Μαρία Φαραντούρη: «Είναι ανεπίτρεπτο να υπάρχουν χώρες φρούρια στην Ευρώπη»

“Το ΚΚΕ είναι ένα κόμμα που έχει βοηθήσει πολύ την τέχνη, δεν γίνεται να μην το στηρίξω. Τα φεστιβάλ που κάνει, τα αφιερώματά του στους μεγάλους ποιητές, οι συναυλίες που διοργανώνει, δεν αποτελούν απλώς τελετές, αλλά μια ολόκληρη πολιτιστική μέθεξη που μόνο αυτό ξέρει να οργανώνει.”

Η Μαρία Φαραντούρη έχει στις αποσκευές της μια αδιαμφισβήτητη διεθνή καλλιτεχνική πορεία, με επιτυχίες που την κατατάσσουν ως μία από τις σπουδαιότερες ερμηνεύτριες που έχει γνωρίσει ποτέ η Ελλάδα. Η φωνή της έχει καταφέρει να παραμείνει αναλλοίωτη στον χρόνο, με την ίδια να διατηρεί την ίδια εκφραστικότητα που είχε στα νεανικά της χρόνια. Την έχουν αποκαλέσει «Μαρία Κάλλας του λαού» (The Daily Telegraph), «Joan Baez της Μεσογείου» (Le Monde), ενώ o Gurdian είχε αναφέρει πως η φωνή της αποτελεί «Δώρο των Θεών του Ολύμπου».

Προσπαθήσαμε να τη ρωτήσουμε όσα περισσότερα πράγματα μπορούσαμε, γνωρίζοντας προκαταβολικά πως δεν θα καταφέρουμε να χωρέσουμε ολόκληρη τη ζωή και το έργο της μέσα σε μία μόνο συνέντευξη. Ας απολαύσουμε όλα όσα μας είπε για τα νεανικά της χρόνια, την πορεία της στη μουσική, τον Μίκη Θεοδωράκη, την οικογένειά της, τη Μεταπολίτευση και τη σημερινή πολιτικοκοινωνική κατάσταση στο φόντο του κορονοϊού.

Φαντάζομαι πως μένετε κι εσείς στο σπίτι, όπως όλος ο κόσμος. Πώς περνάτε τον χρόνο σας;

Φυσικά και μένω στο σπίτι, προσπαθώντας να προφυλάξω τόσο τον εαυτό μου, όσο και τους ανθρώπους γύρω μου. Φροντίζω να περνάω τον χρόνο μου δημιουργικά, διαβάζοντας βιβλία, ακούγοντας μουσική, συζητώντας με τον σύζυγό μου ή ανανεώνοντας και ταξινομώντας τον προσωπικό μου χώρο.

Πόσο εύκολος είναι ο αυτοπεριορισμός;

Προσωπικά μιλώντας, λόγω της φύσης της δουλειάς μου που απαιτεί να προσέχω πολύ τη φωνή μου, έχω συνηθίσει να μένω αρκετά μέσα στο σπίτι για να προστατεύομαι από κάποια εποχική γρίπη.

Γενικότερα, καταλαβαίνω πως δεν είναι εύκολο για τον κόσμο αυτό που συμβαίνει, αλλά θα πρέπει να κάνει υπομονή και να κοιτάξει να ανακαλύψει δραστηριότητες μέσα στο σπίτι που να τον κάνουν να αισθάνεται όμορφα και να τον αποφορτίζουν από την περιρρέουσα ατμόσφαιρα. Δεν θα είναι για πάντα έτσι η κατάσταση, υπάρχει μπροστά μας ένα δύσκολο δίμηνο, αλλά θα τα καταφέρουμε, αν δείξουμε υπευθυνότητα και σοβαρότητα απέναντι στο πρόβλημα και ακούσουμε αυτά που μας συνιστούν οι ειδικοί.

Κατανοώ πως είναι μία δύσκολη κατάσταση, ειδικά για όσους έχουν μικρά παιδιά και εργάζονται ή ζουν μόνοι τους στο σπίτι , αλλά δεν υπάρχει άλλη λύση αν δεν θέλουμε να χάσουμε τον έλεγχο.

Στις 31 Μαρτίου είχατε προγραμματίσει να δώσετε στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, μαζί με σπουδαίους σολίστ εκλεκτούς φήμης, μια συναυλία σε ένα έργο που συνέθεσε ο Cihan Turkoglu και έχει τίτλο «Πέρα από τα σύνορα». Υποθέτω πως θα πραγματοποιηθεί κάποια άλλη ημερομηνία;

Ακόμα είναι νωρίς και δεν γνωρίζω κάτι, αλλά ελπίζω να μας παραχωρήσει το Μέγαρο Μουσικής μια νέα ημερομηνία. Βέβαια, αυτό που προέχει αυτή τη στιγμή είναι η δημόσια υγεία. Αυτά θα τα δούμε ύστερα.

Είστε μια ερμηνεύτρια που έχετε αναγνωριστεί σε διεθνές επίπεδο για τις καλλιτεχνικές σας επιτυχίες. Όταν ξεκινούσατε αυτό το ταξίδι, φανταζόσασταν πως θα φτάνατε ποτέ σε αυτό το σημείο;

Όχι, δεν το φανταζόμουν, παρότι ήξερα πως θα αφοσιωθώ στη μουσική. Υπήρξα, βέβαια, πολύ τυχερή, αφού ευτύχησα να συνεργαστώ με τον Μίκη Θεοδωράκη και να με στηρίξει ο ευρύτερος προοδευτικός χώρος της αριστεράς που πίστευε – και πιστεύει – στη διάδοση του πολιτισμού και του ποιοτικού τραγουδιού.

Εδώ και χρόνια, όμως, μου αρέσει να σεργιανάω μουσικά με νέους ανθρώπους από διαφορετικές χώρες, για να διακρίνω τις νέες τάσεις, να παίρνω ιδέες, να αλληλεπιδρώ με καινούργιους καλλιτέχνες – ο ένας πυροδοτεί τον άλλον, ξέρετε, στη μουσική. Η τέχνη ενώνει, σε αντίθεση με την πολιτική που χωρίζει τους ανθρώπους.

Με τον Μίκη Θεοδωράκη

Η Μαρία Φαραντούρη γνωρίστηκε με τον Μίκη Θεοδωράκη το 1963, όταν αυτός ήρθε στα παρασκήνια στο τέλος μιας συναυλίας στην οποία είχε ερμηνεύσει ένα τραγούδι του και την ρώτησε αν ξέρει πως έχει γεννηθεί για να τραγουδάει τα τραγούδια του. Η Μαρία του απάντησε πως το ξέρει και κάπως έτσι ξεκίνησε μια βαθιά φιλία και μια μακρόχρονη συνεργασία μαζί του.

Όλη αυτή η επιτυχία σας προκάλεσε ποτέ αισθήματα ανωτερότητας ή αλαζονείας;

Όχι, ποτέ. Κι αυτό επειδή δεν μεγάλωσα με τη λογική της τραγουδίστριας star, που θα πρέπει να προσπαθεί συνεχώς να διευρύνει τη φήμη της με κάθε κόστος. Η αναγνωρισιμότητά μου ήρθε φυσικά μέσα από τη φωνή μου, το έργο του Μίκη Θεοδωράκη και τους στίχους των Ελλήνων ποιητών. Αν ερμήνευα εφήμερα τραγούδια, δεν θα είχα κερδίσει αυτή τη διαχρονικότητα – ειδικά στο εξωτερικό. Μπορεί να είχα αποκτήσει πρόσκαιρη φήμη και πολλά χρήματα, αλλά αυτά δεν έχουν καμία σημασία για εμένα.

Αν ξεκινούσατε σήμερα τη μουσική σας πορεία, θα πηγαίνατε ποτέ σε ένα μουσικό reality για να σας μάθει ο κόσμος;

Λόγω χαρακτήρα, πιστεύω πως δεν θα πήγαινα. Θα στρεφόμουν προς την κλασική μουσική. Θυμάμαι, μάλιστα, πως στη Σοβιετική Ένωση, που είχα πάει για να δώσω μια σειρά από συναυλίες, ο σπουδαίος συνθέτης, Αράμ Χατσατουριάν, μου είχε προτείνει να παραμείνω για να κάνω κλασικές σπουδές. Θεωρούσε πως θα μπορούσα να γίνω μια εξαιρετική mezzo σοπράνο.

Εσείς, όμως, δεν δεχτήκατε, προτιμώντας να σταθείτε στο πλευρό του Μίκη. Το έχετε μετανιώσει;

Όχι, σε καμία περίπτωση. Ήμουν πολύ δεμένη με τον Μίκη, τον ένιωθα σαν τον μουσικό μου πατέρα. Επίσης, επειδή είχα νοσήσει μικρή από πολιομυελίτιδα, ήξερα πως δεν θα μπορούσα να αναπτύξω πλήρως όλες μου τις μουσικές δυνατότητες μέσα από την κλασική μουσική. Κυρίως, βέβαια, ήμουν σίγουρη πως αγαπούσα πολύ την Ελλάδα και δεν μπορούσα να την αποχωριστώ.

Με τον Χατσατουριάν

Τι θυμάστε αλήθεια από τη Σοβιετική Ένωση; Τι σας είχε κάνει εντύπωση;

Ο τρόπος που υπερασπιζόντουσαν την τέχνη, η βαρύτητα που έδιναν στις φυσικές κλίσεις των παιδιών και το πώς τα βοηθούσαν να τις αναπτύξουν. Στο θέμα της εκπαίδευσης ήταν πραγματικά συγκλονιστικοί.

Η μεταπολίτευση σας βρήκε παρέα με τον Μίκη να οργανώνετε μεγάλες συναυλίες σε όλο τον κόσμο. Τι καινούργιο θεωρείτε πως έφερε εκείνη η εποχή στη μουσική;

Στην αρχή της μεταπολίτευσης, ακούγαμε τα τραγούδια που είχαν βαρύνουσα σημασία τον καιρό της χούντας, τραγούδια απαγορευμένα που όποιος τα έλεγε έμπαινε στη φυλακή. Εγώ είχα καταφύγει στο εξωτερικό – και συγκεκριμένα στο Παρίσι – την περίοδο της δικτατορίας και προσπαθούσα από εκεί να ευαισθητοποιήσω τον υπόλοιπο κόσμο να στηρίξει την Ελλάδα. Θυμάμαι ήταν πολύς ο κόσμος που προβληματιζόταν για το έλλειμμα δημοκρατίας που υπήρχε στη χώρα μας.

Έχετε μεγάλη γκάμα τραγουδιών, αλλά στο μυαλό πολλών ανθρώπων είστε συνδεδεμένη με το πολιτικό τραγούδι. Αυτός ήταν ο στόχος σας εξαρχής;

Αυτό που επιζητούσα ανέκαθεν ήταν αφενός να μπορέσει η μουσική μου να αποκτήσει κλασική αξία, με την έννοια της αντοχής στον χρόνο, και αφετέρου να έχει κάτι να μεταφέρει στον κόσμο, κάποιου είδους μήνυμα. Δεν γίνεται ένας καλλιτέχνης να κάνει πως δεν βλέπει τι γίνεται γύρω του, όταν καθημερινά συμβαίνουν τόσα πράγματα.

Με αφορμή αυτό που λέτε, θα ήθελα να σας ρωτήσω για την Ευρωπαϊκή Ένωση που την βλέπουμε να εκφασίζεται και να συντηρητικοποιείται όλο και πιο πολύ. Που πιστεύετε πως θα οδηγήσει όλο αυτό;

Αυτή η ακροδεξιά νοοτροπία που συναντούμε σήμερα στην Ευρωπαϊκή Ένωση,  αυτός ο υφέρπων φασισμός που δεν δέχεται οτιδήποτε το διαφορετικό, είναι κάτι που με ανησυχεί πάρα πολύ. Φοβάμαι μην αποκτήσει κάποιο ναζιστικό κόμμα τέτοια δύναμη που να του επιτρέψει να πάρει την εξουσία και να κάνει ό,τι έκανε ο Χίλτερ τη δεκαετία του ’40.

Σας φοβίζει η κατάσταση που έχει δημιουργηθεί στα ελληνικά νησιά και στον Έβρο με τους πρόσφυγες και τους μετανάστες και ποια πιστεύετε πως μπορεί να είναι η λύση στο πρόβλημα;

Η λύση είναι πολύ δύσκολη. Από τη μία μεριά, είναι οι πρόσφυγες και οι μετανάστες που έχουν γίνει σάκος του μποξ λόγω οικονομικών και γεωπολιτικών συμφερόντων και από την άλλη ο ντόπιος πληθυσμός που έχει κι αυτός δίκιο να διαμαρτύρεται για την κατάσταση που έχει δημιουργηθεί – όχι φυσικά με ακρότητες ή με ρατσιστικό μένος.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση θα πρέπει να αναλάβει τις ευθύνες της. Είναι ανεπίτρεπτο να υπάρχουν χώρες φρούρια στην Ευρώπη. Για ποια ενωμένη Ευρώπη μιλάνε όταν χωρίζουν τους ανθρώπους με αυτόν τον τρόπο; Βαρέθηκα να ακούω λόγια, που να μη συνοδεύονται από πράξεις.

Πρώτη φορά ζούμε σε τέτοια αβεβαιότητα. Στη χούντα ήταν εμφανές ποιος ήταν ο εχθρός – ο εσωτερικός και ο εξωτερικός που κινούσε τα νήματα – και ήξερες πως κάποια στιγμή θα υπάρξει ένα τέλος, σήμερα όμως ο εχθρός είναι σε μεγάλο βαθμό αφανής. Παρόλο που καταλαβαίνει κανείς τα συμφέροντα που κρύβονται πίσω από τις διάφορες ενέργειες, η λύση φαντάζει πιο σύνθετη. Μακάρι σύντομα τα πράγματα να πάρουν άλλη τροπή, να βελτιωθεί η κατάσταση για όλους μας.

Πώς βιώσατε την οικονομική κρίση στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια;

Όπως όλοι οι καλλιτέχνες. Μειώθηκαν οι μισθοί, όπως και οι συναυλίες που δίναμε. Παρόλα αυτά, αυτά τα θέματα είναι ήσσονος σημασίας μπροστά στα προβλήματα άλλων συμπολιτών μας που έχασαν τα σπίτια τους, τη δουλειά τους, ακόμα και τη ζωή τους μέσα στην κρίση.

Είστε αισιόδοξη για το μέλλον;

Έχω ένα αίσθημα φόβου, έτσι όπως βαδίζει η Ευρώπη. Δεν είμαι αισιόδοξη, αλλά προσπαθώ να μην είμαι και απαισιόδοξη, γιατί έτσι γίνεσαι μηδενιστής και παραιτείσαι από κάθε προσπάθεια για να βελτιωθούν τα πράγματα. Όσο μπορώ και αντέχω, θα παλεύω μέσα από το τραγούδι για μια πιο ανθρώπινη εκδοχή της κοινωνίας μας.

Με τον Μάνο Χατζιδάκι

Η Μαρία Φαραντούρη πραγματοποίησε την πρώτη της επαγγελματική της ηχογράφηση το 1965, ενώ έναν χρόνο αργότερα συνεργάστηκε για πρώτη φορά με τον Μάνο Χατζιδάκι, που αποκαλούσε τη φωνή της «βιολοντσέλο».

Ασχοληθήκατε ενεργά με την πολιτική με την εκλογή σας με το ΠΑΣΟΚ ως βουλευτής επικρατείας το 1989. Θεωρείτε πως ένα καλλιτέχνης οφείλει να αναλαμβάνει τόσο ενεργούς πολιτικούς ρόλους όπως ήταν ο δικός σας, ή είναι καλύτερα να μένει προσηλωμένος αποκλειστικά στην τέχνη του;

Ένας καλλιτέχνης δεν διαφέρει από οποιονδήποτε άλλον άνθρωπο. Όταν αισθάνεται πως πρέπει να ασχοληθεί με την πολιτική για κάποιους λόγους που θεωρεί αυτός σημαντικούς, τότε οφείλει να το κάνει.

Προσωπικά, κατάλαβα μέσα από αυτή τη μικρή μου εμπειρία στη Βουλή, πως είχα περισσότερα να προσφέρω στην τέχνη, πως δεν ήμουν διατεθειμένη να αφοσιωθώ στην πολιτική και να παρατήσω τη μουσική. Γιατί και τα δύο μαζί δεν μπορεί κάποιος να τα κάνει εξίσου καλά. Εγώ, για παράδειγμα, απείχα από αρκετές ψηφοφορίες της Βουλής επειδή ήμουν σε περιοδεία, σε συναυλίες που είχαν κλειστεί καιρό πριν και δεν μπορούσα να τις ακυρώσω ή να μην πάω.

Έχετε συμμετάσχει σε αρκετές εκδηλώσεις του ΚΚΕ, δείχνοντας πως σέβεστε τα 100 και πλέον χρόνια ιστορίας του. Ποιοι είναι οι λόγοι που το στηρίζετε;

Το ΚΚΕ είναι ένα κόμμα που έχει βοηθήσει πολύ την τέχνη, δεν γίνεται να μην το στηρίξω. Τα φεστιβάλ που κάνει, τα αφιερώματά του στους μεγάλους ποιητές, οι συναυλίες που διοργανώνει, δεν αποτελούν απλώς τελετές, αλλά μια ολόκληρη πολιτιστική μέθεξη που μόνο αυτό ξέρει να οργανώνει.

Στην επέτειο των 100 χρόνων από την ίδρυσή του, είχατε δηλώσει πως «είναι πιο αναγκαίο από ποτέ να κρατήσουμε ανοιχτό τον ορίζοντα της Ιστορίας». Τι ακριβώς εννοούσατε με αυτή τη φράση;

Πως θα πρέπει να κρατήσουμε ανοιχτή την ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον. Να μην απογοητευόμαστε από τις αντιξοότητες, να συνεχίσουμε να παλεύουμε για έναν κόσμο με περισσότερη δικαιοσύνη.

Με την οικογένειά της

Έχετε έρθετε σε επαφή με σπουδαίες προσωπικότητες. Αν σας ζητούσα να μου απαριθμήσετε μία από αυτές που ξεχωρίσατε, ποια θα ήταν και γιατί;

Ο Φιντέλ Κάστρο ήταν σίγουρα μία από αυτές. Τον γνώρισα μετά από μια συναυλία που είχαμε δώσει με τον Μίκη στην Αβάνα και θυμάμαι πως εκείνο το βράδυ μού έκανε η εντύπωση ο τρόπος που μιλούσε, η ικανότητα που είχε να σου κεντρίζει το ενδιαφέρον σε μια συζήτηση.

Πάντως, για να είμαι ειλικρινής, προτιμώ να μην στέκομαι τόσο στα πρόσωπα που έχω γνωρίσει, αλλά στις εικόνες και τα συναισθήματα που έχω νιώσει στη ζωή μου. Για παράδειγμα, δεν θα ξεχάσω ποτέ το βλέμμα ενός πεινασμένου παιδιού σε μια φαβέλα στο Περού. Αυτές οι εικόνες θεωρώ πως είναι η μεγαλύτερή μου προίκα στη ζωή.

Έχετε ξεχωρίσει κάποιον σύγχρονο καλλιτέχνη, που θα θέλατε να αναφέρετε το όνομά του;

Μου αρέσει πολύ ο Σωκράτης Μάλαμας και ο Αλκίνοος Ιωαννίδης. Θεωρώ πως και οι δύο συνδυάζουν τη διασκέδαση με την ψυχαγωγία, ενώ παράλληλα καταφέρνουν να εκπέμψουν και κοινωνικά μηνύματα.

Έχετε έναν γιο, τον Στέφανο Χυτήρη, που είναι μουσικός. Τι συζητάτε συνήθως μεταξύ σας; Του αρέσει να του δίνετε συμβουλές;

Του έδινα μέχρι πρότινος, αλλά πλέον δεν χρειάζεται. Είναι ένα παιδί που έχει διαμορφώσει τη δική του προσωπικότητα, τον προσωπικό του τρόπο να εκφράζεται, έχει αναπτύξει συνεργασίες στο εξωτερικό, κάνει πράγματα κι εδώ, είναι γενικά αεικίνητος. Ό,τι ήταν να πάρει από εμένα, πιστεύω πως το έχει πάρει. Οτιδήποτε, βέβαια, χρειαστεί, εδώ είμαι για να τον στηρίζω.

Με τον σύζυγό σας είστε μαζί από το 1968. Ποια πιστεύετε πως είναι τα στοιχεία που κράτησαν ζωντανή τη σχέση σας 52 ολόκληρα χρόνια;

Τα πολύ έντονα κοινά βιώματα και η κατανόηση που υπήρξε μεταξύ μας. Ήταν πολύ σημαντικό το γεγονός πως καταλάβαινε την προσωπική μου ανάγκη να εκφραστώ. Το ό,τι υπήρξε και ο ίδιος ποιητής βοήθησε πολύ σε αυτό. Φυσικά, δεν έλειψαν οι δυσκολίες, αλλά τις αντιμετωπίσαμε επιτυχώς επειδή γνωρίζαμε και οι δύο πως ο γάμος δεν πρέπει και δεν μπορεί να είναι φυλακή.

Πώς κρίνετε σήμερα τις προσωπικές σχέσεις των ανθρώπων;

Τις έχει επιδεινώσει πολύ η κρίση. Έχει καταντήσει πλέον πολύ δύσκολο για τα σύγχρονα ζευγάρια να συνυπάρξουν αρμονικά.

Πώς θα θέλατε να σας θυμάται ο κόσμος όταν πείτε πως αποσύρεστε;

Αυτό είναι θέμα του κόσμου. Εγώ δεν κοιτάζω την υστεροφημία μου, αν και νομίζω πως κάθε καλλιτέχνης αφήνει το στίγμα του μέσα από το έργο του.

Σας φοβίζει ο θάνατος;

Ωριμάζοντας, μαθαίνει κανείς να μην τον φοβάται όπως όταν ήταν νέος. Προσωπικά, φοβάμαι περισσότερο την αρρώστια και την ανημπόρια, αλλά προσπαθώ κυρίως να εστιάζω στη ζωή και να μην τα σκέφτομαι αυτά.

*Φώτο εξωφύλλου: Γιάννης Μαργκετουσάκης

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: