Fight Club (Η πανδημία που άλλαξε τους κανόνες)

Ακόμα και μετά από δύο χρόνια πανδημίας, καμία συναυλία δεν έχει γίνει υπέρ της ενίσχυσης του συστήματος υγείας, ούτε υπέρ του δικαιώματος της Αφρικής να παράγουν δικά τους εμβόλια. Οι εργαζόμενοι στο σύστημα υγείας (και όχι μόνο) κακοποιούνται καθημερινά, με ψυχολογική βία και την απειλή της επισφάλειας, σε τέτοιο βαθμό που η ψυχραιμία δεν έχει κανένα νόημα και τα μεγαλόστομα αιτήματα σε πεταμένα bullet δεν πείθουν κανένα

«Ο πρώτος κανόνας του fight club είναι ότι δε μιλάμε για το fight club.»

Για όσους έζησαν τα 90s η προηγούμενη ρήση μάλλον δε χρειάζεται ιδιαίτερες εξηγήσεις. Για όσους δεν τα έζησαν, είναι ίσως η πιο γνωστή ατάκα της ταινίας Fight Club, μεταφοράς από το ομώνυμο βιβλίο του Chuck Palahniuk. Και ίσως συμπυκνώνει σε μεγάλο βαθμό το  σύνθημα εκείνης της περιόδου. Πιο παλιά ήταν το ‘η σιωπή είναι χρυσός’. Και πάνω σε αυτές τις αντιλήψεις χτίστηκαν συμβιβασμοί, ηττήθηκαν επαναστάσεις, διαψεύστηκαν όνειρα και ελπίδες. Ο καθένας μπορεί να εκτονώνεται στα κρυφά, αρκεί να μη τον βλέπουν. Και συνήθως η ψυχολογική καταπίεση οδηγεί σε έκρηξη σωματικής βίας, σε συναδέλφους, στα γήπεδα, στις γυναίκες και ου το καθεξής.

«Αν αναζητήσει κανείς τους συγγραφείς και τα βιβλία που άλλαξαν σε σημαντικό βαθμό τη σύγχρονη μυθοπλασία τα τελευταία τριάντα χρόνια, θα διαπιστώσει ότι παραδόξως οι υποψηφιότητες είναι ελάχιστες. Ένα πολύ μεγάλο ποσοστό αυτού που ορίζεται ως σοβαρή λογοτεχνία συνήθως πάει πακέτο με το απαραίτητο συμπληρωματικό σχόλιο ότι το τάδε έργο εξυμνεί τη ζωή. Συνήθως αυτό σημαίνει ότι υποστηρίζει περήφανα τον τρόπο ζωής και τις αξίες του φθίνοντος πληθυσμού που αφιερώνει χρόνο και συγκέντρωση για να διαβάσει σοβαρή λογοτεχνία, δηλαδή της βιβλιοφάγας μερίδας της μπουρζουαζίας, είτε συντηρητικών είτε φιλελεύθερων τάσεων. Η παρακμή του μυθιστορήματος ως κινητήριος πολιτιστικής δύναμης  στα λαϊκά στρώματα είναι αδιαμφισβήτητη.»

Τα χρόνια περνούν, η «ανέμελη» δεκαετία του 90 διαδέχεται από μια περίοδο οικονομικής κρίσης και διαδοχικά μια πανδημία,  και το Fight Club εξελίσσεται με τη σειρά του με δύο πλέον συνέχειες σε graphic novel, καθώς το «χάος, το σαπούνι και η αναρχία» είναι πολύ  ουτοπικά  για να μπορούν να αλλάξουν το σύστημα. Το παραπάνω απόσπασμα λοιπόν αφορά την εισαγωγή στα εικονογραφημένα μυθιστορήματα από τον συγγραφέα (της άλλης εμβληματικής ταινίας των 90s, Trainspotting) Irvine Welsh. Και όντως το σύνολο των προοδευτικών φιλελεύθερων καλλιτεχνών και διαμορφωτών της κοινής γνώμης εντάσσεται σε αυτό το πλαίσιο υπεράσπισης του κατεστημένου, καταλήγει δηλαδή σε συντηρητισμό. Αυτό αποτυπώνεται και πως οι όποιες συναυλίες αλληλεγγύης ή εκπομπές ή αναρτήσεις στα social media αφορούν ζητήματα που εντάσσονται στο σχεδιασμό του κατεστημένου. Μέχρι εκεί. Και συνήθως είναι μακριά από την άμεση καθημερινότητα: πόλεμος μακριά (με προϋπόθεση να μη τον οργανώνει το κατεστημένο), λιμός και πείνα ακόμα πιο μακριά, κλπ. Και η παρακμή δεν αφορά μόνο το μυθιστόρημα, αλλά κάθε μορφή συλλογικής έκφρασης, από τα τραγούδια έως τα σωματεία. Μπορούν να υμνούν δήθεν τη ζωή και τα δικαιώματα, αρκεί να μην ενοχλούν.

«Στην ταραχώδη αλλά κομφορμιστική εποχή μας, είναι ευκολότερο για τα επιχειρηματικά εμπορικά συμφέροντα να προωθούν ουτοπικά έργα μυθοπλασίας. Και ενώ συμβαίνουν όλα αυτά, έχουμε αντικαταστήσει τη γνήσια παραβίαση των κανόνων με κίβδηλες κατακραυγές στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και με φτηνή μαστούρα από την έκλυση ντοπαμίνης. Αν χάσουμε όμως την έντονη παρόρμηση να εξεγειρόμαστε ενάντια στην εξουσία, τότε αυτή την στιγμή την έχουμε γαμήσει χειρότερα από ποτέ.»

Με την επόμενη παράγραφο από την προαναφερθείσα εισαγωγή, γίνεται και η πιο εύστοχη περιγραφή του πώς εξελίσσεται η μάχη των ιδεών στο σήμερα, πώς η πηγαία τάση για εξέγερση και υπέρβαση εξαντλείται σε φθηνούς βερμπαλισμούς στα social media, σε ψευτοτσαμπουκάδες στο σπίτι, στο γήπεδο ή στη δουλειά, σε επιλογές που όχι μόνο δεν ενδυναμώνουν, αλλά καταστέλλουν την όποια παρόρμηση για εναντίωση στην κάθε μορφή εξουσίας. Και στην κομμούνα να είμαι οπορτούνα, για να σας εκτονώνω με πλαίσιο το νόμο όπως τραγουδούσε και ο Νικόλας Άσημος.

Τα ψέματα βέβαια δεν κρατούν για πάντα, και μαζί με τη νέα δεκαετία, το 2020 ήρθε και ο κορωνοϊός για να ανατρέψει τη θολή βουβαμάρα που είχε επιβληθεί στην καθημερινότητα. Και κάπως έτσι οι κανόνες σιγά σιγά αλλάζουν. Και πλέον μπορεί κάποιος να διαπιστώσει  τη γύμνια τον προοδευτικών ή συντηρητικών opinion makers, με ελάχιστες εξαιρέσεις (Don’ t look up, ΟΕΝΓΕ, κοινοί θνητοί σα μερικά παραδείγματα που δεν εντάσσονται καν στις δύο αυτές κατηγορίες). Ακόμα και μετά από δύο χρόνια πανδημίας, καμία συναυλία δεν έχει γίνει υπέρ της ενίσχυσης του συστήματος υγείας, ούτε υπέρ του δικαιώματος της Αφρικής να παράγουν δικά τους εμβόλια. Οι εργαζόμενοι στο σύστημα υγείας (και όχι μόνο) κακοποιούνται καθημερινά, με ψυχολογική βία και την απειλή της επισφάλειας, σε τέτοιο βαθμό που η ψυχραιμία δεν έχει κανένα νόημα και τα μεγαλόστομα αιτήματα σε πεταμένα bullet δεν πείθουν κανένα.

Γιατί όσοι έχουν καταπιέσει την παρόρμηση προς εξέγερση και έχουν βολευτεί στην παρούσα τάξη πραγμάτων προσπαθούν να αποτρέψουν το αναπόφευκτο: την κατάρρευση του συστήματος και την εξέγερση. Που είναι και η μοναδική απάντηση στο κοινωνικό γίγνεσθαι των τελευταίων δύο χρόνων. Ενώ το σύστημα υποτίθεται πως αντιμετωπίζει την πανδημία, στην ουσία εντείνει την ιδιωτικοποίηση της υγείας και της ολικής μετατροπής της από αγαθό σε εμπόρευμα, τα εμβόλια και οι διαγνωστικές εξετάσεις χαρακτηρίζονται από ταξικούς φραγμούς, η ενεργειακή κρίση γίνεται όργανο εξαθλίωσης του προλεταριάτου και εξόντωσης των συνταξιούχων, η ακρίβεια θεριεύει και η μετακίνηση καθίσταται πολυτέλεια. Και σε όλα αυτά η απάντηση, από των πόλεμο στην Ουκρανία και την πανδημία, έως την εξαφάνιση των παραγωγικών δυνατοτήτων δεν μπορεί να είναι η συνθηκολόγηση για μια πιο ανθρώπινη καταπίεση.

Δυστυχώς όλα αυτά δεν τελειώνουν την τελευταία μέρα του Απρίλη για να ξαναρχίσουν τον Σεπτέμβρη, όπως ελπίζουν τα μονοπώλια και οι εντολοδόχες κυβερνήσεις τους. Και δυστυχώς η κατάσταση πλέον δε λύνεται με μέτρα ατομικής προστασίας ή με στείρες επιστημονικές μελέτες. Γιατί το πρόβλημα δεν είναι επί της ουσίας πρόβλημα λοιμωξιολογίας, διατροφής ή ενέργειας. Το πρόβλημα είναι κοινωνικής ιατρικής και αφορά πλέον την επιβίωση των καταπιεζόμενων. Για αρχή όμως όπως κλείνει ο Irvine Welsh, «ο καινούριος πρώτος κανόνας του Fight Club είναι ότι πρέπει οπωσδήποτε να μιλήσουμε για το Fight Club».

Πάνος Χριστοδούλου, Βιοπαθολόγος/Εργαστηριακός Ιατρός, MSc Διοίκησης Μονάδων Υγείας, MSc Διατροφής, Τροφίμων και Μικροβιώματος, Υποψήφιος Διδάκτορας Ιατρικής Πανεπιστημίου Πατρών, PGCert Διαχείρισης κρίσεων στη δημόσια υγεία και ανθρωπιστικής απάντησης, μέλος τριμελούς επιτροπής γιατρών ΓΝ Άρτας

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: