Οι Πρωτομαγιές του Μέσι…

Ναι, δεν είναι working class hero, έχει όμως παγκόσμια κλάση κι οι συνειρμοί αφήνονται ελεύθεροι, γιατί κάθε Πρωτομαγιά δεν ξέρω τι τον πιάνει…

Ναι, δεν είναι working class hero, έχει όμως παγκόσμια κλάση κι οι συνειρμοί αφήνονται ελεύθεροι, γιατί κάθε Πρωτομαγιά δεν ξέρω τι τον πιάνει…

Συστήθηκε στο ευρύ κοινό την Πρωτομαγιά του 05′, με μια λόμπα κόντρα στην Αλμπαθέτε, ως απλή πρόγευση για όσα θα ακολουθούσαν.

Την ασίστ την είχε βγάλει ο Ροναλντίνιο κι ο μικρός έτρεξε να πανηγυρίσει στις πλάτες του. Τότε ο Ρόνι -πολύ πριν εκδηλωθεί ως οπαδός του Μπολσονάρου- ήταν ο προφήτης του Μεσσία που άνοιξε τις φτερούγες του, για να τον προστατεύσει. Τρία χρόνια μετά έπρεπε να φύγει από την ομάδα, για να βρει χώρο να πετάξει και ο Μέσι με τα δικά του φτερά.

Δέκα χρόνια πριν, μια μέρα μετά την Πρωτομαγιά, κι ενώ οι Έλληνες ποδοσφαιρόφιλοι καθηλώνονταν από τον καλύτερο τελικό Κυπέλλου της ιστορίας (Ολυμπιακός-ΑΕΚ 4-4), ο Μέσι έδινε τη δική του παράσταση στο Μπερναμπέου, απέναντι σε μια Ρεάλ που ήταν για ένα γύρο αήττητη -από την τελευταία φορά που έπαιξε με τους Blaugrana. Το τελικό 2-6 ήταν ίσως η πιο εμφατική νίκη της Μπαρτσελόνα στο άνδρο του αντιπάλου. Ήταν ίσως η μέρα που μας συστήθηκε η εποχή της κυριαρχίας του Μέσι και της Μπάρτσα του Γκουαρδιόλα.

Αυτή η Πρωτομαγιά είχε ένα έντονο deja-vu με τον ημιτελικό του 15′, κόντρα στην Μπάγερν, όταν ξάπλωσε στο χορτάρι μια ντρίπλα τον Μπόατενγκ και έκανε τον κόσμο να παραμιλά.

Το ματς ήταν πολύ διαφορετικό, αλλά το αποτέλεσμα ίδιο. 3-0 κι ο ποδοσφαιρικός πλανήτης υποκλινόταν στα πόδια του Μεσσία του. Ποτέ άλλοτε ένα ομαδικό παιχνίδι σαν το ποδόσφαιρο δε φαινόταν τόσο πολύ σαν υπόθεση του ενός, ίσως του καλύτερου όλων των εποχών -αν κι οι συγκρίσεις με παίκτες άλλων δεκαετιών, σε άλλα χρονικά-ιστορικά συμφραζόμενα, είναι πάντα αντιδιαλεκτικές. Κι όσοι δυσπιστούσαν αν ο Μέσι θα μείνει στο ίδιο επίπεδο, χωρίς Τσάβι κι Ινιέστα, νιώθουν σαν άπιστοι Θωμάδες που δεν πιστεύουν στα θαύματα.

Ο Μέσι είχε δηλώσει από την αρχή της χρονιάς πως ο μεγάλος στόχος φέτος είναι η κούπα με τα μεγάλα αυτιά. Την κρίσιμη στιγμή έδειχνε πιο αποφασισμένος από ποτέ, ενίοτε βλοσυρός και έτοιμος για τσαμπουκά, που είναι τελείως έξω από το στιλ του, την παιδική φυσιογνωμία του, και δεν κατάφερε τελικά να το κρατήσει επί 90 λεπτά στο χορτάρι…

Κι ενώ σφράγιζε τη νίκη με ένα γκολ-φάουλ, που ήταν σαν ποίημα, που περνούσε την μπάλα από την τρύπα της βελόνας, όπως στα παραμύθια…

…ο Γιούργκεν Κλοπ χαμογελούσε ειρωνικά με αυτό που έβλεπε στο παρκέ. Λίγο αργότερα δήλωνε πως η ομάδα του έπαιξε καλά και έκανε το καλύτερο παιχνίδι της τελευταίας διετίας. Παρόλα αυτά, είχε χάσει με το βαρύ 3-0, παρότι είχε κατοχή μες στο Καμπ-Νου (!), περισσότερες τελικές προσπάθειες, πατούσε καλύτερα στο δεύτερο μέρος και δεν έκανε παιδικά λάθη -πχ σαν αυτά του Κάριους, στον περσινό τελικό με τη Ρεάλ. Δεν κατάφερε όμως να κάνει καμία από τις ευκαιρίες της γκολ και στο τέλος το μόνο που της έμενε είναι να το ρίξει στη μεταφυσική για να βρει κάποια εξήγηση για την ήττα. Όπου μεταφυσική = η μαγεία του Μέσι…

Ήταν όμως τόσο απλό;

Υπάρχει και μια άλλη εξήγηση, που βάζει στην εξίσωση το κοουτσάρισμα του Βαλβέρδε. Το “μυρμήγκι” -με τη “δουλειά μυρμηγκιού” και τη μεγάλη μύτη- έβαλε την ομάδα του σε ρόλο Λίβερπουλ, να παίξει κάτι που δεν έχει συνηθίσει. Χωρίς πίεση ψηλά, χωρίς κατοχή μπάλας (!), χωρίς δηλαδή τις βασικές αρχές του Γκουαρδιόλα. Με παθητικό ρόλο στο δεύτερο ημίχρονο, για να ελαχιστοποιήσει τα ρίσκα, θυσιάζοντας τον Αρτούρ, το κέντρο και την κυκλοφορία της μπάλας, για να μπει ο Βιντάλ, ένα σκληροτράχηλο “σκυλί του πολέμου”, που έδωσε μάχες και την αγριάδα που λείπει από την Μπάρτσα, τελειώνοντας το ματς με σκισμένη -και παραλίγο ματωμένη- φανέλα. Μαζί όμως και με μια δόση τύχης, το δεξί πόδι του Σάλαχ, κι έναν πολύ καλό τερματοφύλακα, που μπορεί να είναι ο κορυφαίος αυτή τη στιγμή στον κόσμο.

Ήταν η πρώτη φορά σε τέτοιο επίπεδο που η Μπάρτσα δεν ήταν αφελής και είδε τον αντίπαλο να την πατάει με αυτόν τον τρόπο. Αλλά για αυτό χρειάστηκε να υποφέρει κατά διαστήματα, να νιώθει άβολα χωρίς να έχει κατοχή -ο βασικός τρόπος ελαχιστοποίησης ρίσκων που είχε μέχρι τώρα- και να περιμένει τον αντίπαλο πίσω, για να βρει κενά στις αντεπιθέσεις.

Μπορεί αυτό να ήταν τακτικά ένα πολύ έξυπνο σχέδιο από την πλευρά του Βαλβέρδε, ίσως και ο μόνος τρόπος να αντιμετωπίσει κανείς την αρμάδα του Κλοπ -δεν ήταν όμως ο τρόπος της Μπάρτσα. Και αν κάτι στράβωνε στην εφαρμογή, όλοι θα θυμούνταν το περσινό στραπάτσο στη Ρώμη. Ενώ οι οπαδοί της ομάδας ένιωσαν για μερικά λεπτά σαν τον Ίκερ Κασίγιας, που υπέστη ένα σοκαριστικό έμφραγμα την ίδια ακριβώς μέρα.

Και τώρα; Ο Μέσι ονειρεύεται το Τσου-Λου και την έκτη Χρυσή Μπάλα του. Αλλά το φετινό Τσου-Λου μας έχει επιφυλάξει μερικές από τις μεγαλύτερες εκπλήξεις κι ανατροπές. Κι όλοι έχουν δικαίωμα στο όνειρο: ακόμα και τα παιδαρέλια του Άγιαξ, που είναι μια ανάσα πριν από τον τελικό και το δικό τους θαύμα…

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: