Κυριακή πρωί μ’ ένα ποίημα: «Τραγούδι στον Φιντέλ» του Ερνέστο Τσε Γκεβάρα

Ο Τσε δεν ήταν απλά ένας πιστός, φανατικός αναγνώστης της ποίησης. «Δοκιμάστηκε» απέναντί της γράφοντας ο ίδιος στίχους. Δεν διεκδίκησε από την ποίηση τίποτα περισσότερο πέρα από τη σχέση που απλωνόταν ανάμεσα στα όρια του σεβασμού και της απεριόριστης αγάπης.

Κυριακή πρωί μ’ ένα ποίημα: «Τραγούδι στον Φιντέλ» του Ερνέστο Τσε Γκεβάρα

Η αγάπη του Τσε για την ποίηση ξεπήδησε σαν φλόγα και φούντωσε από τα πρώτα κιόλας χρόνια της ζωή του. Οι στίχοι του Νερούδα, του Βερλαίν, του Μαρτί, του Μποντλαίρ, του Φελίπε και άλλων ποιητών ταξίδευαν με τα φτερά τους τον «Ερνεστίτο» (μικρός Ερνέστο) όταν ο ασθενικός οργανισμός του τον κρατούσε φυλακισμένο στο εφηβικό του δωμάτιο.

Ακολούθησαν τον ανήσυχο νεαρό επιστήμονα Ερνέστο Γκεβάρα στα ταξίδια του όταν περιδιαβαίνοντας τις άκρες της Λατινικής Αμερικής με τη μοτοσικλέτα του αποφάσιζε, κατά το στίχο του Μαρτί, «με τους φτωχούς της γης να μοιραστεί την τύχη του» και να αφιερώσει τη ζωή του στην υπόθεση της επανάστασης των καταπιεσμένων της Κούβας, της Λατινικής Αμερικής και όλης της γης.

Έγιναν οι αχώριστοι σύντροφοι του κομαντάντε Τσε Γκεβάρα στις κορφές της Σιέρα Μαέστρα, όταν στο πλευρό του Φιντέλ πολεμούσε τις ορδές του τυράννου Μπατίστα, στις ατέλειωτες συνεδριάσεις του υπουργείου Βιομηχανίας της Κούβας, μετά τη νικηφόρα επανάσταση, στην καθημερινή επαφή του με τον κουβανικό λαό στο χωράφι και στο εργοστάσιο.

Μέσα από τις χειρόγραφες πυκνογραμμένες σελίδες ενός τετραδίου, στίχοι του Νερούδα, του Βαγιέχο, του Γκιγιέν και του Φελίπε συντρόφεψαν τον μεγάλο Αργεντίνο επαναστάτη στη ζούγκλα της Αφρικής και στα τελευταία του λαχανιασμένα βήματα στ’ αφιλόξενα φαράγγια της Βολιβίας, μέχρι να του κόψει το νήμα της ζωής ένας ένστολος τιποτένιος και να περάσει στην αθανασία.

Ο ιστορικός ηγέτης της κουβανικής επανάστασης Φιντέλ Κάστρο, θα πει, χρόνια αργότερα: «Αυτοί που ήθελαν να τον σκοτώσουν, που ήθελαν να τον εξαφανίσουν, δεν μπόρεσαν να καταλάβουν ότι θα άφηνε ένα ανεξίτηλο σημάδι στην ιστορία, και ότι το φωτεινό, προφητικό βλέμμα του θα τον μεταμόρφωνε σε ένα σύμβολο για όλα τα εκατομμύρια των εκατομμυρίων φτωχών αυτής της γης.»

Κυριακή πρωί μ’ ένα ποίημα: «Τραγούδι στον Φιντέλ» του Ερνέστο Τσε Γκεβάρα

Κυριακή πρωί μ’ ένα ποίημα: «Τραγούδι στον Φιντέλ» του Ερνέστο Τσε Γκεβάρα

Ο Τσε δεν ήταν μόνο ένας πιστός, φανατικός αναγνώστης της ποίησης· «δοκιμάστηκε» απέναντί της γράφοντας τους δικούς του στίχους. Με τη σεμνότητα που διέκρινε τις εκφάνσεις της σύντομης μα τόσο γεμάτης ζωής του δεν διεκδίκησε από την ποίηση τίποτα περισσότερο πέρα από τη «δική τους» σχέση  που απλωνόταν ανάμεσα στα όρια του σεβασμού και της απεριόριστης αγάπης (και η ποίηση «αγάπησε» τον Τσε ― ο θρυλικός επαναστάτης παραμένει μια ζωντανή πηγή έμπνευσης για τους ποιητές σε όλο τον κόσμο).

Οι παρακάτω στίχοι γράφτηκαν από τον Τσε για τον Φιντέλ. Δημοσιεύτηκαν στο Ριζοσπάστη το 1974, μεταφρασμένοι από τον κομμουνιστή γιατρό, συνεργάτη της εφημερίδας, Στάθη Κανναβό.

Τραγούδι στον Φιντέλ

Είπες πως ο ήλιος, όπου να ’ναι, θα φανεί.
Εμπρός να πιάσουμε πέρα-κει
τα μονοπάτια κείνα τα ξεχασμένα κι ανύποπτα,
τον πράσινο αλιγάτορα που αγαπάς  να ξεσκλαβώσουμε.
Εμπρός και ξεκινούμε τις ντροπές σαρώνοντας,
με τα ματόφρυδά μας
αναρριπισμένα στην ανάσταση αστροφεγγιά.
Βιντσερέμος. Κι αν όχι, το θάνατο δίχως άλλο θα πατήσουμε.
Από την πρώτη μπαταριά η ζούγκλα
πέρα ως πέρα θε ν’ αφυπνιστεί,
σ’ ένα πρωτόφαντο θάμπωμα αλαφιασμού.
Κι’ ιδιοστιγμής, συντροφιά εμείς γαλήνια,
θε να βρεθούμε πλάι σου.
Κι όντας ο λόγος σου καλπάζοντας
τους τέσσερους ανέμους θε να σχίζει
ρεφόρμα, αγκράσια, δικαιοσύνη, ψωμί, λιμπερτά
μ’ ολόιδια ατόφιες εμείς κραυγές,
θα ’μαστε πλάι σου.
Κι ως το γιουρούσι του καθαρμού κατά του τύρρανου
εκεί κατά το γέρμα της ημέρας θα τελειώνει,
Αβάντι ξανά, την ίδια στιγμή για την τελική σύρραξη,
εμείς θα ’μαστε πλάι σου.
Κι όντας πια, ματωμένο από της Κούβας τις σαϊτιές,
το ανήμερο χτήνος τις πληγές του λήχει,
πλάι σου εμείς θα ’μαστε
και οι καρδιές μας περήφανες.
Την τιμή μας ποτέ μη λογιάσεις, να ζαλίσουν μπορούν
οι χιλιοπλούμιστοι ψύλλοι που χοροπηδούν ταρακουνώντας τα λειριά τους.
Εμείς τα όπλα τους, τις σφαίρες τους κι ένα μετερίζι θέλουμε.
Τίποτες άλλο.
Κι αν είναι και βόλια θερίσουν το δρόμο μας
ένα δακρυσέντονο κουβανέζικο ζητούμε
να τύλιγες το ρέμπελο σκελετό μας,
καθώς για την Ιστορία του Δυτικού Ημισφαιρίου θα τραβούμε.
Τίποτε περισσότερο.

Τσε Γκεβάρα

“Κυριακή πρωί μ’ ένα ποίημα”: Δείτε όλα τα ποιήματα εδώ.

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: