Νατάσσα Μποφίλιου: “Δεν έχουμε την πολυτέλεια να παράγουμε τέχνη χωρίς ανησυχία!”
Δε μ’ αρέσει να στοχοποιούμαι αλλά θα μου ήταν πολύ πιο δυσάρεστο να “κάτσω στα αβγά μου”. Δεν μπορώ να διανοηθώ να γίνονται τόσα στον κόσμο και η δική μας μουσική να μην εκφράζει προβληματισμό και ανησυχία. Θα ήταν μία τέχνη δίχως πραγματική ψυχή.
Όταν θέλεις κάτι πάρα πολύ, μπορεί να μη συνωμοτήσει ο Κοέλιο και το σύμπαν του, μπορεί εκείνη η μέρα (που θα συμβεί) να αργήσει λίγο, αλλά στο τέλος η ανταμοιβή για την αναμονή θα είναι πιο γλυκιά. Όπως ακριβώς έγινε, δηλαδή, στην περίπτωσή μας, με τη συνέντευξη που μας έδωσε η Νατάσσα Μποφίλιου.
Συναντηθήκαμε, μας κέρασε λίγο από το φως της, τον εσωτερικό της χείμαρρο και τη ζωντάνια της, και πέτυχε χωρίς κόπο αυτό που -όπως λέει- θα έπρεπε να είναι ο στόχος κάθε συζήτησης: να φεύγουμε από αυτήν γεμάτοι, πιο πλούσιοι, καλύτεροι άνθρωποι. Δεν το πέτυχε μόνο με τη λάμψη και τη φυσική της παρουσία, αλλά κυρίως με την ουσία του λόγου της και το δυνατό συναίσθημα που αγκαλιάζει κάθε της λέξη.
Η μόνη δική μας ανησυχία είναι αν μπορέσαμε να περάσουμε όλη αυτή την ενέργεια από το κόσκινο της απομαγνητοφώνησης, που τείνει συχνά να αφυδατώνει τις ζωντανές συζητήσεις από τους χυμούς τους. Ούτως ή άλλως, όμως, δε χρειάζονται πολλά εισαγωγικά λόγια και διαφήμιση.
Φίλες και φίλοι αναγνώστες, η Νατάσσα Μποφίλιου! Όχι όπως δεν την έχετε ξαναδεί-ξανακούσει, αλλά ακριβώς όπως την βλέπουν καθημερινά όσοι την ξέρουν. Γιατί η Νατάσσα είναι πάνω απ’ όλα αυθεντική και θα βαριόταν φρικτά να προσποιείται κάτι που δεν είναι…

Φωτογραφίες: Άρης Οικονόμου / SOOC
“Έτσι είμαστε ως οικογένεια, πρώτα είναι το κίνημα και μετά όλα τα υπόλοιπα“, μας λέει πριν αρχίσουμε τη συνέντευξη, όταν της υπενθυμίζουμε πόσο βοηθητική έχει υπάρξει η ίδια, αλλά και ο πατέρας της με το σχήμα Ρωμιοσύνη, σε αντιφασιστικές και άλλες δράσεις του παρελθόντος, που είχαμε διοργανώσει. “Ακόμη και η σχέση μέσα στο σπίτι είχε κοινωνική προέκταση. Δεν υπάρχει πουθενά η έλλειψη του ιδεολογικού background, αυτή είναι η ζωή μου. Ο ιδεολογικός μου πυρήνας με κάνει να διαλέγω τους φίλους μου, τη μουσική που τραγουδάω, τη ζωή που ζω. Από αυτόν εκπορεύεται η όποια επιλογή“. Και αυτή ήταν η καλύτερη πάσα για να ξεκινήσουμε με τις ερωτήσεις μας.
Πιστεύεις ότι η τέχνη μπορεί να λειτουργήσει ως πράξη αντίστασης σε μία εποχή που όλα μοιάζουν να απορροφούνται από την εμπορευματοποίηση; Και ποια είναι τα όρια που έχει τελικά η καλλιτεχνική ευθύνη;
Κοιτάξτε, η μουσική που φτιάχνουμε είναι a priori δεδομένο ότι θα εμπορευματοποιηθεί. Η τέχνη πάντα ήταν συνδεδεμένη και με μαικήνες και με ανθρώπους που την “εκμεταλλεύονταν”. Από εκεί και πέρα διαλέγεις αν θα παίξεις το ρόλο του γελωτοποιού της αυλής ή αν θα αξιοποιήσεις την τέχνη και τη φωνή σου για να μιλήσεις για αυτά που σε εκφράζουν. Ανάλογα με την εποχή που η τέχνη παράγεται έχει και διαφορετικό στόχο και απεύθυνση. Δηλαδή δεν μπορώ να διανοηθώ να γίνονται όλα αυτά στον κόσμο κι εμάς η μουσική μας να μην έχει πουθενά αυτόν τον προβληματισμό κι αυτή την ανησυχία. Θα ήταν μία τέχνη δίχως πραγματική ψυχή. Έχει πει ο Γεράσιμος κάτι πάρα πολύ ωραίο “Θα ήταν πολύ ωραίο για όλους να κάναμε μουσική που δεν έχει εντός της προβληματισμό, αλλά δυστυχώς δεν έχουμε αυτή την πολυτέλεια”. Είναι τόσο απλό και τόσο σαφές! Δεν έχουμε την πολυτέλεια να παράγουμε τέχνη χωρίς ανησυχία. Έχει βέβαια να κάνει και με το κοινό στο οποίο απευθύνεσαι. Ποιο θέλεις να είναι το κοινό σου. Εμείς θέλουμε το κοινό μας να είναι καθρέφτης μας, να του μοιάζουμε και να μας μοιάζει. Να υπάρχει μία ταύτιση, οπότε ακολουθούμε αυτόν τον δρόμο. Να πω βέβαια εδώ ότι δεν υπάρχει πρόθεση, δεν είναι αυτοσκοπός. Δεν καθόμαστε κάτω και λέμε “Θα γράψουμε τώρα ένα τραγούδι που θα έχει πολιτικό προβληματισμό”. Όχι, δεν υπάρχει αυτό. Τα τραγούδια βγαίνουν από την ανάγκη, είναι προϊόντα ανάγκης.
Θεωρείς ότι η τέχνη εκτός από το να προβληματίζει και να προκαλεί, μπορεί να έχει και παρηγορητικό ρόλο;
Μα αυτός είναι ο σκοπός της, να προβληματίζει, να ανησυχεί και να παρηγορεί. Γιατί ό, τι κι αν συμβαίνει έξω είναι τραγικό. Το να μαζευτούμε σε μία παρέα και να το συζητήσουμε είναι από μόνο του απελευθερωτικό, πόσο μάλλον στο κανάλι της τέχνης. Για αυτό και δεν ξέρω, όλο αυτό το ερώτημα… εγώ πιστεύω ας πούμε ότι η τέχνη είναι στρατευμένη εξ αρχής. Γιατί έχει στρατόπεδο, έχει τη θέση του ανθρώπου που την παράγει.
Πώς διαχειρίζεσαι την πίεση του να έχεις μια πολιτική ταυτότητα, ειδικά μια εποχή που αυτό και μπορεί να στοχοποιηθεί και να παρερμηνευθεί;
Η πραγματικότητα είναι ότι δεν έχω κάνει ποτέ αυτή τη διεργασία. Δεν είναι κάτι που το έχω επιλέξει, είναι κάτι που προκύπτει από εσωτερική ανάγκη. Έχω μάθει ότι δεν είναι δυνατόν να γυρνάς την πλάτη σε όλα αυτά που είναι και θεωρείς σοβαρά. Δεν μπορείς να γυρνάς την πλάτη στην ιδεολογία σου. Στην ανάγκη. Δεν υπήρχε λοιπόν ποτέ ένα σημείο στην πραγματικότητα, που διάλεξα να ακολουθήσω έναν δρόμο. Έγινε φυσικά. Και η αλήθεια είναι ότι ξέρω – όλοι ξέρουμε- ότι όταν εκτίθεσαι πάντα θα υπάρχουν άνθρωποι που είναι απέναντι. Αυτό συμβαίνει μοιραία, επειδή είμαι ένας άνθρωπος που δεν μου αρέσουν να είναι όλα στρογγυλεμένα. Πιστεύω στις γωνίες, όπως λέει κι ο φίλος μου ο Θύμιος Καλαμούκης. Ε, ήρθε λοιπόν κι όλο αυτό. Όταν άρχισε να γίνεται πολύ έντονο, κατάλαβα ότι ναι, στοχοποιούμαι. Υπάρχουν άνθρωποι που πληρώνονται γι’ αυτό. Το κάνουν ως δουλειά. Παρατηρούν ανθρώπους κι έπειτα τους στοχοποιούν με ό, τι εξυπηρετεί το δικό τους αφήγημα. Δεν μου ήταν ευχάριστο. Δεν μου είναι ευχάριστο κάθε φορά, αλλά μου είναι πολύ πολύ πιο δυσάρεστο να “κάτσω στα αβγά μου”. Με αυτό δεν θα μπορούσα να ζήσω. Το να μιλάω, να σκέφτομαι, να παλεύω για το δίκιο, είναι αυτό που ξέρω, επιλέγω και θέλω. Το γεγονός ότι έχει τίμημα δεν ικανό να με αλλάξει, ούτε να με σταματήσει.

Γιατί πιστεύεις ότι κάποιοι φοβούνται να πάρουν θέση; Μήπως βλέπουν το “κράξιμο” που τρώει η Μποφίλιου και λένε “άσε καλύτερα να είμαι στην άκρη μου”;
Δεν πιστεύω ότι όλοι πρέπει να παίρνουν θέση. Θέση πρέπει να παίρνουν οι άνθρωποι που έχουν θέση. Πρώτα από όλα αυτό. Υπάρχουν κι αυτοί που είναι παρατηρητές, που δεν βρίσκουν ποτέ το χώρο τους μέσα στα πράγματα, είτε λόγω ιδιοσυγκρασίας, είτε λόγω background. Υπάρχει αυτή η κατηγορία. Υπάρχει και η άλλη που σου λέει εγώ δεν θέλω να εκθέσω αυτό που είμαι, πέρα από τα τραγούδια μου, αλλά ζουν με ένα τρόπο που ουσιαστικά παίρνουν θέση και ξέρετε αυτό είναι πολύ οκ, γιατί αυτός είναι ο στόχος. Πρέπει όλοι να ζούμε με έναν τρόπο μη βλαπτικό για τους άλλους, με έναν τρόπο που ευνοεί την πρόοδο όλων των ανθρώπων, που δεν κάνει διαχωρισμούς. Αυτός λοιπόν που ζει έτσι και δεν νιώθει καλά να εκτεθεί, είτε από συστολή, είτε από εσωστρέφεια, είναι στη σωστή πλευρά. Υπάρχει και η κατηγορία αυτών που τους νοιάζει, που μπαίνουν μπροστά στα πράγματα. Τους νοιάζει να έχουν κινηματική δράση, να συμπορεύονται, να οργανώνονται. Εγώ λοιπόν ανήκω σε αυτήν την κατηγορία. Δεν μπορώ αλλιώς. Είμαι οργανωμένη! Αυτή είναι η διαφορά. Για αυτό παίρνω θέση, είμαι οργανωμένη μέσα στο κίνημα, συμπορεύομαι. Το να μπορώ να μιλήσω, να βγω σε μια πορεία και να συμπορευτώ με ό, τι αυτό σημαίνει, είναι θεμελιώδες. Θέση λοιπόν παίρνουν εκείνοι που θέλουν. Αυτό που με ενοχλεί είναι να βάζουμε εμείς σε ανθρώπους μια στάση αντάρτη, που την “κουβαλούν”, αλλά δεν έχει κανένα έρεισμα ούτε στην κοινωνία, ούτε στην προσωπική τους ζωή. Αυτό, που το έχω δει πολλάκις, δεν είναι κάτι που μου αρέσει. Να σου φορτώνουν οι άλλοι τις προσδοκίες που έχουν για σένα, αλλά εσύ όχι απλώς να μην έχεις πάρει ποτέ θέση, αλλά ίσα-ίσα κάνεις το αντίθετο.
Υπάρχει κάποιο κοινωνικό ζήτημα που νιώθεις ότι “ζητάει” ακόμη το τραγούδι του, κάτι που δεν έχει ειπωθεί αρκετά μέσα από τη μουσική;
Είμαστε σε μία ιστορική συγκυρία, τόσο πολύ αποπροσανατολισμένοι, μέσα σε όλη αυτή τη δίνη της υπερπληροφορίας, των fake news, της άποψης… Και οι άνθρωποι δυσκολευόμαστε πάρα πολύ να κατανοήσουμε και τι είναι αυτό που θέλουμε και ποιος είναι ο δρόμος να φτάσουμε σε αυτό που θέλουμε. Αυτός όλος ο αποπροσανατολισμός, από μόνος του, δημιουργεί μια αμηχανία σε αυτό που λέμε κοινωνική έκφραση στην τέχνη, οπότε δεν μπορώ να πω αν υπάρχει κάτι το οποίο δεν εκφράζεται, γιατί εμείς όλο ψάχνουμε. Θεωρώ ότι είναι μία εποχή, στην οποία οι άνθρωποι που έχουν μια πνευματικότητα οφείλουν πρωτίστως να παραμείνουν ανήσυχοι, ψάχνοντας να βρουν τον δρόμο και τον τρόπο. Δεν υπάρχει κάτι που το βλέπουμε από μακριά και περιμένουμε να καταγραφεί. Είμαστε όλοι κάπως αμήχανοι. Λέμε ας πούμε δεν υπάρχει πολιτικό τραγούδι. Γιατί, υπάρχει σαφής πολιτική ταυτότητα στους ανθρώπους; Υπάρχει ένα σαφές μαζικό κίνημα; Πώς θα υπάρξει ένα αμιγώς πολιτικό τραγούδι. Είμαστε σε ανησυχία. Δε μιλάω φυσικά για κάποιους από εμάς που έχουμε μία συγκεκριμένη και κατασταλαγμένη πολιτική ιδεολογία. Υπάρχει ευτυχώς αυτή η μερίδα ανθρώπων, η οποία βλέπει τα πράγματα πιο ξεκάθαρα, παλεύει οργανωμένα, αλλά δεν φτάνει για να γεννηθεί ένα πολιτικό τραγούδι με συγκεκριμένο πρόσημο και ταυτότητα. Υπάρχει όμως το κοινωνικό τραγούδι, που ταυτίζεται με τον προβληματισμό και την ανησυχία, το ψάξιμο. Εγώ, θεωρώ δηλαδή ότι όλο αυτό το πράγμα που υπήρξε με τη ραπ, που είναι μια μουσική παραγόμενη θεωρητικά από το “περιθώριο” του συστήματος, είναι μια κοινωνική έκφραση στρωμάτων και τάξεων που ψάχνουν τη θέση τους στον κόσμο. Εμπεριέχει ταξικότητα ως είδος. Εχει ταξική προέλευση αλλά δεν είμαι βέβαιη ότι είναι ταξική έκφραση συνολικά. Υπάρχουν βέβαια και groups μέσα στη ραπ που την εμπερικλείουν απόλυτα.
Ξέρουμε ότι ακούς hip hop, σωστά;
Πάντα άκουγα. Όχι μόνο τώρα που είναι μόδα, χαίρομαι όμως που έγινε μόδα.
Θα ράπαρες εσύ ή θα έκανες hip hop συνεργασία;
Άνετα. Αλλά αυτά προκύπτουν μέσα από καλλιτεχνικές και προσωπικές διεργασίες, γεννιούνται. Πρέπει να υπάρχει ανάγκη κι από τις δύο πλευρές για να γίνει κάτι τέτοιο. Eγώ δε θα ράπαρα, θα το έκανα με τον δικό μου τρόπο. Έχω τραγουδήσει ένα τραγούδι του ΛΕΞ, το “Ταπεινοί και πεινασμένοι” που ανήκει στην κατηγορία που σας είπα, εμπεριέχει ταξικότητα. Οι άνθρωποι στους οποίους αναφέρεται έχουν ταξική προέλευση. Όμως δεν προσποιήθηκα τη ράπερ, το βρίσκω και λίγο cringe (γέλια). Ήταν μέσα σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο, της δικής μας παράστασης ήταν ένα τραγούδι που ερχόταν μαζί με το δικό μας, την “Παράβαση”, που έχουμε ηχογραφήσει με τον Θέμη και τον Γεράσιμο. Δεν ήταν του τύπου, βγήκε ξαφνικά η Μποφίλιου κι έκανε τη ράπερ. Δεν είμαι σούργελο!

Πώς επηρεάζει η εποχή της υπερέκθεσης και του συνεχούς σχολιασμού τη δική σου ανάγκη για αλήθεια στη δημιουργία;
Δεν με επηρεάζει καθόλου. Ούτως ή άλλως εμείς από την αρχή είχαμε haters και από το ίδιο το σινάφι και από το κοινό. Δεν έχουμε υπάρξει ποτέ ανώδυνοι. Και να σας πω την αλήθεια ήταν κάτι που πάντα ήξερα ότι είναι καλό τελικά. Γιατί κατανοούν οι άλλοι ακριβώς ποια είσαι, ποια είναι η ταυτότητά σου και είτε σε αγαπούν πολύ, είτε όχι. Πάντα συνέβαινε. Κι εγώ έχω καλλιτέχνες που λατρεύω ή άλλους που δεν αντέχω. Και στις δύο περιπτώσεις πρόκειται για σημαντικούς καλλιτέχνες. Καταλαβαίνω ότι ο εκάστοτε καλλιτέχνης έχει ταυτότητα. Από την αρχή λοιπόν αναγκαστήκαμε να είμαστε εξοικειωμένοι με αυτό. Επίσης η δική μας γενιά είναι και η πρώτη που έζησε τα social media με αυτόν τον τρόπο. Βρεθήκαμε στο “στόμα του λύκου”, άρα δε μας φαίνεται ξένο, δεν επηρεάζει λοιπόν τη δημιουργική μου ανάγκη.
Ποια αντίφαση μέσα σου πιστεύεις ότι σου λειτουργεί πολύ δημιουργικά;
Τώρα τι σημαίνει αντιφάσεις; Ε, οι αντιφάσεις προκύπτουν γιατί υπάρχουν στερεότυπα και ταμπέλες. Είναι λοιπόν ενδεχομένως, στο μυαλό κάποιου με στερεοτυπικές αντιλήψεις, αντίφαση ο τρόπος που τραγουδάω, ο τρόπος που ντύνομαι σε σχέση με την ιδεολογική μου ταυτότητα, οπότε αν αποδεχθώ το στερεότυπο αυτό υπάρχει μία αντίφαση. Εγώ όμως, επειδή δεν πιστεύω σε στερεότυπα, θα πω ότι απλώς ζω ελεύθερα και υπάρχω και λειτουργώ διεκδικώντας την ελευθερία να είμαι όπως θέλω, να τραγουδάω ό,τι θέλω, να συναναστρέφομαι όποιον θέλω, να συστρατεύομαι με εκείνους που θέλω και δεν το βάζω αυτό σε κανένα καλούπι!
Υπάρχει κάτι ή κάποιος που σε έχει κάνει να αναθεωρήσεις μέσα σου ριζικά τα τελευταία χρόνια;
Υπάρχει ναι και το σκέφτομαι συνεχώς. Κοιτάξτε, εγώ ξεκινάω πάντα σκεπτόμενη ότι αυτό που μου λες είναι αλήθεια. Σε όλες τις σχέσεις. Δεν μπορώ να διανοηθώ ότι υπάρχει ένας άνθρωπος, ο οποίος λέει κάτι και δεν το εννοεί. Και αυτό το έχω αντιμετωπίσει πάρα πολλές φορές και πάντα με ξαφνιάζει, με σοκάρει, με απογοητεύει, με πληγώνει, σαν να είναι η πρώτη φορά. Τα τελευταία χρόνια λοιπόν, προσπαθώ να το “υποψιάζομαι”, δηλαδή να λέω στον εαυτό μου ότι δεν είναι πάντα όπως φαίνεται. Αυτό εντωμεταξύ έχει πολλές προεκτάσεις, γιατί μπορεί να μου δικαιολογήσει κάποιος μια πράξη του, εγώ να τον πιστέψω, ξεχνώντας ότι αυτός ο άνθρωπος είναι ασυνεπής και δεν μου φέρθηκε τίμια και όταν το ξανακάνει, να ξανανιώσω όπως την πρώτη φορά. Προσπαθώ πολύ, αλήθεια, είναι μια βαθιά αναθεώρηση των πραγμάτων που πρέπει να την κάνω, καθώς σύμφωνα με αυτή την αλήθεια και την πεποίθηση της πίστης προς τους ανθρώπους έχω πορευθεί στη ζωή μου. Δεν τα καταφέρνω πολύ καλά να σας πω την αλήθεια, δεν τα καταφέρνω να είμαι καχύποπτη. Οι δικοί μου άνθρωποι προσπαθούν να με προστατεύουν. Έχω τον Θέμη, που μου λέει “Πάλι ρε άνθρωπε, πάλι”;
Πιστεύω στις καλές προθέσεις, αυτό άλλωστε ταιριάζει και με την ιδεολογική μου φόρμα, πιστεύω ότι ο άνθρωπος μπορεί να γίνει καλύτερος, μπορεί να προοδεύσει. Για να αγωνιστείς, ώστε να γίνει αυτός ο κόσμος καλύτερος σημαίνει ότι πιστεύεις στο καλό. Η φύση των πιστεύω μου είναι αισιόδοξη και βασίζεται στην καλή προαίρεση. Οπότε, δεν πειράζει, απογοητευόμαστε καμιά φορά, αλλά προχωράμε!

Υπάρχει κάποια στιγμή ή κάποιο σχόλιο από το κοινό που σε συγκλόνισε και σε έκανε να δεις το έργο σου αλλιώς;
Η τελευταία συνταρακτική στιγμή που έζησα πάνω στη σκηνή και μου επιβεβαίωσε αυτή την αίσθηση του ανήκειν – γιατί εγώ κάνω μουσική για αυτόν ακριβώς τον λόγο- ήταν στην τελευταία συναυλία που κάναμε για τον Μίκη Θεοδωράκη. Την ώρα που τραγουδούσα το Γελαστό παιδί, έπεσαν τα μάτια μου πάνω στην κυρία Μάγδα Φύσσα και τη στιγμή ακριβώς που λέω το “Σκοτώσαν οι φασίστες το γελαστό παιδί”, αρχίζει όλο το θέατρο να φωνάζει ρυθμικά “Ο ΠΑΥΛΟΣ ΖΕΙ ΤΣΑΚΙΣΤΕ ΤΟΥΣ ΝΑΖΙ“. Αυτή ήταν μία στιγμή ικανή να συνταράξει όλη μου την ύπαρξη, να με ξαναμοντάρει στο τι έχει πραγματικά σημασία. Αυτό που κάνεις δεν είναι προσωπικό, περνάει από το προσωπικό και γίνεται συλλογικό, άρα γίνεται τεράστιο. Κι είναι ένα συναίσθημα που το βιώσαμε εκείνη την ώρα όλοι ταυτόχρονα. Θεατές και καλλιτέχνες.
Πώς ήταν αλήθεια η εμπειρία να τραγουδάς Μίκη;
Η ενασχόληση με τον Θεοδωράκη και με όλο αυτό είναι από μόνη της κάτι μεγάλο. Εμείς ασχοληθήκαμε έχοντας την πρόθεση να θυμηθούμε το ιστορικό πλαίσιο που γέννησε αυτό το έργο, τους αγώνες του λαού που κατεγράφησαν μέσω αυτού και θελήσαμε να υπενθυμίσουμε σε ένα κοινό, που ενδεχομένως ως τώρα να μην είχε έρθει σε επαφή με το έργο αυτού του τεράστιου ανθρώπου, για ποιο λόγο η μεγάλη τέχνη είναι επίκαιρη και πρέπει να έχει παρουσία στο σήμερα. Ένα πολύ μεγάλο μέρος του κοινού ήταν άνθρωποι νέοι, που είδαν ότι αυτό το έργο τούς αφορά και βρισκόμαστε σε μία ιστορική στιγμή που πρέπει να θυμηθούμε τους αγώνες, το αίμα, τις ανάγκες των λαών που ενέπνευσαν αυτόν τον ασύγκριτο δημιουργό. Για αυτό είναι άλλωστε μια τεράστια προσωπικότητα, είναι μία κατηγορία καλλιτέχνη που εκπορεύθηκε από την ιστορία και συνάμα την καθόρισε και συνεχίζει να την καθορίζει. Έδωσε έμπνευση, ανύψωσε το φρόνημα, επηρέασε και δόμησε ανθρώπους. Είναι μία μοναδική περίπτωση, είναι πώς να το πω… άλλο πράγμα ρε παιδί μου! Είναι η πατρική φιγούρα του Έλληνα, αυτό πιστεύω εγώ. Μέσα στην παράσταση προσπαθήσαμε να τοποθετήσουμε το έργο του άχρονα και χωρίς τόπο. Θα μπορούσε να είναι σε οποιοδήποτε μέρος του νότου, να το τραγουδά οποιοσδήποτε λαός, είναι άλλωστε κοινοί οι αγώνες, οπότε ήταν μία παράσταση από την οποία κι εμείς βγήκαμε καλύτεροι άνθρωποι, πιο συνειδητοποιημένοι, πιο δυνατοί. Νομίζω και οι άνθρωποι που το είδαν, το ένιωσαν. Είναι μια παράσταση που θα τη θυμάται ο κόσμος και θα το λέει, γιατί ακριβώς είχε να κάνει με τον πυρήνα, με τον λόγο που γέννησε τα τραγούδια. Αυτά τα συγκλονιστικά. Το κάναμε, βάζοντας στο κέντρο τον ανθρώπινο παράγοντα. Δεν θα το ξεχάσω ποτέ, είμαι άλλη από τότε που ασχολήθηκα με αυτό. Εξαιτίας αυτού του έργου, άνοιξε και σε μένα μία εντελώς νέα προοπτική, καθώς ένας ξένος παραγωγός ήρθε τυχαία στο Ηρώδειο και να που σε λίγο φεύγω σε παγκόσμια περιοδεία. Δεν ξέρω, ήταν κάτι που είναι ορόσημο στη ζωή μου. Τρία ορόσημα μπορώ να σκεφτώ στην προσωπική μου αμιγώς δημιουργική σταδιοδρομία στη μουσική (δεν αναφέρομαι στις συναντήσεις μου με κορυφαίους δημιουργούς που είχα την τύχη): Τον μπαμπά μου, τη συνάντησή μου με τα παιδιά και αυτό.
Σε έναν κόσμο που δεν υπάρχει το τραγούδι, ποιο μέσο θα επέλεγες εσύ για να επικοινωνήσεις τα ίδια;
Όταν ήμουν μικρή ήθελα να ασχοληθώ με το διπλωματικό σώμα, οι Πολιτικές Επιστήμες ήταν η μόνη επιλογή στο μηχανογραφικό μου. Δεν ήθελα να κάνω τίποτα άλλο. Με έναν περίεργο τρόπο το βρίσκω παρεμφερές με το πώς τελικά εκφράστηκα, γιατί είναι ανθρωποκεντρικά κι έχουν κοινή την ανάγκη της επικοινωνίας με τον άνθρωπο. Μεγαλώνοντας και βλέποντας απ’ έξω τα πράγματα πρέπει να παραδεχθώ ότι δεν θα μπορούσα να είμαι στο διπλωματικό σώμα, ίσως μόνο για διπλωματικό επεισόδιο! Δεν έκανα για αυτό, αλλά ίσως να επέλεγα κάτι που να έχει να κάνει με την κοινωνιολογία.
Πώς φαντάζεσαι την έννοια του συλλογικού στη μουσική του μέλλοντος;
Για μένα η ζωή του μέλλοντος είναι ή οφείλει να είναι, μια ζωή ευτυχισμένη, ελεύθερη. Στην άλλη κοινωνία, αυτοί που εμείς ονειρευόμαστε, όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι. Η τέχνη λοιπόν θα είναι κάτι υπερβατικό και πανέμορφο, προς τέρψιν! Όλοι θα έχουν πρόσβαση σε αυτήν, όποιος έχει ταλέντο και θέλει θα μπορεί να δημιουργεί, να εκφράζεται, δεν θα υπάρχουν κανάλια που δεν θα του επιτρέπουν να το κάνει. Να μπορούμε όλοι μαζί να τραγουδάμε, όπως στην Πλατεία Τέχνης!

Τι θα ήθελες να αλλάξει στον τρόπο με τον οποίο ακούει η κοινωνία τους καλλιτέχνες;
Πιστεύω ότι υπάρχει τόση διάσταση, σε όλα τα πράγματα, που δεν μπορείς να εμβαθύνεις. Για αυτό είμαστε χαωμένοι και αποπροσανατολισμένοι. Δεν εμβαθύνουμε στις αξίες, δε βλέπουμε τα πράγματα φιλοσοφικά, δεν υπάρχει ο χρόνος. Κάποτε, θυμάμαι, έπαιρνες έναν δίσκο, μπορεί να μη σου άρεσε στην πρώτη ακρόαση, αλλά τον άκουγες και τον ξανάκουγες και μπορεί να κατέληγε ο αγαπημένος σου. Αν ένας νέος ακούσει σήμερα το “Άξιον Εστί”, μπορεί να μην το καταλάβει, να μην επικοινωνήσει τι είναι. Και επειδή δε θα το ξανακούσει, θα το ξεπεράσει, νιώθοντας πως δεν τον ενδιαφέρει, χωρίς να του έχει δώσει ευκαιρία. Μες σε αυτή την κουλτούρα χάνονται πράγματα που έχουν σημασία. Ως καλλιτέχνης θέλω να μπορούμε να εμβαθύνουμε και να εμβαθύνει και το ακροατήριο.
Υπάρχει κάτι που σε ενοχλεί στον χώρο του τραγουδιού;
Πολλά πράγματα θα έπρεπε να αλλάξουμε. Επιτέλους όμως έχουμε σωματεία και φεύγει το αγκάθι ότι δεν μπορούσαμε να εκφραστούμε συλλογικά. Θα ήθελα να μαζευόμαστε περισσότεροι, να συζητάμε για όλα, για να αλλάξουμε τις συνθήκες εργασίας μας. Έχει μεγάλη σημασία η συλλογική έκφραση, οι συχνές συναντήσεις, να μιλάμε ακόμα κι αν έχουμε διαφορετική κουλτούρα, πολιτική, κοινωνική ή αισθητική. Από αυτές τις συζητήσεις φεύγουμε νιώθοντας καλύτερα. Είναι ανάγκη όλων μας, απλά κάποιοι δεν ξέρουν ότι την έχουν, γιατί δεν το έχουν ζήσει. Νιώθω ότι είμαστε σε καλό δρόμο και έχουν γίνει σοβαρά βήματα. Έχουμε ήδη κάποιες νίκες, πχ στο προεδρικό διάταγμα για τις καλλιτεχνικές σχολές. Δεν ήταν αυτό αποτέλεσμα του αγώνα των ανθρώπων της τέχνης;
Τι βήματα έχουν γίνει στο Σωματείο και τι δυσκολίες βρίσκεις; Μήπως υπάρχουν κάποια “ονόματα” που σνομπάρουν τη συλλογική διεκδίκηση;
Ξεκινήσαμε την προσπάθεια για το Σωματείο με την πανδημία, όταν βρεθήκαμε όλοι στην ίδια θέση και υπήρχε ενδιαφέρον από όλες τις πλευρές. Είτε η “μεγάλη φίρμα”, είτε κάποιος που παίζει σε κουτούκι, βρεθήκαμε όλοι στην ίδια βάση. Συνειδητοποιήσαμε ότι ήταν δουλειά όλων μας να αντιδράσουμε και υπήρξε μια εντυπωσιακή συσπείρωση. Δεν κρατήθηκε με την ίδια θέρμη, αλλά αν γίνουμε περισσότεροι, θα απλωθεί και άλλο. Είμαι ικανοποιημένη από όσα κάναμε μέχρι σήμερα, αλλά θέλουμε περισσότερα.
Έχεις κάποιο συγκεκριμένο βήμα-στόχο κατά νου;
Θέλω να ορίσουμε συγκεκριμένες ημερομηνίες συζήτησης και διαλόγου για όσα απασχολούν τον κλάδο. Να βρισκόμαστε πιο συχνά, να μιλάμε, να μαθαίνουμε από την εμπειρία του καθενός. Έχω μάθει πράγματα από τους συναδέλφους μου που δε γνώριζα ότι συμβαίνουν στη δουλειά. Στις συναντήσεις μας, ακόμα και αν δεν υπάρχει συγκεκριμένο θέμα, γνωρίζουμε καλύτερα τον ίδιο μας τον χώρο και ετοιμαζόμαστε καλύτερα για οποιαδήποτε επίθεση.
Έχεις δεξιό κοινό και θαυμαστές;
Εμείς δε διαχωρίζουμε το κοινό μας, ούτε παίρνουμε δήλωση φρονημάτων στο live μας. Είναι ανοιχτό σε όλους, θέλουμε όλοι να νιώθουν ασφαλείς εκεί. Το ζήτημα είναι αν όσοι έρχονται, μπορούν να ανεχτούν τις δικές μας παρεμβάσεις, γιατί έτσι λειτουργούμε. Μπορεί πχ στην παράσταση του Σαββάτου να ανέβει ένα πανό, σε όλες τις συναυλίες μας φέτος είχαμε παρεμβάσεις για την Παλαιστίνη. Αν κάποιος είναι τελείως άλλης ιδεολογίας και ζητά τα δικά μου κοινωνικά φρονήματα, δε θα έρθει ποτέ. Εγώ δε ζητάω τα δικά του. Τα δικά μου είναι σαφή, δε χρειάζεται καν να τα ζητήσει, τα ξέρει από πριν.

Σου έχουν πει ότι δε συμφωνούν μαζί σου, αλλά ότι τους αρέσεις καλλιτεχνικά;
Πάρα πολλές φορές και χαίρομαι γι’ αυτό. Μπορεί να διαφωνούν με όσα πιστεύω, αλλά εκτιμούν τη συνέπεια. Μπορεί να συμβεί και το ανάποδο. Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που έχουμε την ίδια ιδεολογία, αλλά δεν τους αρέσω ως καλλιτέχνης. Δε σημαίνει τίποτα. Δε διαλέγουμε ιδεολογικά το κοινό μας. Αλλά το κοινό πρέπει να νιώθει άνετα. Αν κάποιος δε νιώθει άνετα με τη σημαία της Παλαιστίνης, θα νιώσει ότι δεν ανήκει εκεί, θα θέλει να φύγει. Πολλοί άνθρωποι όμως δε σκέφτονται έτσι, σέβονται τα πιστεύω των άλλων. Και εγώ ακούω καλλιτέχνες που διαφωνώ ιδεολογικά μαζί τους, αλλά λατρεύω το έργο τους και δε θα σταματήσω να το ακούω. Είναι υπέροχο όταν συμπίπτουν πεποιθήσεις και γούστα, αλλά προσωπικά διαχωρίζω τον καλλιτέχνη από το έργο του
Κάποτε είχαν σχολιάσει, κακεντρεχώς, το βιμπράτο σου, για να μειώσουν τη συμμετοχή σου σε μια αντιπολεμική συναυλία. Πότε θεωρείς ότι είναι ωραία η χρήση του και πού ξεκινά η υπερβολή;
Το βιμπράτο είναι ένα στολίδι της φωνής που χρησιμοποιείται σε πολλά είδη μουσικής. Όπως σε λυρικά και μελωδικά είδη, όπως αυτό που τραγουδάω. Γνωρίζω καλά τη χρήση του και έχω την κατάρτιση να το επιλέγω, όταν θεωρώ ότι αισθητικά ταιριάζει, και η απόφαση αυτή παραμένει δική μου. Είναι εντελώς δικό μου θέμα πώς θα τραγουδάω. Ο ακροατής έχει απόλυτο δικαίωμα να μισεί ένα τραγούδι, μια εκτέλεση. Και εγώ έχω απόλυτο δικαίωμα να τραγουδάω όπως μου αρέσει, 100%. Ένας συνάδελφος μπορεί να κάνει γόνιμη κριτική. Πολλές φορές συζητάμε για την ερμηνευτική προσέγγιση ενός κομματιού. Αλλά η αισθητική απόφαση είναι δική μου. Αυτή είναι η δουλειά του καλλιτέχνη, του ερμηνευτή: να επιλέξει πώς θα υπηρετήσει αισθητικά και μουσικά ένα έργο. Και μετά το κοινό έχει μια δουλειά: να επιλέξει αν του αρέσει αυτός ο τρόπος ή όχι.
Στο σχήμα σας συχνά διασκευάζετε τον εαυτό σας, σε πολλές εκτελέσεις. Πώς και με τι κριτήρια το αποφασίζετε;
Το φινάλε στο “σε έχω βρει και σε χάνω” πχ ήταν κάτι που μου βγήκε σε μια συναυλία, άλλαξε και έμεινε έτσι. Ήταν προϊόν αυτοσχεδιασμού αλλά κατ’ εξαίρεση. Επειδή είμαστε είκοσι χρόνια μαζί ως ομάδα, σε δίσκους και παραστάσεις, αλλάζουμε πολλές φορές για ποικιλία το στιλ των εκτελέσεων στο δικό μας ρεπερτόριο, ανάλογα με τη φάση μας ή το ύφος ενός άλμπουμ, οπότε και τα υπόλοιπα τραγούδια πρέπει να βαφτιστούν με ρούχα που θα υπηρετούν την παράσταση. Για παράδειγμα, το “Κάτι καίγεται” είναι ο πιο “άγριος” δίσκος μας, ήμασταν κι εμείς σε αντίστοιχη φάση με όσα γίνονταν, οπότε όλα τα τραγούδια προσαρμόστηκαν σε αυτή την πιο σκοτεινή, “σκληρή”, λίγο πιο ροκ αίσθηση, για να μην ακούγονται άσχετα με το όλο κλίμα. Γι’ αυτό κάθε παράστασή μας είναι εικαστικά διαφορετική.
Δεν αγαπάμε το τζαμάρισμα, σπάνια προκύπτουν οι αλλαγές κατά λάθος. Θέλουμε ως καλλιτέχνες να έχουμε πλαίσιο και αυτό το ορίζει ο μαέστρος, ο ενορχηστρωτής μας -δηλαδή ο Θέμης (σ.σ.: Καραμουρατίδης). Εντός αυτού μπορεί να προκύψουν φυσικά κάποιες ιδέες, όλοι έχουν δικαίωμα να κάνουν προτάσεις. Αλλά εμείς φτιάχνουμε μια παράσταση από την αρχή -παράλληλα με τα σκηνικά, τα ρούχα κτλ- και οι μουσικοί δεν ξέρουν πάντα ποιο ακριβώς όραμα θα ολοκληρωθεί, οπότε πρέπει να έχουν μια γενική κατεύθυνση. Με τα χρόνια έχουμε διαμορφώσει κοινή αισθητική, αλλά ο Θέμης φτιάχνει τις ενορχηστρώσεις, αλλάζει πράγματα που μπορεί να μη βγήκαν πολύ καλά στο στούντιο ή τους δίνει μια δεύτερη ευκαιρία στις ενορχηστρώσεις για το live.
Ποιος είναι ο αγαπημένος σου τεχνικός εξοπλισμός και κατά πόσο επηρεάζει την ερμηνεία ή τη δημιουργία;
Ως μουσικός έχω απίστευτα κολλήματα. Αν μάθω με κάτι, δεν “ξεβολεύομαι” με τίποτα. Κι επειδή έχω… “μονογαμική σχέση” για χρόνια με τους τεχνικούς μου, δεν ξέρω τίποτα από όλα αυτά. Ξέρουν αυτοί τι θέλω και κανονίζουν τα πάντα. Κι όταν παίζω εκτός σχήματος, είμαι πολύ εύκολη στον ήχο, δε ζητάω τίποτα. Νιώθω πολύ τυχερή που έχω μια εκπληκτική τεχνική ομάδα που σαρώνει, λύνει κάθε πρόβλημα και με αφήνει να ασχολούμαι μόνο με το δημιουργικό κομμάτι.

Η συζήτησή μας έκλεισε με έναν μικρό γύρο σύντομων ερωτήσεων και αποκρίσεων, ξεκινώντας λόγω της ημέρας (σ.σ.: η συνέντευξη δόθηκε στις 17 Νοεμβρίου), με την επέτειο της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, που συμπίπτει με την επέτειο της ίδρυσης του ΣΕΚΕ (ΚΚΕ).
Μια επέτειος Πολυτεχνείου που σου έχει μείνει;
Πριν από δέκα χρόνια. Η αδερφή μου έμενε ακόμα Εξάρχεια, ο μικρός μου αδερφός πρέπει να ήταν 5 χρονών. Τελειώνοντας την πορεία πήγαμε όλοι μαζί προς τα Εξάρχεια, η μητέρα μου, τα αδέρφια μου. Και μας την έπεσε η ομάδα “ΔΙΑΣ”, άρχισαν να μας βαράνε με τα πόδια, με τα κλομπ. Ήταν μια χαοτική κατάσταση, δε θα το ξεχάσω, το παιδί κρύφτηκε κάτω από ένα αυτοκίνητο. Είχαμε νιώσει τόση μαζικότητα, συλλογικότητα μες στην πορεία και μετά έγινε αυτό…
Τι εύχεσαι στο ΚΚΕ για τα γενέθλιά του;
Να συνεχίσει να εκφράζει τον λαό με την ίδια συνέπεια και την ίδια φιλοσοφική διάθεση και πνευματικότητα.
Ποια είναι η αγαπημένη σου “τρολιά” από όσα έχουν πει κατά καιρούς εναντίον σου;
Είναι όλες υπέροχες, δεν ξέρω ποια να διαλέξω!
Πόσες χιλιάδες ευρώ ξοδεύεις κάθε βδομάδα για ρούχα και ταξίδια;
Τουλάχιστον 15 χιλιάδες ευρώ.
Όταν είπες στο μικρόφωνο της συναυλίας “εμείς είμαστε με τον άνθρωπο”, τι εννοούσες;
Αυτό έχει σημασία. Εμείς λέμε ότι είμαστε με τον άνθρωπο και λοιδορούμαστε. Αυτοί που μας λοιδορούν, θα μας πουν με ποιον είναι; Να ξέρουμε και την απέναντι θέση…
Έχεις ψήσει σουβλάκια στο Φεστιβάλ της ΚΝΕ;
Όχι, αλλά έχω βρεθεί σε πόστο στα μπαρ του Φεστιβάλ, πριν άπειρα χρόνια, βοηθώντας έναν φίλο Κνίτη.
Έχεις φάει όμως σουβλάκια…
Δε νομίζω να μένει κάποιος στην Αθήνα και να μην έχει φάει. Είναι σουβλάκι-ορόσημο.
Η σατιρική εικόνα σου στο επεισόδιο στα “Νούμερα”, απέχει πολύ από την πραγματικότητα;
(Γέλια) Έχει έρεισμα στην πραγματική ζωή. Ήταν φοβερή εμπειρία, καταπληκτική φάση, περάσαμε υπέροχα.
Γιατί δεν ακολουθείς το “Πατρίς-Θρησκεία-Οικογένεια” στη ζωή σου;
Γιατί πιστεύω πολύ ότι δεν πρέπει να υπάρχει εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο.
Προτιμάς συναυλίες ή λάιβ στο μαγαζί;
Μμμ… Συναυλίες.
Στην Αθήνα, στην επαρχία ή στο εξωτερικό;
Συναυλία να ‘ναι και όπου να ‘ναι.
Αγαπημένη συναυλία που έχεις δώσει;
Ίσως η τελευταία. Μια από τις καλύτερες “αθηναϊκές” συναυλίες ήταν αυτή που δώσαμε τώρα στον Λυκαβηττό. Ήταν συγκλονιστικά.
Αγαπημένη σου συναυλία που είδες ως θεατής;
Η Αντέλ, στο Χάιντ Παρκ.
Συναυλία που θα ήθελες να έχεις δει αλλά δεν μπόρεσες;
Η Αντέλ στο Μόναχο…
Θα τον αλλάξουμε τελικά τον κόσμο, ρε Νατάσσα;
Εννοείται!

Φωτογραφίες: Άρης Οικονόμου / SOOC
Ευχαριστούμε πολύ τον “Μπλε Παπαγάλο” για τη θερμή φιλοξενία
ΥΓ: Επόμενη εμφάνιση της Νατάσσας Μποφίλιου, αύριο στη μεγάλη συναυλία -αφιέρωμα στον ξεσηκωμό του Πολυτεχνείου που διοργανώνει η Τομεακή Οργάνωση Καλλιτεχνών της ΚΟ Αττικής του ΚΚΕ, την Πέμπτη 20 Νοέμβρη, στις 8 το βράδυ, στην Αίθουσα Συνεδρίων της ΚΕ του ΚΚΕ, στον Περισσό, με τίτλο «Αυτά τα δέντρα δεν βολεύονται με λιγότερο ουρανό».
Συμμετέχουν οι Νατάσσα Μποφίλιου, Βασίλης Προδρόμου, Ηλίας Βαμβακούσης, Μιχάλης Ατσάλης, Γιάννης Δάφνος. Χαιρετισμό θα απευθύνει η Βαγγελιώ Πλατανιά, μέλος του Τμήματος Πολιτισμού της ΚΕ του ΚΚΕ.
