Τι θεωρεί ως Ελευθερία ο Αναρχισμός;
Ο Αναρχισμός έχει μεγάλη ιστορία. Πολλές φορές οι δρόμοι του συναντήθηκαν με τον Μαρξισμό, αλλά στην ουσία υπήρξε πολέμιός του.
Το 9ο άρθρο της σειράς “Ρωτάτε; Απαντάμε”. Διαθέσιμα όλα εδώ.
Τι θεωρεί ως ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ο ΑΝΑΡΧΙΣΜΟΣ;
Ο Αναρχισμός έχει μεγάλη ιστορία. Πολλές φορές οι δρόμοι του συναντήθηκαν με τον Μαρξισμό, αλλά στην ουσία υπήρξε πολέμιός του. Ενδεχομένως ο τελικός στόχος της Αταξικής Κοινωνίας να φαίνεται ο ίδιος και στις δύο ιδεολογίες, αλλά οι διαφορές τους είναι βαθιές και ουσιαστικές. Σήμερα θα εξετάσουμε το ζήτημα της «ελευθερίας».
«Ελευθερία του Ατόμου», ή «Ελευθερία του Συνόλου»;
Στην αναρχική ιδεολογία, η ελευθερία του ατόμου κατέχει δεσπόζουσα θέση. Ας δούμε πως παρουσιάζεται αυτή, στην αναρχική ιστοσελίδα «άνω θρώσκω»:
…Ένας αναρχικός μπορεί να θεωρηθεί, σύμφωνα με τα λόγια του Μπακούνιν, ως ένας «φανατικός εραστής της ελευθερίας, θεωρώντας την ως το μοναδικό περιβάλλον μέσα στο οποίο η νοημοσύνη, η αξιοπρέπεια και η ευτυχία της ανθρωπότητας μπορούν να εμφανιστούν και να αναπτυχθούν.» [Μιχαήλ Μπακούνιν: επιλεγμένα έργα, σελίδα. 196]
Έτσι, για τους αναρχικούς, η ελευθερία, βασικά, σημαίνει άτομα που επιδιώκουν το δικό τους καλό με τον δικό τους τρόπο. Με αυτόν τον τρόπο απαιτείται η δραστηριότητα και η δύναμη των ατόμων καθώς λαμβάνουν αποφάσεις για τον εαυτό τους και τη ζωή τους. Μόνο η ελευθερία μπορεί να εξασφαλίσει την ατομική ανάπτυξη και πολυμορφία.
Η ελεύθερη ένωση είναι ο ακρογωνιαίος λίθος μιας αναρχικής κοινωνίας. Τα άτομα πρέπει να είναι ελεύθερα να ενώνονται όπως κρίνουν σκόπιμο, γιατί αυτό είναι η βάση της ελευθερίας και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Ωστόσο, κάθε τέτοια ελεύθερη συμφωνία πρέπει να βασίζεται στην αποκέντρωση της ισχύος,… καθώς μόνο η ισότητα παρέχει το απαραίτητο κοινωνικό πλαίσιο για την ανάπτυξη και την εξέλιξη της ελευθερίας. Ως εκ τούτου, οι αναρχικοί υποστηρίζουν τις αμεσοδημοκρατικές συλλογικότητες, που βασίζονται στο “ένας άνθρωπος μία ψήφος”…
Σύμφωνα λοιπόν με τις διάφορες αναρχικές αντιλήψεις η «ελευθερία», είναι ένα αόριστο αγαθό, το οποίο δεν συσχετίζεται με την ταξική θέση του ατόμου στην κοινωνία. Τα άτομα μάλιστα, «μπορούν να ενώνονται όπως αυτά κρίνουν σκόπιμο», δίχως να λαμβάνουν υπόψη το οικονομικό περιβάλλον στο οποίο ζουν.
Για να ορίσουν την «ελευθερία», οι αναρχικοί, δεν τους ενδιαφέρει να εξετάσουν σε ποιους ανήκουν τα μέσα παραγωγής, αν ανήκουν σε καπιταλιστές ή αν αποτελούν ιδιοκτησία ολόκληρης της κοινωνίας.
Οραματίζονται μια κοινωνία, όπου η «απόλυτη ελευθερία» θα βρίσκεται στις αμεσοδημοκρατικές συλλογικότητες, οι οποίες σαν οικονομική βάση θα έχουν μια ομοσπονδία αυτοδιοικούμενων κοινοτήτων μικρών παραγωγών-ιδιοκτητών.
Επομένως, η κοινωνία που οραματίζονται, θα αποτελείται από ομάδες ιδιοκτητών μέσων παραγωγής, όπου τα μέλη τους, με άμεσες ψηφοφορίες, θα λαμβάνουν τις αποφάσεις. Με αυτό τον τρόπο θα κατοχυρώνεται και η ελευθερία του κάθε ατόμου.
Διαβάζουμε πάλι στο ΑΝΩ ΘΡΩΣΚΩ:
Για το λόγο αυτό ο Προυντόν, για παράδειγμα, υποστήριξε εργατικούς συνεταιρισμούς στους οποίους «κάθε άτομο που εργάζεται στην ένωση… έχει ένα αδιαίρετο μερίδιο στην ιδιοκτησία της εταιρίας, διότι μέσα από την συμμετοχή στις ζημιές και τα κέρδη… η συλλογική δύναμη (δηλαδή το πλεόνασμα) παύει να αποτελεί πηγή κερδών για ένα μικρό αριθμό διευθυντικών στελεχών, γίνεται η ιδιοκτησία όλων των εργαζομένων».
(The General Idea of the Revolution, σελ. 222 και 223)
Μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση στη Ρωσία, όταν ετέθη το ζήτημα της κοινωνικοποίησης των εργοστασίων και του τρόπου διάθεσης των παραγόμενων προϊόντων στους λαούς της Ρωσίας, οι αναρχοσυνδικαλιστές της «Γκόλος Τρούντα» αντιπαρατέθηκαν με την πολιτική που πρότειναν τα εργατικά Σοβιέτ.
Οι μπολσεβίκοι έλεγαν ότι το προϊόν εργασίας των εργατών ανήκει σε ολόκληρη την κοινωνία, ενώ οι αναρχικοί ήθελαν να ανήκει στην ομάδα των εργατών που το παρήγαγαν.
Οι αναρχοσυνδικαλιστές πρότασσαν το αίτημα τής «απαλλοτρίωσης τής ιδιωτικής βιομηχανίας από οργανισμούς συλλογικής παραγωγής» (δηλαδή ομάδων παραγωγών), και όχι από το εργατικό κράτος και την κοινωνικοποιημένη παραγωγή.
Επομένως θα συνεχιζόταν η ανταλλαγή των προϊόντων της εργασίας, μέσω εμπορευματικών σχέσεων, δηλαδή θα συνεχίζονταν οι καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής. (Βολίν: «Η άγνωστη επανάσταση», τ. 2, εκδ. «Διεθνής Βιβλιοθήκη», Αθήνα, 2007, σελ. 56.)
Η θέση αυτή των αναρχικών, δηλαδή να μετατραπούν σε ένα είδος μικρών καπιταλιστών, είναι άμεσο αποτέλεσμα της υπεράσπισης της «ελευθερίας» των παραγωγών, να έχουν τη δική τους μικρή ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής,.
Η υπεράσπιση της μικρής ιδιοκτησίας τής αγροτικής γης και του προϊόντος της, όπως και της ιδιοποίησης του προϊόντος τής βιομηχανικής παραγωγής από την ομάδα εργατών που δουλεύει στην εργοστασιακή μονάδα, σημαίνει και υπεράσπιση μιας κατακερματισμένης παραγωγής, καθηλωμένης στα όρια των μικρών και ανεξάρτητων παραγωγών ή το πολύ-πολύ συνενωμένων σε ομάδες.
Εξάλλου, μόνο σε τέτοιες μικρές ομάδες θα μπορούσαν να εφαρμοστούν οι ιδέες των «αμεσοδημοκρατικών συλλογικοτήτων».
Πως όμως αντιμετωπίζει το θέμα η αστική ιδεολογία και πώς ο μαρξισμός-λενινισμός; Ας το δούμε συγκεκριμένα.
Η «ελευθερία» των αστών.
Μέσα στα πλαίσια του καπιταλισμού, και ιδίως στην εποχή μας που αυτός έχει φτάσει στο ιμπεριαλιστικό του στάδιο, όλοι μας, αλλά κυρίως η νεολαία, ζει σε μία αντίφαση.
Από τη μια μεριά (τόσο αντικειμενικά όσο και μέσα από συστηματική προπαγάνδα που κάνει το σύστημα), διαμορφώνεται στην πλειοψηφία τού λαού η αντίληψη, ότι ζούμε σε μια “ελεύθερη κοινωνία” και ότι έχουμε “ελευθερία επιλογής” σε όλους τους τομείς της ζωής μας.
Από την άλλη μεριά, η ίδια η ζωή και η πραγματικότητα που βιώνουμε, μας δείχνει ότι τα πράγματα δεν είναι έτσι. Μπροστά μας ορθώνονται οι ταξικοί φραγμοί στη μόρφωση, στον πολιτισμό, στην έκφραση, στη δημιουργία.
Από πολύ νωρίς αντιλαμβανόμαστε ότι επικρατεί η ανασφάλεια και η αβεβαιότητα στο εργασιακό μας μέλλον, ότι το σύστημα είναι αυταρχικό και διαρκώς προσπαθεί να αφαιρέσει λαϊκά δικαιώματα και κατακτήσεις.
Ο καπιταλισμός και η αστική κοινοβουλευτική δημοκρατία παρουσιάζονται σαν ελεύθερη κοινωνία. Το αστικό σύνταγμα λέει ότι όλοι οι άνθρωποι γεννιούνται ελεύθεροι.
Η αλήθεια είναι ότι, σε σχέση με το δούλο και το δουλοπάροικο (που αναγκάζονταν με φυσικό ή νομικό καταναγκασμό να δουλεύουν για το δουλοκτήτη και το φεουδάρχη αντίστοιχα, και που αποτελούσαν μέρος της ιδιοκτησίας τους), ο εργάτης στον καπιταλισμό είναι ελεύθερος.
Η εκμετάλλευση και η καταπίεση στον καπιταλισμό, σε σχέση με τα προηγούμενα εκμεταλλευτικά συστήματα, είναι συγκαλυμμένη.
Η ελευθερία που προσφέρει ο καπιταλισμός, έχει σαν όριό της τον οικονομικό καταναγκασμό, που λέει με απλά λόγια, ότι όποιος δεν πουλήσει στον καπιταλιστή την ικανότητα του για δουλειά (δηλαδή την εργατική του δύναμη), δε θα μπορέσει να ζήσει. Στην πραγματικότητα οι μισθωτοί έχουν την «ελευθερία» να επιλέγουν μόνο το σε ποιόν καπιταλιστή θα πάνε να εργαστούν. Κι αυτό, υπό πολλές προϋποθέσεις.
Οι καπιταλιστές, αφήνοντας ελεύθερους τους μισθωτούς να ψάχνουν στην αγορά εργασίας, δεν είναι υποχρεωμένοι να επιβαρύνονται με τα έξοδα που θα είχαν στην περίπτωση που οι εργαζόμενοι θα ανήκαν στην αποκλειστική τους ιδιοκτησία.
Οι καπιταλιστές δεν φοβούνται εάν δραπετεύσουν οι σύγχρονοι «σκλάβοι» τους, εφόσον όπου και να πάνε, σε κάποιον καπιταλιστή θα καταλήξουν. Δίχως αυτή την «ελευθερία», δεν θα μπορούσε να υπάρξει καπιταλισμός.
Οι εργάτες, οι φτωχοί αγρότες, οι μικρομεσαίοι, υφίστανται την καταπίεση της οικονομικής λειτουργίας του καπιταλισμού, που στηρίζεται στην εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο και την ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής.
Τα παιδιά τους, εφόσον ξεκινάνε την ζωή τους από διαφορετικό επίπεδο, σε καμία περίπτωση δεν θα έχουν τις ίδιες ευκαιρίες με τους γόνους των μεγαλοαστών.
Η οικονομική λειτουργία του καπιταλισμού, που δημιουργεί τις ανισότητες, προστατεύεται νομικά και πολιτικά. Όλος ο κρατικός μηχανισμός λειτουργεί με στόχο την προστασία της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας και των κερδών. Μπροστά στα κέρδη, όλα τα υπόλοιπα περνάνε σε δεύτερη μοίρα.
Οι περίφημες “κρατικές παρεμβάσεις”, οι νόμοι, οι καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις, οι αντιλαϊκές πολιτικές, δεν κάνουν τίποτα άλλο από το να φροντίζουν για την αύξηση των κερδών των καπιταλιστών.
Στον καπιταλισμό, σαν πρώτο δικαίωμα αναγνωρίζεται αυτό της ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής, δηλαδή η ελευθερία του καπιταλιστή. Αυτό όμως είναι ελευθερία για την ελάχιστη μειοψηφία της καπιταλιστικής κοινωνίας.
Δεν υπάρχει περίπτωση στον καπιταλισμό η πλειοψηφία του πληθυσμού να έχει ιδιοκτησία σε μέσο παραγωγής, επειδή τότε δεν θα υπήρχαν διαθέσιμοι εργάτες για να δουλέψουν στους καπιταλιστές. Είναι δεδομένο ότι για να υπάρχει καπιταλισμός, η πλειοψηφία της κοινωνίας πρέπει να στερείται την ελευθερία να έχει στην ιδιοκτησία της μέσα παραγωγής.
Οι οικονομικοί νόμοι του καπιταλισμού λειτουργούν αντικειμενικά με τέτοιο τρόπο, ώστε ο πλούτος να συγκεντρώνεται σε όλο και πιο λίγα χέρια. Οι κρατικές παρεμβάσεις που κινούνται στα πλαίσια αυτών των νόμων, φροντίζουν να εξασφαλίζουν την απρόσκοπτη λειτουργία των καπιταλιστικών νόμων παραγωγής.
Όταν αμφισβητείται πολιτικά η ελευθερία του καπιταλιστή, δηλαδή όταν αμφισβητείται η ελευθερία του κέρδους, η ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής, η εξουσία του, έχουμε ειδικά σκληρά μέτρα σε πολιτικό επίπεδο, το αστικό κράτος αντιδρά με καταστολή, αυταρχισμό, διώξεις, δίκες.
Αστυνομία, στρατός, δικαστήρια, όλοι οι μηχανισμοί του αστικού κράτους, πάντα προστατεύουν τον καπιταλιστή και το ιερό κέρδος του. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις που το σύστημα δέχεται μεγάλες πιέσεις, δεν διστάζει να καταργήσει την κοινοβουλευτική δημοκρατία, και να χρησιμοποιήσει τον φασισμό και τις δικτατορίες.
Συνεπώς «ελευθερία» για τους αστούς, είναι η ελευθερία του καπιταλιστή να εκμεταλλεύεται την εργατική δύναμη της εργατικής τάξης.
Η «ελευθερία» στην μαρξιστική κοσμοθεωρία.
Ο μαρξισμός-λενινισμός θεωρεί ότι ελευθερία σημαίνει «η δυνατότητα του ανθρώπου να κατανοήσει τις αντικειμενικές συνθήκες της φυσικής και κοινωνικής πραγματικότητας, και να δράσει με βάση αυτή τη γνώση και κατανόηση, για να την αλλάξει προς το συμφέρον του».
Για παράδειγμα ο άνθρωπος στην πρωτόγονη κοινωνία δεν μπορούσε να είναι ελεύθερος από τα φυσικά φαινόμενα, εφόσον δεν είχε τη δυνατότητα να παρέμβει και σε ένα βαθμό να επιβληθεί στο φυσικό περιβάλλον.
Η ελευθερία του ανθρώπου δεν μπορεί να ξεπεράσει φυσικά όρια (π.χ. κανένας δεν μπορεί να αγνοήσει το νόμο της βαρύτητας και να πετάξει επειδή μόνο το θέλει). Δεν μπορεί όμως να υπάρξει, ούτε έξω από τις κοινωνικές συνθήκες. Κανένας δεν μπορεί να είναι ανεξάρτητος από την κοινωνία στην οποία ζει.
Τα δεδομένα κατανόησης της αναγκαιότητας και των αντικειμενικών συνθηκών, τα δίνει η κοινωνία. Και αυτό βέβαια σχετίζεται και με το επίπεδο της πολιτιστικής ανάπτυξης της κοινωνίας.
Π.χ. δε θα μπορούσε στη φεουδαρχία να διαπιστωθεί επιστημονικά η αναγκαιότητα μιας κοινωνίας χωρίς ταξική εκμετάλλευση, όπως αυτή μπορεί να γίνει κατανοητή στον καπιταλισμό. Κι αυτό συμβαίνει, όχι γιατί οι καταπιεσμένοι δε θα το ήθελαν, αλλά γιατί δε θα μπορούσαν αντικειμενικά να το προσεγγίσουν με τα μέσα που διέθεταν (πείρα, ανάπτυξη της παραγωγής, επιστήμη).
Και φυσικά είναι αυτονόητο, ότι εφόσον αντικειμενικά δεν είχαν την ελευθερία να οραματιστούν μια αταξική κοινωνία, δεν μπορούσαν, ακόμα περισσότερο, να χαράξουν δραστηριότητα για να το πετύχουν. Συνεπώς σε κάθε ιστορική εποχή, αλλιώς κατανοείται και ο όρος «ελευθερία».
Η ελευθερία λοιπόν για το μαρξισμό-λενινισμό είναι σχετική. Η έννοια ελευθερία έχει ταξικό περιεχόμενο. Δηλαδή ελευθερία για την πλειοψηφία της ανθρωπότητας, για την εργατική τάξη, για τα φτωχά λαϊκά στρώματα, σημαίνει κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής, της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, ελευθερία σημαίνει κοινωνική ιδιοκτησία.
Συνεπώς, η «ελευθερία» στην μαρξιστική κοσμοθεωρία διαφέρει ριζικά από τον τρόπο με τον οποίο την ορίζουν οι αστοί και μικροαστοί διανοητές.
Η αταξική κομμουνιστική κοινωνία χαρακτηρίζεται από τους κλασσικούς τού μαρξισμού, σαν βασίλειο της ελευθερίας, επειδή τότε η ανθρωπότητα απαλλαγμένη από τις αντιθέσεις του καπιταλισμού, από τους κοινωνικούς περιορισμούς θα μπορεί, να θέσει ολοκληρωμένα στην υπηρεσία της τις νομοτέλειες κίνησης της κοινωνίας και της φύσης.
Τότε, όπως έλεγε ο Μαρξ, “…η ελεύθερη ανάπτυξη του κάθε ατόμου, αποτελεί την προϋπόθεση της ελεύθερης εξέλιξης της κοινωνίας”.
Μέχρι όμως να φθάσουμε στην ώριμη κομμουνιστική κοινωνία, θα πρέπει η επαναστατική εξουσία της εργατικής τάξης να φροντίσει, όχι μόνο το πως θα διανεμηθεί το παραγόμενο προϊόν σε ολόκληρη την κοινωνία, αλλά και πως θα επιβάλλει τις νέες σοσιαλιστικές-κομμουνιστικές σχέσεις παραγωγής.
Αυτό όμως προϋποθέτει οργάνωση, διαχείριση, διοίκηση, επίλυση με σχεδιασμένο τρόπο της αποθήκευσης, της μεταφοράς, της διανομής των αγαθών. Με άλλα λόγια προϋποθέτει, επιστημονικό σχεδιασμό για την ανάπτυξη της παραγωγής και πολλά άλλα, που στον ανώριμο κομμουνισμό μπορούν να γίνουν μόνο με τα όργανα εξουσίας, δηλαδή το εργατικό κράτος.
Αλλά Εργατικό κράτος σημαίνει την αφαίρεση της ελευθερίας κάποιων ατόμων ή ομάδων να είναι ιδιοκτήτες σε μέσα παραγωγής.
Όμως για το κρίσιμο ζήτημα του τρόπου παραγωγής της μελλοντικής κοινωνίας, η στάση του αναρχισμού είναι απόδειξη της συνολικής του αδυναμίας να αντιμετωπίσει με επιστημονικό τρόπο και να δώσει απαντήσεις στο ζήτημα της οργάνωσης μιας σύνθετης και ανεπτυγμένης κοινωνικής παραγωγής.
Το πώς δηλαδή μπορεί να λειτουργήσει μια κοινωνία, που για να καλύπτει σε διευρυμένο βαθμό τις λαϊκές ανάγκες, πρέπει να σχεδιάσει και να κατανείμει πόρους για τη σύγχρονη βιομηχανική παραγωγή, να αναπτύξει και να διαθέσει επιστημονικό δυναμικό, να αναπτύξει όλους τους σύγχρονους κλάδους που απαιτούν την κοινή και σχεδιασμένη εργασία χιλιάδων ανθρώπων (τηλεπικοινωνίες, ενέργεια, δημόσια υγεία) και πολλά άλλα.
Η απάντηση που δίνει ο μαρξισμός-λενινισμός είναι ότι όλα αυτά γίνονται μέσω των νέων κομμουνιστικών σχέσεων, μέσω του κεντρικού σχεδιασμού.
Η μεγάλη ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και η άνοδος της παραγωγικότητας της εργασίας, η συνολική ωρίμανση των κομμουνιστικών σχέσεων, αυτά είναι που θα διαμορφώσουν, σε μια πορεία, το έδαφος, ώστε όλες οι διοικητικές λειτουργίες να χάνουν τον πολιτικό τους χαρακτήρα, και έτσι να διαμορφώνεται η κομμουνιστική αυτοδιεύθυνση.
Σύγκριση των τριών απόψεων
Οι αναρχικοί είναι οπαδοί της “απόλυτης ελευθερίας”. Το διατυμπανίζουν σε κάθε κείμενό τους. Με την «ελευθερία» όμως που προβάλλουν δεν κάνουν τίποτα άλλο από το να διεκδικούν το “δικαίωμά τους” στη μικρή ιδιοκτησία.
Αυτή είναι η βάση του αναρχισμού, ανεξάρτητα αν οι αναρχικές ομάδες αναφέρονται στην εργατική τάξη και την εκμετάλλευση. Η ελευθερία που εννοούν, ουσιαστικά απαγορεύει τον κεντρικό σχεδιασμό μιας οικονομίας.
Ο “κλασσικός” αναρχισμός δηλώνει σαν στόχο του, την οικοδόμηση μιας κοινωνίας που θα στηρίζεται στην ομοσπονδία αυτοδιοικούμενων κοινοτήτων μικρών παραγωγών-ιδιοκτητών.
Ως γνωστό όμως, κάθε ιδεολογικό ρεύμα στη κοινωνία αντανακλά ταξική θέση, αντανακλά ταξικά συμφέροντα.
Αυτός όμως ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβάνονται οι αναρχικοί την ελευθερία, είναι ακριβώς ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβάνονται τον καπιταλισμό τα μικροαστικά στρώματα.
Οι μικροαστοί, βλέπουν την ύπαρξή τους να αμφισβητείται από την καπιταλιστική ανάπτυξη, αγωνιούν για την ιδιοκτησία τους στα μέσα παραγωγής που χάνεται και καταστρέφεται από τα μονοπώλια.
Για να περισώσουν την δική τους ιδιοκτησία και για να μην καταλήξουν μισθωτοί, είναι ικανοί να στραφούν ενάντια στα μονοπώλια και στις πολυεθνικές. Για παράδειγμα στην δεκαετία του 1980 οι μικρομεσαίοι συντάχθηκαν με το ΠΑΣΟΚ που έλεγε ΟΧΙ στην ΕΟΚ των μονοπωλίων.
Συνεπώς, εφόσον ο στόχος των αναρχικών είναι η κοινότητα μικρών παραγωγών-ιδιοκτητών, αντιλαμβανόμαστε ότι η ρίζα της αντίληψης των αναρχικών για την «ελευθερία» είναι τελείως μικροαστική.
Η αναρχική άποψη περί ελευθερίας, φιλοσοφικά στηρίζεται στην αντίληψη ότι το άτομο είναι ελεύθερο “φυσικά” και ανεξάρτητο από την κοινωνία. Άρα η ένταξή του στη κοινωνία συνοδεύεται από καταπίεση.
Αυτή η θέση μοιάζει με τη φιλελεύθερη αντίληψη περί ελευθερίας και ουσιαστικά παραγνωρίζει ότι το άτομο είναι προϊόν της κοινωνίας.
Βέβαια εδώ θα πρέπει να τονίσουμε ότι υπάρχουν διαφορές. Οι βασικοί εκφραστές του αναρχικού ατομισμού ήταν ο Στίρνερ και ο Προυντόν. Στη πορεία, Μπακούνιν και Κροπότκιν υιοθέτησαν “άναρχο-κομμουνιστικά δόγματα” τα οποία δε στηρίζονταν στην ατομική ιδιοκτησία αλλά στην κοινοτική, εκφράζοντας ιδεολογικά τους άκληρους αγρότες της Ρωσίας.
Τα πειράματα του Μπακούνιν και του Κροπότκιν για “ελεύθερες αυτοδιαχειριζόμενες κοινότητες” στα πλαίσια του καπιταλισμού, οδηγήθηκαν, όπως και τα ανάλογα των ουτοπικών σοσιαλιστών στις αρχές του 19ου αιώνα, σε τραγική αποτυχία.
Χαρακτηριστικό για την αντίληψη του αναρχισμού για την ελευθερία είναι το παρακάτω απόσπασμα: “Όσο υπάρχει έστω και ένας φυλακισμένος άνθρωπος κανείς μας δε θα είναι ελεύθερος” – “όσο υπάρχουν φυλακές είμαστε όλοι φυλακισμένοι” – “η ρήξη με το οικογενειακό καθεστώς, το σαμποτάρισμα της σχολικής πλήξης, η άρνηση του χακί εκβιασμού του στρατού, οι κοπάνες, οι λούφες, οι συγκρούσεις με τα αφεντικά, η απαξίωση της λαμπρής καριέρας- όλες αυτές οι καθημερινές απειθαρχίες συνιστούν μια αντισυμβατική προσωπική στάση…”.
Σύμφωνα με τις παραπάνω θέσεις, οι αναρχικοί αρνούνται στο εργατικό κράτος να διαθέτει οργανωμένο στρατό για να αντισταθεί στις ιμπεριαλιστικές επιβουλές, ούτε να φυλακίζει όσους δολοφονούν τους επαναστατημένους εργάτες και οργανώνουν την αντεπανάσταση.
Συμπεράσματα.
Η θεώρηση της «ελευθερίας» έχει μεγάλη σχέση με την ταξική θέση που έχει το υποκείμενο στην κοινωνία.
Ο δουλοκτήτης θεωρεί «ελευθερία» το δικαίωμά του να έχει στην ιδιοκτησία του δούλους, ενώ οι δούλοι όταν λένε «ελευθερία» εννοούν να μην ανήκουν σε κάποιον δουλοκτήτη. Αντίστοιχες θεωρήσεις είχαν οι φεουδάρχες και οι δουλοπάροικοι.
Οι καπιταλιστές (δηλαδή η αστική τάξη), θεωρούν «ελευθερία» το δικαίωμά τους να είναι ιδιοκτήτες σε μέσα παραγωγής και να μπορούν να μισθώνουν την εργασία ανθρώπων οι οποίοι δεν πρέπει να είναι ιδιοκτήτες τέτοιων μέσων.
Οι μισθωτοί εργαζόμενοι (δηλαδή η εργατική τάξη), θεωρούν ως απόλυτη «ελευθερία» των κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής και την μετατροπή αυτών των μέσων σε κοινωνική ιδιοκτησία. Έτσι θα είναι ελεύθεροι να προσφέρουν την εργασία τους για την ευημερία του συνόλου.
Οι μικροαστοί που αποτελούνται από τα μεσαία στρώματα της πόλης και του χωριού, όσοι δηλαδή βρίσκονται ανάμεσα στις δύο βασικές τάξεις της κοινωνίας (την αστική και την εργατική), κατανοούν διαφορετικά την «ελευθερία».
Οι μικροαστοί (που κατέχουν μεν μέσα παραγωγής, αλλά μικρής δυναμικότητας σε σχέση με αυτά των μεγαλοαστών), είναι φανατικά πολέμιοι των καπιταλιστικών επιχειρηματικών ομίλων. Δυσκολεύονται όμως πολύ να συνταχθούν με την εργατική τάξη που επιζητά την πλήρη κατάργηση της εμπορευματικής παραγωγής.
Γενικά ο αναρχισμός (επηρεασμένος από την αστική ιδεολογία και τις μικροαστικές αντιλήψεις) προβάλλει ιδιαίτερα το άτομο, του οποίου η απελευθέρωση αποτελεί (κατά την άποψη του αναρχισμού), το βασικό όρο για την απελευθέρωση των μαζών.
Η αντίληψη αυτή αντέταξε τους αναρχικούς στο ρεύμα της ταξικής πάλης και τους έφερε ενάντια στους ταξικούς αγώνες της εργατικής τάξης.
Από την άλλη μεριά, ακρογωνιαίος λίθος του μαρξισμού είναι οι μάζες, ενώ η απελευθέρωσή τους αποτελεί, κατά την άποψή του, το βασικό όρο για την απελευθέρωση του ατόμου.
Ελευθερία λοιπόν του Ατόμου; ή Ελευθερία του Συνόλου;
Εσείς αποφασίζετε…
Να είστε καλά
Γιάννης Βεντούρας
