Από αντικομμουνισμό πολύ και από ιστορία τίποτα

Μια απάντηση του Κ. Σκολαρίκου στον αντικομμουνισμό του Ρατσένκο: “Η προπαγάνδα μπορεί να είναι χρήσιμη στον αντικομμουνιστή – κατά δήλωσή του – Radchenko και στους ντόπιους ομοϊδεάτες του, αλλά δεν έχει σχέση με την ιστορική έρευνα και αλήθεια.”

Ο Ρώσος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο John Hopkins, Sergey Radchenko, ανήρτησε πρόσφατα στο twitter αποχαρακτηρισμένα έγγραφα για τις σχέσεις ΚΚΕ-ΕΣΣΔ στη διάρκεια του τρίχρονου αγώνα του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (1946-1949).

Αν και ορισμένα έχουν δημοσιοποιηθεί στο 4τομο Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ 1918-1949 (εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, 2018) και όσα αναφέρουν τα υπόλοιπα είναι γνωστά εδώ και χρόνια, οι αναρτήσεις γνώρισαν ευρεία αποδοχή και αναπαρήχθησαν μαζικά από ακροδεξιούς (και όχι μόνο) του διαδικτύου και του αστικού τύπου, που επιχείρησαν να επαναφέρουν τη μετεμφυλιακή αντικομμουνιστική προπαγάνδα περί «ξενοκίνητου ΚΚΕ που ήθελε να αποσπάσει μέρος της χώρας». Με άλλα λόγια, επανέφεραν τη βασική κατηγορία με την οποία καταδικάστηκαν σε θάνατο χιλιάδες κομμουνιστές και άλλοι ριζοσπάστες αγωνιστές που συμμετείχαν στην ΕΑΜική Αντίσταση (ακόμα και αν δε συμμετείχαν στο ΔΣΕ), αλλά και με την οποία διώχτηκαν αξιοπρεπείς άνθρωποι που δε δέχτηκαν να υπογράψουν δήλωση νομιμοφροσύνης στην καπιταλιστική εξουσία, καταδικάζοντας «το ΚΚΕ, το ΕΑΜ και τας παραφυάδας των».

Απαντώντας σε αυτή την αντικομμουνιστική αναβίωση σε άρθρο στο Ριζοσπάστη (29-30 Γενάρη 2022) στοιχειοθετήθηκε ιστορικά:

1. Η διαρκής συνεργασία των διάφορων κομματιών της τάξης των καπιταλιστών και των πολιτικών τους επιτελείων με ξένα καπιταλιστικά κράτη: Στην πρώτη φάση της Κατοχής κάποιοι συνεργάστηκαν με τους Βρετανούς (βασιλιάς, εξόριστη αστική κυβέρνηση, ΕΔΕΣ[1]), άλλοι με τους Ιταλούς, Γερμανούς και Βούλγαρους κατακτητές (δοσιλογικές κυβερνήσεις, ένοπλες αστικές οργανώσεις[2] κ.ά.). Μετά την αντεπίθεση του Κόκκινου Στρατού, όταν η πλάστιγγα του πολέμου έγειρε σε βάρος του φασιστικού Άξονα και στην Ελλάδα κλιμακώθηκε η αντιστασιακή δράση του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, οι αστικές πολιτικές δυνάμεις ξεπέρασαν, μπροστά στον κοινό ταξικό κίνδυνο, τις αντιθέσεις τους, συνεργαζόμενες και με τους Βρετανούς και με τους καταχτητές (ο Ράλλης συγκρότησε εις γνώση των Βρετανών τα Τάγματα Ασφαλείας[3], ο φιλοβρετανικός ΕΔΕΣ κήρυξε ανακωχή με τις αρχές Κατοχής[4], ο ΕΔΕΣ Αθήνας στελέχωσε τα Τάγματα Ασφαλείας[5], η «Χ» συνεργαζόταν με τους Γερμανούς και παραλάμβανε όπλα και από τους Βρετανούς για να χτυπήσει τον ΕΛΑΣ[6] κλπ.). Μετά την απελευθέρωση, οι αστικές δυνάμεις προσπάθησαν να διασώσουν την καπιταλιστική εξουσία με την καθοριστική βοήθεια των Βρετανών και στη συνέχεια των Αμερικανών, που εκφράστηκε με παχυλή χρηματοδότηση (Δόγμα Τρούμαν, σχέδιο Μάρσαλ).

Γι’ αυτό και οι διαχρονικοί απολογητές της καπιταλιστικής εξουσίας δε δικαιούνται να μιλάνε για ξένες επεμβάσεις, ειδικά όταν αναφέρονται στη δεκαετία του 1940.

2. Η ΕΣΣΔ και οι χώρες της σοσιαλιστικής οικοδόμησης ήταν επιφυλακτικές απέναντι στον αγώνα του ΔΣΕ[7], επειδή φοβόντουσαν ότι θα μπορούσε να αποτελέσει πρόσχημα για μια νέα ιμπεριαλιστική επίθεση εναντίον τους, σε μια εποχή που οι ΗΠΑ εξακολουθούσαν να κατέχουν το μονοπώλιο της ατομικής βόμβας.

3. Η συγκρότηση του ΔΣΕ ήταν αποτέλεσμα των εγχώριων συνθηκών, του οργίου τρομοκρατίας του αστικού κράτους και των παρακρατικών συμμοριών του εναντίον των εργατικών-λαϊκών μαζών, που τόλμησαν να «σηκώσουν κεφάλι» στα χρόνια της Κατοχής. Ενδεικτικά από την υπογραφή της συμφωνίας της Βάρκιζας έως και τις εκλογές του Μάρτη του 1946 είχαν πραγματοποιηθεί 1289 δολοφονίες και 509 απόπειρες δολοφονιών6671 ξυλοδαρμοί18.767 λεηλασίες και καταστροφές σπιτιών, 677 καταστροφές γραφείων εφημερίδων, ΕΑΜικών οργανώσεων και του ΚΚΕ, 165 βιασμοί γυναικών[8], ενώ το Δεκέμβρη του 1945 ο υπουργός Δικαιοσύνης Κωνσταντίνος Ρέντης ανακοίνωσε ότι έως τότε είχαν διωχτεί συνολικά 80.000 ΕΑΜίτες (για δήθεν εγκλήματα επί Κατοχής), 40.000 από τους οποίους ήταν υπόδικοι ή κατάδικοι, ενώ εκκρεμούσαν ακόμα 48.000 διώξεις.[9]

Μέσα σε αυτές τις συνθήκες και πριν την απόφαση του ΚΚΕ να συγκροτήσει τον ΔΣΕ, χιλιάδες ήταν όσοι ξαναβγήκαν στο βουνό για να γλιτώσουν από τη δολοφονική επίθεση των καπιταλιστικών δυνάμεων. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του αστικού στρατού, οι καταδιωκόμενοι που είχαν ξανανέβει στο βουνό αριθμούσαν 2.650 μαχητές το Μάη του 1946 και 4.800 τον επόμενο μήνα.[10]

4. Ο ΔΣΕ αποσκοπούσε με τη δράση του να απελευθερώσει εδάφη, στα οποία θα μεταφερόταν, όπως και στα χρόνια της Κατοχής, η ηγεσία του εργατικού-λαϊκού κινήματος (Προσωρινή Δημοκρατική Κυβέρνηση) και τα οποία θα αποτελούσαν ορμητήριο για την πιο γενικευμένη αντιπαράθεση με το αστικό καθεστώς, με στόχο, όχι την ανατροπή της καπιταλιστικής εξουσίας, όπως και θα έπρεπε, αλλά τον εκδημοκρατισμό του καθεστώτος. Αυτό αποδεικνύουν και οι συνεχείς εκκλήσεις για ειρήνευση από την πλευρά του ΔΣΕ.[11] Μόνο όσοι ταυτίζουν την Ελλάδα με την εξουσία των καπιταλιστών, το κατανοούν αυτό ως «προδοσία».

5. Ο ΔΣΕ ζήτησε και έλαβε πολύτιμη βοήθεια από την ΕΣΣΔ και τις χώρες της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, όπως και από τους κομμουνιστές και ριζοσπάστες αγωνιστές των καπιταλιστικών χωρών. Όμως, η βοήθεια αυτή υπολειπόταν από την αντίστοιχη των καπιταλιστικών κρατών προς τους ντόπιους συμμάχους του και από τις ανάγκες του[12] και δεν ήταν καθοριστική για τη δράση του. Ο κύριος οπλισμός προερχόταν από λάφυρα της Κατοχής, αλλά και από όσα αποκόμισε στις συγκρούσεις του με τις αστικές κατασταλτικές δυνάμεις και τους παρακρατικούς. Σύμφωνα με την ιστορία του Γενικού Επιτελείου Στρατού:

«Εκεί ένθα εστράφη ιδιαιτέρως η δράσις των Κ/συμμοριτών υπήρξαν αι ένοπλαι ομάδες ή άτομα εκ των εθνικοφρόνων (…) οι αφοπλισμοί των ενόπλων τούτων υπό των Κ/Συμμοριτών και της αυτοαμύνης καθημερινώς επολλαπλασιάζοντο, εις τρόπον ώστε να αποβώσι πηγή προμηθείας οπλισμού και πυρομαχικών δια τους Κ/συμμορίτας»[13]

Μια σύνοψη των προηγούμενων αναφέρθηκε στην ομιλία του Γενικού Γραμματέα της ΚΕ του ΚΚΕ, Δ. Κουτσούμπα στη Βουλή.

Και ποια ήταν η «ιστορική» απάντηση;

Οι ακροδεξιοί και όχι μόνο επανήλθαν αναφέροντας νέες αναρτήσεις του καθηγητή (απόσπασμα κατά πάσα πιθανότητα σοβιετικής έκθεσης για συνομιλίες με το Βαφειάδη, που παρατίθεται χωρίς ημερομηνία), βάσει της οποίας ο καθηγητής κατάλαβε ότι ο ΔΣΕ το 1947 αποτελούταν κατά 90% από βίαια στρατολογημένους και ότι ο Ζαχαριάδης είχε ερωτικές σχέσεις με τη γυναίκα του Βαφειάδη (χρήσιμη «ιστορική» πληροφορία!).

Τα επιχειρήματά τους γνώρισαν και την αποδοχή «έγκριτων» αστών δημοσιογράφων, όπως ο Γιάννης Πρετεντέρης (Τα Νέα, 1 Φλεβάρη 2022), που αποφάσισε μαζί με το μετεμφυλιακό αντικομμουνισμό, να επαναφέρει και την αντίστοιχη φρασεολογία και ηθική, αναφέροντας τους κομμουνιστές ως «κατσαπλιάδες». Και όλοι μαζί διέρρηξαν τα ιμάτιά τους, δήθεν για την ανάγκη προστασίας της ιστορικής έρευνας.

Επί της ιστορικής έρευνας λοιπόν

Οι ισχυρισμοί περί εκτεταμένης υποχρεωτικής στρατολόγησης είναι γνωστοί επί χρόνια.

Φαίνονται βάσιμοι στον καθηγητή, που δεν φαντάζεται γιατί κάποιος θα προσχωρούσε στο ΔΣΕ, που αντιμετώπιζε ένα καλύτερα εξοπλισμένο εχθρό.

Διαψεύδονται όμως από τα γεγονότα, τους πρωταγωνιστές και τους ερευνητές της περιόδου. Όχι μόνο γιατί δεκάδες χιλιάδες κατατάχθηκαν υπό τους ίδιους όρους στον ΕΛΑΣ, αλλά γιατί δεκάδες χιλιάδες ήταν οι εθελοντικά στρατευμένοι στο ΔΣΕ. Ενδεικτικά σε επιστολή του Υπουργού Στρατιωτικών της αστικής κυβέρνησης Γ. Στράτου (Νοέμβρης 1947, δηλαδή πριν ξεκινήσει η επιστράτευση του ΔΣΕ), αναφερόταν:

«…ενώ κατ’ Απρίλιον υπελογίζοντο οι συμμορίται εις 13.500 καθ’ άπασαν την χώραν, εφθάρησαν δε κατά τας έκτοτε συνεχιζομένας επιχειρήσεις περί 8.500 εις φονευθέντας, ανικάνους, συλληφθέντας και παραδοθέντας, ήδη υπολογίζονται εις 17.600, ό εστίν ότι από του Απριλίου μέχρι σήμερον εδιπλασιάσθησαν.»[14]

Ακόμα, χιλιάδες ήταν όσοι εξορίστηκαν ή φυλακίστηκαν για να μην καταταγούν στο ΔΣΕ και πολλοί όσοι πέθαναν προσπαθώντας να φτάσουν σε αυτόν. Σύμφωνα με τον στρατηγό Ζαφειρόπουλο και τα αρχεία του αστικού στρατού, μόνο τον Ιούλη του 1946, 300 στρατιώτες από τρεις ταξιαρχίες φυλακίστηκαν ως αυτουργοί υποτιθέμενης κομμουνιστικής στάσης και άλλοι 1500 ως φίλα προσκείμενοι.[15] Ταυτόχρονα, το αστικό κράτος, για να αποτρέψει την κατάταξη στο ΔΣΕ και την ενίσχυσή του, έλεγξε τις μετακινήσεις από και προς τα αστικά κέντρα και μετέφερε βίαια αγροτικούς πληθυσμούς, που ζούσαν κοντά στις περιοχές δράσης του ΔΣΕ. Η ίδια η αστική κυβέρνηση υπολόγισε τον αριθμό των εκτοπισμένων σε 706.000.[16]

Ο ΔΣΕ προχώρησε σε επιστράτευση στις απελευθερωμένες περιοχές μόλις το Φλεβάρη του 1948. Στις υπόλοιπες, η επιστράτευση ήταν προσχηματική και αποσκοπούσε στο να αποτρέψει αντίποινα στις οικογένειες των μαχητών του[17]. Όσον αφορά τους επιστρατευμένους, ο αστός ιστορικός Σόλων Γρηγοριάδης τόνιζε:

«…οι στρατολογούμενοι αφομοιώνονταν ιδεολογικά σε μεγάλο βαθμό (…) ευθυγραμμίζονταν σε ανταγωνιστικότητα με τους παλιούς. Η αντίληψη που επικρατούσε στην άλλη πλευρά, ότι οι καινούριοι αντάρτες υποχρεωτικής στρατολογίας ζούσαν και μάχονταν κάτω από το πιστόλι των πολιτικών επιτρόπων, ήταν ανακριβής…»[18]

Αυτό ερμηνεύει και τα χαμηλά ποσοστά λιποταξίας (μόλις 12-15%)[19], ακόμα και όταν η έκβαση του αγώνα είχε κριθεί.

Αντίθετη ήταν η κατάσταση στον αστικό στρατό, που στρατολογούσε υποχρεωτικά σε όλη τη χώρα. Όπως επισημαίνουν οι (κάθε άλλο παρά κομμουνιστές) Θάνος Βερέμης και David Close:

«Οι περισσότεροι στρατεύσιμοι δεν ένιωθαν καμιά επιθυμία να πολεμήσουν τους συμπατριώτες τους(…) πολλοί έβλεπαν τους αντάρτες σαν θύματα διωγμών και θαύμαζαν το παρελθόν τους στην αντίσταση κατά των Γερμανών (…) το ηθικό του στρατού βρισκόταν σε καταστρεπτικά χαμηλό επίπεδο, όπως αναφέρει ο στρατηγός Θωμάς Παντζόπουλος.»[20]

Και όχι μόνο, αφού ο στρατηγός Τσακαλώτος ανέφερε για το 1948:

«Ολόκληραι Ταξιαρχίαι διαλύονται. Ταξίαρχος κατηγορείται ως φυγάς ή κρυμμένος μακριά από τον αγώνα. Οι φυγάδες γεμίζουν την Καστοριά.» [21]

Και επειδή ο κύριος καθηγητής δε φαίνεται να καταλαβαίνει από τον ηρωισμό και την ανιδιοτέλεια των εργατικών-λαϊκών μαζών που αγωνίζονται για μια δίκαιη υπόθεση, ας ρωτήσει το συνομιλητή του, καθηγητή Νίκο Μαραντζίδη, ο οποίος στο πλαίσιο της δημιουργικής στατιστικής (που χρησιμοποιούσε παλιότερα και στις δημοσκοπήσεις) φρόντισε να μειώσει το ποσοστό των βίαια στρατολογημένων σε 70% το 2014[22] και 50-60% το 2015[23] (έχει ακόμα χρόνια για να προσεγγίσει την πραγματικότητα).

Τι δείχνουν όλα τα παραπάνω;

Ότι οι αποσπασματικές αναρτήσεις εγγράφων ή πολύ περισσότερο κομματιών εγγράφων χωρίς ημερομηνία, που ακολουθούνται από παράθεση σύντομων σχολιασμών, αλλά δε διασταυρώνονται από άλλες ιστορικές πηγές και δεν εντάσσονται στο ιστορικό πλαίσιο της εποχής δεν είναι ιστορική επιστήμη, αλλά αστική προπαγάνδα, μαζικής παραγωγής και κατανάλωσης.

Η προπαγάνδα αυτή μπορεί να είναι χρήσιμη στον αντικομμουνιστή – κατά δήλωσή του – Radchenko και στους ντόπιους ομοϊδεάτες του, για να συκοφαντήσουν κορυφαίες στιγμές του εργατικού-λαϊκού κινήματος (που τους «στοιχειώνουν» ακόμα) και να προωθήσουν τα σημερινά αντιλαϊκά σχέδια της καπιταλιστικής εξουσίας, αλλά δεν έχει σχέση με την ιστορική έρευνα και αλήθεια.

*Ο Κώστας Σκολαρίκος είναι μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ & υπεύθυνος του Τμήματος Ιστορίας


[1]    Κρις Γουντχάουζ, Το μήλο της έριδος, εκδ. «Εξάντας», Αθήνα, 1976, σελ. 12.

[2]    Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ 1918-1949, τόμ. Β1, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, 2018, σελ. 211.

[3]    Τμήμα Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ (επιμ.), Δεκέμβρης του ‘44. Κρίσιμη ταξική σύγκρουση, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, 2014, σελ. 80.

[4]    Ηλίας Χρυσοχοΐδης, «Ένας στρατηγός της Βέρμαχτ αφηγείται…», Το Βήμα της Κυριακής, 9 Μάρτη 2014.

[5]    Κομνηνός Πυρομάγλου, Η Εθνική Αντίστασις ΕΑΜ-ΕΛΑΣ-ΕΔΕΣ-ΕΚΚΑ, εκδ. Δωδώνη, Αθήνα, 1975, σελ. 246,256.

[6]    Δημήτρης Κουσουρής, Δίκες των δοσίλογων 1944-1949, εκδ. Πόλις, Αθήνα, 2014, σελ. 101 και 316.

[7]    Μήτσος Παρτσαλίδης,Διπλή αποκατάσταση της Εθνικής Αντίστασης, εκδ. Θεμέλιο, Αθήνα, 1978,σελ. 199, Ιορντάν Μπάεφ, Ο εμφύλιος πόλεμος στην Ελλάδα. Διεθνείς διαστάσεις, εκδ. Φιλίστωρ, Αθήνα, 1997σελ. 100-102 και Γκεόργκι Ντιμιτρόφ, Σελίδες από το απόρρητο ημερολόγιο, εκδ. Καστανιώτης, Αθήνα, 1999, σελ. 173.

[8]    Τάσος Βουρνάς, Ιστορία της Νεότερης και Σύγχρονης Ελλάδας, εκδ. Παττάκης, Αθήνα, 1998, σελ. 32.

[9]    Η τρίχρονη εποποιία του ΔΣΕ (1946-1949), εκδ. Ριζοσπάστης – Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, 1998, σελ. 137.

[10]  Γενικό Επιτελείο Στρατού-Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού, Ο ελληνικός στρατός κατά τον αντισυμμοριακό αγώνα, εκδ. ΔΙΣ, Αθήνα, 1971, σελ. 46.

[11]  Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ 1918-1949, τόμ. Β2, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, 2018, σελ. 413, 542 κ.ά..

[12]  Αρχείο της ΚΕ του ΚΚΕ, Εγγραφο 536889, «Δύο χειρόγραφα γράμματα του Ν. Ζαχαριάδη προς την ΚΕ του ΚΚΣΕ, σ. Στάλιν», όπως παρατίθεται στο Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ 1918-1949, τόμ. Β2, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, 2018, σελ. 374-375.

[13]  Γενικό Επιτελείο Στρατού-Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού, όπ., σελ. 36.

[14]  Γενικό Επιτελείο Στρατού-Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού, όπ., σελ. 48.

[15]  Δημητρίου Ζαφειρόπουλου, Ο αντισυμμοριακός αγών 1945-1949, έκδοση του συγγραφέα, Αθήνα, 1956, 211 και Γενικό Επιτελείο Στρατού-Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού, Ο ελληνικός στρατός κατά τον αντισυμμοριακό αγώνα, όπ., σελ. 68-71.

[16]  Γιώργος Μαργαρίτης, Ιστορία του ελληνικού εμφυλίου πολέμου, τόμ. 1ος, εκδ. Βιβλιόραμα, Αθήνα, 2001, σελ. 593-600.

[17]  Αρίστος Καμαρινός, Ο Εμφύλιος Πόλεμος στην Πελοπόννησο, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, 2000, σελ. 211.

[18]  Σόλων Ν. Γρηγοριάδης, Ο εμφύλιος 1946-1949, τόμ. Α΄, εκδ. Φυτράκη, Αθήνα, 1979, σελ. 152.

[19]  Νίκος Κυρίτσης, Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδας, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, 2012, σελ. 514.

[20]  David H. Close – Θάνος Βερέμης, «Ο στρατιωτικός αγώνας, 1945-49» στο David H. Close (επιμ.), Ο ελληνικός εμφύλιος πόλεμος 1943-1950, εκδ. Φιλίστωρ, Αθήνα, 1996, σελ. 141.

[21]  Θρασύβουλος Τσακαλώτος, 40 χρόνια στρατιώτης της Ελλάδας, τόμ. Β΄, έκδοση του συγγραφέα, χ.χ., σελ. 162.

[22]  Ραδιοφωνική εκπομπή «Από τον πόλεμο του ‘40 έως τη Χούντα του ‘67», ΣΚΑΪ, 6 Απρίλη 2014.

[23]  Στάθης Ν. Καλύβας – Νίκος Μαραντζίδης, Εμφύλια Πάθη: 23 ερωτήσεις και απαντήσεις για τον Εμφύλιο, εκδ. Μεταίχμιο, Αθήνα, 2015, σελ. 418-421.

Πηγή: Το Ποντίκι

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: