Νικολάι Ποντβοΐσκι – Ο εμπνευστής των “Σπαρτακιάδων”

Ως ένα από τα στελέχη των Μπολσεβίκων με απευθείας σύνδεση με τη βάση, μορφές όπως του Ποντβοΐσκι συμπυκνώνουν ακριβώς όλο αυτό το μένος και τη λύσσα που ξεπήδησε από τα έγκατα της ρωσικής επικράτειας, μια ενσαρκωμένη ρομφαία που γαλουχήθηκε για να αποκεφαλίσει το παλιό και να χαράξει το νέο.

Σαν σήμερα, 23 Ιουνίου 1921, ιδρύεται στη Μόσχα η Κόκκινη Αθλητική Διεθνής (Σπορτιντέρν) γιατί ο αθλητισμός ήταν μία από τις άπειρες διαστάσεις του ανθρώπινου γίγνεσθαι που επηρέασε η λάβα του Οκτώβρη. Η Σπορτιντέρν οργάνωνε τις Σπαρτακιάδες, ένα διεθνές αθλητικό γεγονός ορόσημο του προλεταριακού διεθνισμού και αντίβαρο στους Ολυμπιακούς Αγώνες του αστικού ελιτισμού και της αριστοκρατικής αλαζονείας. Μια προσπάθεια φυσικά που δεν στερούνταν αντιφάσεων και οργανωτικών δυσκολιών, σε μια χώρα ρημαγμένη από τον εμφύλιο πόλεμο και την Ευρώπη χωμένη στα ερείπια του Α’ Π.Π.

Ιθύνων νους και πρώτος πρόεδρος της Σπορτιντέρν ήταν ο Νικολάι Ποντβοΐσκι, πρωταγωνιστική μορφή του 1917 και ηγετικό στέλεχος της Κόκκινης Φρουράς στην εισβολή των ανακτόρων. Κρίνουμε σκόπιμο να πούμε δυο λόγια για τον άνθρωπο Ποντβοΐσκι, καθώς οι γράψαντες την ιστορία δεν απέδωσαν τη δόξα που του όφειλαν όχι μόνο ως προέδρου της Σπορτιντέρν, αλλά ως επαναστάτη.

Γεννημένος σε οικογένεια ιερέα στην επαρχία του Τσέρνιγκοφ, ο Ποντβοΐσκι ήταν ένας από τους Ρώσους ριζοσπάστες του “παλιού τύπου”. Αυτούς που τους χαρακτήριζε ιεραποστολική αφοσίωση και πίστη στον Σκοπό. Από το 1905, στην πρώτη μεγάλη επανάσταση που τράνταξε την αυτοκρατορία, στις εργατικές ομάδες μάχης του Γιάροσλαβλ, στις σώμα με σώμα συγκρούσεις με την αστυνομία και την ένταξη στους Μπολσεβίκους, στις συλλήψεις και στα μπουντρούμια του τσαρισμού, στον παράνομο τύπο, στην επιστράτευση του Α Παγκοσμίου Πολέμου μέχρι το 1917 και τη μεγάλη ώρα, η ζωή και η δράση του συμβολίζουν όλη την περίοδο κυοφορίας, ωρίμανσης και έκρηξης της μεγαλύτερης στιγμής στη σύγχρονη ιστορία του ανθρώπου, μέχρι την επόμενη.

Εκείνες ακριβώς οι συνθήκες ήταν που σφυρηλάτησαν, πέραν των γνωστών προσωπικοτήτων πρώτης γραμμής, τους αγωνιστές της βάσης, πραγματικά σκυλιά της μάχης που κράτησαν κάτω από θεούς και δαίμονες ζωντανή την κραυγή του πολέμου. Τον Φεβρουάριο του 1917 ακόμα, όταν έπεσε ο Τσάρος και ο λαός πανηγύριζε τις -πρόσκαιρες- αστικές ελευθερίες, ο ίδιος δήλωσε:

“Η επανάσταση δεν τελείωσε. Τώρα ξεκινάει”.

Ως ένα από τα στελέχη των Μπολσεβίκων με απευθείας σύνδεση με τη βάση, μορφές όπως του Ποντβοΐσκι συμπυκνώνουν ακριβώς όλο αυτό το μένος και τη λύσσα που ξεπήδησε από τα έγκατα της ρωσικής επικράτειας, μια ενσαρκωμένη ρομφαία που γαλουχήθηκε για να αποκεφαλίσει το παλιό και να χαράξει το νέο.

Στα επόμενα χρόνια, θα αναλάβει διάφορα καθήκοντα στον Κόκκινο Στρατό ζώντας στην πρώτη γραμμή τον εφιάλτη του εμφυλίου. Το 1935 συνταξιοδοτήθηκε και απομακρύνθηκε από την πολιτική σκηνή της ΕΣΣΔ. Οι προγραφές, οι ακραιφνείς αντιπαλότητες, η γραφειομανία, οι παλιοί σύντροφοι που γίνονταν εχθροί, δεν ήταν καταστάσεις που ταίριαζαν με την ιδιοσυγκρασία του Παλιού Μπολσεβίκου. Το 1941, όταν η ναζιστική Γερμανία εξαπέλυσε το μεγαλύτερο σκοτάδι που έχει αντιμετωπίσει ποτέ χώρα, λαός, ο ανθρώπινος πολιτισμός συλλήβδην, ο Ποντβοΐσκι ήταν πια 61 ετών και μη ικανός να εκπληρώσει την προβλεπόμενη στρατιωτική θητεία. Κάτι όμως που δεν τον εμπόδισε να παρουσιαστεί ως εθελοντής στη Μόσχα, και να λάβει μέρος στο σκάψιμο των χαρακωμάτων μαζί με τους απλούς φαντάρους.

Αυτή ήταν η γενιά που έδειξε στην ιστορία πως δενόταν το ατσάλι.

Από περιοδικό HUMBA

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: