Η Καρδιά του σκύλου και μια κριτική στη ΝΕΠ

Η “Καρδιά Σκύλου” είναι μια ενσυνείδητη πολιτική και κοινωνική κριτική, για την εποχή της, που εδράζεται στο ακαταμάχητο επιχείρημα, με το οποίο η μαρξιστική ανάλυση και το Μπολσεβικικό Κόμμα κατά βάση συμφωνούν: Δεν μπορείς να φτιάξεις ένα σοσιαλιστικό κράτος με μια καπιταλιστική καρδιά.

Στη σατιρική νουβέλα του Μιχαήλ Μπουλγκάκοφ “Καρδιά Σκύλου”, του 1925, ο καθηγητής Πρεομπραζένσκι, ένας αυτάρεσκος, αλλά καινοτόμος επιστήμονας, μαζεύει το σκύλο Σάρικ από το δρόμο και αφού του προσφέρει μια πλούσια ζωή, τον καθιστά μέρος ενός πειράματός του, με σκοπό να τον μεταμορφώσει σε άνθρωπο. Ο σκύλος Σάρικ μεταμορφώνεται σε έναν άξεστο ανυπόφορο αγροίκο που περιφρονεί κάθε είδους αστική σύμβαση ευγένειας ή ευπρέπειας φέρνοντας σταδιακά το χάος στη ζωή του καθηγητή.

Το έργο του Μπουλγκάκοφ, που εντάσσεται τυπικά στον κλάδο της επιστημονικής φαντασίας, ασκεί οξεία κριτική στην εφαρμογή της Νέας Οικονομικής Πολιτικής ή ΝΕΠ, που εφαρμόστηκε στη Σοβιετική Ένωση στο διάστημα 1921-1928.

Η Νέα Οικονομική Πολιτική εφαρμόστηκε σαν απάντηση σε μια σειρά σημαντικών προβλημάτων παραγωγής που ανέκυψαν στην ΕΣΣΔ στο διάστημα εκείνο λόγω μιας σειρά αντικειμενικών παραγόντων, από τους οποίους σημαντικότεροι ήταν, ο μεγάλος κατακερματισμός της γης σε εκατομμύρια ατομικές εκμεταλλεύσεις, η εκτεταμένη αποδιοργάνωση του σοβιετικού κράτους λόγω του εμφυλίου πολέμου και της ιμπεριαλιστικής επέμβασης που είχαν προηγηθεί και η συνακόλουθη μείωση της παραγωγής του αγροτικού και βιομηχανικού τομέα.

Στο παραπάνω πλαίσιο, η ΝΕΠ εφάρμοζε τις δομές της ελεύθερης αγοράς υπό κρατικό όμως έλεγχο, ώστε να αναπτυχθεί ταχέως ο βιομηχανικός τομέας και συνακόλουθα, τα προϊόντα του να φθάνουν στον αγροτικό, ο οποίος με τη σειρά του θα πωλούσε την αγροτική παραγωγή σε όρους ελεύθερης αγοράς. Σημαντικό είναι να τονιστεί εδώ ότι η ΝΕΠ δεν αποτελούσε ενδιάμεσο στάδιο ή νομοτελειακό χαρακτηριστικό της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, αλλά νοούταν ως προσωρινή φάση, που θα έδινε πολύτιμα χρονικά περιθώρια για την ανάκαμψη της σοσιαλιστικής βιομηχανίας, ώστε η αγροτική παραγωγή να εφοδιαστεί με την απαραίτητη υλικοτεχνική υποδομή.

Μέσω της ΝΕΠ, το Μπολσεβικικό Κόμμα την περίοδο αυτή εκφράζει τη συνειδητή προσπάθεια της εργατικής εξουσίας να επιλύσει προωθητικά τη βασική αντίφαση παραγωγικών δυνάμεων και σχέσεων παραγωγής και να διατηρήσει και να ισχυροποιήσει τη συμμαχία της εργατικής τάξης με τα βασικά αγροτικά στρώματα. Στη δεδομένη συγκυρία, η πολιτική του προλεταριακού κράτους βρέθηκε λοιπόν, σε ένα δυσεπίλυτο δίλημμα: Από τη μια πλευρά όφειλε να σταθμίσει τα ιδιαίτερα υλικά συμφέροντα της μικρής και μεσαίας αγροτιάς, όπως αυτά συνειδητοποιούνταν από τον ίδιο τον κοινωνικό σύμμαχο και όχι όπως αυτά ήταν αντιληπτά από την πρωτοπόρα τάξη, ενώ από την άλλη πλευρά, η εργατική τάξη είχε συμφέρον από μια ταχεία εκβιομηχάνιση και τη συλλογική καλλιέργεια της γης, που μόνο αυτή θα μπορούσε να εξασφαλίσει την επαρκή τροφοδοσία των πόλεων με τρόφιμα και πρώτες ύλες.

Έτσι, η κοινωνική συμμαχία αγροτών-εργατών, αλλά και η σοβιετική εξουσία κρινόταν από την εξεύρεση μια “χρυσής τομής” που εντοπίστηκε στη ΝΕΠ.

Ωστόσο, παρά την ιστορική και οικονομική της αναγκαιότητα, η εφαρμογή της ΝΕΠ χαρακτηρίστηκε από σημαντικά προβλήματα και αντιφάσεις, εγγενή άλλωστε της ελεύθερης αγοράς:

  • -Το 1927 παρατηρείται μεν η μείωση των φτωχών αγροτών, όμως και η ενίσχυση της μεσαίας αγροτικής τάξης, με αύξηση του αριθμού των κουλάκων, δηλαδή της εύπορης μεσαίας αγροτιάς.

  • -Τα οφέλη της μεγάλης κλίμακας οικονομίας εντοπίζονται κυρίως από τη μεριά των ευπόρων κουλακικών στοιχείων και δεν διαχέονται σε ικανοποιητικό βαθμό στα εργατικά και αγροτικά στρώματα.

  • -Εντοπίζονται σημαντικές αδυναμίες στην ουσιαστική φορολόγηση των κουλάκων και η τάση ανάδειξής τους σε θέσεις συλλογικών οργάνων.

  • -Εντοπίζεται επίσης, τάση κυριαρχίας των ευπόρων αγροτικών στοιχείων σε καταναλωτικούς συνεταιρισμούς, ενώ και το Λαϊκό Επιτροπάτο Οικονομικών αντιμετωπίζει τους συνεταιρισμούς ως παραρτήματά του και όχι ως όργανα μαζών.

Έτσι, το 15ο Συνέδριο του Μπολσεβικικού Κόμματος, το Δεκέμβριο του 1927, καλείται να απαντήσει στα παραπάνω προβλήματα, καθώς ο κίνδυνος ενδυνάμωσης της αστικής τάξης στη Σοβιετική Ένωση είναι εμφανής. Άλλωστε το 1927 εντοπίζεται και η πρώτη κρίση συγκέντρωσης σιτηρών, που βέβαια δεν επήλθε ως κεραυνός εν αιθρία αλλά ως αποτέλεσμα της παρακράτησης σιτηρών από τα κουλακικά στρώματα.

Όμως και στους κόλπους του 15ου Συνεδρίου, η ΝΕΠ και η επίλυση των παραπάνω προβληματικών καταστάσεων αποτελεί αντικείμενο διαπάλης, ανάμεσα στη μαρξιστική γραμμή και στην ετερόκλητη οπορτουνιστική ομάδα των Τρότσκι- Ζηνόβιεφ- Κάμενεφ. Ωστόσο, οι αποφάσεις του 15ου Συνεδρίου διατηρούν τη μαρξιστική-λενινιστική γραμμή και καταλήγουν στο ότι βασικό καθήκον είναι: “Να σμίξει η αγροτική οικονομία με τη σοσιαλιστική βιομηχανία ώστε να δημιουργηθεί η οικονομική βάση του σοσιαλισμού. Να υποταχθεί η αγροτική οικονομία στην καθοδήγηση της σοσιαλιστικής βιομηχανίας και να εξαφανιστούν οι δίοδοι που δημιουργούν τις τάξεις και το κεφάλαιο”.

Σε όρους κοινωνικής συμμαχίας αγροτών – εργατών, το 15ο Συνέδριο τονίζει ότι η αγροτιά δεν μπορεί να αποτελεί αντικείμενο εκμετάλλευσης, ούτε αποικία, ούτε αγορά. Η βελτίωση της υλικής θέσης των αγροτών αποτελεί προϋπόθεση της ανάπτυξης της σοσιαλιστικής βιομηχανίας και η απομόνωση των αγροτών από τη συμμαχία τους με τους εργάτες αποτελεί οδό επιστροφής για τους μεγαλοτσιφλικάδες και τους κεφαλαιοκράτες.

Έτσι, το 1928 και εντός της κρίσης συγκέντρωσης σιτηρών, αποφασίζεται η εντατικοποίηση της κολεκτιβοποίησης στην αγροτική παραγωγή, που συνοδεύεται από την παροχή των σιτηρών με δελτίο και την εισαγωγή αγροτικών προϊόντων. Η υπόθεση της συγκέντρωσης σιτηρών περνά στις γενικές κοινοτικές συνελεύσεις και παύει να είναι υπόθεση των νοικοκυριών. Στα τέλη του 1928 η ΝΕΠ έχει πρακτικά καταργηθεί. Στο διάστημα 1930-1932 η πορεία της ενοποίησης της αγροτικής οικονομίας και της σοσιαλιστικής βιομηχανίας προωθείται σημαντικά και οι κουλάκοι ξεκινούν να εξαλείφονται σταδιακά ως τάξη.

Η παραπάνω συνθήκη του σοβιετικού κράτους δεν ήταν προφανώς άγνωστη, στο Μιχαήλ Μπουλγκάκοφ. Ο Μπουλγκάκοφ παρουσιάζει με ακρίβεια, την επιβίωση τμημάτων της αστικής τάξης, στην πρώιμη σοβιετική κοινωνία, που μέσω της ΝΕΠ εξακολουθούν να διατηρούν προνόμια, ανέσεις, αλλά και αντιλήψεις που δεν συμβαδίζουν με τον μέσο όρο του καθημερινού ανθρώπου. Ο καθηγητής Πρεομπραζένσκι εξακολουθεί να ζει σε ένα τεράστιο διαμέρισμα μιας κοινοβιακής πολυκατοικίας, διαθέτει οικιακή βοηθό και απολαμβάνει καθημερινά γεύματα δεκάδων πιάτων. Ο Πρεομπραζένσκι θεωρεί τον εαυτό του ως αναμορφωτή, τόσο των όντων, όσο και της κοινωνίας και είναι σε αυτή ακριβώς την έννοια της «αναμόρφωσης» που ο Μπουλγκάκοφ ασκεί έντονη κριτική, ειδικά καθώς αυτή γίνεται βεβιασμένα και αφύσικα, εκπυρσοκροτώντας με πάταγο στην καθημερινότητα του καθηγητή.

Ο άνθρωπος-σκύλος Σάρικ, όχημα της κριτικής του Μπουλγκάκοφ είναι ένα υβρίδιο αρχετυπικών ενστίκτων και προλεταριακής συνείδησης. Του αρέσουν παράφορα οι γυναίκες, δεν έχει καθόλου τρόπους και σύντομα εντάσσεται στις δομές της σοσιαλιστικής κοινωνίας που «πολιορκούν» τον καθηγητή. Οι δύο χαρακτήρες του Μπουλγκάκοφ αναπτύσσονται σε ένα σχεδόν διπολικό πλαίσιο: Ο Σάρικ άξεστος μεν, αλλά επικριτικός στις αντιλήψεις περί ανωτερότητας και αυθεντίας του καθηγητή, καθώς και της κοινωνικής απόστασης που τον χωρίζει από το μέσο άνθρωπο. Ο δε Πρεομπραζένσκι εκλεπτισμένος και καλλιεργημένος, αυθεντία στον τομέα του, αλλά παράλληλα απομονωμένος από την κοινωνία, την οποία επιθυμεί να αναμορφώσει και περιχαρακωμένος στις δικές του αξίες, που η κοινωνία έχει από καιρό ξεπεράσει.

Ο Μπουλγκάκοφ ασκεί στο βιβλίο του μια αιχμηρή και οξυδερκή κριτική στη ΝΕΠ και στο σοβιετικό κράτος της εποχής του 1925. Ασκεί κριτική στη βεβιασμένη «αναμόρφωση» του σοβιετικού ανθρώπου, στην καθυστέρηση στην άνοδο του βιοτικού και πνευματικού του επιπέδου και στην επιβίωση αστικών καταλοίπων στη σοβιετική κοινωνία. Δηκτική είναι επίσης η κριτική του και σε ορισμένες αντιλήψεις των προλεταριακών στρωμάτων, στις λογικές της ανώνυμης καταγγελίας και στην ανωριμότητα άσκησης των νέων τους ταξικών δικαιωμάτων.

Το έργο “Καρδιά Σκύλου” δεν αποτελεί αντισοβιετική προπαγάνδα, ούτε όμως και αντισταλινικό μανιφέστο, όπως θα το ήθελαν πολλοί. Πρόκειται για μια ενσυνείδητη πολιτική και κοινωνική κριτική, για την εποχή του, που εδράζεται στο ακαταμάχητο επιχείρημα, με το οποίο η μαρξιστική ανάλυση και το Μπολσεβικικό Κόμμα κατά βάση συμφωνούν: Δεν μπορείς να φτιάξεις ένα σοσιαλιστικό κράτος με μια καπιταλιστική καρδιά.

*Η ανάρτηση είναι το κείμενο της εισήγησης του Θ.Δ. στην εκδήλωση που προηγήθηκε της προβολής της ομώνυμης ταινίας, βασισμένης στο βιβλίο του Μπουλγκάκοφ “Η καρδιά ενός σκύλου”.
Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: