Υπάρχουν δίκαιοι πόλεμοι;

Συχνά οι συγκρούσεις οξύνονται τόσο που παίρνουν τη μορφή ανοιχτού πολέμου. Τότε αρχίζουν κάθε είδους αναλύσεις για να μας εξηγήσουν ποιος έχει δίκιο, ποιος άρχισε πρώτος τον πόλεμο, ποιος είναι επιτιθέμενος και ποιος αμυνόμενος.
Μήπως έχετε και σεις ανάλογα ερωτηματικά;

ΡΩΤΑΤΕ; ΑΠΑΝΤΑΜΕ  05

Υπάρχουν δίκαιοι πόλεμοι;

Η εποχή μας είναι εποχή του ανεπτυγμένου μονοπωλιακού καπιταλισμού, εποχή του ιμπεριαλισμού. Κάθε αστικό κράτος συγκρούεται με τα υπόλοιπα για να εξασφαλίσει πλουτοπαραγωγικές πηγές, να ελέγξει τις τοπικές αγορές, και να στηρίξει τα συμφέροντα της δικής του αστικής τάξης. 

Συχνά οι συγκρούσεις οξύνονται τόσο που παίρνουν τη μορφή ανοιχτού πολέμου. Τότε αρχίζουν κάθε είδους αναλύσεις για να μας εξηγήσουν ποιος έχει δίκιο, ποιος άρχισε πρώτος τον πόλεμο, ποιος είναι επιτιθέμενος και ποιος αμυνόμενος.

Μήπως έχετε και σεις ανάλογα ερωτηματικά;

Ναι;

Ας εξετάσουμε τα δεδομένα.

 

Οι αιτίες των ιμπεριαλιστικών πολέμων

Οι αστοί διανοητές και πολιτικοί αναλυτές τους διαρκώς επαναλαμβάνουν τη γνωστή ρήση του Πρώσου στρατιωτικού Καρλ φον Κλαούζεβιτς «Πόλεμος είναι  η  συνέχιση της πολιτικής με άλλα μέσα». 

Μόνο από αυτή τη φράση εύκολα συμπεραίνουμε ότι, εφόσον ο πόλεμος προϋπάρχει ακόμα και στις λεγόμενες ειρηνικές περιόδους, δεν έχει νόημα να ψάχνουμε το ποιος έριξε τον πρώτο πυροβολισμό ή εάν την πρώτη επίθεση την έκανε ο αδύναμος ή ο ισχυρός. Από τότε που ο καπιταλισμός έχει μπει στην φάση του ιμπεριαλισμού ο πόλεμος είναι μια διαρκής κατάσταση, που άλλοτε εκδηλώνεται με στρατιωτικά μέσα και άλλοτε με πολιτικά μέσα. 

Επομένως για να κρίνεις εάν ένας πόλεμος είναι δίκαιος ή άδικος δεν θα πρέπει να μείνεις στην επιφάνεια κοιτάζοντας ποιος τον ξεκίνησε πρώτος, αλλά να ψάξεις να βρεις τις αιτίες που γίνεται ένας πόλεμος. Σημασία δεν έχει εάν είναι αμυντικός ή επιθετικός αλλά ποιας πολιτικής είναι συνέχεια.

Λόγου χάρη στον πόλεμο της Ουκρανίας ποιος νομίζεις ότι έχει το δίκιο και ποιος το άδικο; 

Άραγε τον ξεκίνησαν πρώτοι οι Ρώσοι το 2022 ή τον ξεκίνησε το 2014 το ΝΑΤΟ που έριξε με πραξικόπημα την κυβέρνηση της Ουκρανίας; 

Ο καθένας έχει επιχειρήματα για να στηρίξει ή την μία ή την άλλη άποψη, αλλά αυτό δεν είναι η ουσία.

Και η ουσία βρίσκεται στα αίτια που προκάλεσαν αυτή την ένοπλη σύγκρουση. Όλοι ξέρουμε κατά βάθος ότι οι αιτίες (και στην περίπτωση του Ουκρανικού πολέμου αλλά και όλων των άλλων που γίνονται στις μέρες μας), βρίσκονται στο ποιος θα κατέχει τις πλουτοπαραγωγικές πηγές, ποιος θα εκμεταλλευτεί τις αγορές και ποιος θα ελέγχει τους δρόμους μεταφοράς των εμπορευμάτων. 

Λόγου χάρη, μετά τις συνομιλίες με τους Ρώσους για την οδό μεταφοράς εμπορευμάτων στον Βόρειο Παγωμένο Ωκεανό (που έγιναν στη συνάντηση Τραμπ – Πούτιν), οι Ηνωμένες Πολιτείες, που ήταν επικεφαλής του Νατοϊκού στρατοπέδου, ήδη προετοιμάζουν τις μελλοντικές εμπορικές συμφωνίες με τους Ρώσους.

 Οι πολιτικές των καπιταλιστικών κρατών, που φροντίζουν για την αύξηση των κερδών των δικών τους αστικών τάξεων και την εκμετάλλευση των εργαζομένων τους, αποτελούν τις αιτίες για τους πολέμους. Κι αυτές οι πολιτικές είναι ίδιες, και πριν τον πόλεμο, και κατά τη διάρκεια του πολέμου, και μετά από αυτόν.

Κανένας σώφρων άνθρωπος, είτε αστός, είτε μικροαστός, είτε εργάτης, δεν μπορεί να αρνηθεί ότι τα βαθύτερα αίτια των πολέμων είναι η αχόρταγη δίψα των καπιταλιστών για μεγαλύτερη κερδοφορία και εκμετάλλευση των παγκόσμιων αγορών.

 

Ποια είναι η θέση των λαϊκών στρωμάτων πριν, μετά και κατά τη διάρκεια του πολέμου;

Στο καπιταλιστικό σύστημα τα λαϊκά στρώματα δέχονται στυγνή εκμετάλλευση. Αυτό δεν συμβαίνει επειδή οι καπιταλιστές είναι κακοί άνθρωποι εκ γενετής, αλλά επειδή μόνο έτσι λειτουργεί το σύστημα. Δεν γίνεται να υπάρχει καπιταλισμός δίχως εκμετάλλευση της εργατικής τάξης και των υπόλοιπων λαϊκών στρωμάτων.

Σε καιρούς «ειρήνης» η  ένταση της εκμετάλλευσης δημιουργεί εκατομμύρια άστεγους και πεινασμένους, ενώ δεκάδες χιλιάδες είναι οι νεκροί εργάτες στους χώρους δουλειάς λόγω εργοδοτικών εγκλημάτων. Μόνο στην Ευρωπαϊκή Ένωση (σύμφωνα με την EUROSTAT), πάνω από τέσσερις χιλιάδες εργαζόμενοι κάθε χρόνο χάνουν τη ζωή τους σε δυστυχήματα εν ώρα εργασίας, ενώ εκατομμύρια είναι οι τραυματισμένοι. Στην Ελλάδα θρηνούμε πάνω από 100 νεκρούς και 4.500 τραυματισμένους-ανάπηρους κάθε χρόνο λόγω έλλειψης μέτρων ασφαλείας και άσχημων συνθηκών εργασίας. Στον «ακήρυχτο» ταξικό πόλεμο η εργατική τάξη έχει αμέτρητα θύματα.

Σε περιόδους πολέμου τα πράγματα λαμβάνουν ακόμα πιο τραγική μορφή για την εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα, ανεξάρτητα σε ποιο στρατόπεδο ανήκουν. Τα παιδιά των εργατών στέλνονται μαζικά στα πολεμικά σφαγεία για τα συμφέροντα και τα κέρδη των καπιταλιστών. Ταυτόχρονα στα μετόπισθεν, η εργατική τάξη αγκομαχά για να προλάβει τους πολεμικούς ρυθμούς της οικονομίας, δίχως χρόνο ανάπαυσης, με μειωμένους μισθούς και περισσότερα εργατικά δυστυχήματα. Από την άλλη πλευρά τα παιδιά των πλουτοκρατών, στέλνονται στο «εξωτερικό» για να μην πολεμήσουν ή απλά συνεχίζουν τη χλιδάτη ζωή τους όπου κι αν βρίσκονται, ενώ η αστική τάξη όλων των εμπλεκόμενων κρατών βλέπει τον πόλεμο σαν ευκαιρία για να αυξήσει τα κέρδη της.

Μετά τον πόλεμο η εργατική τάξη καλείται να ανοικοδομήσει τα ερείπια που άφησε ο πόλεμος, να αποκαταστήσει τις κατεστραμμένες υποδομές και γενικά να ανασυγκροτήσει την οικονομία. Οι εργαζόμενοι, και στη χώρα των νικητών και στη χώρα των ηττημένων, πρέπει να ξεχάσουν τα βάσανά τους και να ριχτούν με τα μούτρα στη δουλειά για να συνεχίσουν να αυγαταίνουν τα κέρδη των καπιταλιστών. Η περίοδος της ανασυγκρότησης και ανοικοδόμησης μετά τον πόλεμο, είναι η πιο χρυσοφόρα περίοδος για την αστική τάξη. Και πριν τους πολέμους και κατά την διάρκειά τους και μετά από αυτούς, πάντα κερδισμένη είναι η αστική τάξη και πάντα χαμένη η εργατική.

 

Μήπως υπάρχουν δύο πατρίδες;

Σε κάθε πόλεμο, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, πολεμά και η εργατική και η αστική τάξη. Η κάθε μία όμως πολεμά από διαφορετικά μετερίζια και για διαφορετικούς σκοπούς. Για την εργατική τάξη ο πόλεμος ή και η κατοχή της χώρας τους είναι απλά μια συνέχιση της εκμετάλλευσης, ενώ για την αστική είναι η διαφύλαξη και η επέκταση της οικονομικής της κυριαρχίας.

Η αστική τάξη, ανεξάρτητα εάν θα συμμαχήσει με τον καταχτητή ή θα αντισταθεί σε αυτόν, πολεμάει για την δικιά της «πατρίδα». Και η δικά της «πατρίδα» είναι τα κέρδη των ολιγαρχών, τα κέρδη των μονοπωλιακών ομίλων. Ανεξάρτητα από την έκβαση των πολεμικών συγκρούσεων η αστική τάξη κάθε χώρας θα φροντίσει να μοιραστούν οι αγορές με τρόπο που θα εξασφαλίζουν τα συμφέροντα των εθνικών της μονοπωλίων και δεν θα λάβουν καθόλου υπόψη τα εργατικά και λαϊκά συμφέροντα.

 Δείτε για παράδειγμα τον πόλεμο στην Ουκρανία. Η Ουκρανική αστική τάξη δεν νοιάζεται που σφαγιάζεται ο λαός της ή που ξεπουλιούνται οι πλουτοπαραγωγικές δυνατότητες της χώρας στους Νατοϊκούς. Πέρα από τον άκρατο πλουτισμό ορισμένων (ακόμα και στρατιωτικών ή κυβερνητικών μελών), η μεγάλη αστική τάξη διαπραγματεύεται στο να εξασφαλίσει όσο το δυνατόν μεγαλύτερο μερίδιο στην λεηλάτηση του εθνικού πλούτου που θα αρχίσει μετά το τέλος του πολέμου. Επίσης στην Ελλάδα, την περίοδο της Κατοχής (1941-1944), οι βιομήχανοι συνέχισαν να παράγουν και να πουλάνε στους κατακτητές. 

Η εργατική τάξη από την άλλη μεριά, παλεύει ενάντια στην εξαθλίωση, την καταπίεση και την βία του κατακτητή και την αναμενόμενη ένταση της εκμετάλλευσης. Η δική της «πατρίδα» είναι μια πατρίδα απαλλαγμένη από την εκμετάλλευση των κεφαλαιοκρατών και έξω από τους ιμπεριαλιστικούς συνασπισμούς και τις διεθνείς οργανώσεις τους. Κατά τη διάρκεια του πολέμου η εργατική τάξη οφείλει να πολεμάει για μια «πατρίδα» στην οποία θα κατέχει την εξουσία και θα είναι ιδιοκτήτης του πλούτου που παράγει. Ακόμα και κατά τη διάρκεια μιας κατοχής η εργατική τάξη δεν έχει μόνο να πολεμήσει την ξένη αστική τάξη που εισέβαλλε αλλά και την ντόπια που δεν παύει να της επιτίθεται.

Η εμπειρία στην Ελλάδα (και σε άλλα κράτη), την περίοδο της ναζιστικής κατοχής 1941 – 1944 αποδεικνύει ότι ακόμα και σε περίοδο πολέμου είναι αναπόφευκτη η ταξική σύγκρουση. Στην περίοδο της αντικατοχικού αγώνα, το ένοπλο τμήμα της εργατικής τάξης και των συμμάχων της (ο ΕΛΑΣ), αναπόφευκτα συγκρούστηκε, εκτός από τις Γερμανικές και Ιταλικές δυνάμεις κατοχής, και με τα ένοπλα τμήματα της αστικής τάξης,  είτε αυτά εξυπηρετούσαν το τμήμα της αστικής τάξης που συνεργάστηκε με τους κατακτητές (τάγματα ασφαλείας) είτε με αυτά που τους πολεμούσαν (ΕΔΕΣ). Ακόμα και στην Μέση Ανατολή όπου η πλειοψηφία του ελληνικού στρατού ακολουθούσε το ΕΑΜ, αυτοί αναγκάστηκαν να συγκρουστούν με τον «Βασιλικό Ελληνικό Στρατό Μέσης Ανατολής» και με τους Άγγλους.

Όπως αποδεικνύουν τα πράγματα, τελικά σε κάθε κράτος υπάρχουν δύο πατρίδες. Μία «πατρίδα» των αστών και μια «πατρίδα» των εργατών και των λαϊκών στρωμάτων.

 

Υπάρχει δίκαιος πόλεμος;

Όλοι έχουμε ακούσει την έκφραση «αγωνίσου για το δίκιο σου» ή «πολέμα για το δίκιο σου» και όλοι θεωρούμε αυτονόητο να πολεμάμε για το δίκιο μας. Επομένως δεν έχουμε ανάγκη πολλών αποδείξεων για να καταλάβουμε ότι υπάρχουν πόλεμοι άδικοι και πόλεμοι δίκαιοι. 

Είναι άλλο να πολεμά ο εργάτης για τα συμφέροντα των καπιταλιστών και άλλο να πολεμά για τα συμφέροντα της τάξης του. Είναι διαφορετικό στον πόλεμο να κουβαλάς πολυβόλα και «να σκοτώνονται οι λαοί για τ’ αφέντη το φαΐ», όπως λέει ο ποιητής, και τελείως διαφορετικό να πολεμήσεις για την επαναστατική αλλαγή της κοινωνίας και για την απελευθέρωση της τάξης σου από τα δεσμά της εκμετάλλευσης.

Για να αντιληφθείς εάν ένας πόλεμος είναι δίκαιος ή άδικος ποτέ μην βάλεις το ερώτημα εάν είναι αμυντικός ή επιθετικός. Τα ουσιαστικά ερωτήματα είναι ποιες είναι οι αιτίες του πολέμου και ποιες κοινωνικές τάξεις των διεξάγουν. Εάν απαντήσεις σε αυτά, αμέσως θα αναγνωρίσεις τον χαρακτήρα του πολέμου και θα διαμορφώσεις ανάλογα τη στάση σου. 

Στους πολέμους ανάμεσα στα καπιταλιστικά κράτη «…πολλοί δεν ξέρουν πως επικεφαλής βαδίζει ο εχθρός τους, η φωνή που διαταγές τους δίνει είναι του εχθρού τους η φωνή, εκείνος που για τον εχθρό μιλάει είναι ο ίδιος τους ο εχθρός». Έτσι παραστατικά, αναδεικνύοντας όλη την ουσία των ιμπεριαλιστικών πολέμων, απέδωσε με λίγες λέξεις ο Μπρεχτ την ουσία των άδικων πολέμων. Ενώ ξεκαθαρίζοντας το ποιος είναι δίκαιος πόλεμος έγραψε: «ο στρατός ξεκινά, (Άννα μην κλαις), σαν γυρίσω ξανά θ’ ακολουθώ άλλες σημαίες…» υποδεικνύοντας ότι το καθήκον των εργατών είναι να σηκώσουν τη δική τους σημαία και τελικά να στρέψουν τα όπλα ενάντια στην δική τους αστική τάξη. 

Η στάση που θα κρατήσει ο καθένας μας στις περιπτώσεις των πολέμων εξαρτάται από τις απαντήσεις στα ερωτήματα που αναφέραμε προηγουμένως.

Όπως έγραφε ο Λένιν στο έργο του «Σοσιαλισμός και πόλεμος» το 1915 «… υπάρχει πόλεμος και πόλεμος, ότι υπάρχουν πόλεμοι δίκαιοι και άδικοι, προοδευτικοί και αντιδραστικοί, πόλεμοι των πρωτοπόρων τάξεων και πόλεμοι των καθυστερημένων τάξεων, πόλεμοι που εξυπηρετούν την εδραίωση της ταξικής καταπίεσης και πόλεμοι που εξυπηρετούν την ανατροπή της.»

Επομένως υπάρχουν πόλεμοι δίκαιοι, που πολεμάς για τα δικά σου συμφέροντα και το δίκιο της τάξης σου, και πόλεμοι άδικοι, που σε στέλνουν να σκοτωθείς για αλλότρια συμφέροντα, για την κυριαρχία των ελίτ, για να διατηρηθεί μια τάξη πραγμάτων που σε κρατά υποτελή. 

«Οι κομμουνιστές υποστηρίζουν τη διεξαγωγή επαναστατικών πολέμων, ταξικών πολέμων ενάντια στην αστική τάξη κάθε χώρας, όπως ήταν η Οκτωβριανή Επανάσταση στη Ρωσία το 1917, ο αγώνας του ΔΣΕ το 1946-1949 στην Ελλάδα, οι σοσιαλιστικές επαναστάσεις στον 20ο αιώνα.» Θεωρητικά ζητήματα στο πρόγραμμα του ΚΚΕ, σελ.118, εκδ. ΣΕ

  

Ποια στάση πρέπει να κρατήσουν οι εργαζόμενοι;

Ο πόλεμος, όπως δείξαμε, δεν πέφτει από τον ουρανό ούτε είναι αποτέλεσμα κάποιου «λάθους» στις διεθνείς σχέσεις. Είναι η πιο βίαιη συνέχεια της πολιτικής των μονοπωλίων, των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων και των συμμαχιών τους. Γι’ αυτό και οι εργαζόμενοι δεν έχουν κανένα συμφέρον να στοιχηθούν πίσω από τη δική τους αστική τάξη, πίσω από αυτούς που τους εκμεταλλεύονται σε καιρό «ειρήνης».

Όταν ξεσπά ένας πόλεμος, η αστική τάξη σπεύδει να ζητήσει «εθνική ενότητα». Με μεγάλα λόγια περί «πατρίδας» και «ελευθερίας» προσπαθεί να παρασύρει τον λαό να χύσει το αίμα του για ξένα προς τα συμφέροντά του σχέδια. Οι εργάτες όμως ξέρουν καλά από την πείρα τους ότι σε κάθε κρίσιμη στιγμή –είτε σε κρίση, είτε σε πόλεμο– οι θυσίες ζητιούνται πάντα από αυτούς: με χαμηλούς μισθούς, με εξαντλητικά ωράρια, με νέους φόρους, με επιστρατεύσεις. Την ίδια ώρα, οι μεγάλοι επιχειρηματίες, ακόμα και μέσα στη δίνη του πολέμου, συνεχίζουν να μετρούν κέρδη, να βρίσκουν τρόπους να θησαυρίζουν είτε πουλώντας όπλα, είτε εκμεταλλευόμενοι τον λαό που στενάζει.

Η στάση λοιπόν των εργαζομένων δεν μπορεί να είναι η παθητική αποδοχή ή η «ουρά» των σχεδίων της αστικής τάξης. Ούτε, βέβαια, μπορεί να είναι η ψεύτικη «ουδετερότητα» που αφήνει τον λαό έρμαιο στα χέρια των εκμεταλλευτών του. Ο λαός έχει καθήκον να κρατήσει αυτόνομη, ταξική στάση, που θα υπερασπίζεται τα δικά του συμφέροντα.

Αυτό σημαίνει:

Να μη δείξει καμιά εμπιστοσύνη σε κυβερνήσεις, κόμματα ή θεσμούς που υπηρετούν το κεφάλαιο, ακόμη κι αν μιλούν για «εθνική σωτηρία».

Να οργανωθεί στα σωματεία, στις λαϊκές επιτροπές, στα συνδικάτα που βάζουν μπροστά το δίκιο των εργατών και όχι το συμφέρον των καπιταλιστών.

Να αντισταθεί σε κάθε μέτρο που φορτώνει τα βάρη του πολέμου στις πλάτες του λαού όπως νέες περικοπές, φόρους, καταστολή, περιορισμό ελευθεριών.

Να αποκαλύψει τον πραγματικό χαρακτήρα του πολέμου, να μη δεχτεί το δηλητήριο του εθνικισμού που στρέφει τον εργάτη ενάντια στον εργάτη άλλης χώρας, ενώ οι καπιταλιστές και από τις δύο πλευρές μετρούν κέρδη.

Να παλέψει ώστε η ίδια η εργατική τάξη να γίνει αφέντης στον τόπο της, να πάρει την εξουσία, για να σταματήσει οριστικά ο φαύλος κύκλος πολέμων και κρίσεων.

Ο Λένιν τόνιζε ότι ο μόνος δρόμος για τους κομμουνιστές μπροστά σε έναν άδικο, ιμπεριαλιστικό πόλεμο είναι να δουλέψουν για τη μετατροπή του σε επαναστατικό αγώνα, σε πάλη για την ανατροπή της εξουσίας των εκμεταλλευτών. Δεν πρόκειται για «σύνθημα πολυτελείας» αλλά για πρακτικό καθήκον, γιατί αν ο λαός περιοριστεί στο να διαλέξει ποιον ιμπεριαλιστή θα στηρίξει, σε κάθε περίπτωση θα βρεθεί χαμένος.

Με άλλα λόγια, η πραγματικά πατριωτική στάση του εργάτη δεν είναι να σκοτωθεί για τα κέρδη των αφεντικών, αλλά να παλέψει ώστε η πατρίδα να γίνει πραγματικά δική του, χωρίς εκμεταλλευτές. Μόνο τότε μπορεί να υπάρξει ειρήνη με δικαιοσύνη, φιλία ανάμεσα στους λαούς, προκοπή για όλους.

Γι’ αυτό το καθήκον των εργαζομένων σε περίπτωση πολέμου είναι καθαρό: να μην υποταχθούν στη λογική του «μικρότερου κακού», να οργανώσουν την αντίστασή τους, να μετατρέψουν τον πόλεμο των καπιταλιστών σε αγώνα για την κοινωνική απελευθέρωση.

 

Ποιος είναι ο ρόλος των κομμουνιστών;

Ο ρόλος των κομμουνιστών δεν αρχίζει με το ξέσπασμα του πολέμου, ξεκινά πολύ νωρίτερα. Πριν ακόμη πέσει η πρώτη σφαίρα, έχουν χρέος να προειδοποιήσουν τον λαό για τους κινδύνους που γεννά η συμμετοχή της χώρας σε ιμπεριαλιστικές συμμαχίες και ανταγωνισμούς. Να αποκαλύψουν ότι πίσω από τα μεγάλα λόγια για «ασφάλεια», «συμμετοχή σε διεθνείς οργανισμούς» και «προστασία της πατρίδας» που δήθεν θα παρέχουν οι ιμπεριαλιστικές ενώσεις όπως το ΝΑΤΟ και η ΕΕ, κρύβεται η προσπάθεια των καπιταλιστών να διασφαλίσουν τα δικά τους συμφέροντα. Σ’ αυτό το στάδιο, οι κομμουνιστές οφείλουν να καλούν τον λαό σε επαγρύπνηση, σε οργάνωση και αντίσταση σε κάθε βήμα που εμπλέκει τη χώρα πιο βαθιά στα σχέδια των ιμπεριαλιστών. Να προετοιμάζουν το λαό ότι σε περίπτωση επαναστατικής κατάστασης που θα προκύψει λόγω του πολέμου, θα πρέπει να τολμήσουν το βήμα.

Όταν ξεσπά ο πόλεμος, οι κομμουνιστές δεν στέκονται θεατές ούτε αφήνονται στο ρεύμα των γεγονότων. Έχουν καθήκον να πουν την αλήθεια στον λαό, όσο δύσκολη κι αν είναι, και να τον οργανώσουν για να μη γίνει κρέας για τα κανόνια των καπιταλιστών. Ο ρόλος τους είναι να δείξουν καθαρά ότι ο πόλεμος δεν γίνεται για τα συμφέροντα του λαού αλλά για τα κέρδη των λίγων και ότι η μόνη διέξοδος είναι ο δικός του αγώνας για εξουσία, για μια κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση.

Οι κομμουνιστές πρωτοστατούν ώστε η εργατική τάξη να ενωθεί, να φτιάξει δικό της μέτωπο πάλης, με συμμάχους τα λαϊκά στρώματα της πόλης και της υπαίθρου. Δεν αφήνουν να περάσει το δηλητήριο του εθνικισμού, που στρέφει τον εργάτη ενάντια στον εργάτη άλλης χώρας. Αντίθετα, αναδεικνύουν τη διεθνιστική αλήθεια: ότι οι λαοί δεν έχουν να χωρίσουν τίποτα μεταξύ τους, ότι ο αγώνας τους είναι κοινός.

Γνωρίζουν επίσης πως η αστική τάξη, με προπαγάνδα και μεγάλα λόγια για «δημοκρατία», «ανθρώπινα δικαιώματα» ή «εθνική ενότητα», θα προσπαθήσει να παρασύρει τον λαό στον δικό της δρόμο. Οι κομμουνιστές παλεύουν να αποκαλύψουν αυτά τα ψεύτικα συνθήματα και να ξεσκεπάσουν κάθε μορφή υποταγής ή συμβιβασμού. Δεν διστάζουν να συγκρουστούν με τον οπορτουνισμό, δηλαδή με εκείνες τις φωνές που, στο όνομα του ρεαλισμού, ζητούν από τον λαό να συμβιβαστεί με τον αντίπαλό του.

Παράλληλα, οργανώνουν πρακτικά την αντίσταση: από την υπεράσπιση της ζωής του λαού (τροφή, υγεία, στέγη) μέχρι τη συγκρότηση θεσμών λαϊκής αυτοοργάνωσης που γίνονται έμβρυα της αυριανής εξουσίας. Όπως έδειξε η ιστορική πείρα του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και του ΔΣΕ, μέσα στις πιο σκληρές συνθήκες μπορούν να φυτρώσουν μορφές λαϊκής εξουσίας, που δίνουν ελπίδα και προοπτική.

Με λίγα λόγια, ο ρόλος των κομμουνιστών είναι συνεχής: πριν, κατά τη διάρκεια και μετά τον πόλεμο. Να κρατούν σταθερά τον στρατηγικό στόχο: όχι να διαλέξει ο λαός ποιον ιμπεριαλιστή θα υπηρετήσει, αλλά να ανοίξει τον δρόμο για να γίνει ο ίδιος αφέντης στον τόπο του. Να μετατρέψουν, δηλαδή, τον άδικο πόλεμο των καπιταλιστών σε δίκαιο πόλεμο των εργατών για την κοινωνική απελευθέρωση.

Να είσαστε καλά

Γιάννης Βεντούρας

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: