16 Αυγούστου 1943: Ανθρώπου νους δε χώρεσε τη φρίκη… – Δεν ξεχνάμε τα κτηνώδη εγκλήματα των φασιστών στο Κομμένο Άρτας

Δεν είχε ακόμα χαράξει όταν το μοιραίο εκείνο πρωινό της 16ης Αυγούστου 1943 οι κάτοικοι στο Κομμένο Άρτας ξύπνησαν από τα βουητά των αυτοκινήτων. Γρήγορα θα συνειδητοποιήσουν ότι 400 Γερμανοί κι Αυστριακοί της επίλεκτης μεραρχίας “Εντελβάις”  είχαν καταλάβει το χωριό με αυτόματα, χειροβομβίδες και πυρομαχικά…

Το σπαραγμό σου Ελλάδα μου, ποια νύχτα θα μου κρύψει;
Ποιος πόνος θα μου πει;
Ξεπέρασα τον πόνο πια και τη βαθιά μου θλίψη,
κι έφτασα στη σιωπή.
Και στέκω εμπρός σ’ ένα σωρό ρημάδια και συντρίμμια,
κι ούτε μια δέηση να πω μπορώ, και ούτε μια βλαστήμια.

Φώτης Αγγουλές

Δεν είχε ακόμα χαράξει όταν το μοιραίο εκείνο πρωινό της 16ης Αυγούστου 1943 οι κάτοικοι στο Κομμένο Άρτας ξύπνησαν από τα βουητά των αυτοκινήτων. Γρήγορα θα συνειδητοποιήσουν ότι 400 Γερμανοί κι Αυστριακοί της επίλεκτης μεραρχίας “Εντελβάις”  (από το λουλούδι που είχαν ως διακριτικό στους σκούφους και τα μανίκια τους τα μέλη της) είχαν καταλάβει το χωριό με αυτόματα, χειροβομβίδες και πυρομαχικά. Το Κομμένο θεωρούνταν “άντρο συμμοριτών” για τους ναζί, με πιο πρόσφατο επεισόδιο τον πυροβολισμό ενός Γερμανού στο χωριό που είχε κατορθώσει να διαφύγει. Όπως διηγούνταν αργότερα ένας νεαρός τότε στρατιώτης που συμμετείχε στα γεγονότα, ένας αξιωματικός της μονάδας του πριν ξεκινήσει την επιχείρηση τον διέταξε “Να θερίσουμε τους πάντες”. Υπεύθυνος για την αρχική εντολή ο στρατιωτικός διοικητής Ιωαννίνων Χούμπερ Λαντς, ενώ το τάγμα θανάτου είχε κατασκηνώσει στη Φιλιππιάδα.

Αφού έκλεισαν όλες τις προσβάσεις και πιθανές διεξόδους του Κομμένου, επιδόθηκαν σε ένα επτάωρο μακελειό στη διάρκεια του οποίου διαδραματίστηκαν σκηνικά φρίκης που δεν χωράει ο ανθρώπινος νους. Οι ανατριχιαστικές λεπτομέρεις μας είναι γνωστές τόσο χάρη στο βιβλίο του αυτόπτη Στέφανου Παππά, που είχε καταθέσει και στη δίκη της Νυρεμβέργης, όσο και στις μαρτυρίες στρατιωτών των κατοχικών δυνάμεων που συμμετείχαν ή είδαν τα γεγονότα, στα πλαίσια έρευνας του Χέρμαν Φρανκ Μάγιερ, που αναζητούσε στοιχεία για το δικό του εκτελεσμένο από τους αντάρτες πατέρα που υπηρετούσε στη Βέρμαχτ.

Ένα από τα πιο κτηνώδη περιστατικά ήταν η δολοφονία των επτάμηνων δίδυμων μωρών τους Χρήστου και της Ευσταθίας Κολιοκώτση. Αφού οι Γερμανοί δολοφόνησαν τους γονείς, μπούκωσαν τα μωρά με βαμβάκι λουσμένο στη βενζίνη και έβαλαν φωτιά στα αθώα θύματά τους, διασκεδάζοντας με τα αυτοσχέδια ανθρώπινα πυροτεχνήματά τους. Αργότερα ένας από τους συμμετέχοντες δήλωσε πως είδε μωρά με φρικτά εγκαύματα, ισχυριζόμενος πως δεν γνώριζε αν είχαν καεί πριν ή μετά το θάνατό τους. Μωρά καρφωμένα σε αχυρώνες δήλωσε πως είδε από την πλευρά του Ιταλός αξιωματικός που βρέθηκε στο χωριό μια μέρα μετά τα γεγονότα. Ακόμα και αγέννητα παιδιά με τις μανάδες τους έπεσαν θύματα της θηριωδίας, καθώς η ετοιμόγενη γυναίκα του Λεωνίδα Τσιμούκη, βρέθηκε νεκρή με ανοιγμένη κοιλιά και το έμβρυο  απέξω. Ένας δεκανέας αργότερα, ο Καρλ Ντεφρέγκερ προσπαθούσε να εξιλεωθεί λέγοντας πως “έσωσε” τέσσερα παιδιά κρύβοντάς τα κάτω από μια κουβέρτα, χωρίς όμως να είναι σίγουρος ότι δεν εκτελέστηκαν αργότερα. Μαρτυρίες Γερμανών κάνουν λόγω για ασέλγεια σε πτώματα, όπως με την τοποθέτηση μπουκαλιών μπύρας σε αιδοία νεκρών γυναικών, ενώ πολλά πτώματα έφεραν βγαλμένα μάτια.

Συγκλονίζει το μοιρολόι για την απώλεια του αγαπημένου προσώπου, που ερμηνεύει μοναδικά ο σπουδαίος δεξιοτέχνης του κλαρίνου Γρηγόρης Καψάλης:

«Σήκω αδερφέ μ’ από τη γη κι από το μαύρο χώμα,
να δεις χαρές που γίνονται δω στον απάνω κόσμο,
χορεύουν νιές, χορεύουν νιοί, χορεύουν παλικάρια,
και συ αδερφέ μ’ στη μαύρη γη, σε τρώει το μαύρο χώμα,
τίποτα δεν εχάρηκες δω στον απάνω κόσμο,
σε πήρε ο Χάρος κι έφυγες…»

Στο αίμα βάφτηκε το γαμήλιο γλέντι της Αλεξάνδρας Μάλλιου στο σπίτι του πατέρα της Θόδωρου, όταν μετά από εισβολή οι ναζί εκτέλεσαν τους νιόπαντρους και 26 καλεσμένους, ανάμεσά τους τρία παιδιά με πολυβόλο. Όσοι κάτοικοι προσπάθησαν να διαφύγουν εκτελέστηκαν επιτόπου, ενώ όσοι κλειδώθηκαν στα σπίτια τους δέχτηκαν πρώτα επίθεση με χειροβομβίδες και μετά πυροβολισμούς με καραμπίνες και αυτόματα μέσα από τις κλειστές πόρτες.

Συνολικά έχασαν τη ζωής του 97 παιδιά κάτω των 15, 14 ηλικιωμένοι ως 75 ετών, 119 γυναίκες 16 ως 65 ετών και 87 άνδρες της ίδιας ηλικίας. 20 οικογένειες ξεκληρίστηκαν ολοκληρωτικά. 350 κάτοικοι κατορθώνουν να γλιτώσουν μέσα από ένα άγνωστο στους Γερμανούς μονοπάτι που έβγαζε στον Άραχθο ποταμό, απ’όπου πέρασαν στο απέναντι Νεοχώρι, ταξίδι στο οποίοι άλλοι 30 πνίγηκαν στο ποτάμι. Επιστρέφοντας μια μέρα μετά βρήκαν ένα σκηνικό απόλυτης καταστροφής και θανάτου.

“Τα στοιχεία της καταστροφής είναι συνταρακτικά. (…)Ούτε ένα τουφέκι δε στράφηκε εναντίον των γερμανών. (…) Οι απώλειες των επιδρομέων ένα μεγάλο, ένα τεράστιο και απερίγραπτο μηδέν, που στρέφεται, εντέλει, εναντίον τους και τους εξευτελίζει.

Ο Θεόδωρος Αντωνίου εκτελέστηκε μέσα στο σπίτι του μαζί με τη γυναίκα του και τα τρία παιδιά του, ηλικίας 4, 3 και 2 ετών. Ο Χρήστου Αποστόλου σφαγιάστηκε μέσα στο σπίτι του μαζί με τη γυναίκα του, τη μητέρα του και τα δύο παιδιά του, ηλικίας 11 και 3 ετών. Ο Αθανάσιος Διαμαντής εκτελέστηκε μαζί με τη γυναίκα του και τα πέντε παιδιά του, ηλικίας 30, 10, 16, 8 και 5 ετών. Ο Κων/νος Κριτσιμάς σφαγιάστηκε μέσα στο σπίτι του μαζί με τη γυναίκα του και τα τέσσερα παιδιά του, ηλικίας 8, 6, 3 και 1 έτους. Η Αικατερίνη Μαράγγου εκτελέστηκε μαζί με το παιδί της, ηλικίας 40 ετών, και τα πέντε εγγόνια της, ηλικίας 14, 11, 8, 6 και 4 ετών. Ο Θεόδωρος Μάλλιος σφαγιάστηκε στο γάμο της κόρης του, μαζί με τη γυναίκα του, τα εφτά από τα εννιά παιδιά του, ηλικίας 25, 24, 22, 21, 16, 11, και 6 ετών, και τη νύφη του, ηλικίας 24 ετών. Στο ματωμένο γάμο δολοφονήθηκαν η νύφη Αλεξάνδρα και ο γαμπρός Θεοχάρης.

Από το γένος Κοντογιάννη εκτελέστηκαν 29 άτομα, από το γένος Κριτσιμά 24, από το γένος Κολιοκώτση 16, από το γένος Διαμαντή 15, από το γένος Αντωνίου 13. Από τους ξένους που εκείνη την ημέρα βρέθηκαν στο Κομμένο λόγω του πανηγυριού του Δεκαπενταύγουστου και του γάμου εκτελέστηκαν περίπου 35 άτομα. Εκτελέστηκαν επίσης 3 Ισραηλίτες, οι οποίοι έμεναν στο Κομμένο.”

«Άι Κομμένο της άσβεστης μνήμης» του Δημήτρη Χρ. Βλαχοπάνου, «Εντύπωσις», 2η έκδοση 2009

Την αποκτήνωση των εκτελεστών εκφράζει ανάγλυφα η μαρτυρία του υποδεκανέα Άντον Τσίγκλερ στην ερώτηση για το πώς αισθανόταν μετά τη σφαγή:

«Είναι σαν να κόβεις χόρτα. Γίνεται πολύ γρήγορα. Μετά ησυχία. Καμία κραυγή, καμία αναστάτωση. Μετά ησυχάζεις (…) Βλέπω ακόμη και σήμερα τις γυναίκες και τα παιδιά που στήθηκαν μπροστά στον τοίχο, πως άρχισαν να ουρλιάζουν προσπαθώντας να κρυφτούν πίσω από τα τελάρα. Ήμουν τόσο ταραγμένος που θα αναγκαζόμουν να πυροβολήσω γυναικόπαιδα».

Κομμένο Άρτας – Οι φασίστες καταχτητές φωτογραφίζονται μπροστά στις φλόγες…

Στο τέλος της σφαγής ακολούθησε κανονικό γλέντι με λαφυραγωγημένα τρόφιμα και κρασί από το χωριό. Φεύγοντας οι αξιωματικοί φόρτωσαν χαλιά κι ό,τι πολύτιμο μπορούσαν να βρουν στα φορτηγά, ολοκληρώντας τη σφαγή με τη λεηλασία των περιουσιών των θυμάτων τους.

Μεταπολεμικά οι δράστες όχι μόνο δεν λογοδότησαν στο σύνολό τους για τα φρικτά τους εγκλήματα, αλλά το σώμα στο οποίο ανήκαν δηλαδή η “Εντελβάις”, ανασυστάθηκε το 1956 στα πλαίσια του δυτικογερμανικού επανεξοπλισμού με το ίδιο όνομα και διακριτικό, στο οποίο μάλιστα αναδείχθηκε σε αντιστράτηγο και αναπληρωτή επιθεωρητή της Bundeswehr (του στρατού της ΟΔΓ) ένας από τους δράστες της σφαγής, ως εισηγητής και οργανωτής της, ο Καρλ Βίλχελμ Τίλο, που κατηγορήθηκε και για άλλα εγκλήματα πολέμου στην Ελλάδα και το Μαυροβούνιο.

Αυτό ήταν το δραματικό τέλος του Κομμένου. Προς κατατρομοκράτηση του πληθυσμού της περιοχής, οι Γερμανοί διέπραξαν και άλλα εγκλήματα τους μήνες Σεπτέμβρη και Οκτώβρη του ’43 στα γύρω χωριά Συκιές, Κομπότι, Σελλάδες, Μεγάρχη, σκοτώνοντας 15-20 άτομα από τον άμαχο πληθυσμό του κάθε χωριού με τις αιφνιδιαστικές εξορμήσεις που έκαναν.

Δεν ξεχνάμε! Τον φασισμό και το σύστημα που τον γεννά πολεμάμε! Με τον φασισμό δεν τελειώσαμε αφού δεν τελειώσαμε με το εκμεταλλευτικό σύστημα που τον γεννά και τον τρέφει, επειδή τον έχει ανάγκη.

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: