«Ποντικοπαγίδα»: Ένα έγκλημα με πολλές προεκτάσεις

Σε συνθήκες όπως οι σημερινές, όπου το θέατρο αποκτά σημαντικότερο ρόλο στη διατήρηση της ψυχικής υγείας και τη συνεκτικότητα της κοινωνίας, η «Ποντικοπαγίδα» ήρθε για να προσφέρει μία ευχάριστη νότα αποφόρτισης και απεγκλωβισμού από την πρωτόγνωρη κατάσταση που βιώνουμε όλοι μας. Μία από τις θεατρικές προτάσεις του χειμώνα που σίγουρα θα συζητηθούν.

Η Αγκάθα Κρίστι είναι αναμφίβολα συνδεδεμένη με έργα μυστηριώδη, αινιγματικά και δαιδαλώδη. Υφαίνοντας πλοκές που κρατούν αμείωτο το ενδιαφέρον του κόσμου, πέτυχε οι ιστορίες της να παίζονται μέχρι σήμερα με αμείωτη ένταση.

Τα εγκλήματα που κατασκευάζει δεν είναι εύκολα, αλλά απαιτούν από τους ηθοποιούς καλή ανάγνωση των τυφλών σημείων, για να καταφέρουν να μεταδώσουν παραστατικά το σασπένς και την ένταση.

Η «Ποντικοπαγίδα», ένα έργο – σταθμός που ανεβαίνει σταθερά στο θέατρο από το 1952, παίζει με το μυαλό του θεατή, φέρνοντάς τον άλλοτε στη θέση του θύματος κι άλλοτε του θύτη. Αυτό είναι το μεγαλύτερο πλεονέκτημα, μα συνάμα και η μεγαλύτερη πρόκληση της παράστασης και των συντελεστών της.

Στον φιλόξενο Νέο Ακάδημο θα προσπαθήσουμε για σχεδόν δύο ώρες να εξιχνιάσουμε ένα έγκλημα. Οι πειστικές συναισθηματικές μεταπτώσεις, το προσεκτικό ξετύλιγμα των στοιχείων του εγκλήματος, οι συγκινήσεις και οι αιφνιδιασμοί, είναι χαρακτηριστικά που διατηρούν το ενδιαφέρον μας μέχρι το τέλος, πυροδοτώντας αλλεπάλληλες ανατροπές για το πρόσωπο του δολοφόνου.

Οκτώ χαρακτήρες, σάρκινοι και καθημερινοί, βρίσκονται αποκλεισμένοι από το χιόνι σε ένα πανδοχείο στον Κιθαιρώνα. Ο καθένας τους κρύβει ανομολόγητα μυστικά και προσπαθεί να αποφύγει τις παγίδες. Όλοι μοιάζουν φαινομενικά αθώοι, μα καθώς διαδραματίζεται η ιστορία, όλοι κάλλιστα θα μπορούσαν να είναι και ένοχοι. Γι’ αυτό κι ο φόβος σχηματίζεται ακόμα και στα πρόσωπα των ηρώων που είναι σίγουροι για την αθωότητά τους.

Ο βασικότερος, ίσως, λόγος που αξίζει να δει κανείς την παράσταση είναι η ερμηνεία του Μιχάλη Συριόπουλου, αυτού του νεαρού, ταλαντούχου ηθοποιού, που χρησιμοποιεί με δεξιοτεχνία διαφορετικά ερμηνευτικά εργαλεία για να ξεδιπλώσει την υποκριτική του δεινότητα. Κινείται στη σκηνή με την ωριμότητα φτασμένου ηθοποιού.

Από κοντά και η Ράνια Οικονομίδου, που βγάζει αυτοπεποίθηση και σιγουριά, απόρροια της σημαντικής θεατρικής της διαδρομής.

Η Δανάη Λουκάκη και ο Αποστόλης Τότσικας έχουν πολύ καλή χημεία ως ανδρόγυνο, ενώ ο Σήφης Πολυζωίδης έρχεται με κεκτημένη ταχύτητα από το «Football» προσφέροντας μία ακόμη εξαιρετική ερμηνεία, ακροβατώντας ανάμεσα στο γκροτέσκο χιούμορ και τον σαρκασμό.

Η Μαρία Κωνσταντάκη είναι γλαφυρή, άμεση και ανεπιτήδευτη, ενώ ο Ερρίκος Λίτσης ανταποκρίνεται με επάρκεια στις απαιτήσεις του ρόλου.

Ο Αλέξανδρος Βάρθης, που αντικαθιστά τον Νίκο Πουρσανίδη στον ρόλο του αστυνόμου στις δέκα πρώτες παραστάσεις, βγάζει μεγάλη ενέργεια στη σκηνή, αν και ορισμένες στιγμές παρουσιάζεται νευρικός και υπερβολικός.

Η σκηνοθεσία της Κίρκης Καραλή είναι συμπαγής, χωρίς περιττούς μοντερνισμούς. Αξιοποιεί τη σκηνή έτσι ώστε να αμβλύνει την απόσταση ανάμεσα σε θεατές και ηθοποιούς, καθιστώντας τους όλους σε ένα βαθμό συμμέτοχους στην εξιχνίαση του εγκλήματος. Αποδεικνύει πως συνεχίζει να εξελίσσεται σκηνοθετικά, πραγματοποιώντας σίγουρα και σταθερά βήματα και εμβαθύνοντας στις σκηνοθετικές τεχνικές και την αναδίφηση των ρόλων.

Οι φωτισμοί της Μελίνας Μάσχα, τα σκηνικά και τα κουστούμια της Άσης Δημητρολοπούλου και η πρωτότυπη μουσική του Αντώνη Παπακωνσταντίνου αποτελούν σημαντικούς στυλοβάτες της παράστασης.

Αν ψάχναμε να βρούμε ένα σημείο που χρίζει βελτίωσης, ίσως αυτό να ήταν η αποτύπωση της εποχής που διαδραματίζεται η ιστορία. Θα μπορούσε να είναι περισσότερο πρωτότυπη, εκτεινόμενη πέρα από έντυπες και ραδιοφωνικές αναφορές.

«Μια χώρα που δεν καταλαβαίνει την τέχνη είναι μια χώρα σκλάβων ή ρομπότ, μια χώρα δυστυχισμένων ανθρώπων, ανθρώπων που δεν γελάνε και δεν χαμογελάνε, μια χώρα χωρίς πνεύμα. Όπου δεν υπάρχει χιούμορ, όπου δεν υπάρχει γέλιο, υπάρχει οργή και μίσος», έλεγε το 1961 ο σπουδαίος θεατράνθρωπος, Ευγένιος Ιονέσκο.

Σε συνθήκες όπως οι σημερινές, όπου το θέατρο αποκτά σημαντικότερο ρόλο στη διατήρηση της ψυχικής υγείας και τη συνεκτικότητα της κοινωνίας, η «Ποντικοπαγίδα» ήρθε για να προσφέρει μία ευχάριστη νότα αποφόρτισης και απεγκλωβισμού από την πρωτόγνωρη κατάσταση που βιώνουμε όλοι μας. Μία από τις θεατρικές προτάσεις του χειμώνα που σίγουρα θα συζητηθούν.

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: