Ο διστακτικός ευρωκομμουνιστής Ζωρζ Μαρσαί

Σπλάχνο από τα σπλάχνα της γαλλικής εργατικής τάξης ο ίδιος, ανέλαβε τα ηνία του κόμματος σε μια μεταιχμιακή φάση για την ταυτότητά και τη στρατηγική του.

Με τους ιδιαίτερους μανιερισμούς του (c’est un scandaaaaaaale, είναι σκάνδαααααλο) και την ενίοτε απότομη αν και συνάμα χιουμοριστική συμπεριφορά του σε δημοσιογράφος, ο ηγέτης του ΚΚ Γαλλίας από το 1972 ως το 1994 Ζωρζ Μαρσαί, γινόταν συχνά στόχος αμείλικτης κριτικής και σάτιρας στα γαλλικά ΜΜΕ. Σπλάχνο από τα σπλάχνα της γαλλικής εργατικής τάξης ο ίδιος, ανέλαβε τα ηνία του κόμματος σε μια μεταιχμιακή φάση για την ταυτότητά και τη στρατηγική του, καθώς επί ημερών του βάθυναν τα μεταρρυθμιστικά χαρακτηριστικά που είχαν βέβαια πολύ βαθύτερες ρίζες, ενώ ολοκληρώθηκε και σε σημαντικό βαθμό η απεμπόληση των επαναστατικών του χαρακτηριστικών, με συμβολικό ορόσημο την απάλειψη των αναφορών σε “δικτατορία του προλεταριάτου”. Από την άλλη, η πορεία αυτή δεν υπήρξε χωρίς δισταγμούς και ταλαντεύσεις, κάτι που εκφράζεται και στα λεγόμενα και τις πράξεις τους ίδιου του Μαρσαί. Χαρακτηριστικά, αν και συναποτέλεσε την ιδρυτική τριανδρία του ευρωκομμουνισμού με τους Καρίγιο και Μπερλίνγκουερ, ο ίδιος δεν ταυτίστηκε απολύτως με το συγκεκριμένο ρεύμα σε σειρά ζητημάτων, με καταφανέστερη τη στάση απέναντι στην ΕΣΣΔ, την οποία παρά την κριτική και την αποστασιοποίηση συνέχισε να στηρίζει στη διάρκεια της θητείας του.

Ο Ζωρζ Μαρσαί σε νεανική φωτογραφία, 1940

Γεννήθηκε το 1920 σαν σήμερα σε οικογένεια ανθρακωρύχων, ενώ ο ίδιος μαθήτευσε ως εφαρμοστής, ξεκινώντας στα 20 του χρόνια να εργάζεται στην Εθνική Εταιρία Αεροναυτικών κατασκευών. Το 1942 επιτάχθηκε από τις γερμανικές αρχές κατοχής του Παρισιού για να εργαστεί στην πολεμική βιομηχανία της Γερμανίας, παρότι οι αντίπαλοί του ισχυρίζονταν πάντα ότι είχε υπάρξει εθελοντής. Επέστρεψε στη Γαλλία το 1943 παραμένοντας στην παρανομία μέχρι την Απελευθέρωση. Εμπλέκεται στο κραταιό τότε συνδικαλιστικό κίνημα των μεταλλεργατών, φτάνοντας στο αξίωμα του γραμματέα της τοπικής ένωσης του μεγαλύτερου γαλλικού συνδικά, της CGT. To 1947 μπαίνει στο ΚΚΓ, όπου η εξέλιξή του είναι αλματώδης, καθώς το 1956 εκλέγεται στην ΚΕ και το 1959 στο ΠΓ, ενώ το 1972 εκλέγεται Γενικός Γραμματέας, έχοντας ήδη διατελέσει αναπληρωτής γ.γ μετά την ασθένεια του Βαλντέκ Ροσέ από το 1970. Από το 1973 ως το 1997 εκλεγόταν συνεχώς βουλευτής της περιφέρειας Βιλιζουίφ.

Με το Λεονίντ Μπρέζνιεφ στη Μόσχα το 1980

Σταθμός της θητείας υπήρξε η διακήρυξη του “Κοινού Προγράμματος” το 1972 με το οποίο προσδιορίζονταν οι βασικοί άξονες μελλοντικής κυβερνητικής συνεργασίας με το Σοσιαλιστικό Κόμμα που είχε ιδρύσει ο Φρανσουά Μιτεράν το 1969. Προμετωπίδα του ήταν οι εθνικοποιήσεις- με την έκτασή τους να αναγάγεται σε κριτήριο της γρήγορης ή μη σοσιαλιστικής μετάβασης -, ενώ σταδιακά ενδυναμώνονταν οι τάσει στο κόμμα, που αυτονομούσαν την αστική δημοκρατία ως αυταξία μεταξύ καπιταλισμού και σοσιαλισμού, ο οποίος προβάλλονταν πως θα έπρεπε να έχει “γαλλικά χρώματα”. Ο Μιτεράν από την πλευρά του, είχε ως μόνο στόχο τον περιορισμό της επιρροής του ΓΚΚ, κάτι για το οποίο γνώριζε ο Μαρσαί, υποβάλλοντας μυστική έκθεση στην ΚΕ, που δημοσιεύτηκε με καθυστέρηση τριών χρόνων, παρόλαυτα οι διεργασίες συνεργασίας συνεχίστηκαν κανονικά.

Η συνεργασία αυτή μετουσιώθηκε πρακτικά για πρώτη φορά στις εκλογές του 1971, όταν τα δυο κόμματα ήρθαν σχεδόν ισοδύναμα (19% ΣΚΓ – 21% ΓΚΚ), με τον Μιτεράν να πανηγυρίζει για “αποκατάσταση ισορροπιών στη γαλλική αριστερά”. Ο Μαρσαί τα πρώτα χρόνια έδειξε σαφή υποχωρητικότητα έναντι των ηγεμονικών τάσεων του Μιτεράν, δεχόμενο να καταλάβει μόλις το 1/3 των υπουργείων και κανένα υπουργείο που σχετιζόταν με τον έλεγχο στρατού, σωμάτων ασφαλείας και εξωτερικής πολιτικής, κάτι που τότε προκάλεσε και εσωκομματικές αντιδράσεις.

Σταδιακά ο Μαρσαί υιοθέτησε μια πιο επιθετική στάση προς το ΣΚΓ, κατηγορώντας το για υπονόμευση του Κοινού Προγράμματος, δε διέλυσε ωστόσο τη συμμαχία, επαναλαμβάνοντας στο 22ο συνέδριο την ανάγκη συνεργασίας με τους σοσιαλιστές, αν και αναγνώριζε ότι η γαλλική αστική τάξη παρενέβαινε στην πολιτική του τελευταίου. Την ίδια περίοδο πραγματοποίησε άνοιγμα στους καθολικούς εργάτες, αλλά και σε όσους επιθυμούσαν “ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική”, προσπαθώντας να αξιοποιήσει εθνικιστικά αντανακλαστικά τα οποία εξάλλου δεν ήταν ξένα προς τη γκολική παράδοση. Ιστορικής σημασίας υπήρξε το 22ο συνέδριο του ΓΚΚ το 1976, όταν και αποφασίστηκε ότι ο σοσιαλισμός θα επιτυγχανόταν μέσω εκλογών κι όχι μέσω βίας ή καταναγκασμών, ενώ παράλληλα εξαλειφόταν από τα κομματικά ντοκουμέντα ο όρος “δικτατορία του προλεταριάτου”. Αν και τα περισσότερα κομματικά μέλη, διαπαιδαγωγημένα από χρόνια στη ρεφορμιστική λογική του κόμματος, δεν αντέδρασαν σε αυτή τη συμβολική κατά βάση κίνηση, έντονη κινητικότητα υπήρξε μεταξύ διανοουμένων του κόμματος, με γνωστότερη την κριτική του γνωστού φιλοσόφου Λουί Αλτουσέρ, που απηύθυνε τόσο στο κόμμα του όσο και στα υπόλοιπα ευρωκομμουνιστικά ΚΚ, η οποία εδράζονταν σε έντονα αντισοβιετικές και ιδίως αντισταλινικές θέσεις (” Η δικτατορία του προλεταριάτου δεν είναι καθόλου συνώνυμη του σταλινισμού. Ο σταλινισμός είναι μια τερατώδης μορφή δικτατορίας του προλεταριάτου”). Αργότερα και ο επίσης επικριτικός τότε Ετιέν Μπαλιμπάρ στο κείμενό του “Η ευθύνη των κομμουνιστών” το 1985, απέδιδε τις πολιτικές ήττες του ΚΚ όχι στη ρεφορμιστική πολιτική του αυτή καθ’αυτή, αλλά στην απουσία παρουσίασης εναλλακτικής πρότασης από τους Γάλλους κομμουνιστές σε μια εποχή που δεν παρουσίαζε προοπτικές σοσιαλιστικής επανάστασης.

Μετά τις δημοτικές εκλογές του ’77, όταν η επιτυχία του συνασπισμού ΣΚ-ΓΚΚ συνέβη με σαφή υπερίσχυση του δεύτερου, το γαλλικό ΚΚ σκλήρυνε τη στάση του με αφορμή διαφορές στην επικαιροποίηση του κοινού προγράμματος, κατηγόρησε τους σοσιαλιστές για συμπόρευση με το γκολισμό και ηγήθηκε συνδικαλιστικών αγώνων, κάτι που συγκράτησε την πτώση του στις εκλογές του ’78, όπου ωστόσο οι σοσιαλιστές για πρώτη φορά μετά από 40 και πλέον χρόνια ξεπέρασαν τους κομμουνιστές.

Η προσπάθεια διαφοροποίησης από το ΣΚ εντάθηκε στο 23ο συνέδριο του 1979, όταν ο Μαρσαί ορίστηκε προεδρικός υποψήφιος για τις εκλογές του 1981, ενώ ο πολιτικός λόγος του κόμματος στη διάρκεια αυτής της εκτεταμένης προεκλογικές περιόδου από τη μια προσπαθούσε να ισορροπήσει ανάμεσε σε εκστρατείες κατά ΕΟΚ-ΝΑΤΟ και στήριξης των Σοβιετικών στο Αφγανιστάν για να μην απομακρύνει τα παραδοσιακά εργατικά του ακροατήρια, και “πλατιών” ανοιγμάτων προς μεσαία στρώματα, τα οποία αυξάνονταν εκείνη την εποχή λόγω και των αλλαγών στη γαλλική οικονομία. Ήταν εξάλλου η ίδια εποχή που η αυξημένη παρουσία μεταναστών κυρίως από τις πρώην γαλλικές αποικίες, που συνειδητά στοιβάζονταν σε γκέτο κι αφήνονταν συχνά χωρίς στοιχειώδη δικαιώματα, με κύριο στόχο την αποφυγή του συνδικαλισμού τους, μετέτρεπε εμμέσως τμήματα της παραδοσιακής γαλλικής εργατικής τάξης σε εργατική αριστοκρατία. Η αλλαγή της κοινωνικής σύνθεσης υποστηρικτών και μελών του κόμματος αλληλεπέδρασε διαλεκτικά με την απουσία επαναστατικής στρατηγικής στην πορεία μετασχηματισμού του ΓΚΚ σε ολοένα και πιο ανοιχτή σοσιαλδημοκρατική κατεύθυνση.  Μετά τη μέτρια επίδοση του Μαρσαί στις προεδρικές, όπου συγκέντρωσε 15,4% έναντι 25,9% του Μιτεράν, το ΓΚΚ κάλεσε στο β’ γύρο σε στήριξη του Μιτεράν, με αρκετούς ψηφοφόρους να μην πειθαρχούν λόγω αντίδρασης στη συνεργασία. Στις νέες βουλευτικές που ακολούθησαν το ΓΚΚ παρέμεινε στάσιμο και δέχτηκε να συμμετάσχει στην αυτοδύναμη κυβέρνηση Μιτεράν με 4 υπουργούς, αποδεχόμενη παράλληλα σειρά υποχωρήσεων στο θέμα της ΕΟΚ, του ΝΑΤΟ και τις σοβιετικής επέμβασης στο Αφγανιστάν.

Με το Νέλσον Μαντέλα στο Παρίσι, 1990

Η αδυναμία αντιμετώπισης των λαϊκών προβλημάτων από τη συγκυβέρνηση σοσιαλιστών-κομμουνιστών, αλλά και η λήψη σκληρών αντεργατικών μέτρων από το ΣΚ, όπως τη δυνατότητα ομαδικών απολύσεων στη βιομηχανία, σήμανε νέα κρίση στο κόμμα, που αποτυπώθηκε ιδιαίτερα σε επίπεδο συνδικαλιστικών συσχετισμών, ενώ στις ευρωεκλογές του ’84 το ΓΚΚ, που παραιτήθηκε την ίδια χρονιά από την κυβέρνηση, υποχώρησε εκλογικά, την ώρα που το ακροδεξιό Εθνικό Μέτωπο του Ζαν Μαρί Λεπέν κατέγραφε δυναμική παρουσία. Η απόπειρά του κόμματος να ανακτήσει, έστω και σε λεκτικό επίπεδο, τα επαναστατικά του χαρακτηριστικά στο 25ο συνέδριο του 1985 ήρθε πολύ αργά για να έχει οποιαδήποτε επίδραση. Ο Μαρσαί πάντως τήρησε επιφυλακτική στάση έναντι της Περεστρόικα και μετά τις ανατροπές αρνήθηκε να αλλάξει το όνομα και τα σύμβολα του γαλλικού ΚΚ. Το 1994 παρέδωσε την ηγεσία του κόμματος στο Ρομπέρ Υ, επικρίνοντας την “ανανεωτική” πορεία του διαδόχου του. Αποσύρθηκε από την πολιτική ζωή το 1997, και έφυγε από τη ζωή λίγους μήνες αργότερα, στις 16 Νοέμβρη 1997. Στην κηδεία του είχε παρευρεθεί τότε και αντιπροσωπεία του ΚΚΕ, με επικεφαλής τον Ορέστη Κολοζώφ.

Δύσκολες Νύχτες

 

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: