Η γυναίκα που ξεπλύθηκε πολλές φορές

Αλήθεια σε ποια άλλη χώρα του κόσμου αποδόθηκαν τέτοιες τιμές σε ηθοποιό τόσο στενά συνδεδεμένη με την κατοχική ελίτ;

Αχός βαρύς και κοπετός ακούγεται τις τελευταίες μέρες σε ΜΜΕ και ΜΚΔ με αφορμή την απόφαση του Δημήτρη Λιγνάδη να μετονομαστεί η αίθουσα Rex του Εθνικού Θεάτρου σε “Ελένη Παπαδάκη”. Για την ακρίβεια, βασικό σημείο τριβής και ιερής οργής αποτέλεσε η ανακοίνωση του ΣΕΗ, που τόλμησε να αμφισβητήσει τη μετονομασία, επισημαίνοντας τα εμφανή πολιτικά της κίνητρα και χαρακτηρίζοντας “αμφιλεγόμενη προσωπικότητα” την Ελένη Παπαδάκη.

Δεν ήταν μόνο οι γραφικές κραυγές των κατά φαντασίαν φιλελέ, αλλά και οι οιμωγές κεντροαριστερών, από το “Δε ντρέπεστε” της Έλενας Ακρίτα ως τις νουθεσίες της Μιλένας Αποστολάκη, που βρήκε νέο πεδίο δόξης λαμπρό μετά τη σταυροφορία κατά του φθοροποιού Τζόκερ. Ακόμα και στην “αριστερή” Εφσυν εμφανίστηκε στη στήλη του Ιάσονα Τριανταφυλλίδη κείμενο για την Ελένη που τάχα ξανασταυρώνεται.

Κοινός λίγο πολύ παρονομαστής στις παρεμβάσεις αυτές κι άλλες παρόμοιες, επώνυμες η μη, είναι η επίκληση της καλλιτεχνικής αξίας της Παπαδάκη, που ουδείς αμφισβήτησε, και η υποβάθμιση ως ανοιχτή ωραιοποίηση των πεπραγμένων της στην Κατοχή. Το πιο τρανταχτό παράδειγμα μπουγάδας μας πρόσφερε το Protagon, με το εξής καταπληκτικό σκεπτικό:

Η Ελένη Παπαδάκη ήταν μια πανέμορφη γυναίκα που η μοίρα την έφερε, καθώς ήταν πολύγλωσση, σπουδαγμένη και γοητευτική, να αποκτήσει σχέσεις με τους κατακτητές στην Κατοχή, όπως και με τον κατοχικό πρωθυπουργό, Ιωάννη Ράλλη. Ηταν όμως μια Ελληνίδα που μέσα από αυτές τις καταδικαστέες στα μάτια του υποδουλωμένου λαού σχέσεις της βοήθησε να γλιτώσουν πολλοί.

Ώστε έτσι λοιπόν. Θέλημα της μοίρας οι όμορφες κι έξυπνες γυναίκες να σχετίζονται με ναζί και δωσίλογους. Πάλι καλά που δε γράφει ότι όσες δεν το έκαναν ήταν άσχημες κι ανόητες. Υπέροχο και το δεύτερο σκέλος του επιχειρήματος “Ναι, όπως τα λέτε ήταν, αλλά έσωσε και κάμποσους”. Mutatis mutandis, παραπέμπει στην παλιά ρήση για πολιτικούς που “έκλεψαν, αλλά έκαναν κι έργο”.

Υπάρχουν βέβαια κι όσοι απαξιώνουν συνολικά τις φήμες για τις κατοχικές σχέσεις της ηθοποιού, απαξιώνοντας τις σχετικές αναφορές στην απολύτως δεξιά και αντικομμουνιστική εφημερίδα “Ελληνικόν Αίμα”. Οι ίδιοι εν πολλοίς άνθρωποι είναι εκείνοι που δέχονται άκριτα κι ως ευαγγέλιο την εκδοχή του Μάνου Ελευθερίου στη “Γυναίκα που πέθανε δύο φορές”, ένα έργο μυθοπλασίας δηλαδή. Τον πυρήνα της άποψης Ελευθερίου μπορεί να βρει κάποιος στο παρακάτω κείμενο, που αναδημοσίευσε ασμένως η μιντιακή χορεία υπερασπιστών της Παπαδάκη, για τη σοβαρότητα του οποίου δεν μπορούμε να εκφραστούμε δίχως να θεωρηθεί προσβολή στη μνήμη του αξιόλογου σε άλλα πεδία δημιουργού. Ενδεικτικά να αναφέρουμε ότι βρίθει υπονοούμενων και κατηγοριών κατά συναδέλφων της Παπαδάκη, με κοινό τους στοιχείο την ένταξη στο ΕΑΜ, ενώ κατηγορεί το ΚΚΕ για σχέσεις με … μαυραγορίτες. Nuff said, που λένε και στο χωριό μας.

Σίγουρα δεν είμαστε ντετέκτιβ και σε τελική ανάλυση εκείνο που πραγματικά ενδιαφέρει δεν είναι η ακριβής φύση των σχέσεων της Παπαδάκη με τον Ιωάννη Ράλλη ή τους Γερμανούς. Το βέβαιο είναι ότι ο συγχρωτισμός της ηθοποιού με εξέχουσες φυσιογνωμίες του κατοχικού μηχανισμού ήταν τόσο εμφανής, ώστε προκαλούσε οργή σε τελείως αντιτιθέμενα ιδεολογικά στρατόπεδα. Οργή και αγανάκτηση για την ταύτισή της με τους δυνάστες του λαού, την ώρα που πολλοί συνάδελφοί της έπαιζαν τη ζωή τους κορώνα – γράμματα συνεισφέροντας στην αντίσταση, εξηγεί και τη διαγραφή της από το ΣΕΗ, κι όχι ο φθόνος για το ταλέντο της, τα πλούτη της και σίγουρα όχι για τον τρόπο ζωής της. Κανένας εαμικός καλλιτέχνης δε θα ζήλευε ποτέ τη συναναστροφή με τους χιτλερικούς τυρράνους και τους ντόπιους τοποτηρητές τους.

Αποτελεί λαθροχειρία του αισχίστου είδους να αντιμετωπίζεται η δίκαιη διαγραφή της από το ΣΕΗ ως πρελούδιο της δολοφονίας της, πολλώ δε μάλλον να αποδίδεται πρόθεση δικαίωσης του βάναυσου τρόπου θανάτωσής της σε όσους αντιδρούν στην ηρωοποίηση της Παπαδάκη με ενέργειες σαν αυτή της διοίκησης του Εθνικού. Αυτά είναι θέματα που έχουν λυθεί εδώ και 75 χρόνια, από το ΕΑΜ, το ΚΚΕ και το Ζαχαριάδη προσωπικά, όπως παραδέχονται εξάλλου και οι υπέρμαχοι της μετονομασίας, κατηγορώντας τους επικριτές για “αναμόχλευση εμφυλιακών παθών”. Στην πραγματικότητα, οι μόνοι που λειτουργούν με εμφυλιακή λογική είναι όσοι εδώ και δεκαετίες πατούν στο κουφάρι της Παπαδάκη για να κάνουν αντιεαμική και αντικομμουνιστική προπαγάνδα. Ο μόνος λόγος που αποφασίστηκε να δοθεί το όνομά τη στην επίμαχη αίθουσα, είναι επειδή βολεύει το σκουριασμένο σα κονσερβοκούτι αφήγημα της πτωματολογίας, κι όχι η καλλιτεχνική της σπουδαιότητα που προσχηματικά προβάλλεται ως αιτιολογία. Αλήθεια σε ποια άλλη χώρα του κόσμου αποδόθηκαν τέτοιες τιμές σε ηθοποιό τόσο στενά συνδεδεμένη με την κατοχική ελίτ; Θα τολμούσαμε να πούμε ούτε καν στις βαλτικές χώρες, όπου παρελαύνουν περήφανα τα παλιά μέλη των Ες-Ες κι οι επίγονοί τους.

Εξάλλου, αν ήθελε ο νεοδιορισμένος καλλιτεχνικός διευθυντής απλώς να δώσει το όνομα ενός δεξιού ηθοποιού σε κάποια αίθουσα, είχε στη διάθεσή του αρκετές επιλογές που θα ξεσήκωναν λίγες ή καθόλου αντιδράσεις. Κατά τη γνώμη μας μάλιστα, αν ο Δημήτρης Λιγνάδης είχε χιούμορ, θα μπορούσε να ονομάσει την αίθουσα Rex “Ρένα Βλαχοπούλου”, που όχι μόνο είχε τα σωστά φρονήματα, αλλά στο κάτω – κάτω έχει πετύχει και το μοναδικό στα υποκριτικά χρονικά κατόρθωμα να ανοίξει διάλογο με πορτρέτο της Μάργκαρετ Θάτσερ.

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: