίσως μας φανούν χρήσιμες σε παρόμοιες καταστάσεις. Με αυτό πιστεύουμε πως μπορούμε να αποφύγουμε οι ίδιοι έναν βίαιο θάνατο.

Αυτή η ψυχολογική ανάγκη της πληροφορίας γύρω από το θάνατο, όπως και γύρω από το σεξ, είναι στοιχείο που όλοι οι άνθρωποι ανεξαρτήτως κουλτούρας ή φυλής έχουμε κοινό.

Αυτό το στοιχείο εκμεταλλεύεται ο «σκοτεινός τουρισμός».

Θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί: από το να «σαπίζουν» αυτά τα μέρη, δεν είναι καλύτερα να συντηρηθούν και να γίνουν εκμεταλλεύσιμα για τον τουρισμό; Τι dark, τι red, τι white;

Εφόσον ικανοποιεί μια τέτοια αρχέγονη ανάγκη, βοηθά την οικονομία και παράλληλα μαθαίνεις για λιγότερο γνωστά περιστατικά στην ιστορία σου…

Μουσεία που δείχνουν βασανιστήρια, τόποι που ηταν σκλαβοπάζαρα και στρατόπεδα συγκέντρωσης δείχνουν τις σκοτεινές σελίδες της ανθρώπινης ιστορίας, συντηρούν την ιστορική μνήμη και μας αποτρέπουν να επαναληφθούν.

Σωστά;

Θα έλεγε κάποιος πως όλα τα παραπάνω είναι «τα υπέρ».

Ιδιαίτερα για εμάς τους κομμουνιστές, αν τα ξερονήσια γίνουν επισκέψιμοι τόποι, πολλοί θα μάθουν τη νεότερη ιστορία. Ιστορία που την αποκρύπτουν τα μαθητικά βιβλία και το ελληνικό κράτος αφήνει να καταρρέουν οι άλλοτε «νέοι Παρθενώνες», όπως έλεγε τους τόπους εξορίας.

Αρχικά, το βασικό αντεπιχείρημα είναι το γεγονός πως το να υπάρχει ένα μουσείο ή ένας τόπος δεν σημαίνει αυτόματα πως εξαλείφονται όσα τα έχουν δημιουργήσει.

Είναι αφελές να πιστεύουμε πως επειδή υπάρχει μουσείο βασανιστηρίων, οι άνθρωποι δεν βασανίζουν και δεν βασανίζονται, όχι με μεσαιωνικό τρόπο αλλά με σύγχρονα μέσα.

Πως επειδή υπάρχουν τόποι σκλαβοπάζαρων, δεν υπάρχουν σύγχρονοι σκλάβοι και πως έπαψε να υπάρχει φασισμός επειδή κάποιος πληρώνει εισιτήριο για το Άουσβιτς.

Δεν φτάνει να υπάρχει κάτι αλλά πρέπει να συνδέεται και με το γενικότερο οικονομικο-κοινωνικο-πολιτικό πλαίσιο που επικρατεί, αλλιώς απλά είναι ένας κενός νοήματος τόπος, που λειτουργεί ως άλλοθι παρά ως ιστορική μνήμη.

Εξιλεώνει, η ύπαρξη του Άουσβιτς, ονομάζοντας την σύγχρονη ευρωπαϊκή κοινωνία μας ως «δημοκρατική», ενώ χιλιάδες πτώματα αδήλωτων εργατών από τρίτες χώρες φεύγουν χωρίς ποτέ να τους δώσει κανείς μας αναγνώριση;

Σήμερα, αν θέλουμε να συμπονέσουμε θύματα, δεν έχουμε παρά να πάμε έξω από ένα εργοστάσιο.

Αν φτιαχτεί η Σπιναλόγκα αλλά δεν φτιαχτεί το σύστημα υγείας μας, δεν έχει νόημα. Αν φτιαχτεί η Σπιναλόγκα αλλά είμαστε έτοιμοι να εξορίσουμε οποιονδήποτε με μια ασθένεια ή φυσική αναπηρία, τότε απλά φτιάξαμε ντουβάρια και μείναμε ντουβάρια.

Αν φτιαχτεί η Γυάρος αλλά δεν φτάσει το ΚΚΕ 80%, δεν εχει γίνει σωστή προβολή της ιστορικής μνήμης.

Καταλαβαίνετε τι θέλω να πω.

Δεν αρκεί απλά η ύπαρξη ενός τόπου μαρτυρίου χωρίς να υπάρχει ένας ευρύτερος προβληματισμός και συζήτηση γύρω από αυτά τα θέματα.

Η τουριστική εκμετάλλευση δε τέτοιων τόπων γίνεται τόσο πολύ με σκοπό το κέρδος, ώστε τις περισσότερες φορές δεν νιώθεις καν την ψυχική σύνδεση που θα έπρεπε να νιώθεις μέσα σε ένα τέτοιο μέρος.

Πλήθος κόσμου, σύγχρονες τουριστικές εγκαταστάσεις που αλλοιώνουν το φυσικό τοπίο, βαριεστημένοι ξεναγοί και τουρίστες που απλά πήγαν εκεί επειδή είναι μέσα στο πακέτο διακοπών τους, είναι «trend» ή απλά είχαν φετίχ με τέτοια μέρη.

Όλα λάθος.

 Πολλώ δε μάλλον όταν η τουριστική εκμετάλλευση αυτών των τόπων θα γίνεται εξόφθαλμα, όχι για να νιώσεις συμπόνια ή να μάθεις τις σκοτεινές σελίδες της ιστορίας σου αλλά για να νιώσεις «ηδονή» βρισκόμενος σε τέτοια μέρη.

Το φετίχ είναι που εκμεταλλεύεται ο «Dark tourism». Οι τουρίστες εξ αρχής επιλέγουν να επισκεφθούν συγκεκριμένα μέρη που έχουν συνδεθεί με το θάνατο. Θέλουν να δουν τόπους δολοφονίας, τόπους βασανισμού, τόπους μαζικού και βίαιου θανάτου.

Απογυμνωμένο από οποιοδήποτε άλλο λόγο επίσκεψης.

Αντί λοιπόν αυτοί οι τόποι να γίνονται επισκέψιμοι για να μάθεις να εκτιμάς την ειρήνη, την αξία της ανθρώπινης ζωής ερχόμενος κοντά στον θάνατο, στον «dark tourism» επιλέγονται κυρίως επειδή υπάρχει εκεί ο θάνατος.

Αποκτούν «αίγλη» επειδή κάποιος υπέφερε εκεί και ανεξάρτητα από τον λόγο ή τους λόγους που υπέφερε, πας για να δεις «πόσο τρομαχτικό είναι».

Εξοικειώνεσαι με τον πόνο και το θάνατο και τον κυνηγάς σαν μικρός εξερευνητής.

Καμία αίσθηση σεβασμού, θλίψης ή θυμού που όλοι αισθάνονται σε τέτοια μέρη. Αντίθετα, ο «dark tourism» όσο πιο αποτρόπαια είναι η ιστορία ενός τόπου τόσο θα θέλει να την στραγγίξει και να την δώσει σε διψασμένα πλήθη, με ιδιαίτερα γούστα ή απλά ανθρώπους που ψάχνουν «έντονες συγκινήσεις» ή «το διαφορετικό στις διακοπές».

Να βλέπεις δηλαδή τα βράχια του Ζαλόγγου και αντί να σκέφτεσαι σε τι απελπισία ήταν οι Σουλιώτισσες, να σκέφτεσαι πόσες να ήταν; Που να έπεσαν άραγε; Πέθαναν ακαριαία; Ψυχορράγησαν αρκετά; Διαμελίστηκαν;

Αναισθησία.

Κατανάλωση του θανάτου και του ανθρώπινου πόνου σαν αναψυκτικό.

«Ωραία περάσαμε! Είδαμε και το μνημείο που κάηκαν άνθρωποι στο Μάτι. Μετά φάγαμε σε μια τοπική ταβέρνα.»

Ύστερα πιθανόν να ξεκουραστούν σε ξενοδοχεία κάπου εκεί κοντά σε καταπατημένα οικόπεδα, δίπλα σε πεύκα.

Τρομάζω την ώρα και την στιγμή που θα σκεφτεί κάποιος το «Disaster tourism» και μπορεί να δημιουργούν καταστροφές για να νιώσει ο τουρίστας την εμπειρία του πραγματικού κινδύνου και άνθρωποι που έχουν πλέον τόσο πολύ εξοικειωθεί με την έννοια του θανάτου να τρώνε σπιτάκια την ώρα που θα καίγονται, δολοφονούνται ή βασανίζονται.

(Το 2005 στα νησιά Μπουκέτ συνέβη μετά το τσουνάμι να υπάρχουν τουρίστες που συνέχιζαν τις διακοπές τους κολυμπώντας δίπλα σε τουμπανιασμένα πτώματα που ξεβράζει η θάλασσα.

Μην το γελάμε καθόλου…)

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: