«Πειθαρχική Μεραρχία 999» του Κώστα Σταματόπουλου
Ένα Άλλο «ΟΧΙ»: Η λιγότερο γνωστή Αντίσταση Γερμανών στρατιωτών στο πλευρό του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ
Το ντοκιμαντέρ «Πειθαρχική Μεραρχία 999» του Κώστα Σταματόπουλου που προβάλλεται στον κινηματογράφο Τριανόν, στρέφεται σε έναν αφανή κόσμο, φωτίζοντας μια ξεχασμένη πτυχή του αντιφασιστικού αγώνα στην Ελλάδα: τη συμμετοχή Γερμανών και γερμανόφωνων στρατιωτών στον ΕΛΑΣ, ενάντια στον ναζισμό.
Στην επίσημη ιστορία της Αντίστασης κατά της ναζιστικής κατοχής την περίοδο 1941–1945, η αλήθεια έχει καταγραφεί: η μαζική κινητοποίηση του ελληνικού λαού και των αντιστασιακών οργανώσεων, με κύριο πυλώνα το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ. Όμως, λιγότερο γνωστή -σχεδόν αποσιωπημένη- είναι και μία άλλη αλήθεια. Το άλλο «Όχι», που ειπώθηκε από εκείνους που θεωρούνταν απρόσμενοι σύμμαχοι: Γερμανοί και γερμανόφωνοι στρατιώτες που αυτομόλησαν από τη Βέρμαχτ και εντάχθηκαν στο ΕΑΜ-ΕΛΑΣ, πολεμώντας στο πλευρό των Ελλήνων κατά του φασισμού.
Το ντοκιμαντέρ που προβάλλεται αυτές τις μέρες στον κινηματογράφο Τριανόν, επιχειρεί να αναδείξει αυτή την άγνωστη ιστορία· ένα κομμάτι της Αντίστασης που αποκαλύπτει το βάθος και τη δύναμη του αντιφασιστικού αγώνα – όχι απλώς ως απάντηση στην κατοχή, αλλά και ως συνειδητή πολιτική στάση και διεθνιστικό καθήκον απέναντι στον φασισμό και τον ιμπεριαλισμό.
Πολλοί από τους στρατιώτες που πολέμησαν μαζί με τον ΕΛΑΣ προέρχονταν από τη Μεραρχία 999. Πρόκειται για ένα γερμανικό τάγμα, που δημιουργήθηκε με σκοπό την εξαφάνιση πολιτικά ανεπιθύμητων -κυρίως κομμουνιστών και αντιφρονούντων- σε αποστολές υψηλής θνησιμότητας. Το τάγμα αυτό αποκαλείτο και «τάγμα αυτοκτονίας», αφού οι στρατιώτες του θεωρούνταν «πολιτικά ανάξιοι» να υπηρετήσουν τη ναζιστική ιδέα της «ένδοξης πατρίδας» για αυτό και ο βασικός λόγος δημιουργίας του τάγματος ήταν να οδηγηθούν στον θάνατο. Κάποιοι από αυτούς δε, κυρίως οι πολιτικά αντιφρονούντες στάλθηκαν σε περιοχές όπως τα ελληνικά νησιά, όπου ήταν δύσκολη η διαφυγή.
Κι όμως, πολλοί από αυτούς κατάφεραν να αυτομολήσουν. Εντάχθηκαν στις δυνάμεις του ΕΛΑΣ και συμμετείχαν ενεργά στον αγώνα ενάντια στη ναζιστική θηριωδία. Προσέφεραν πολύτιμες υπηρεσίες και βοήθησαν στη διάσωση αμάχων και αγωνιστών. Μια πράξη ηθικής ανδρείας και ιδεολογικής πίστης – απέναντι στο γερμανικό καθεστώς που τους είχε χαρακτηρίσει εχθρούς και προδότες.
Το κεντρικό ερώτημα που αναδεικνύεται μέσα από το ντοκιμαντέρ είναι βαθιά υπαρξιακό και ταυτόχρονα πολιτικό: Τι επιλέγεις να κάνεις όταν αυτό που σου επιβάλλεται συγκρούεται με την ιδεολογία σου, με την ίδια σου τη συνείδηση;
Μέσα στο απόλυτο σκοτάδι, στον φόβο και την υποταγή που επιβάλλουν τα ολοκληρωτικά καθεστώτα, έρχεται η στιγμή των μεγάλων αποφάσεων. Μπορείς να επιλέξεις να κρυφτείς πίσω από την υπακοή, να ακολουθήσεις διαταγές, να πνίξεις τον εαυτό σου στην «κανονικότητα» ενός εγκληματικού καθεστώτος. Ή μπορείς να ρισκάρεις – να θέσεις σε κίνδυνο τη ζωή σου και να αγωνιστείς, ακόμα και απέναντι στη χώρα σου, αλληλέγγυος στους λαούς που αντιστέκονται στα εγκλήματα.
Επιλέγεις να “σκοτώνεις” κάθε μέρα τον εαυτό σου, υπακούοντας σε διαταγές και καταπίνοντας το αφήγημα του «καλού πατριώτη» που «σώζει» την πατρίδα του ή αψηφάς τον πραγματικό θάνατο, προκειμένου να διατηρήσεις ζωντανό το όραμα ενός δίκαιου και ανθρώπινου κόσμου;
Ένα από τα πρόσωπα-σύμβολα αυτής της ιστορίας είναι ο Γκέρχαρντ Ράινχαρτ, Γερμανός μαχητής που πήρε το ψευδώνυμο «Μανώλης», εμπνευσμένος από τον Μανώλη Γλέζο. Δεν ήταν απλώς μια αλλαγή ονόματος. Ήταν μια δήλωση ταυτότητας. Ο ίδιος δεν άλλαξε· απλώς βρήκε τον εαυτό του μέσα από την αλληλεγγύη, τη σύγκρουση, την πράξη.
Σε μια εποχή όπου ο όρος «πατριώτης» συχνά χρησιμοποιείται για να δικαιολογήσει τη βία, την υποταγή ή τη σιωπή· σε μια εποχή όπου ο εκφασισμός των κοινωνιών εξαπλώνεται με ανησυχητική ταχύτητα· σε μια εποχή όπου ο φασισμός δεν χρειάζεται καν να μεταμφιεστεί – είναι αυτό ακριβώς που περιέγραψε ο Δημητρόφ: η φανερή τρομοκρατική δικτατορία των πιο αντιδραστικών και σοβινιστικών δυνάμεων του χρηματιστικού κεφαλαίου – οι επιλογές αυτών των ανθρώπων αποκτούν ιδιαίτερη βαρύτητα. Το «Όχι» των Γερμανών αντιφασιστών στο πλευρό του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ είναι ένα ηχηρό μήνυμα ηθικής και πολιτικής επιλογής. Και είναι καιρός να το ακούσουμε.
Είναι επιλογή μας αν θα χτίσουμε τη φυλακή μας ή αν θα δραπετεύσουμε από αυτή. Οι επιλογές και οι αποφάσεις που τις συνοδεύουν είναι επώδυνες, αλλά είναι αυτές που καθορίζουν τελικά το ποιοι είμαστε, πού ανήκουμε και πού τελικά θέλουμε να φτάσουμε.