“Έλα και πάρ’ την μόνος σου τη λευτεριά”

Τα αντάρτικα τραγούδια όσο κι αν προσπαθούν μερικοί καλοθελητές να τα καπηλευθούν και να παραποιήσουν την ιστορία και την αξία τους, ήταν αυτά που συντρόφευαν τους αγωνιστές στη δύσκολη ζωή του βουνού, στις φυλακές και στις εξορίες, στα βασανιστήρια, ακόμη και μπροστά στο απόσπασμα. 

Τα αντάρτικα τραγούδια όσο κι αν προσπαθούν μερικοί καλοθελητές να τα καπηλευθούν και να παραποιήσουν την ιστορία και την αξία τους, ήταν αυτά που συντρόφευαν τους αγωνιστές στη δύσκολη ζωή του βουνού, στις φυλακές και στις εξορίες, στα βασανιστήρια, ακόμη και μπροστά στο απόσπασμα.

Ενέπνευσαν και εμπνέουν γενιές και γενιές και θα μένουν ανεξίτηλα στις μνήμες των ανθρώπων και αποτελούν ιστορικές πηγές, πηγές μνήμης. Είναι αυτά που θα γυρνούν πάντα μέσα στο μυαλό μας, για τότε, για τώρα, για αύριο!

Ήρωες, άπαρτα βουνά.
Ήρωες, με δώδεκα ζωές, 
κάστρα του Ολύμπου
και του Παρνασσού φαντάσματα, 
ήρωες μες στα χαλάσματα.

Αίματα, κόκκινο νερό, 
αίματα, ποτάμι βουερό, 
πυρ στην Αλαμάνα
και φωτιά στο Γοργοπόταμο
και φωτιά στο Γοργοπόταμο.

Εμπρός αδέρφια εμπρός
κι είναι μαζί μας ο λαός
στα πιο μεγάλα μας τα κατορθώματα
μες στις πέτρες και στα χώματα.

Θάνατος, μαύρος αδερφός.
Θάνατος, θα γίνω αθάνατος, 
πυρ στην Αλαμάνα
και φωτιά στο Γοργοπόταμο
και φωτιά στο Γοργοπόταμο.

Αέρας στις κορφές
μαύρο φεγγάρι στις καρδιές
έλα και πάρε μόνος σου τη λευτεριά
με τραγούδια, όπλα και σπαθιά

Μαλλιά σγουρά, μαλλιά κοράκου χρώμα
που ανέμιζε ο αγέρας στα ζερβά
σας αγαπούσα πάντοτε και τώρα
η δόλια μου καρδιά στενάζει και πονά.

Πάει καιρός που έβγαινες στους δρόμους
τη σκούφια φόραγες λεβέντικα στραβά
και τα μαλλιά χυτά πάνω στους ώμους
τ’ ανέμιζε ο αγέρας στα ζερβά.

Θά `ρθουν καιροί, καιροί ευτυχισμένοι
σκλάβοι δε θα `ναι τότε οι λαοί
θα ζούμε τότε πια αδελφωμένοι
σε μια ελεύθερη ειρηνική ζωή.

Εγώ Άη Στράτη δε φοβάμαι
είναι κι αυτή μια Ελληνική γωνιά
τα μαύρα τα μαλλιά μας κι αν ασπρίσαν
δε μας τρομάζει η βαρυχειμωνιά

Μαύρα κοράκια με νύχια γαμψά
πέσανε πάνω στην εργατιά.
Άγρια κράζουν για αίμα διψούν, 
τον Δημητρόφ στην κρεμάλα να δουν.
Τον Ντανεφ και Ποπόφ, τον Τέλμαν κι άλλους
αντιφασίστες αρχηγούς, 
και στην Καντόνα χιλιάδες βάζουν
προλεταρίους ηρωικούς

Γίγας στους γίγαντες ο Δημητρόφ.
Βράχος γρανίτης στέκει ορθός.
Τους δικαστές του χτυπάει σκληρά.
Τους ξεσκεπάζει τους ποδοπατά.

Και μπρος στο θάνατο και στην κρεμάλα
έδειξες σ’ όλους Δημητρόφ
τους προλετάριους της οικουμένης, 
τον δρόμο για τον λυτρωμό.

Ήρωες τέτοιοι μπορούν μοναχά
να βγούνε μέσα απ’ την εργατιά.
Δοκιμασμένος στην μάχη σκληρά, 
κρατάς εσύ την σημαία ψηλά.

Της 3ης Διεθνούς του Λένιν Στάλιν
κι έδειξες σ’ όλους τους λαούς
πως να παλεύουν, πως να νικάνε
τους ταξικούς τους τους εχθρούς.

Σαν ατσάλινο τείχος

που αλύγιστο ορμάει

στα πεδία των τίμιων μαχών,

μ’ αρχηγούς Σαμαρινιώτη, το Σαράφη, τον Άρη

που είν’ οι μάνες του Λαϊκού Στρατού.

Δίχως τανκς, αεροπλάνα, μόνο μ’ όλμους, πολυβόλα

και ψυχή σαν του Λαϊκού Στρατού,

με καθοδήγηση λαμπρή τ’ αρχηγού μας του Άρη,

ξεψυχάει ο αγκυλωτός του φασισμού.

Να η ώρα που μας ήρθε και σα θύελλα ξεσπάει

στον αγώνα η παγκόσμια εργατιά

μιά φωνή που αντηχεί στον αέρα, πέρα ως πέρα:

“Μ’ επανάσταση θα διώξουμε τη σκλαβιά”.

Κι ο αέρας σαν μουγκρίζει, τη σημαία κυματίζει,

τη βαμμένη μέσ’ στο αίμα του λαού,

κατακόκκινη τη νίκη μας αγγέλει μ’ ένα ζήτω

μ΄ ένα ζήτω γύρω γύρω από παντού.

Παιδιά σηκωθείτε να βγούμε στους δρόμους
γυναίκες και άντρες με όπλα στους ώμους
στο κόκκινο λάβαρο πάντα πιστοί
στη Σάλπιγγα πλάι που μας προσκαλεί

Συθέμελα ρίχτε Παλάτια και Θρόνους
βαρειές αλυσίδες πορφύρες και νόμους
ντροπή στον εργάτη στον σκλάβο ντροπή
στο αίμα αν δεν πνίξει μια τέτοια ζωή

Εμπρός να τσακίσουμε σκληρά τους φασίστες
της νέας Ελλάδας να γίνουμε χτίστες
ντροπή για τον νέο στη μάχη αν δεν ριχτεί
για τη λαοκρατία την τίμια ζωή

Παρίσι και Μόσχα βαθιά τιμημένα
Αθήνα Βαρκελώνη που βάφτηκαν μ’αίμα
μας στέλνουν μηνύματα στέλνουν κραυγές
Εμπρός αντιφασίστες για νίκες Λαμπρές

μας στέλνουν μηνύματα στέλνουν κραυγές
εμπρός επαναστάτες, εμπρός κομμουνιστές

Αναστενάζουν τα βουνά κι ο ήλιος σκοτεινιάζει
το δόλιο το μικρό χωριό και πάλι ανταριάζει.
Λαμποκοπούν χρυσά σπαθιά, πέφτουν τουφέκια ανάρια
ο Άρης κάνει πόλεμο με αντάρτες παλληκάρια.
Έλα βρε άπιστε Ιταλέ, κορόϊδο Μουσολίνι
να μετρηθούμε εδώ μαζί να δεις το τι θα γίνει.
Δεν έχεις γέρους κι άρρωστους, μικρά παιδιά να σφάζεις, 
μηδέ κορίτσια ντροπαλά, ούτε χωριά να κάψεις.
Μανάδες για να τυραννάς στη μέση στο παζάρι, 
έχεις μπροστά σου σήμερα τον Καπετάνιο Άρη.
Που γρήγορος σαν τον αετό, σαν το γοργό τ’ αγέρι
προδότες έσφαξε πολλούς με δίκοπο μαχαίρι.

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: