Hodut

Αν ήμασταν εμείς οι ξεριζωμένοι, θα θέλαμε να συναντήσουμε υψωμένους φράχτες που θα έφραζαν τον δρόμο μας και να ακούμε να μας αποκαλούν «εισβολείς»; Ή θα επιζητούσαμε διακαώς ένα απλωμένο χέρι για να μπορέσουμε να ακουμπήσουμε και να σταθούμε ξανά στα πόδια μας;

«Hodut» στα τούρκικα σημαίνει σύνορα, τα όρια ανάμεσα σε δύο διαφορετικές επικράτειες. Ανάμεσα σε αυτά τα όρια, στην αποκαλούμενη γκρίζα ζώνη, σε μια επιφάνεια που δεν ξεπερνάει το 1 km σε μήκος, βρίσκονται κάποιοι άνθρωποι που κάποιοι τους υποσχέθηκαν πως μπορούν να περάσουν απέναντι, πως εκεί τους περιμένει μια καλύτερη ζωή, χωρίς να ακούγεται ο ήχος των οβίδων, χωρίς εικόνες διαμελισμένων σαρκίων να μονοπωλούν τη μνήμη τους, χωρίς να είναι στοιβαγμένοι σε άψυχες λαμαρίνες που προσπαθούν να θερμανθούν από τη ζεστασιά της ανάσας τους που άλλοτε βγαίνει διακεκομμένη και άλλοτε γεμάτη από παλμό και ένταση για να σιγουρευτούν πως είναι ακόμη ζωντανοί. 

Οι Καστανιές είναι ένα μικρό, ήσυχο χωριό, που αν το επισκεφθεί κάποιος που είναι συνηθισμένος να ζει στους ρυθμούς της πολύβουης πρωτεύουσας, ίσως πιστέψει πως είναι ερειπωμένο. Τις τελευταίες μέρες, όμως, δονείται από τους κραδασμούς των γεωπολιτικών παιχνιδιών και των οικονομικών συμφερόντων ανάμεσα στις μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Είναι η σειρά της Τουρκίας να ασκήσει πίεση, να «διαπραγματευτεί», να εκβιάσει καλύτερη θέση στην αλυσίδα των ανταγωνισμών ανάμεσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, τη Ρωσία και τις ΗΠΑ. Πώς; Πιέζοντας την Ελλάδα, που διαλαλεί σε όλους τους τόνους πως «προστατεύει τα ευρωπαϊκά σύνορα», προσπαθώντας απεγνωσμένα – και μάταια – με τη σειρά της να «ευαισθητοποιήσει» και να κινητοποιήσει τους «συμμάχους» της να τη βοηθήσουν. 

«Φυλάμε τα σύνορά μας, φυλάμε τα σύνορα της Ευρώπης», ανέφερε ο υφυπουργός Άμυνας, Αλκιβιάδης Στεφανής, φέρνοντας στο μυαλό μας το γνωστό ποίημα του Καβάφη «Θερμοπύλες». Όταν έγραφε τους στίχους «Τιμή σ’ εκείνους όπου στη ζωή των όρισαν και φυλάγουν Θερμοπύλες», ο ποιητής αναφερόταν σε αυτούς που με αυτοθυσία αγωνίζονται για να προασπίσουν έννοιες όπως η ελευθερία και η δικαιοσύνη και όχι σε αυτούς που προσπαθούν να περιορίσουν αυτές τις έννοιες, ξυλοκοπώντας και πνίγοντας αθώους, σε αυτούς που η μόνη ελευθερία που αναγνωρίζουν είναι αυτή της ελεύθερης αγοράς και η μόνη δικαιοσύνη που διακρίνουν είναι αυτή της διακίνησης κεφαλαίων.

«Hodut» γράφει μία από τις επιγραφές που υπάρχουν στις Καστανιές, ανάμεσα στις δύο χώρες. Αν η κατάσταση ήταν ήρεμη, οι Τούρκοι και Έλληνες φαντάροι θα συζητούσαν μεταξύ τους και θα έκαναν πλάκα, ενώ κάτοικοι από τις Καστανιές και την Ανδριανούπολη θα έκαναν τις καθιερωμένες τους, σχεδόν καθημερινές, μετακινήσεις από τη μία πόλη στην άλλη, αγοράζοντας προϊόντα.

Τώρα όλα μυρίζουν σύγκρουση, θυμό και αγανάκτηση, συναισθήματα μπολιασμένα από κινήσεις τακτικής που έχουν σαν στόχο να αποπροσανατολίσουν την κοινή γνώμη από τον πραγματικό εχθρό, να την κάνουν να πιστέψει πως η λύση είναι η «δημιουργία τόπων εξορίας σε ακατοίκητα νησιά», επειδή πρόκειται για «οργανωμένη εισβολή που έχει σαν στόχο να αλλοιώσει τον πολιτισμό μας».

Για να συλλογιστούμε τη λύση, τη στάση που οφείλουμε να κρατήσουμε, θα πρέπει πρωτίστως να τοποθετήσουμε τον εαυτό μας στη θέση αυτών των ανθρώπων. Να μπούμε στα παπούτσια τους, να συναισθανθούμε τις ανησυχίες τους, να αφουγκραστούμε τις ελπίδες και τα όνειρά τους. Αν ήμασταν εμείς οι κυνηγημένοι, οι απόκληροι, οι ξεριζωμένοι, αυτοί που ξεκινούσαν για να βρουν τη δική τους «Γη της Επαγγελίας», θα θέλαμε να συναντήσουμε υψωμένους φράχτες που θα έφραζαν τον δρόμο μας και να ακούμε να μας αποκαλούν «εισβολείς»; Ή θα επιζητούσαμε διακαώς ένα απλωμένο χέρι για να μπορέσουμε να ακουμπήσουμε και να σταθούμε ξανά στα πόδια μας;

Σημειώνουμε πως αν στα παραπάνω ερωτήματα διαλέξουμε το απλωμένο χέρι, επιλέξουμε δηλαδή την αλληλεγγύη από την απανθρωπιά, αυτό δεν συνεπάγεται αδυναμία, πόσο μάλλον προδοσία απέναντι στη χώρα μας. Γιατί τα συναισθήματα ενσυναίσθησης για τους κατατρεγμένους δημιουργούν αντανακλαστικά συναισθήματα κατανόησης για τα προβλήματα που προκύπτουν στον ντόπιο πληθυσμό από την αθρόα προσέλευση ανθρώπων που είναι δύσκολο να ενσωματωθούν αυτόματα στην κοινωνία μας – ειδικά όταν η ίδια η πολιτεία δεν έχει σαν σκοπό την ενσωμάτωση αλλά τη γκετοποίησή τους. Ωστόσο – και σε αυτό επιβάλλεται να συμφωνήσουμε – τα προβλήματα  αυτά δεν μπορούν να επιλυθούν με ρατσιστικές κορόνες ή ακροδεξιούς φανφαρονισμούς, με σωματική και λεκτική βία ή λιντσαρίσματα. 

Την οργή μας οφείλουμε να τη στρέψουμε απέναντι στους υπαίτιους, σε εκείνους που  δημιούργησαν αυτή την κατάσταση και την άφησαν να κλιμακωθεί για να φτάσει στο σημείο που έφτασε σήμερα – την Ευρωπαϊκή Ένωση και την πολιτική που κράτησε και κρατάει στο προσφυγικό με τη συμφωνία που έχει κάνει με την Τουρκία, το ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ με τους πολέμους που εξαπολύουν, τις ελληνικές κυβερνήσεις που δεν συγκρούστηκαν με όλους εκείνους που συναινούν ή ανέχονται μέσω της σιωπής τους αυτή την κατάσταση.

Η ΕΔΑ αποκαλούσε την Ευρωπαϊκή Ένωση ως «λάκκο των λεόντων». Σε αυτό τον λάκκο που κάποιοι προσπαθούν σήμερα να ρίξουν μέσα τους πρόσφυγες, τους μετανάστες και τον ντόπιο πληθυσμό, όλους εκείνους που δεν έχουν καμία ευθύνη για όσα συμβαίνουν ερήμην τους, έχει πέσει εκκωφαντικά η Ευρωατλαντική πολιτική, ολόκληρη η δόμηση του σύγχρονου παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού, που προσπαθεί να πιαστεί από οπουδήποτε για να συντηρήσει μια ψευδεπίγραφη εικόνα «ισχύος» και να πείσει πως δεν έχει επέλθει ακόμα η πλήρης αποσάθρωση ενός μοντέλου που έχει φτάσει στο σημείο να τρώει τις ίδιες του τις σάρκες.

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: