120 χρόνια από τη γέννηση της Μέλπως Αξιώτη: «Ο ήρωάς μου είναι οι δρόμοι της Αθήνας»
«Ματιές» στο λογοτεχνικό έργο της την περίοδο της δεκαετίας του ’40

«Ο ήρωάς μου είναι δύσκολη υπόθεση, το ξέρω. Δεν είναι ένας άνθρωπος, δεν είναι δύο, δεν είναι εκατό, ούτε χίλιοι. Δεν είναι ούτε καν άνθρωπος. Ο ήρωάς μου είναι ο δρόμος. Οι δρόμοι της Αθήνας. Γι’ αυτό και είναι τόσο δύσκολο. Ενας από μονάχος του δεν μπορεί να το κάμει ένα τόσο μεγάλο πράγμα. Φτιάχνεις εσύ ένα κομματάκι και θα ‘ρθούνε κατόπι οι άλλοι να σου το συμπληρώσουνε. Γιατί αυτός ο ήρωας δεν είναι και μόνο σημερινός, δε βαστά η ζωή του όσο βαστά ένας άνθρωπος…».
Αυτό είναι το λογοτεχνικό στίγμα της Μέλπως Αξιώτη την περίοδο της Κατοχής, της Αντίστασης, της Απελευθέρωσης, του Δεκέμβρη, των κατοπινών διώξεων, της αναγκαστικής πολιτικής προσφυγιάς.
Μες στη φωτιά του αγώνα ο κόσμος είχε μάθει να διαβάζει
Η Μ. Αξιώτη γεννήθηκε το 1905. Πέρασε τα παιδικά της χρόνια στη Μύκονο μαζί με τον πατέρα της προτού επιστρέψουν στην Αθήνα, για να συνεχίσει τις σπουδές της. Σε ηλικία 20 ετών, επηρεασμένη από τη ραγδαία ανάπτυξη του επαναστατικού εργατικού κινήματος και στην Ελλάδα αποφάσισε να απαρνηθεί, όπως η ίδια έλεγε, την τάξη της και να ενταχθεί στις γραμμές του ΚΚΕ.
Το 1938, με το πρώτο μυθιστόρημά της, «Δύσκολες Νύχτες» κατάφερε να κερδίσει το ενδιαφέρον και τον θαυμασμό για την ιδιαίτερη και πρωτότυπη γραφή του και να βραβευτεί.
Στα χρόνια της Κατοχής, η Μέλπω ανταποκρινόμενη στο κάλεσμα του ΚΚΕ οργανώνεται στο ΕΑΜ. Για αυτήν Τέχνη και Ζωή γίνονται ένα. «Ολοι δουλεύανε στα κρυφά. Ο καθένας δεν ήξερε παρά μόνο τι έκανε ο ίδιος και μερικοί που του ‘τυχε να τους συναντήσει στην πορεία του. Οι λογοτέχνες είχανε δυο βασικούς τομείς όπου κινιόντουσαν: τον παράνομο Τύπο και την οργάνωση του ΕΑΜ Λογοτεχνών».
Τα χρόνια αυτά έδωσαν ώθηση και στην καλλιτεχνική παραγωγή. Μάχες, μπλόκα, εκτελέσεις, μεγάλες διαδηλώσεις αποτυπώνονται σε πλήθος έργων, ενώ παράλληλα αποκαλύπτεται και η δίψα του λαού, για καθετί που μιλά για τον αγώνα που έδωσε μέσα σε συνθήκες που όλα φαίνονταν σκοτεινά.
«Μες στη φωτιά του αγώνα, ο κόσμος είχε μάθει να διαβάζει… Κι ο λογοτέχνης από τη μεριά του μες στην παρανομία είχε διδαχτεί τώρα κάποιους κανόνες της τέχνης του, τους είχε διδαχτεί χωρίς να ξέρει πως ήτανε κανόνες της τέχνης.
Με τον παράνομο Τύπο οι λογοτέχνες είχαν μάθει να γράφουν με “παραγγελιές”. Μες στις ανάγκες του αγώνα, οι λογοτέχνες είχαν μάθει πως η απόσταση του χρόνου, εκείνο που το λέμε “προοπτική” στην τέχνη, για να μπορείς ν’ αποδώσεις κάτι, δεν είναι κι απαραίτητη και μπορεί να καταργηθεί. Και τώρα για πρώτη φορά αρχίζανε να μπαίνουνε μες στα γραφτά κάποιες λέξεις που από τον κανόνα θεωρούνταν “αντιαισθητικές”. Η λέξη “μπλόκο” και “τσολιάς” και “φασισμός” έμπαινε σε ποιήματα και γινόταν δεκαπεντασύλλαβος… Κρυφές πόρτες ανοίξανε απ’ τις δυνάμεις του λαού και τα φρεσκάριζαν όλα: τα λεξιλόγια, τις μορφές, τα περιεχόμενα».
Εργα γραμμένα στη φωτιά της μάχης
Σε όλα τα έργα της Αξιώτη της συγκεκριμένης περιόδου έρχονται και επανέρχονται ως θέματα η δικτατορία του Μεταξά, η Κατοχή, η Αντίσταση, ο Δεκέμβρης, τα μετέπειτα δύσκολα χρόνια. Οι μεγάλες δηλαδή στιγμές της ταξικής πάλης στη χώρα μας και του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα.
Επιζητά και καταφέρνει να λειτουργήσει ως πρακτικογράφος των μεγάλων στιγμών του λαού μας. Σε αυτόν αφιερώνει το έργο της. Ολοι είναι καταγεγραμμένοι στα βιβλία της… Οι αμούστακοι ΕΛΑΣίτες που χρησιμοποιούσαν τα λιγοστά όπλα με βάρδια, οι μανάδες που στέκονταν στους τοίχους των συνοικισμών και κοιτούσαν τα αντικρινά υψώματα με το χέρι τους ψηλά στο μέτωπο για έχουν αντηλιά μήπως και δουν τα παιδιά τους στις μάχες, οι ανάπηροι του ιταλοελληνικού πολέμου που τους σφήνωναν με δυο καρέκλες μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα επειδή δεν μπορούσαν να σταθούν ορθοί, οι κάτοικοι των απομακρυσμένων χωριών της επαρχίας που απέκτησαν πρώτη φορά υπόσταση στα χρόνια της Κατοχής, οι κοπέλες που μέσα σε ένα βράδυ άσπρισαν τα μαλλιά τους στις φυλακές, το μικρό Αετόπουλο που δεν του πήγε η καρδιά να παραδώσει το όπλο του γεμάτο, οι φοιτητές του «Λόρδου Βύρωνα» που ήξεραν οι γειτονιές μόνο με τα μικρά τους ονόματα…
Δικά τους κατορθώματα είναι όσα καταγράφονται στα κείμενα «Απάντηση σε 5 ερωτήματα», «Πρωτομαγιές (1886 – 1945)», «Οι Ελληνίδες φρουροί της Ελλάδας», «Αθήνα 1941 – 1945» που γράφτηκαν από την άνοιξη έως το φθινόπωρο του 1945 και περιλαμβάνονται στον τόμο «Χρονικά». Αλλά και στα διηγήματα που έγραψε την ίδιο περίοδο και περιέχονται στον τόμο «Σύντροφοι καλημέρα», στο εμβληματικό της μυθιστόρημα, «Εικοστός αιώνας», όπως και στα κείμενα που έγραψε στη Γαλλία και περιέχονται στον τόμο, «Μια καταγραφή στην περιοχή της λογοτεχνίας».
Το έργο της είναι ο πιο «σύντομος» δρόμος για να γνωρίσουμε την εποχή και τις συνθήκες που το λαϊκό κίνημα με μπροστάρηδες τους κομμουνιστές βγήκε στο προσκήνιο, αλλά και το τι είναι ικανός να κάνει ο λαός όταν πιστέψει στη δύναμή του, καθώς καταφέρνει να εκφράσει με τόση ένταση και ρεαλισμό μοναδικές στιγμές αυτής της τιτάνιας μάχης. «Εφευγε ένας – ένας. Η φυλακή κι ο θάνατος! Κι ένας – ένας που έφευγε, δέκα άλλοι μας ερχότανε. Κι αντίς να λιγοστεύουμε, αντίθετα πληθαίναμε…».
Τα γραπτά εκείνης της περιόδου, που αποδίδουν με τον πιο ζωντανό τρόπο τον παλμό της Αντίστασης, που ακόμα και σήμερα μυρίζουν μπαρούτι επιτελούν άλλον έναν ρόλο, απόλυτα «πρακτικό». Να λειτουργήσουν άμεσα. Να απαντήσουν«σε όλους αυτούς που συνειδητά ή όχι προσπάθησαν μεταχειριζόμενοι και τα πιο ανήθικα μέσα, να “βρωμίσουν” τον μεγαλειώδη εκείνο αγώνα του λαού».
Μέσα από τα κείμενά της κατορθώνει να εκφράσει την καθολική συνείδηση της εποχής της, ακόμα και αν ξέρει καλά ότι μπορεί κάποια κείμενά της να μην ακολουθούν τις «λογοτεχνικές επιταγές». Οπως ο Γιάννης Ρίτσος προειδοποιούσε τους μελλοντικούς αναγνώστες, ότι «αν κάποια μέρα αδέξιοι σας φανούν οι στίχοι μου θυμηθείτε μονάχα πως γράφτηκαν κάτω απ’ τη μύτη των φρουρών και με τη λόγχη πάντα στο πλευρό μας», έτσι και η Αξιώτη στην περίφημη ομιλία της, το 1947 στη Γαλλική Πανεπιστημιακή Ενωση, με τίτλο, «Η Ελλάδα λίκνο της τραγωδίας» αναφέρει: «Ετσι, αν σας λάχει και δείτε ένα ελληνικό βιβλίο των τελευταίων αυτών χρόνων, να ξέρετε πως κάθε του λέξη είναι χαραγμένη από την πείνα και την τρομοκρατία».
Επιτελούν όμως και άλλον έναν ρόλο. Κρατάνε τη μνήμη άσβεστη.«Θέλω να με συμπαθάτε που σας τα ξαναλέω, πράγματα που τα ξέρετε, μα εκείνη η μνήμη φίλοι μου, είναι φοβερό πράμα, αν δεν τα πεις κάτι τέτοια, δεν κοιμάσαι. Θαρρείς πως βγαίνουν οι νεκροί και σε τραβούν απ’ το ποδάρι τη νύχτα και σου φωνάζουνε: “Λέγε τα! Δεν κάνει ούτε στιγμή να τ’ αλησμονήσει ο κόσμος!”».
Ετσι, η μνήμη, η υποχρέωση απέναντι στους νεκρούς συντρόφους, αλλά και το Χρέος είναι έννοιες που έρχονται και επανέρχονται στα έργα της περιόδου. Το χρέος για τον αγώνα της Λευτεριάς είναι που ωθεί τον Αγωνιστή, ακόμα και στις πιο δύσκολες συνθήκες, να μην παραδίδεται, αλλά να παλεύει έχοντας απόλυτη επίγνωση της θέσης του και απόλυτη συνείδηση του επιχειρούμενου τολμήματος. «Να πυρπολούνται ολούθε οι ωκεανοί, να σκίζεται το καταπέτασμα, ν’ ανοίγουν τα σύρματα να σε καταποντίσουν, κι εσύ να στέκεις βάρδια. Εκεί. Στο παραπέτο. Ατάραχος. Ωσπου να ‘ρθει η ώρα και να ‘ρθει ο επόμενος. Να σταθεί στη θέση σου».
Και πλάι σε αυτά η βαθιά γνώση και πεποίθηση ότι αξίζει κανείς να παλέψει, για να θριαμβεύσει, τελικά, η ζωή πάνω στον θάνατο κάθε είδους, κοινωνικό, ηθικό, ψυχικό, φυσικό. Θάνατος για την Αξιώτη είναι η καπιταλιστική εκμετάλλευση κι ό,τι αυτή γεννά, αλλά και ο ατομισμός, η ιδιοτέλεια, η φυγή. «Απόψε η κόκκινη σημαία μπήκε στο Βερολίνο. Απόψε, μπαίνουν ελευθερωτές σ’ εκείνο το τμήμα της γης: όπως το είχαμε ονειρευτεί. Απόψε την ξαναθυμήθηκα εκείνη την παλιά συντροφιά. Μόνο που έχω μείνει τώρα μόνη, να πανηγυρίσω. Δεν κλαίω τους δυο που πέθαναν εκτελώντας το χρέος τους. Δεν κλαίω για μένα που έμεινα να το εξακολουθήσω. Κλαίω αυτόν που αλλαξοπίστησε. Ο μόνος που πράγματι επέθανε από τους τέσσερίς μας».
Πως βρίσκεσαι στην καρδιά του κόσμου
Μετά τη Βάρκιζα, η Αξιώτη απολύεται από την Αγροτική Τράπεζα. Η αιτία; Της είπαν ότι ήταν αντιστασιακή συγγραφέας.
Καταφεύγει στο Παρίσι. Εκεί γνωρίζεται με τη διανόηση που βρίσκεται στους κόλπους του Γαλλικού ΚΚ, Ελυάρ, Αραγκόν, Τριολέ. Συμμετέχει σε διάφορες επιτροπές και παλεύει να ευαισθητοποιήσει, να κινητοποιήσει γύρω από το ελληνικό ζήτημα. Μιλά σε συνέδρια, ενώσεις για την κατάσταση του ελληνικού λαού, για την πάλη του ΔΣΕ. Απευθύνει πύρινες εκκλήσεις στους ξένους διανοούμενους να αναπτύξουν κίνημα καταδίκης των στυγερών εγκλημάτων και των πολιτικών αυτουργών τους. Διηγήματά της δημοσιεύονται στο περιοδικό «Lettres Francaises» και στην «Ουμανιτέ». Από το 1948 το διαβατήριό της δεν ανανεώνεται.
Στο κείμενό της, με τίτλο «Γιατί δεν μπορούμε να μιλήσουμε για τον Μπαλζάκ», σημειώνει ανάμεσα σε άλλα: «Το περιοδικό EUROPE μάς ζητάει σήμερα ένα άρθρο για τον Μπαλζάκ. Η Ελλάδα του 1950 δεν έχει αληθινά ούτε έναν διανοούμενο που να μπορεί να γράψει. Τους διανοούμενούς μας τους δολοφονούν, τους βασανίζουν, τους εξορίζουν, τους φυλακίζουν… Κι αν υπάρχουν μερικοί που μπορούν ακόμα να συζητάνε φωναχτά γιατί δεν κινδυνεύουν, καθώς μένουν σε ξένο τόπο, αυτοί δεν έχουν πια παρά ένα μονάχα δικαίωμα: Να σας μιλάνε για τους απόντες… Και το να δίνεις την τιμητική θέση σ’ εκείνους που αντί για πένα έχουν στα χέρια χειροπέδες, σημαίνει πως βρίσκεσαι στην καρδιά του κόσμου».
Μετά τον πόλεμο, παρά το σπάσιμο της περικύκλωσης της ΕΣΣΔ και τη βελτίωση της θέσης της στον παγκόσμιο συσχετισμό, αυτός συνεχίζει να γέρνει υπέρ του καπιταλισμού με κυρίαρχη δύναμη της ΗΠΑ. Την περίοδο αυτή, το ιμπεριαλιστικό σύστημα οργάνωσε και μεθόδευσε καλύτερα την επίθεσή του κατά του διεθνούς σοσιαλιστικού συστήματος. Από το 1946 έως το 1949 επισημοποιείται η γραμμή του Ψυχρού Πολέμου, εξαγγέλλεται το Δόγμα Τρούμαν, ιδρύεται το ΝΑΤΟ. Το 1950 στη Γαλλία εκτυλίσσεται μια αστυνομική επιχείρηση, που ονομάζεται «bolero – paprika». Οι γαλλικές αρχές απελαύνουν, κυρίως, κομμουνιστές, αντιφασίστες Ισπανούς, οι οποίοι είχαν βρει καταφύγιο στη Γαλλία μετά τη λήξη του Ισπανικού Εμφυλίου, και πολίτες ανατολίτικης καταγωγής, που για διάφορους λόγους έμεναν στη Γαλλία, υπόπτους για ανατρεπτικές κομμουνιστικές δραστηριότητες. Ανάμεσά τους είναι και η Μέλπω Αξιώτη. Μέχρι το 1964, οπότε επέστρεψε στην Ελλάδα, ζούσε στη Λαοκρατική Δημοκρατία της Γερμανίας…
Ριζοσπάστης