Το Αυτό: Κεφάλαιο 2 – Οι χαμένοι τα παίρνουν όλα

Όταν έχεις τέτοιο υλικό να βασιστείς, καστ, μπάτζετ υπερδιπλάσιο από το πρώτο μέρος, οφείλεις να προσπαθήσεις σκληρότερα πριν ζητήσεις από τους θεατές εισιτήριο και 168 λεπτά από τη ζωή τους. 

“Σας περίμενα, σας λαχταρούσε, μου λείψατε” είναι μια από τις ατάκες που ακούγονται στο “Αυτό: Κεφάλαιο 2”. Δεν ξέρουμε πόσο σας έλειψε η συντροφιά των “χαμένων” του Ντέρι, δυο χρόνια μετά το πρώτο μέρος της κινηματογραφικής μεταφοράς του διάσημου μυθιστορήματος του Στίβεν Κινγκ, σίγουρα όμως το κίνητρο ήταν αρκετά ισχυρό για να τραβήξει γι’ άλλη μια φορά εκατομμύρια θεατών στις αίθουσες όλου του κόσμου.

27 χρόνια πέρασαν από την πρώτη νίκη του γνωστότερου κλόουν στη μυθοπλασία τρόμου (αν με ρωτάτε οι κλόουν είναι εξορισμού από ενοχλητικοί ως creepy και καθόλου τυχαίο δεν είναι ότι υπάρχει φοβία ειδικά για τους κλόουν, η coulrophobia) κι η παλιοπαρέα έχει σκορπίσει σε όλα τα σημεία του ορίζοντα, διαγράφοντας μια λιγότερο ή περισσότερο πετυχημένη επαγγελματική και προσωπική πορεία. Όλοι έχουν ξεχάσει σχεδόν ολοκληρωτικά το σημαδιακό εκείνο καλοκαίρι, όπως και τα περισσότερα από τα παιδικά τους χρόνια στο Ντέρι. Κι όταν λέμε όλοι, εννούμε όλοι, εκτός από το Μάικ, ο οποίος είναι ο μόνος που έμεινε στην πόλη, κρατώντας ζωντανές τις μνήμες και μελετώντας όσα μπορούσε για το “Αυτό” με στόχο να το εξουδετερώσει μια και καλή. Μια σειρά εξαφανίσεων παιδιών, καθώς κι ένα ομοφοβικό έγκλημα μίσους δίνουν το σήμα ότι ο Πενιγουάιζ επέστρεψε δριμύτερος. Ο Μάικ καλεί τους παιδικούς του φίλους, υπενθυμίζοντάς τους τον όρκο που έδωσαν μετά την πρώτη πετυχημένη αναμέτρηση με το “Αυτό”, κι εκείνοι έκοντες – άκοντες φτάνουν στην πόλη, με εξαίρεση τον Στάνλεϊ, που, όπως και στο βιβλίο “δεν τα κατάφερε”. Μετά από το αρχικά εύθυμο κι έπειτα επεισοδιακό reunion σε ασιατικό εστιατόριο και πολλούς δισταγμούς των “χαμένων”, ο Μάικ αποκαλύπτει το σχέδιό του στην ομάδα, που βασίζεται σε μια τελετουργία που του δίδαξαν πάνω σε “ταξίδι” με εξωτικά μαντζούνια ντόπιοι ινδιανοί, οι οποίοι πρώτοι ήρθαν αντιμέτωποι με το “Αυτό”. Προϋπόθεση οι παλιόφοιλοι να διαχωριστούν και να βρουν ο καθένας τους από ένα “σουβενίρ” εκείνου του καλοκαιριού, στα παλιά τους λημέρια. ‘Ολ’ αυτά καταλαμβάνουν το μισό περίπου της σχεδόν τρίωρης ταινίες, το οποίο είναι και το δυνατότερο συγκριτικά τμήμα της, όπου σκιαγραφείται η εξέλιξη των χαρακτήρων, οι αντιδράσεις και ο τρόπος με τον οποίο ξαναχτίζουν τις σχέσεις τους μετά από διακοπή δυόμιση και βάλε δεκαετιών.

Στο δεύτερο μέρος ξεκινά αυτό καθεαυτό το “τρομαχτικό” κομμάτι, ωστόσο παραμένει μάλλον νεφελώδες, αν οι συντελεστές στόχευαν σε μαύρη κωμωδία (σε ένα σημείο κάποιος από τους κακούς θέλει να σπάσει την πόρτα φωνάζοντας “Here’s Johnny”, ναι, τόσο σατανάδες) ή ταινία τρόμου, αποτυγχάνοντας εντέλει και στα δύο. Το κράμα από “αστείες” ατάκες και επιδρομές τεράτων CGI με εμφάνιση γερασμένων πόκεμον ούτε διασκεδάζει, ούτε τρομάζει κανέναν, το ίδιο και ο αξιολύπητος τελικά κλόουν. Πολλές από τις σκηνές είναι εν γένει απόλυτα προβλέψιμες, κι αυτό δεν οφείλεται μόνο στην ομοιότητα με το βιβλίο, παρά τις επιμέρους αναπόφευκτες περικοπές και διαφοροποιήσεις, αλλά κυρίως στον ανέμπνευστο τρόπο παρουσίασης.

Το βασικότερο πρόβλημα όμως με το πόνημα του Andy Muschietti είναι η εμφανώς μέτρια χημεία των πρωταγωνιστών, που γίνεται ακόμα πιο οφθαλμοφανής εξαιτίας των συνεχών φλας – μπακ στα οποία εμφανίζεται το νεανικό καστ της πρώτης ταινίας, που σήκωσε στις πλάτες του την κατά τα άλλα σχεδόν εξίσου χλιαρή μετοφορά του πρώτου μέρους. Δεν αρκεί να πετάς μαζί μερικά ηχηρά ονόματα, για να δέσουν κιόλας μεταξύ τους, άσχετα που ως μονάδες προσπαθούν φιλότιμα. Εκνευριστική για τον ενήλικο θεατή και η μελό διαχείριση φορτισμένων στιγμών της πλοκής, ενώ τελείως κιτς είναι και το εφεύρημα (που δεν υπήρχε νομίζω στο βιβλίο), των επιστολών στο τέλος, σα βγαλμένο από εφηβικά δράματα τύπου 13 reasons why. Πετυχημένη αντίθετα η εμφάνιση του ίδιου του Στίβεν Κινγκ σε μικρό ρολάκι ως παλιατζής, εξάλλου τα περάσματα από τη μικρή και τη μεγάλη οθόνη δεν είναι κάτι πρωτόγνωρο για το συγγραφέα.

Μπορούμε λοιπόν σύντροφοι να πούμε ότι το “Αυτό: Κεφάλαιο 2” είναι τουλάχιστον ένα τίμιο ποπκορνάκι; Όχι σύντροφοι, δεν μπορούμε να το πούμε “αυτό”. Όταν έχεις τέτοιο υλικό να βασιστείς, καστ, μπάτζετ υπερδιπλάσιο από το πρώτο μέρος, οφείλεις να προσπαθήσεις σκληρότερα πριν ζητήσεις από τους θεατές εισιτήριο και 168 λεπτά από τη ζωή τους.

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: