Μιλώντας με νέους καλλιτέχνες: StarWound

Θέλαμε να μιλήσουμε για εμάς και τη δική μας ζωή, οπότε θέσαμε στο κέντρο τον καθημερινό άνθρωπο ως ήρωα…Ξεκινήσαμε από την ελληνική κρίση και τις ευθύνες του ατόμου, γιατί μόνο έτσι μπορούσαμε να αντισταθούμε σε αυτό που μας συνέβαινε.

Στα Εξάρχεια της σύγχρονης “κανονικότητας”, παραμονές της 17 Νοέμβρη, σε δρόμους άδειους από ανθρώπους και γεμάτους ΜΑΤ και αστυνομία συναντηθήκαμε με τον Πέτρο Μπούρα, πιανίστα και  συνθέτη των StarWound. Φθάνει χαμογελαστός, παραγγέλνει τσάι και ετοιμαζόμαστε. Το τηλέφωνο χτυπάει για δουλειές με την μπάντα, αλλά και συνεννοήσεις με το σπίτι. Έγινε άλλωστε πρόσφατα μπαμπάς. Πιανίστας, συνθέτης και ενορχηστρωτής, δουλεύει αυτή τη στιγμή στο Θέατρο “Χορν”, στο Masterclass με την Μαρία Ναυπλιώτου. Δεν είναι η πρώτη του δουλειά στο θέατρο. Έχει αναλάβει τη μουσική επιμέλεια σε πολλές παραστάσεις στην Ελβετία, τη Γερμανία και αλλού. Σύντομα, το κινητό μπαίνει στο αθόρυβο και ξεκινάμε.

Πες μας λίγα λόγια για τους Starwound.

Φτιαχτήκαμε το 2012 και μετά από δυόμισι χρόνια βγάλαμε τον πρώτο μας δίσκο. Σαν δίσκος πήγε καλά και μπήκε και στο ελληνικό ραδιόφωνο. Παίξαμε σε διάφορα φεστιβάλ στην Ελλάδα και το 2017 “ανοίξαμε” για πρώτη φορά το εξωτερικό. Το 2018 βγάλαμε το δεύτερο δίσκο μας. Σαν σχήμα, οι StarWound ξεκίνησαν με εμένα, την Κωνσταντίνα Σταυροπούλου (φωνή), το Γιάννη Σταυρόπουλο (μπάσο), το Φίλιππο Σουγλέ (κιθάρα) και τον Ηλία Καραχάλιο (ντραμς). Από το 2018, τα ντραμς ανέλαβε ο Δημήτρης Αζοράκος. Εδώ και 3 μήνες, οι StarWound εμφανίζονται πια σαν τρίο.

Ο ήχος σας μου θυμίζει μια μίξη ή μια συνάντηση του Kurt Weil με το alternative rock. Εσείς αυτοπροσδιορίζεστε ως rock cabaret. Κάνε μου μια ανάλυση της μουσικής σας;

Καταρχάς, η παρατήρηση είναι σωστή. Παίρνουμε από τον  Kurt Weil την αφηγηματικότητα του cabaret. Συχνά παίζουμε με τη σκληρότητα του cabaret, με ότι αυτό συνεπάγεται, αλλά έχουμε ενσωματώσει στη μουσική μας αρκετά πράγματα από την indie σκηνή των 90s και πιο πριν. Μιλώντας για το πώς μας προέκυψε το cabaret, όλη η πεντάδα ανήκαμε στην ίδια τάξη και αγωνιζόμασταν στην ίδια βάση, στη δεκαετία της κρίσης. Σαφώς βρήκαμε έναν κοινωνικό αντικατοπτρισμό στη γενιά των 30s και σίγουρα προς την κατεύθυνση αυτή επηρέασε και η θεατρικότητα των στίχων της Κωνσταντίνας.

Από που αντλείτε τις μουσικές σας επιρροές;

Το εύρος είναι μεγάλο. Ενδεικτικά θα πω, τον Nick Cave, τον J.S. Bach, τον Jim Morisson και σε κάποια πράγματα, θα σε κουφάνω ίσως, από τους Beach Boys. Η λίστα γενικά είναι μεγάλη.

Το ντεμπούτο σας ήταν το άλμπουμ “Miles to Walk” (2015) που σαν δίσκος ασκούσε προβληματική στην ελληνική κρίση. Ποιους προβληματισμούς θέλατε να θίξετε;

Δημιουργικά είχαμε όλοι τρομερή ανάγκη να εκφραστούμε. Θέλαμε να μιλήσουμε για εμάς και τη δική μας ζωή, οπότε θέσαμε στο κέντρο τον καθημερινό άνθρωπο ως ήρωα. Φτιάξαμε φανταστικούς χαρακτήρες όπως η Marianne Loup, που συμβολίζει την πρέζα, ο Raymond Ray, που είναι άστεγος κτλ. Ξεκινήσαμε από την ελληνική κρίση και τις ευθύνες του ατόμου, γιατί μόνο έτσι μπορούσαμε να αντισταθούμε σε αυτό που μας συνέβαινε. Σίγουρα μας ενοχλούσε το ότι στην επιφάνεια της μουσικής δημιουργίας όλοι απόφευγαν την κρίση, ως θεματολογία. Λες και το να περνάμε καλά στη ζωή μας ήταν το μόνο που αφορούσε τη μουσική σκηνή. Εμείς από την άλλη θέλαμε ο κόσμος να αλλάξει. 

Πώς ακριβώς ορίζεις τον καθημερινό άνθρωπο;

Όλη μας η δημιουργία πηγάζει από τις καθημερινές μας ιστορίες. Όταν οι «πόροι» σου είναι ανοιχτοί (και θέλουμε να πιστεύουμε ότι οι δικοί μας είναι), καταλήγει να είναι εξωφρενικό το πόσο κοντά μας είναι και οι ακραίες ανθρώπινες καταστάσεις, όπως ο άστεγος ή το τοξικομανής. Πρώτα μιλήσαμε μαζί τους και μετά συνθέσαμε. Περιγράψαμε έτσι τις ιστορίες των ανθρώπων της κρίσης που συναντούσαμε, δίνοντάς τους μουσική και θεατρική υπόσταση.

Μιλώντας για την κρίση και τη σύγχρονη πραγματικότητα, ποια προβλήματα αντιμετωπίζει ένας νέος μουσικός ή ένα συγκρότημα σήμερα;

Η μουσική βιομηχανία χορηγείται σήμερα από τους μουσικούς. Αυτόματα, άνθρωποι σαν εμάς που δεν έχουμε μεγάλη οικονομική επιφάνεια συναντάμε δυσκολίες στο να λειτουργήσουμε καλλιτεχνικά. Κανείς από εμάς δεν ζει σήμερα από τους Starwound. Η μπάντα, πιο πολύ “στοιχίζει” παρά αποδίδει, με οικονομικούς όρους, αλλά τουλάχιστον όλοι μας ζούμε από τη μουσική, αυτή τη στιγμή. Μια άλλη παγίδα με την οποία “φλερτάραμε” είναι το να προσπαθείς να κάνεις κάτι που θεωρείς ότι θα είναι αρεστό. Πλέον κάνουμε μόνο αυτά που θέλουμε. Είχα μεγάλη ευθύνη γιατί κατά καιρούς έχω πέσει σε αυτή την παγίδα. Από την άλλη μεριά, το 2015, η κρίση που εδώ μας συρρίκνωνε σαν μονάδες ήταν αυτό που μας έκανε αρεστούς, για ένα διάστημα στο εξωτερικό. Τουλάχιστον είχαμε το μυαλό να μην παραμυθιαστούμε από εφήμερες συμπάθειες. Στο δεύτερο δίσκο μας μιλήσαμε, έτσι για περισσότερο διεθνή ζητήματα, όπως ο νόμος Trump για τις μουσουλμανικές χώρες, τους πρόσφυγες κτλ.

Τελικά η μουσική και η τέχνη θεωρείς ότι πρέπει να έχουν κοινωνικό ή πολιτικό προβληματισμό;

Εκατό τοις εκατό. Προφανώς και η πορεία μας αυτό δείχνει. Η τέχνη πρέπει να έχει, το λιγότερο κοινωνικό πρόσημο. Θεωρώ ότι ο δημιουργός οφείλει να είναι ένας μεγάλος καθρέπτης. Δεν μπορείς λοιπόν να αγνοείς αυτό που αντικατοπτρίζεται επάνω σου και να θεωρείς ότι κάνεις τέχνη.

Να σε πάω ένα βήμα πιο πέρα; Κατά τον Μπρεχτ η τέχνη δεν είναι απλώς ο καθρέφτης της πραγματικότητας, αλλά ένα σφυρί για να τη διαμορφώσεις. Πιστεύεις ότι η μουσική μπορεί και πρέπει να επιτελεί έναν τέτοιο ρόλο;

Ο Μπρεχτ, στο «Μέτρο» έφτασε μέχρι στο να μοιράζει μαζί με τον Eisler ερωτηματολόγια στον κόσμο, παραχωρώντας τους το δικαίωμα ταυτόχρονα να επέμβουν στο έργο. Αυτό που θέλω να πω είναι ότι ο Μπρεχτ ήξερε ότι δεν αρκούσε μόνο η μουσική του, αλλά χρειαζόταν και η άλλη όχθη να θέλει να αλλάξει. Η σημερινή εποχή, λόγω “βομβαρδισμού” πληροφορίας μάλλον απαιτεί μια μεγαλύτερη μίξη τεχνών και συμμετοχή του κοινού. Ωραίο και πρόσφατο παράδειγμα η σοπράνο, στη Χιλή.

Άρα θεωρείς ότι η βασική αλλαγή στην τέχνη εξαρτάται “από τα κάτω”;

Κάπως έτσι. Στην εποχή του Μπρεχτ αρκούσε ένας καλλιτέχνης να ανέβει σε μια εξέδρα και ήταν σοκ για τον κόσμο. Είχε ανάγκη η κοινωνία τότε και οξυμένα αντανακλαστικά. Τώρα, ο καλλιτέχνης πρέπει να επιμένει εμμονικά, για να ακουστεί. Και πάνω σε αυτό και σε ότι αφορά στην κοινωνική δυναμική της μουσικής, δηλαδή την αποτελεσματικότητά της, το διαδίκτυο έκανε ζημιά, γιατί η πληροφορία φτάνει μεν σε περισσότερους, επηρεάζει όμως λιγότερους.

Θα θέσω το ίδιο ερώτημα που τέθηκε φέτος σε πολλούς καλλιτέχνες: Θα πηγαίνατε σε μια διοργάνωση ανάλογη της Eurovision στο Ισραήλ;

Καταρχήν, δεν θα πήγαινα ποτέ στη Eurovision. Δεν θα πηγαίναμε ποτέ σε μια εκδήλωση που “χρυσώνει το χάπι” σαν τη Eurovision. Εννοείται ότι θα παίζαμε στο Ισραήλ, αλλά θα κάναμε αυτό που κάνουμε και θα είχαμε το λόγο που έχουμε. Μας ενδιαφέρουν τα “ισραηλιτικά αυτιά”, που τους ενδιαφέρει το μήνυμά μας.

Κάποιοι από εσάς είναι πλέον και γονείς. Πώς είναι να είσαι μπαμπάς ή μαμά και παράλληλα rock star;

Δεν ξέρω για το “rock star”. Στο tour της Ελβετίας, η Κωνσταντίνα ήταν επτά μηνών έγκυος. Σε λίγες ημέρες πάμε Λονδίνο. Ο Δημήτρης μόλις έγινε μπαμπάς… Είναι όπως για όλους τους εργαζόμενους, απλά με πιο σουρεαλιστικές εικόνες. Ο γιος μου, έξι μηνών ήρθε μαζί μας σε  tour στην Ολλανδία.

Οι περιοδείες και οι συναυλίες σας ξεκινούν από το Νεστόριο και εκτείνονται στο Βέλγιο, το Λουξεμβούργο και την Ολλανδία. Φέτος ποια είναι τα σχέδια της μπάντας;

Στις 23/11 παίζουμε στο Jumboree, στο Λονδίνο και το Γενάρη έχουμε το μεγαλύτερο στοίχημα από την ίδρυσή μας: Παίζουμε στο Eurosonic στο Groningen. Έχουμε επίσης κλείσει στο Rotterdam και θα βρεθούμε στη Γερμανία και το Βέλγιο για συναυλίες. Ελλάδα ακόμα κενό… άγνωστο…

Οι Starwound αλλάζουν τον ήχο τους. Πού μας πάει η μουσική σας;

Αυτό που μπορώ να αποκαλύψω είναι ότι ταυτόχρονα με τη μουσική, αυτή τη στιγμή δουλεύουμε στη δημιουργία ενός μεγάλου μουσικοθεατρικού έργου. Παράλληλα, η μπάντα από πενταμελής, από τον Ιούνιο είναι τριμελής (με συχνή προσθήκη κιθάρα-μπάσου, από το Γιάννη). Αυτό έχει αλλάξει τελείως, ακόμα και τη δομή των κομματιών μας. Ο ήχος μας είναι πλέον πιο “επιθετικός” και τολμώ να πω πιο rock, παρότι έφυγαν τα ηλεκτρικά όργανα. Τώρα ξεκινήσαμε να συνθέτουμε νέα κομμάτια, οπότε δεν μπορώ να προβλέψω που θα βγάλει αυτός ο δρόμος. Αξίες πάντως δεν αλλάξαμε…

Ο Πέτρος κι εγώ ξεκινάμε να φύγουμε, μέσα από τους άδειους δρόμους και την πλατεία Εξαρχείων. Χωριζόμαστε στη Μπενάκη. Όπως περπατάω και ακούω για ακόμα μια φορά το “Miles to Walk”, η Marianne Loup μοιράζει εφιάλτες στην Ομόνοια και ο Raymond Ray κρυώνει στις σκάλες του μετρό.

StarWound – So Wrong (trio version)

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: