Μια εσκεμμένη κλιμάκωση εθνικιστικού παραληρήματος – 25 χρόνια Rostock-Lichtenhagen

Οι άνθρωποι μέσα στους κοιτώνες και τις εγκαταστάσεις του ZAST αφέθηκαν στο έλεος ενός όχλου που φώναζε «Sieg heil!». Με ιαχές όπως «Δε γλιτώνει κανένας σας» και «τώρα θα σας ψήσουμε ζωντανούς» πέσανε πάνω στην είσοδο του ZAST, σπάζοντας πόρτες και παράθυρα.

Τέτοιες μέρες πριν από 25 χρόνια, στη συνοικία Lichtenhagen της πόλης Rostock λάμβανε χώρα το μεγαλύτερης κλίμακας φασιστικό προγκρόμ στην μεταπολεμική ιστορία της Γερμανίας. Λεπτομέρεια: Ο τότε Καγκελάριος Χέλμουτ Κόλ, που κατά τον υπουργό Εξωτερικών της σημερινής κυβέρνησης “έφερε εις πέρας το ιστορικό εγχείρημα της ειρηνικής επανένωσης της Γερμανίας” και “εργάστηκε για την εμπέδωση της ειρήνης και της δημοκρατίας στην Ευρώπη” είχε υποδείξει ως υπεύθυνη για τα γεγονότα …τη Στάζι και τον κομμουνιστικό δάκτυλο… Η νεογέννητη Ε.Ε. ξεκινούσε τον αντικομμουνιστικό της κατήφορο με τους καλύτερους οιωνούς.

Το λεγόμενο «Σπίτι των ηλίανθων» στέκει μέχρι και σήμερα. Το όνομά του το οφείλει σε μια μεγάλη ζωγραφιά που κοσμεί την πρόσοψη, με τη μορφή τριών μεγάλων ηλιοτρόπιων. Τον Αύγουστο πριν από 25 χρόνια, εκτός από τα συνηθισμένα ενοικιαζόμενα διαμερίσματα, στο συγκεκριμένο κτιριακό συγκρότημα στεγαζόταν και η Κεντρική Υπηρεσία των αιτούντων άσυλο (ZAST). Ήταν τότε το μοναδικό κέντρο υποδοχής των αιτούντων άσυλο στο ομοσπονδιακό κρατίδιο Mecklenburg-Vorpommern, ενώ περιλάμβανε και κοιτώνες χωρητικότητας περίπου 250 ατόμων. Στο ίδιο κτιριακό συγκρότημα βρισκόντουσαν και αρκετά διαμερίσματα Βιετναμέζων εργατών, οι οποίοι παρέμεναν στη χώρα βάσει της διακρατικής σύμβασης που είχε υπογράψει η Λ.Δ. Βιετνάμ με την DDR.

Στους μήνες πριν από τις ταραχές τα θέματα των προσφύγων, της παροχής ασύλου και της αυστηροποίησης των όρων παροχής αυτού κυριαρχούσαν στην επικαιρότητα. Στο Mecklenburg-Vorpommern δεν περνούσε εβδομάδα χωρίς ομάδες νεοφασιστών να επιτίθενται σε προσφυγικές κατοικίες ή να ξυλοκοπούν/μαχαιρώνουν/ποδοπατούν μετανάστες. Αισθάνονταν πως η δράση τους είχε την υποστήριξη και κάλυψη της πλειοψηφίας της κοινής γνώμης, όπως αυτή είχε καλλιεργηθεί επί μήνες μέσω παραληρηματικών δημοσιευμάτων των ΜΜΕ τύπου Bild και πολιτικών όλων των αστικών κομμάτων.

Τέσσερις μέρες του Αυγούστου

Ο Αύγουστος του 1992 βρήκε περίπου 300 άτομα, κυρίως Ρομά από τη Ρουμανία, να κατασκηνώνουν αναγκαστικά στο γρασίδι μπροστά από το ZAST, καθώς το κέντρο υποδοχής ήταν υπερπλήρες και οι αρμόδιες υπηρεσίες επί εβδομάδες δε φρόντισαν να παράσχουν οποιοδήποτε εναλλακτικό κατάλυμα. Αυτό οδηγούσε σε μια κλιμακούμενη επιθετική στάση προς τους αιτούντες άσυλο, την οποία όλοι οι αρμόδιοι (κράτος, υπηρεσίες, τοπική διοίκηση) άφηναν συνειδητά να εξελιχθεί.

Οι μαζικές ταραχές έλαβαν χώρα 22 – 25 του Αύγουστου κι αποτελούν ένα χρονικό συνθηκολόγησης της αστυνομίας μπροστά σε έναν λυσσασμένο όχλο που ούρλιαζε «Η Γερμανία στους Γερμανούς – Έξω οι ξένοι». Μαρτυρούν την ενεργό αποτυχία των πολιτικών φορέων λήψης αποφάσεων, που συνέβη τόσο συχνά εκείνες τις μέρες, ώστε κάνει δύσκολο να πιστέψει κανείς πως δεν ήταν εσκεμμένη.

Από 300 εως και 1000 νεοναζί εγκληματίες, κάτω από τις επευφημίες και την προτροπή ενός μεθυσμένου πλήθους 3000 θεατών, επιτίθονταν επί τρεις συνεχόμενες νύχτες στο ZAST, ενώ μετά την εκκένωσή του στις 24 Αυγούστου στράφηκαν στις κατοικίες των Βιετναμέζων εργατών, συμπεριλαμβανομένων των παιδιών και γυναικών τους, κάποιες από τις οποίες ήταν και έγκυες.

Αποτυχία της αστυνομίας

Παρ’ ότι και στις δύο ημερήσιες εφημερίδες του Ρόστοκ είχαν δημοσιευτεί -ασχολίαστες- ανακοινώσεις δεξιών «πρωτοβουλιών κατοίκων» πως πρόκειται να «αναλάβουν δράση» απέναντι στο ZAST, η παρουσία της αστυνομίας στο χώρο ήταν πραγματικά αστεία.

Την πρώτη νύχτα συνολικά 160 αστυνομικοί κινητοποιήθηκαν απέναντι στο πλήθος που προχωρούσε σε επιθέσεις και λεηλασίες. Παρά τις επανειλημμένες και βίαιες επιθέσεις απέναντι στις αστυνομικές δυνάμεις, ζητήθηκαν ελάχιστες ενισχύσεις.

Από τις 130 συλλήψεις της νύχτας της 23ης Αυγούστου, οι 60 ήταν αριστεροί που θέλανε να οργανώσουν συγκέντρωση αλληλεγγύης στους μετανάστες.

Το θλίβερο αποκορύφωμα των ταραχών συνέβη το βράδυ της 24ης Αυγούστου. Είχε προηγηθεί, μετά από σχετική πολιτική πιέση, στις 18:00 η αποχώρηση της αστυνομικής δύναμης περίπου 200 ανδρών που είχε σταλεί από το κρατίδιο του Αμβούργου, χωρίς κανείς να φροντίσει για αντικατάστασή της. Οι άνθρωποι μέσα στους κοιτώνες και τις εγκαταστάσεις του ZAST αφέθηκαν στο έλεος ενός όχλου που φώναζε «Sieg heil!».

Με ιαχές όπως «Δε γλιτώνει κανένας σας» και «τώρα θα σας ψήσουμε ζωντανούς» πέσανε πάνω στην είσοδο του ZAST, σπάζοντας πόρτες και παράθυρα. Πέρα από πέτρες και μπουκάλια, άρχισαν να πετιούνται εμπρηστικοί μηχανισμοί στους κοιτώνες, όπου εκείνη την ώρα βρίσκονταν ακόμη παγιδευμένα περίπου 100 άτομα, μέχρι που κάποιο διαμέρισμα στα χαμηλότερα πατώματα πήρε φωτιά. Τα πυροσβεστικά οχήματα που κατέφθασαν εμποδίστηκαν μαζικά από το να προσεγγίσουν το χώρο. Οι άνθρωποι μέσα στους κοιτώνες και τα διαμερίσματα σώθηκαν μόνοι τους, περνώντας μέσω της ταράτσας στο διπλανό κτήριο. Τελικά υπό τις ύβρεις και τις απειλές των παρεβρισκομένων φορτώθηκαν κακήν-κακώς σε δύο λεωφορεία και μεταφέρθηκαν αλλού.

Ανυπαρξία πολιτικών συμπερασμάτων

Η πολιτική αντίδραση στα γεγονότα, κυρίως εκ μέρους του κυβερνώντος CDU, ήταν πως υπεύθυνοι για τις σκηνές βίας ήταν αφενός η υφιστάμενη διαδικασία παροχής ασύλου και αφετέρου η κινηματική Αριστερά. Ο τότε Ομοσπονδιακός Υπουργός Εσωτερικών μετά τα γεγονότα απαίτησε πιο επιτακτικά: «Πρέπει να δράσουμε ενάντια στην κατάχρηση του δικαιώματος παροχής ασύλου, η οποία έχει οδηγήσει σε μια ανεξέλεγκτη ροή πληθυσμού προς τη χώρα μας». Στο ίδιο μήκος κύματος και ο πρωθυπουργός του κρατιδίου Berndt Seite, που συμπέρανε πως ο ντόπιος πληθυσμός δεν μπορούσε ν’ αντέξει αυτή τη ξέφρενη εισροή προσφύγων κι αιτούντων ασύλου.

Η καγκελάριος Χέλμουτ Κολ από την άλλη κατέληξε πως την πραγματική ευθύνη την είχε …ο μηχανισμός της Στάζι! Ενώ ακόμη μαίνονταν οι ταραχές, το SPD αποφάσιζε να εγκαταλείψει την μέχρι τότε πάγια θέση του και ν’ αποδεχθεί την αυστηροποίηση των όρων παροχής ασύλου.

Στις 6 Δεκεμβρίου 1992, με ψήφους των κομμάτων CDU, CSU, FDP και SPD τροποποιήθηκε το σχετικό άρθρο του γερμανικού συντάγματος, περιορίζοντας δραστικά το δικαίωμα παροχής ασύλου.

Lichtenhagen 2017

Ο αριθμός των προσφύγων το 2015 ανήλθε στις 890.000, όντας διπλάσιος από εκείνον του 1992. Οι κρατικές στατιστικές μετρούν το 2016 σχεδόν 1.000 επιθέσεις σε προσφυγικές κατοικίες, συμπεριλαμβανομένων 66 εμπρησμών και 152 περιπτώσεων σωματικής βίας. Είναι λοιπόν η σημερινή κατάσταση συγκρίσιμη με τότε; Κάποιες σκηνές των τελευταίων δύο χρόνων, όπου ένας οργισμένος όχλος πολιορκεί λεωφορεία γεμάτα πρόσφυγες, ενώ πέτρες, μπουκάλια και μολότωφ ρίχνονται σε κατοικημένα κτήρια, κάνουν τη σύγκριση αναπόφευκτη.

Τουλάχιστον για τη συνοικία Lichtenhagen στο Ρόστοκ όμως, η απάντηση είναι αρνητική. Πιο ξεκάθαρα φάνηκε αυτό το καλοκαίρι του 2016, όταν μια ομάδα 40 μεθυσμένων ακροδεξιών άρχισε στη γειτονική συνοικία Groß-Klein να περιτριγυρίζει επί μέρες χώρο διαμονής ανήλικων προσφύγων. Μέσα σε λίγες μέρες οργανώθηκαν διαδηλώσεις αλληλεγγύης με τη συμμετοχή αρκετών εκατοντάδων κατοίκων της περιοχής.

Οι κοινωνικές αντιθέσεις στις παλιές και νέες εργατικές συνοικίες Lichtenhagen, Evershagen και Groß-Klein παραμένουν εκρηκτικές, ενώ το ξενοφοβικό κόμμα AfD φτάνει και σε αυτές το 21%, όσο είναι δηλαδή το μέσο εκλογικό ποσοστό του στο κρατίδιο. Όμως η εικόνα της πόλης αλλάζει. Μετά το 2015 λ.χ. άρχισαν να εμφανίζονται γυναίκες με μαντίλα στο τραμ και παρόλα αυτά, ή ίσως ακριβώς λόγω αυτού, στις προαναφερόμενες διαδηλώσεις έβλεπες κόσμο από τις γύρω πολυκατοικίες να μπαίνει αυθόρμητα στην πορεία για να δείξει την αλληλεγγύη του.

Θα ήταν λάθος να συμφωνήσει κανείς με όσους ισχυρίζονται πως η πόλη έχει αλλάξει ριζικά. Υπάρχουν ακόμα οργανωμένες και ενεργές νεοναζιστικές ομάδες στην πόλη, χωρίς όμως να έχουν αυτή τη στιγμή μαζική απήχηση.

Όταν ο τραγουδιστής της Χιπ-Χοπ Marteria -γέννημα θρέμμα της πόλης και του Lichtenhagen, με πατέρα ναυτικό και μάνα δασκάλα- τραγουδά στο Ostseestadion (γήπεδο της Hansa Rostock) το τραγούδι του «Το Ρόστοκ μου» κι εύχεται μέσω των στίχων του η υπέροχη αυτή πόλη να μην συνδυάζεται στο μυαλό κάθε Γερμανού με ένα φλεγόμενο σπίτι, εκφράζει πάρα πολλούς συμπολίτες του πέραν του εαυτού του. Πρέπει όμως να τονιστεί πως ένα Ρόστοκ, που δε θα φέρνει στο μυαλό όλων μόνο το φλεγόμενο «Σπίτι των ηλίανθων», είχε και έχει και σήμερα ως προϋπόθεση τη σκληρή δουλειά κάθε αντιφασίστα.

Το Rostock και το Lichtenhagen μπορεί ν’ αλλάξανε. Το σύστημα όμως που γέννησε τις σκληρότερες φασιστικές ταραχές της μεταπολεμικής περιόδου όχι. Γι αυτό πρέπει να παραμένουμε δραστήριοι και σ’ επαγρύπνηση.

Τατιάνα από το Ρόστοκ

Πηγή: Σοσιαλιστική Γερμανική Εργατική Νεολαία, SDAJ

Χαρακτηριστικά φωτογραφικά στιγμιότυπα από τα γεγονότα

 

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: