Ο Λεμπρόν, ο GOAT κι η κατσίκα του γείτονα

Ο Λεμπρόν βαδίζει στα χνάρια του Τζόρνταν, διεκδικεί με αξιώσεις τον τίτλο του καλύτερου παίκτη όλων των εποχών (GOAT) κι αφήνει τους εχθρούς του να περιμένουν τις “αποτυχίες” του -και να ψοφήσει η κατσίκα του γείτονα- για να χαρούν.

Ο Λεμπρόν είναι ένας δημοκρατικός (Democrat) αθλητής που πήρε τον τίτλο του βασιλιά και διεκδικεί με αξιώσεις τον τίτλο του καλύτερου παίκτη όλων των εποχών. Διάλεξε το 23 για τη φανέλα του, επιλέγοντας ουσιαστικά και τη σύγκριση με τον κορυφαίο των κορυφαίων, τον Μάικλ Τζόρνταν, που συνδέθηκε με το ίδιο νούμερο.

Ο ουρανός ήταν το όνειρο και τον πήχη τον έθετε ο αέρινος Μάικλ. Πήρε το πρώτο του πρωτάθλημα μόλις στα 28 του, όπως κι εκείνος. Η διαφορά είναι πως ο Τζόρνταν έκτοτε δεν ξανακοίταξε πίσω, είχε το απόλυτο σε σειρές τελικών και φόρεσε άλλα πέντε δαχτυλίδια πρωταθλητή, φτάνοντας συνολικά τα έξι.

Ο Λεμπρόν έχει φτάσει ήδη περισσότερες φορές στους τελικούς (οκτώ μέχρι στιγμής) αλλά πήρε μόνο τρία δαχτυλίδια κι αυτό έκανε κάποιους να του κολλήσουν τη ρετσινιά του λούζερ. Αν και ακούγεται κάπως ειρωνικό για το μόνο παίκτη που κατάφερε να σταματήσει τους καλύτερους Spurs (το 13′) και τους καλύτερους Warriors (το 16′, με το ιστορικό 73-9 στην κανονική περίοδο) όλων των εποχών.

Κι οι συγκρίσεις με τον κορυφαίο συνεχίζονται. Αν ο Τζόρνταν έμεινε στην ιστορία για το The Shot (που είναι σα να λες “το κόμμα”, όπου όλοι καταλαβαίνουν ποιο εννοείς) με το οποίο σκότωσε τους Τζαζ, ο Λεμπρόν απάντησε με το The Block, κολλώντας την μπάλα στο ταμπλό, στον έβδομο αγώνα της ιστορικής σειράς τελικών με το Golden State. Που ήταν ιστορική και για έναν επιπλέον λόγο, καθώς κανείς άλλος δεν είχε πετύχει να είναι πρώτος σε όλες τις στατιστικές κατηγορίες για την ομάδα του σε μια σειρά (πόντους, ριμπάουντ, ασίστ, κλεψίματα).

Μπορεί ο King James να μη φτάνει τους μέσους όρους του Τζόρνταν, την πλαστικότητα στις κινήσεις του, να μην είναι τόσο αέρινος, αλλά μοιάζει πιο ολοκληρωμένος, με υπερφυσικές σωματικές δυνάμεις, που προσθέτει συνεχώς καινούρια πράγματα στο ρεπερτόριό του, κι έχει τρομερή επιδραστικότητα στο παιχνίδι και στις δύο πλευρές του γηπέδου. Ενώ φέτος φαίνεται να κάνει την πιο ώριμη χρονιά του, παίρνοντας λιγότερες προσπάθειες, μοιράζοντας περισσότερες μπάλες, αλλά χωρίς να μειώνει (ίσα-ίσα) την αποτελεσματικότητά του.

Ίσως τη διαφορά με τους Bulls του Τζόρνταν να την κάνει ο προπονητής που είχε ο Μάικλ (Φιλ Τζάκσον) και που δεν είχε ποτέ -ή δεν άντεξε να έχει- ο Λεμπρόν. Ή ίσως το γεγονός πως οι ταύροι έπρεπε να μάθουν στα τέλη του 80′ να είναι ανταγωνιστικοί και να ξεπεράσουν εμπόδια όπως οι Celtics του Μπερντ και τους Pistons του Αιζάια Τόμας. Ενώ ο Τζέιμς (που έχει πλέον συμπαίκτη έναν άλλο Αιζάια Τόμας, αλλά δεν έχουν βρεθεί ακόμα μαζί στο παρκέ) είναι βασιλιάς σε μια περιφέρεια (την ανατολική) που έχει σχετικά χαμηλό ανταγωνισμό κι είναι παράσταση για ένα ρόλο.

Ο Λεμπρόν είναι επίσης -σε πλήρη αντίθεση με τον Τζόρνταν, αν έχει νόημα να επιμείνουμε σε αυτήν τη σύγκριση- σχετικά πολιτικοποιημένος. Ασφαλώς έχει πολύ συγκεκριμένα όρια, όπως φάνηκε από την ενεργό συμμετοχή του στην προεκλογική καμπάνια της Χίλαρι, αλλά δεν είναι από τους εκατομμυριούχους που βουλιάζουν στα λεφτά τους, το μικρόκοσμό τους και δεν ασχολούνται με ό,τι συμβαίνει γύρω τους. Σηκώνει ανάστημα απέναντι στο ρατσισμό, το χοντροκομμένο φασισμό του Τραμπ, τον ακήρυκτο πόλεμο (πογκρόμ) εναντίον των αφροαμερικάνων, τις συλλήψεις και τις δολοφονίες για ψύλλου πήδημα. Πρωτοστάτησε μαζί με άλλους αστέρες (και φίλους του όπως ο Ουέιντ και ο Άντονι) στην καμπάνια “I can’t breathe” που έσπασε το φράγμα της απολίτικης σιωπής στο ΝΒΑ.

Επιστρέφοντας στο αγωνιστικό, οι Αμερικάνοι έχουν τα αρχικά GOAT για τον καλύτερο παίκτη όλων των εποχών, που κάνουν λογοπαίγνιο και με τη λέξη “κατσίκα”. Ο Λεμπρόν στα 33 του έχει πολλούς haters (φανατικούς εχθρούς που λατρεύουν να τον μισούν) και φανατικούς θαυμαστές που πιστεύουν ακράδαντα πως αυτός είναι ο εκλεκτός (όχι διάδοχος του Μάικλ Τζόρνταν, αλλά ο “μαθητής” του που τον ξεπέρασε). Πιθανότατα δεν είναι ο καλύτερος όλων των εποχών, αλλά και μόνο που μπαίνει με αξιώσεις σε αυτήν τη συζήτηση, δείχνει την αξία του. Και από μια άποψη, ακόμα και το φαινόμενο των haters, που παίρνουν χαρά από τις δικές του “αποτυχίες” (θυμίζοντας στα καθ’ ημάς τη γνωστή φράση με την κατσίκα του γείτονα) είναι ίσως μια μορφή αντεστραμμένου θαυμασμού, για έναν παίκτη που μπορεί να μη σου αρέσει, αλλά δε γίνεται να μην αναγνωρίσεις την αξία του.

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: