Μήπως ήρθε η ώρα να συνταξιοδοτηθεί η “προοδευτική γενιά” του Χόλιγουντ;

Μια προ-Οσκαρική ιστορία – Αλλά εμείς θα την φτιάξουμε την οργάνωση στο Χόλιγουντ. Χαμένε, α χαμένε…

Η κουβέντα έγινε με έναν συνάδελφο, το περασμένο φθινόπωρο, με αφορμή τρεις ταινίες που είχε παρακολουθήσει πρόσφατα. Προφανώς δεν είμαι σε θέση να ανακαλέσω στη μνήμη λεπτομέρειες και την ακριβή στιχομυθία, ούτε να υποστηρίξω με επιχειρήματα τις θέσεις και το σκεπτικό του για τις ταινίες -όχι μόνο γιατί έχουν περάσει κάποιοι μήνες, αλλά και γιατί δεν έχω δει καν τις ταινίες για τις οποίες μιλούσε. Θα προσπαθήσω όμως να κάνω μια δημιουργική αναπαραγωγή, μένοντας -κατά το δυνατόν- πιστός στο πνεύμα όσων είπε.

Η πρώτη ταινία που είδε ήταν η τελευταία του Γούντι Άλεν με τίτλο “Μια βροχερή μέρα στη Νέα Υόρκη”. Μάλλον αδιάφορη ως περιεχόμενο, όπου δεν έχουμε όμως μια επανάληψη γνωστών μοτίβων και εμμονών του σκηνοθέτη, αλλά μια ποιοτική αναβάθμιση προς το χειρότερο, με σαφές ταξικό περιεχόμενο, αλλά από την αντίπερα όχθη: “έρχονται οι φτωχοί που πλουτίζουν και αλλοιώνουν τον πολιτισμό μας…” Ο Άλεν φαίνεται να αγανακτά με τους νεόπλουτους, την έλλειψη παιδείας και κουλτούρας που τους διακρίνει -γιατί δεν μπορούν να την αγοράσουν με χρήματα. Αυτά τα στοιχεία “απειλούν” τη δική του ταυτότητα, ενός καλλιεργημένου Νεοϋορκέζου, και καθορίζουν την οπτική του: αυτή ενός σνομπ “αριστοκράτη” που βλέπει αφ’ υψηλού τις μάζες και δεν έχει τίποτα να τους προσφέρει με το έργο του, αναπολώντας τον παλιό καλό καιρό που οι πλούσιοι ήταν ένα κλειστό κλαμπ για να επιβεβαιώνουν την ανωτερότητά τους.

Δεύτερη κινηματογραφική στάση το “Κάποτε στο Χόλιγουντ” του Ταραντίνο που -σε γενικές γραμμές- δεν απογοήτευσε το φανατικό του κοινό -κι ας μην είχε τόσο αίμα και σπλατεριές. Ο Ταραντίνο παρουσιάζει μια “εναλλακτική Ιστορία” -όπως λέγεται το συγκεκριμένο είδος στη λογοτεχνία- και μια διαφορετική εκδοχή των γεγονότων στην υπόθεση Μάνσον, όπως θα ήθελε ο ίδιος να έχουν συμβεί. Και μας τα δίνει τυλιγμένα στη νοσταλγία για την εποχή και το Χολιγουντιανό περιβάλλον στο οποίο ωρίμασε και διαμορφώθηκε και ο ίδιος σαν σκηνοθέτης. Τι μπορεί να μας προσφέρει όμως αυτή η ρομαντική αναπόληση, εκτός από μια ωραία ιστορία; Και γιατί οφείλει να μας απασχολήσει; Το ερώτημα είναι ρητορικό. Και ο Ταραντίνο κάνει μια ταινία που τουλάχιστον δεν είναι κακή -σαν αυτή του Άλεν-, κυλάει ευχάριστα, αλλά δεν έχει κάτι άλλο να μας αφήσει για να σκεφτόμαστε βγαίνοντας από την αίθουσα.

Η τρίτη ταινία ήταν και φαρμακερή. Αυτή που γέννησε τις μεγαλύτερες προσδοκίες και τη μεγαλύτερη απογοήτευση. Το έργο “Οι νεκροί δεν πεθαίνουν” του Τζιμ Τζάρμους δεν καταφέρνει καν να πλησιάσει τον πήχη που είχε θέσει ο ίδιος με παλιότερα έργα του και δεν έχει τίποτα ουσιαστικό να μας πει -κάτι που σχεδόν αναγνωρίζει και ο ίδιος, δεν παύει όμως να αιφνιδιάζει δυσάρεστα τους κριτικούς που του χαρίζουν τίτλους σαν κι αυτόν: “Οι νεκροί δεν πεθαίνουν”, αλλά η έμπνευση του Τζάρμους δε δείχνει πολύ καλά… Ενώ ο σκηνοθέτης σπεύδει να πετάξει και το φύλλο συκής του, διακηρύσσοντας πως δεν πιστεύει στην πολιτική…

Το μόνο που μπορεί να γεμίσει το απόλυτο κενό της ταινίας είναι η σημειολογία και τα ταξικά νοήματα που χωρίζουν τις ταινίες με τα βαμπίρ από αυτές που έχουν ζόμπι. Σε μια πολύ παραδοσιακή σημειολογία, τα ζόμπι αποτύπωναν τον φόβο της αστικής τάξης απέναντι στα λούμπεν στοιχεία και βασικά την εργατική τάξη, την πλέμπα που την επιβουλεύεται, απειλεί την ασφάλεια και την ιδιοκτησία της -δηλαδή τα ιερά και όσια του συστήματος. Στον αντίποδα, οι βρικόλακες συμβολίζουν τον φόβο για τους ευγενείς που παραμένουν πάντως ευγενείς και γαλαζοαίματοι, σωστοί τζέντλμεν, παρά τις πράξεις τους. Ακόμα και αν ρουφάν σαν βρικόλακες την υπεραξία της εργατικής δύναμης -για να θυμηθούμε και μια εικόνα από τους κλασικούς.

Ποια είναι η κοινή συνισταμένη για όλους τους εμβληματικούς εκπροσώπους αυτής της παλιάς γενιάς; Κι οι τρεις ταινίες βγάζουν στην επιφάνεια την απελπισία του προοδευτικού καλλιτεχνικού κόσμου για μια κοινωνία που ψήφισε Τραμπ. Η απάντηση που δίνουν είναι μια ψυχολογική αναδίπλωση στον δικό τους μικρόκοσμο, για τον οποίο πιστεύουν-βαυκαλίζονται πως δεν είναι τόσο βρώμικος σαν τον έξω κόσμο που τους πληγώνει και τους απογοητεύει. Χτίζουν ένα τείχος απέναντί του και μένουν εντός του να “παίξουν με τα τουβλάκια τους” και τον κινηματογραφικό τους (μικρο)κοσμο, μολονότι αυτός δεν τα πάει πολύ καλά ούτε από κριτική ούτε από αυτοκριτική.

Εκδηλώνουν κάποιες ανησυχίες, ασκούν σκληρή κριτική στον Τραμπ -και συνήθως την εξαντλούν σε αυτόν- με μια επιφανειακή ματιά στο σύστημα που τον ανέδειξε για να το υπηρετεί, ενώ το ταβάνι τους βρίσκεται με μαθηματική ακρίβεια στην κριτική στήριξη στον εκάστοτε υποψήφιο των Δημοκρατικών. Κι αν επισημάνει κάποιος το αυτονόητο, δηλαδή την έλλειψη βάθους πίσω από την επιφάνεια, σκοντάφτει σε ένα αδιαπέραστο τείχος υπεράσπισης των προοδευτικών καλλιτεχνών που γράφει πάνω του: “ναι αλλά για την Αμερική αυτά που λένε είναι πολύ προχωρημένα…”. Κατά συνέπεια, οι δεδομένοι περιορισμοί καθιστούν ένα ρηχό έργο περίπου αριστούργημα από πολιτική άποψη. Και αυτό είναι σε μεγάλο βαθμό το Χόλιγουντ των τελευταίων δεκαετιών, που θέλει να δείχνει προβληματισμένο, αρκεί να μη βουτήξει ποτέ στα βαθιά νοήματα και πνιγεί…

Ως πότε όμως θα λειτουργούν όλα αυτά ως άλλοθι; Ως πότε θα είναι μέτρο σύγκρισης για επιφανειακές οπτικές και δημιουργίες; Στην τελική, αν τα “ιερά τέρατα” της προοδευτικής διανόησης των ΗΠΑ δεν έχουν τίποτα άλλο να μας πουν και να δώσουν, μήπως έχει έρθει απλώς η ώρα να αποσυρθούν από το προσκήνιο και να αφήσουν χώρο για τους νεότερους;

Έτσι περίπου μίλησε ο συνάδελφος και έκρινα ότι είχε δίκιο, αν όχι για τα συγκεκριμένα έργα -που ούτως ή άλλως δεν είχα δει-, πάντως για την ουσία του προβληματισμού του. Και αυτό ήταν που με εξόπλισε θεωρητικά για να κρίνω λίγες μέρες μετά τον πολυσυζητημένο “Τζόκερ”, με βάση αυτά που λέγαμε προηγουμένως. (-Τι λέγαμε προηγουμένως; -Για την οργάνωση… -Μα, ποια οργάνωση; -Μα για αυτήν που λέγαμε προηγουμένως…)

Την άλλη μέρα, μετά την ταινία, πήγα χαρούμενος να δώσω αναφορά για τα συμπεράσματά μου στον ερασιτέχνη ινστρούκτορά μου: ρηχή κριτική στον Τραμπ, παρουσιάζοντας μια άθλια καρικατούρα του (ο δήμαρχος-πατέρας του Μπάτμαν). Επιφανειακή κριτική στην απουσία κοινωνικού κράτους που θα εξασφάλιζε φάρμακα στους ψυχικά ασθενείς, για να την παλεύουν και να μην παλεύουν, να μη γίνονται δηλαδή επικίνδυνοι για το κοινωνικό σύνολο. Αλλά αν χαλαρώσει το δόγμα “νόμος και τάξη”, θα εξεγερθούν για να τα διαλύσουν όλα, με τυφλή οργή και όρους “πιθηκοπρολεταριάτου”, οπότε μόνο μια σοβαρή δεξιά έχει το κλειδί για να τους αντιμετωπίσει. Το εκπληκτικό είναι ότι κατάφερε να κλείνει το μάτι σε όλες τις πλευρές και να μην τις κρατά απλώς ευχαριστημένες, αλλά να τις ενθουσιάσει…

Πήγα στη βάρδια με τη βεβαιότητα πως εφάρμοσα διαλεκτικά όσα έμαθα και ότι θα συμφωνούσαμε μέχρι κεραίας. Και τελικά… “δάσκαλε που δίδασκες…” Ο δάσκαλος είπε ότι  η ταινία ήταν ένα αριστούργημα, ένα συγκλονιστικό δίωρο που κύλησε σαν καθηλωτικό πεντάλεπτο, που έχει κλείσει από τώρα το Όσκαρ ερμηνείας. Και μπορεί να υπάρχουν διφορούμενα μηνύματα, αλλά η ταινία είναι από τις πιο πολιτικές που έχει δει τα πολλά τελευταία χρόνια. Και στην τελική μια ταινία δεν είναι μόνο το μήνυμά της, αλλά συνδυασμός παραγόντων. Και μετά…

Μετά πήρε φόρα από το ύψωμα και έπεσε στον γκρεμό ή μάλλον στο χάσμα που άφηνε η πράξη με τη θεωρία και όσα μου έλεγε. Μα όρκο παίρνω πως καλός άνθρωπος ήταν.

Αλλά εμείς θα την φτιάξουμε την οργάνωση, χαμένε, α χαμένε…

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Notice: Only variables should be assigned by reference in /srv/katiousa/pub_dir/wp-content/themes/katiousa_theme/comments.php on line 6


Notice: Only variables should be passed by reference in /srv/katiousa/pub_dir/wp-content/themes/katiousa_theme/functions.php on line 38

Notice: Only variables should be assigned by reference in /srv/katiousa/pub_dir/wp-content/themes/katiousa_theme/functions.php on line 38
1 Σχόλιο

  • Ο/Η smrd λέει:

    Ενδιαφερον αρθρο με αποψεις που λιγο πολυ ξαναειπωθηκαν εδω μεσα ωστοσο θελω να κάνω μερικες παρατηρησεις…και δυστυχως δεν υποσχομαι οτι θα ειμαι συντομος!!
    1ον ο Ταραντινο εχει κερδισει τον χωρο του στο hollywood δημιουργοντας “σχολη” και το φετινο νου εργο θα το χαρακτηριζα εσωστρεφες/ρομαντικο (διαλεξε οποιο θες), οποτε θεωρω οτι η κριτικη σου αυτουσια θα ταιριαζε στο αδοξοι μπασταρδη παρα στο καποτε στο χολυγουντ
    2ο) ο Τζαρμους δεν μου πολυαρεσει και την ταινια που σχολιαζεις δεν την ειδα για να εχω αποψη…απο προηγουμενες ταινιες του ομως δεν τον θεωρω σε καμια περιπτωση “πολιτικο” σκηνουθτη ουτε καν για τα αμερικανικα στανταρ…νομιζω πως οι λογοι που ξεχωριζει ειναι πιο πολυ αισθητικοι παρα θεματικοι
    3ον) το Τζοκερ που το εχετε περασει γεννεες 14 εδω μεσα….μα καλα τι περιμενατε να δειτε ρε παιδια το μανιφεστο οπτικοποιημενο..??? Ειναι μια ταινια που βασιζεται σε ηρωα κομικ αρα δεν μπορει να ξεφυγει απο αυτο…ειναι μια ταινια της οποιας ο χαρακτηρας απογειωθηκε απο τον χιθ λετζερ αρα ο φοινιξ ειχε να αναμετρηθει και με αυτον τον παραγοντα….τελος ειναι μια ταινια που φτιαχτηκε και προμοταρεται εδω και 2 χρονια για να κερδισει εσοδα και οσκαρ αρα πρεπει να ειναι οσο αιχμηρη και οσο στρογγυλεμενη χρειαζεται για να κερδισει συγκεκριμενο κοινο
    4ον) αφησα για το τελος τον αγαπημενο μου γουντι αλεν….τον αδικεις οπως και πολλοι κριτικοι απο διαφορετικες αφετηριες…μπορω να κανω αναδρομη σε ολη του τη φιλμογραφια για να τον υποστηριξω αλλα το θεωρω περιττο…θα σε παραπεμψω απλα στην προτελευταια ταινια του το wonderwheel οπου οι πρωταγωνιστες ειναι προλαιταριοι (εξαιρετικοι μπελουσι και γουινσλετ) και ζουν τη μιζερια της ταξης τους τι εγινε δηλαδη σε ενα χρονο ενας 86χρονος αλλαξε μυαλα..?? Και ολες οι ταινιες του αλλεν που διαδραματιζονται στη Ν. Υορκη πανω κατω παρομοια αισθητικη εχουν γιατι αυτη την αισθητικη γνωριζει ο ιδιος…για να το φερω στα μετρα μας μην περιμενεις απο εναν καλαμαριωτη σκηνοθετη να σου δειξει την θεσσαλονικη του κορδελιου..
    Υγ..σορρυ για οποια τυπογραφικα αλλα γραφω απο κινητο…για την εκταση τπυ σχολιου ια απολογουμουνα αλλα τα δικα σου αρθρα στο blog ειναι 3πλασια..!!!

Κάντε ένα σχόλιο: