Μπορούν οι εκλογές να αλλάξουν τον κόσμο;

Περπατώντας στη γειτονιά μου είδα σε μια κολώνα, γραμμένο με μαρκαδόρο, τη φράση: «Αν οι εκλογές άλλαζαν τον κόσμο θα ήταν παράνομες». Πιθανότατα θα το έχετε δει ή θα το ‘χετε ακούσει και σεις. Κατά πόσο όμως ισχύει αυτό;

ΡΩΤΑΤΕ; ΑΠΑΝΤΑΜΕ  04

Μπορούν οι εκλογές να αλλάξουν τον κόσμο;

 

Περπατώντας στη γειτονιά μου είδα σε μια κολώνα, γραμμένο με μαρκαδόρο, τη φράση:

«Αν οι εκλογές άλλαζαν τον κόσμο θα ήταν παράνομες». 

Πιθανότατα θα το έχετε δει ή θα το ‘χετε ακούσει και σεις. Κατά πόσο όμως ισχύει αυτό;

Πάμε να δούμε.

 

Ο κοινοβουλευτισμός.

Πότε, με ποιο τρόπο και γιατί εμφανίστηκε ο κοινοβουλευτισμός;

Η μορφή διακυβέρνησης με το κοινοβούλιο και τα πολιτικά κόμματα είναι καθαρά αστικός θεσμός. Αυτός εμφανίστηκε την εποχή όπου η αστική τάξη διεκδίκησε και πήρε την εξουσία. Ένα  θεσμό που δημιούργησε η αστική τάξη για να εξυπηρετήσει τα συμφέροντά της.

Μέχρι τότε την απόλυτη εξουσία την είχαν οι φεουδάρχες, οι αποκαλούμενοι ευγενείς. Επικεφαλής τους είχαν ένα βασιλιά,  έναν αυτοκράτορα ή έναν τσάρο, οι οποίοι πλαισιώνονταν από συμβούλια ευγενών, όπως λόρδους, μαρκήσιους, δούκες.

Όσο ενδυναμωνόταν η αστική τάξη, τόσο διεκδικούσε μεγαλύτερο ρόλο στις αποφάσεις. Έτσι σταδιακά, με εξεγέρσεις και επαναστάσεις, κατάφερε να ψηφιστούν συντάγματα και να δημιουργηθούν καινούργια όργανα δίπλα στον βασιλιά, όπως συνέβη στην Αγγλία με τη γερουσία των λόρδων και τη βουλή. 

Σταδιακά σε όλες τις χώρες επικράτησε η αστική τάξη και τα όργανα διακυβέρνησης των ευγενών πετάχτηκαν στον κάλαθο των αχρήστων. Οι βασιλιάδες αντικαταστάθηκαν από προέδρους και πρωθυπουργούς. Εκεί όπου διατηρήθηκε ο θεσμός της βασιλείας αυτός σήμερα είναι άνευ ουσίας και τελείως διακοσμητικός. Τον διατηρούν απλά προς ανάμνηση περασμένων μεγαλείων και για να χειραγωγούν κάποιες καθυστερημένες μάζες πολιτών που αρέσκονται να θαυμάζουν τον πλούτο των άλλων ξεχνώντας τη θέση τη δική τους.

Τέλος πάντων…

Στο εσωτερικό κάθε αστικής τάξης υπάρχει μεγάλη διαφορά συμφερόντων η οποία προκαλεί ανταγωνισμούς και εντάσεις. Για να μπορούν οι διαφορετικές ομάδες να βρουν κάποιες λύσεις και να μην φτάνουν σε αιματηρές συγκρούσεις, δημιούργησαν τα κόμματα. Έτσι, μπορούσαν να εκφράζουν τα συμφέροντά τους με οργανωμένο τρόπο. 

Αυτό φάνηκε καθαρά στη Γαλλική επανάσταση όπου σχηματίστηκαν κόμματα όπως οι Ιακωβίνοι (Jacobins), οι Γιρονδίνοι (Girondins), οι Φεγιαντίνοι (Feuillants). Από τις θέσεις μάλιστα που κατέλαβαν στην αίθουσα της εθνοσυνέλευσης τον Αύγουστο του 1789, προήλθαν και οι όροι Αριστερά, Κέντρο και Δεξιά δίχως να έχουν ιδεολογικό πρόσημο.

« … ο πολυκομματισμός στα πλαίσια του αστικού συστήματος, εκφράζει διαφορές και αντιθέσεις ανάμεσα στα τμήματα της αστικής τάξης γύρω από ζητήματα διαχείρισης του καπιταλισμού με ιστορικές και ιδεολογικές αφετηρίες, αλλά και την ανάγκη να εναλλάσσονται στην διακυβέρνηση. Έτσι συσκοτίζεται ο ταξικός χαρακτήρας τους και η στρατηγική σύμπλευσή τους». – Θεωρητικά ζητήματα στο πρόγραμμα του ΚΚΕ, σελ.77, εκδ. ΣΕ 

Όπως βλέπουμε φίλοι μου, το κοινοβούλιο, η κυβέρνηση και τα κόμματα όπως τα ξέρουμε σήμερα, είναι ξεκάθαρα θεσμοί που δημιούργησε η αστική τάξη για να την εξυπηρετούν στον τρόπο διακυβέρνησης. Πριν το καπιταλιστικό σύστημα, δεν υπήρχε ανάγκη ύπαρξης αυτών των ταξικών θεσμών και ούτε θα τους χρειαζόμαστε στην αταξική κομμουνιστική κοινωνία.

 

Το εκλογικό δικαίωμα

Πώς εξελίχθηκε και ποιον εξυπηρετεί το εκλογικό δικαίωμα;

Από τον καιρό της φεουδαρχίας η τάξη των ευγενών και του ανώτατου κλήρου έστελνε στους βασιλιάδες εκπροσώπους για να συζητήσουν τα θέματα που τους απασχολούσαν. 

Από τον 14ο αιώνα στην Αγγλία άρχισε να διαμορφώνεται σταδιακά ένα πιο θεσμικό πολιτικό σύστημα, στο οποίο οι ανώτερες κοινωνικές τάξεις (δηλαδή οι ευγενείς, οι κληρικοί και οι αστοί) απέκτησαν τη δυνατότητα να στέλνουν εκπροσώπους στον βασιλιά για να υποβάλλουν τα αιτήματά τους. Αυτό συνέβαλε στην ανάπτυξη του Κοινοβουλίου (Parliament). 

Σε αυτό συμμετείχαν, δίχως εκλογές, οι ισχυρότεροι ευγενείς και οι ανώτατοι κληρικοί. Τα αστικά στρώματα των πόλεων έστελναν από τις κοινότητες εκπροσώπους κατόπιν εκλογών. Σε αυτές συνήθως συμμετείχαν μόνο άνδρες από τα πιο εύπορα τμήματα των αστών. 

Η επανάσταση του 1642-1653 με τον Κρόμβελ είχε σαν αποτέλεσμα την εδραίωση του κοινοβουλευτισμού στην Αγγλία αλλά το εκλογικό σύστημα παρέμεινε ελιτίστικο και περιορισμένο. 

Σημαντικές αλλαγές στο εκλογικό δικαίωμα ήρθαν αιώνες αργότερα κυρίως τον 19ο και 20ό, μετά από πολλούς αγώνες. Μόλις το 1867 δόθηκε δικαίωμα ψήφου σε κάποιους εργάτες των πόλεων, ενώ το καθολικό ανδρικό δικαίωμα ψήφου στην Αγγλία (για άνδρες άνω των 21 ετών) καθιερώθηκε το 1918 μετά τη Ρώσικη επανάσταση των μπολσεβίκων.

Στη Γαλλία το 1792 η συμβατική εθνοσυνέλευση της Γαλλικής επανάστασης, αποφάσισε να διεξαχθούν εκλογές στις οποίες οι πληρεξούσιοι της Εθνοσυνέλευσης θα εκλέγονταν από όλους τους Γάλλους ηλικίας 25 ετών και άνω, που κατοικούσαν στη Γαλλία για ένα χρόνο και ζούσαν με το εισόδημα της εργασίας τους.

Το 1795 όμως καταργείται η καθολική ψήφος και περιορίζεται με βάση εισοδηματικά κριτήρια. Το 1814 η παλινορθωμένη Μοναρχία επιτρέπει την ψήφο μόνο για τους εύπορους άνδρες (δηλαδή σε λιγότερο από 1% του πληθυσμού).

Το 1848 η Επανάσταση και η Δεύτερη Δημοκρατία καθιερώνει οριστικά την καθολική ανδρική ψήφο για άνδρες άνω των 21 ετών.

Το 1918–1919 μετά την πτώση των αυτοκρατοριών θεσμοθετείται καθολική ανδρική ψήφος σε Γερμανία, Αυστρία, Πολωνία, Τσεχοσλοβακία, ενώ τη δεκαετία του 1920 στις Σκανδιναβικές χώρες.

 Στην Ελλάδα, μετά την επανάσταση της 3ης Σεπτέμβρη του 1843, το σύνταγμα του 1844 καθιέρωσε ένα ιδιόμορφο δικαίωμα ψήφου, ενώ έπρεπε να περάσουν άλλα 20 χρόνια ώσπου το σύνταγμα του 1864 να καθιερώσει την καθολική, άμεση και μυστική ψήφο για τους άνδρες από 25 ετών και άνω. Το 1926 το όριο ηλικίας για το δικαίωμα ψήφου κατέβηκε στα 21 έτη.

 

Η ψήφος των γυναικών

Το δικαίωμα ψήφου στις γυναίκες καθιερώθηκε μόλις τον 20ο αιώνα μετά από αγώνες των γυναικών και των εργατικών κομμάτων. Καθοριστικό ρόλο για την επέκτασή του στην Ευρώπη έπαιξε η πλήρης αναγνώριση του δικαιώματος ψήφου στις γυναίκες το 1917 από τους επαναστατημένους μπολσεβίκους στη Ρωσία. 

Στην Ελλάδα, το 1930 δόθηκε στις γυναίκες περιορισμένο δικαίωμα ψήφου μόνο για τις δημοτικές εκλογές, ενώ για το πλήρες δικαίωμα έπρεπε να φτάσουμε στα 1952. Είχαν προηγηθεί βέβαια οι εκλογές της Άνοιξης του 1944 στην ελεύθερη Ελλάδα, για την εκλογή της κυβέρνησης του βουνού (της ΠΕΕΑ), όπου με απόφαση του ΕΑΜ οι γυναίκες είχαν ισότιμα δικαιώματα ψήφου με τους άνδρες.   

Αντίστοιχη πορεία με την ελληνική είχε και η καθιέρωση της γυναικείας ψήφου και στις υπόλοιπες Ευρωπαϊκές χώρες, στην οποία σημαντικό ρόλο έπαιξαν τόσο οι εργατικές επαναστάσεις τού 1917-1919 όσο και η δημιουργία των νέων σοσιαλιστικών χωρών μετά τον Β’ παγκόσμιο πόλεμο.

Το 1915  στην Δανία,

1918 σε Γερμανία (Δημοκρατία της Βαϊμάρης),

1919 –  Ολλανδία, Αυστρία,

1920 – Τσεχοσλοβακία, 

1921 – Σουηδία,

1928 – Ηνωμένο Βασίλειο,

1931 – Ισπανία,

1944 – Γαλλία,

1945 – Ιταλία,

1946 – Ρουμανία,

1947 – Βουλγαρία,

1949 – Ουγγαρία.

Σημαντικά καθυστερημένα σε σχέση με άλλες χώρες, ήταν η χορήγηση εκλογικού δικαιώματος σε ομοσπονδιακό επίπεδο στην Ελβετία, η οποία έγινε μόλις το 1971!

Όπως αντιλαμβάνεστε φίλοι μου, το δικαίωμα ψήφου και η εκλογή αντιπροσώπων αφορούσε αποκλειστικά την αστική τάξη και μάλιστα τα πιο εύπορα τμήματά της, η οποία το χρησιμοποιεί για τα δικά της συμφέροντα. Εξ αρχής η προσπάθειά της ήταν το εκλογικό δικαίωμα να μείνει περιορισμένο στα πλαίσια της τάξης τους και σε όσο το δυνατόν λιγότερους ανθρώπους. 

Η επέκταση του δικαιώματος, αρχικά στους μικροαστούς, στη συνέχεια σε εργατικούς και αγροτικούς πληθυσμούς και τελικά στις γυναίκες, δεν παραχωρήθηκε οικειοθελώς από την αστική τάξη. Αυτό το ΔΙΚΑΙΩΜΑ καταχτήθηκε κατόπιν σκληρών λαϊκών αγώνων, εξεγέρσεων και επαναστάσεων. 

 

Η λαϊκή θέληση στα αζήτητα…

Κατά πόσο όμως επιτρέπουν στο λαό να εκφραστεί πραγματικά και πόσο σεβαστή γίνεται η απόφασή του;

Διαρκώς, και ιδιαίτερα την περίοδο των εκλογικών αναμετρήσεων, μας φλομώνουν με μεγαλόστομες διακηρύξεις περί λαϊκής κυριαρχίας, λαϊκής εντολής, ή λαϊκής θέλησης. Βέβαια όλα αυτά τα επικαλούνται μόνο στις περιπτώσεις όπου ο λαός σιωπά και δεν αντιδρά στις αντιλαϊκές πολιτικές. Όταν ο λαός αποφασίσει αντίθετα από τις αστικές επιλογές τότε η γνώμη του καρατομείται δίχως δισταγμό.

Τρανταχτό παράδειγμα τα δημοψηφίσματα. Στις αστικές Δημοκρατίες φίλοι μου, τα Δημοψηφίσματα χρησιμοποιούνται τελείως υποκριτικά για να δημιουργούν στους λαούς μια αίσθηση «άμεσης δημοκρατίας».

Εξ αρχής τα ερωτήματα των δημοψηφισμάτων διατυπώνονται με τέτοιο τρόπο ώστε ο λαός να χάνει σε κάθε περίπτωση. 

Για παράδειγμα στο δημοψήφισμα που έγινε το 2015 στην Ελλάδα, ο λαός εγκλωβίστηκε μεταξύ του ΝΑΙ (που σήμαινε ένα καινούργιο μνημόνιο υπαγορευμένο από ΔΝΤ και ΕΕ), και του ΟΧΙ (που ήταν μια παραλλαγή μνημονίου 55 σελίδων, που είχε ετοιμάσει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ). 

Σημειώστε ότι την πρόταση των κομμουνιστών για να υπάρχει και 3η επιλογή στο δημοψήφισμα, σύμφωνα με την οποία ο λαός να αποφασίσει εάν θέλει «αποδέσμευση από την ΕΕ, κατάργηση των μνημονίων και των εφαρμοστικών νόμων», η κυβέρνηση την απέρριψε.

Όμως, ακόμα κι έτσι, παρά τον εικονικό χαρακτήρα των αστικών δημοψηφισμάτων, οι αστικές κυβερνήσεις χρησιμοποιούν πιέσεις, κινδυνολογίες, ακόμα και παρεμβάσεις από επιχειρηματικούς ομίλους, ώστε να πάρουν το αποτέλεσμα που επιθυμούν.

Ας θυμηθούμε το 2015 όπου πριν το δημοψήφισμα οργίαζαν στα κανάλια οι «δημοσιογράφοι» και οι κάθε είδους «ειδικοί», τρομοκρατώντας το λαό ισχυριζόμενοι ότι το ΟΧΙ θα σημάνει την επιστροφή στη δραχμή και την καταστροφή μας. 

Αλλά και στην περίπτωση όπου δεν υπάρχει το επιθυμητό για τους αστούς  αποτέλεσμα, η κυβέρνησή τους δεν διστάζει να γράψει στα παλιά της υποδήματα την απόφαση του λαού.

 Εντάξει, δεν θα σας πω ξανά για το 2015, όπου εν μία νυκτί το ΟΧΙ ανερυθρίαστα μετατράπηκε σε ΝΑΙ.

Θα σας δώσω όμως μερικά παραδείγματα για να δείτε ότι το ίδιο γίνεται σε όλα τα καπιταλιστικά κράτη.

Το 1992 στη Δανία, ο λαός απέρριψε τη συνθήκη του Μάαστριχτ αλλά η κυβέρνηση δεν δέχθηκε το αποτέλεσμα και διεξήγαγε νέο δημοψήφισμα την επόμενη χρονιά!

Το 2005 στη Γαλλία, ο λαός καταψήφισε σε δημοψήφισμα το «Ευρωσύνταγμα». Η κυβέρνηση όμως αγνόησε το αποτέλεσμα, και το 2008 το πέρασε στη βουλή με δική της απόφαση δίχως να γίνει ξανά δημοψήφισμα!

Το 2008 στην Ιρλανδία, πραγματοποιήθηκε δημοψήφισμα για τη συνθήκη της Λισαβόνας όπου υπερίσχυσε το ΟΧΙ. Η Ιρλανδική αστική τάξη όμως έσυρε εκ νέου το λαό σε δημοψήφισμα το 2009, και μετά από αφόρητες πιέσεις και κινδυνολογία, πήρε το αποτέλεσμα που ήθελε!

Θυμηθείτε επίσης ότι στις 17 Μαρτίου 1991 στη Σοβιετική Ένωση διεξήχθη δημοψήφισμα με το ερώτημα: «Θεωρείτε απαραίτητη τη διατήρηση της Ένωσης Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών …;». 

Στο δημοψήφισμα ψήφισαν 148.000.000 πολίτες (80% συμμετοχή) και το ΝΑΙ έλαβε 113.500.000 ψήφους, δηλαδή το 78% των ψηφισάντων. Παρόλα αυτά, Γκορμπατσώφ και Γιέλτσιν (που εργαζόντουσαν για την παλινόρθωση του καπιταλισμού), στις 26 Δεκέμβρη του 1991 αποφάσισαν τη διάλυση της  Ένωσης Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών.

Άραγε διατηρείτε ακόμα αμφιβολίες ότι τα δημοψηφίσματα στις αστικές δημοκρατίες είναι «μούφα» (σύμφωνα με λαϊκή έκφραση) και ότι σε καμία περίπτωση δε επιτρέπουν να γίνει πράξη η θέληση του λαού; Εάν ναι, τότε δείτε το Σύνταγμα της κάθε χώρας για να σας φύγει η κάθε ψευδαίσθηση.

Λόγου χάρη, το Σύνταγμα της Ελλάδας (άρθρο 44), δεν επιτρέπει την προκήρυξη δημοψηφίσματος για «δημοσιονομικά θέματα», δηλαδή για θέματα που αφορούν τη φορολογία, τον προϋπολογισμό, τις κρατικές δαπάνες. Επομένως για τα πιο ουσιαστικά θέματα που αφορούν τις ζωές όλων μας, η «λαϊκή βούληση» πάει περίπατο, εφόσον σε αυτά τα θέματα απαγορεύεται να υπάρχει «δημοκρατία».

Επίσης σε κρίσιμα θέματα όπου το σύστημα φοβάται τη λαϊκή θέληση, αρνείται να ζητήσει την έγκρισή του. Για παράδειγμα αρνήθηκε να κάνει δημοψήφισμα για την είσοδο της χώρας μας στην ΕΟΚ (προπομπό της ΕΕ), την παραμονή μας στο ΝΑΤΟ ή το κλείσιμο των ξένων βάσεων.

Βέβαια μπορεί να σκεφτείτε ότι υπάρχει και μία χώρα που ο λαός ρωτιέται και αποφασίζει με δημοψηφίσματα, δηλαδή στην Ελβετία.

Εκεί, πολύ συχνά διεξάγονται δημοψηφίσματα, δίνοντας στο λαό την αίσθηση ότι αυτός αποφασίζει, αλλά αυτό είναι μια ψευδαίσθηση. Τα θέματα που μπαίνουν προς έγκριση είναι δευτερεύουσας ή τριτεύουσας σημασίας, όπως το κάπνισμα, τα πειράματα σε ζώα, το κινηματογραφικό περιεχόμενο, η εντατική γεωργία, το χαρτόσημο και άλλα τέτοια ανάλογα.

Δεν θα αναλύσω το τι συμβαίνει σε όλες τις βουλευτικές εκλογές. Πρόσφατα είδαμε να ακυρώνονται εκλογές στη Ρουμανία, τη Μολδαβία και τη Γεωργία επειδή τα αποτελέσματα δεν άρεσαν στους Νατοϊκούς. Στην Τουρκία ο Ερντογάν έβαλε στην φυλακή τον δήμαρχο Κωνσταντινούπολης για να μην τον έχει αντίπαλο στις προεδρικές εκλογές. Όσον αφορά τα δικά μας, όλοι γνωρίζουμε τις υποσχέσεις που δίνουν οι πολιτικοί για να υφαρπάξουν τις ψήφους και μετά «μην τον είδατε τον Παναή». 

Με λίγα λόγια φίλοι μου, όταν η θέληση και η ψήφος μας δε βολεύει την αστική τάξη, πετάγεται στα … αζήτητα.

 

Οι … ελεύθερες εκλογές

Θα μου πείτε βέβαια ότι παρά τα στραβά και τα ανάποδα γίνονται εκλογές. Δεν γίνονται;

Ναι φίλοι μου, γίνονται. Αλλά πόσο ελεύθερες και αδιάβλητες είναι οι εκλογές;

Το αστικό πολιτικό σύστημα, παρότι προβάλλει ότι η λαϊκή κυριαρχία κατοχυρώνεται με το ΓΕΝΙΚΟ ΕΚΛΟΓΙΚΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ, στην πραγματικότητα χρησιμοποιεί διάφορους μηχανισμούς για να νοθεύσει τη βούληση του λαού. Ας δούμε κάποιους από αυτούς.

  • “Πλύση εγκεφάλου” και εκβιασμοί: 

Η βία και η νοθεία που γνώρισε η Ελλάδα των δεκαετιών ’50 και ’60 εξακολουθούν να υπάρχουν, αλλά με νέα μέσα. Η “πλύση εγκεφάλου” των μέσων ενημέρωσης, με τις στημένες «ειδήσεις» και τα «πρωινάδικα», χρησιμοποιείται κατά κόρον, για να επηρεάσουν και να διαμορφώσουν την κοινή γνώμη. Στη διαδικασία αυτή μεγάλο ρόλο παίζει και η υποκουλτούρα που προωθεί το σύστημα. 

Το αστικό κράτος έχει τη δύναμη να δυσφημίσει κάποιον που δεν του αρέσει ή να προωθήσει ανύπαρκτα κόμματα και να επιβάλλει ως αρχηγούς κομμάτων ακόμα και άσχετα άτομα δίχως πολιτική δραστηριότητα. Όλοι μας γνωρίζουμε τέτοιες περιπτώσεις, έτσι δεν είναι;

Η πλύση εγκεφάλου  συνδυάζεται με εκβιασμούς, απειλές και τρομοκρατικά διλήμματα για να χειραγωγήσουν τους εργαζόμενους. Η απειλή της απόλυσης, η αναμονή ενός ρουσφετιού, η εξαγορά συνειδήσεων με ένα επίδομα, η επίκληση ενός «θερμού επεισοδίου», λόγου χάρη με την Τουρκία, αναγκάζουν πολλούς εργαζόμενους να σκύβουν το κεφάλι  και να αλλοιώνουν την ψήφο τους.

  • Κατασκευή αυταπάτης: 

Η αστική εξουσία καλλιεργεί την αυταπάτη ότι δήθεν ο λαός αποφασίζει ποιος θα τον κυβερνήσει και ότι αυτός διαμορφώνει το πολιτικό σύστημα, ενώ στην πραγματικότητα οι επιλογές του λαού περιορίζονται αντικειμενικά εντός του αστικού πολιτικού συστήματος. 

Η περιοδική πτώση της επιρροής συγκεκριμένων αστικών κομμάτων ή η συχνή εναλλαγή κυβερνήσεων, δεν εκφράζει κρίση του συνολικού αστικού κράτους. Αποτελεί κρίση μόνο μιας έκφρασής του που η αστική τάξη μπορεί εύκολα να ελέγξει. Στον λαό έχει εμφυτευτεί η απατηλή εντύπωση ότι αλλάζοντας έναν υπουργό ή μια κυβέρνηση θα αλλάξει και η συνολική πολιτική της χώρας. Δυστυχώς όμως οι κύριες κατευθύνσεις είναι δεδομένες. 

Η εναλλαγή κομμάτων όπως η ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ, ο ΣΥΡΙΖΑ και των υπόλοιπων αστικών κομμάτων στην κυβέρνηση, δεν μπορεί να επιφέρει καμία ουσιαστική αλλαγή αφού όλα έχουν τις ίδιες βασικές πολιτικές. Όποιος αμφιβάλλει για αυτό, ας μελετήσει τις αλλεπάλληλες αλλαγές πρωθυπουργών και κυβερνήσεων τα τελευταία πενήντα χρόνια. Όταν ο λαός δυσαρεστείται από μια κυβέρνηση τον προσανατολίζουν σε μιαν άλλη η οποία πάλι θα τον δυσαρεστήσει και στη συνέχεια επαναλαμβάνεται η ίδια διαδικασία.

  • Ηλεκτρονικό φακέλωμα και παρακολούθηση: 

Το κράτος χρησιμοποιεί την αλματώδη ανάπτυξη της τεχνολογίας για τη διαμόρφωση νέων μηχανισμών παρακολούθησης της πολιτικής δράσης και της προσωπικής ζωής “υπόπτων” και “επικίνδυνων” αγωνιστών. Το ηλεκτρονικό φακέλωμα επεκτείνεται. Αυτό περιλαμβάνει την πλήρη και ενιαία ψηφιακή συγκέντρωση ιατρικών, δικαστικών, οικονομικών και προσωπικών δεδομένων.

Επίσης τα αποθηκευμένα προσωπικά μας δεδομένα αξιοποιούνται κατά βούληση ιδίως από τα κυβερνητικά κόμματα για τον επηρεασμό των ψηφοφόρων. Οι περισσότεροι έχουμε λάβει επιστολές ή email από υποψήφιους βουλευτές των αστικών κομμάτων.

  • Νομοθεσία και δικαιοσύνη: 

Υπάρχει μια αλυσίδα νομοθετικών ρυθμίσεων που περιορίζουν τα δικαιώματα σε απεργίες και διαδηλώσεις, εισάγουν ηλεκτρονικές ψηφοφορίες και υπονομεύουν τις γενικές συνελεύσεις. Αλλαγές στον Ποινικό Κώδικα και ο “ευρωτρομονόμος” προβλέπουν προληπτικές διώξεις.

Το δίκαιο υπηρετεί τα συμφέροντα της κυρίαρχης τάξης, κατοχυρώνοντας την καπιταλιστική ιδιοκτησία και την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο και δυσκολεύοντας με πάμπολλους τρόπους τη διάδοση της κομμουνιστικής ιδεολογίας.

Να λάβουμε υπόψη ότι σε πολλές χώρες της «δημοκρατικής» Ευρώπης απαγορεύονται ή περιορίζονται τα κομμουνιστικά σύμβολα (όπως σφυροδρέπανο, κόκκινο αστέρι κ.λπ.) ενώ σε άλλες τα κομμουνιστικά κόμματα είναι παράνομα ή έχουν διαλυθεί από το κράτος. Αυτά συμβαίνουν σήμερα σε Ουγγαρία, Λετονία, Εσθονία, Λιθουανία, Πολωνία, Ουκρανία, Γεωργία. 

Ίσως αυτό δεν είναι άσχετο από το γεγονός ότι σε αυτές τις χώρες οι ετήσιες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η λαϊκή αποδοχή για τον Στάλιν φτάνει το 50% και μάλιστα στη Ρωσία το 70%, παρόλο που έχουν περάσει 70 χρόνια από τον θάνατό του και 35 χρόνια από την διάλυση της ΕΣΣΔ. (Δείτε σχετικό άρθρο της ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ στις 16.04.2019)

  • “Σκανδαλολογία”: 

Σε κάθε προεκλογική περίοδο, η σκανδαλολογία χρησιμοποιείται για να αποπροσανατολίσει τον λαό, δίνοντας την εντύπωση ότι “θα αλλάξουν όλα”, ενώ στην ουσία τίποτα δεν αλλάζει στον πυρήνα του συστήματος. Αυτό εξυπηρετεί την ανανέωση του πολιτικού προσωπικού, προωθώντας νέα πρόσωπα στη θέση των παλιών που απαξιώθηκαν, δίχως να θίγονται τα συμφέροντα της αστικής τάξης.

  • Ενσωμάτωση δημοσίων υπαλλήλων: 

Η σταθερότητα εργασίας και οι παροχές που δίδονται κάποιες φορές στους δημοσίους υπαλλήλους, αποσκοπούν στην πρόσδεσή τους στο αστικό κράτος και τη διατήρηση απόστασης από την εργατική τάξη. Η “αξιολόγηση” και ο φόβος της απόλυσης χρησιμοποιούνται ως όπλα για να πειθαρχήσουν τους δημοσίους υπαλλήλους στην υλοποίηση της κυβερνητικής πολιτικής.

  • Ψευδείς διαχωρισμοί:  

Αναπαλαιώνονται διαρκώς παραδοσιακοί αστικοί πολιτικοί και ιδεολογικοί διαχωρισμοί όπως “δεξιά – αντιδεξιά”, “συντήρηση – πρόοδος”, “κεντροδεξιά – κεντροαριστερά”, για να χειραγωγηθούν οι εργατικές-λαϊκές δυνάμεις.

Το σύστημα αποκρύπτει επιμελώς ότι η μόνη ουσιαστική κοινωνική διαφορά είναι ο διαχωρισμός σε κοινωνικές τάξεις. Δεν θέλουν με κανένα τρόπο να αποκτήσουν οι εργαζόμενοι ταξική συνείδηση, να καταλάβουν ότι ανήκουν στην εργατική τάξη και ότι αυτός που τους εκμεταλλεύεται και ευθύνεται για την άσχημη θέση τους είναι συνολικά η αστική τάξη.

Κατόπιν τούτων φίλοι μου αντιλαμβανόμαστε ότι οι εκλογές στα καπιταλιστικά κράτη δεν είναι καθόλου ελεύθερες. Το γενικό εκλογικό δικαίωμα είναι στραγγαλισμένο. Οι εργαζόμενοι που καταφέρνουν να χειραφετηθούν από την αστική προπαγάνδα και να ακολουθήσουν εργατικά ή κομμουνιστικά κόμματα αποτελούν μια ελάχιστη ή μικρή μερίδα τού συνόλου των πολιτών.

Επομένως το σύνθημα «Αν οι εκλογές άλλαζαν τον κόσμο θα ήταν παράνομες» είναι αρκετά βάσιμο.

 

Αποχή ή συμμετοχή;

Και τίθεται το ερώτημα,:

Εφόσον με την «ψήφο» δεν μπορούμε να αλλάξουμε τα πράγματα, τί στάση πρέπει να τηρούν οι λαϊκές μάζες στις εκλογικές αναμετρήσεις; 

Να συμμετέχουν ή να απέχουν από αυτές;

Φίλοι μου, όπως είδαμε και στην ιστορική εξέλιξη του κοινοβουλευτικού θεσμού, η αστική τάξη προσπαθούσε εξ αρχής να περιορίσει το εκλογικό δικαίωμα σε όσο το δυνατόν λιγότερους ανθρώπους. Μόνο όταν αισθάνθηκε σίγουρη ότι είχε χειραγωγήσει σε μεγάλο βαθμό τις λαϊκές μάζες μείωσε το όριο ηλικίας για το δικαίωμα ψήφου στα 21, τα 18 ή και στα 16 έτη.

Όμως το «ΓΕΝΙΚΟ ΕΚΛΟΓΙΚΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ», όπως αποδείξαμε στην προηγούμενη ενότητα, μόνο στους τύπους ισχύει. Η άρχουσα τάξη προσπαθεί με τα μέσα που διαθέτει, να χειραγωγεί τις εργατικές μάζες ώστε να μη συνειδητοποιήσουν την ταξική τους θέση στην κοινωνία και να μην στραφούν προς τα εργατικά και κομμουνιστικά κόμματα. 

Οι αστοί θα επιθυμούσαν να περιορίσουν το εκλογικό δικαίωμα αποκλειστικά στο συνάφι τους, για να αποφασίζουν μόνοι τους τα εσωτερικά ζητήματα της τάξης τους, δίχως παρεμβάσεις από την εργατική τάξη. Εφόσον όμως ισχύει το ΓΕΝΙΚΟ ΕΚΛΟΓΙΚΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ, προσπαθούν να κατευθύνουν τη λαϊκή ψήφο.

Αυτό, ανάλογα με τις περιόδους, το καταφέρνουν αρκετά καλά, αλλά πάντα μια μερίδα εργαζομένων αρνείται να το αποδεχθεί, που μερικές φορές αυτή η μερίδα μπορεί να είναι αρκετά μεγάλη. Σε μια τέτοια περίπτωση ή αστική τάξη, με όπλο την απογοήτευση, προσπαθεί να τους βγάλει εκτός εκλογικής διαδικασίας, να τους στρέψει στην αποχή. Προτιμά αυτοί να μην είναι με κανέναν, παρά να τους έχει στο εχθρικό στρατόπεδο. Ταυτόχρονα, η αποχή, περιορίζει τεχνητά και το εκλογικό δικαίωμα, πράγμα που οι αστοί επιδίωκαν εξ αρχής.

Για παράδειγμα στις ελληνικές εκλογές του Ιουνίου του 2023 από τους 9.813.595 εγγεγραμμένους έλαβαν μέρος μόνο οι 5.273.699. Δηλαδή το 46,3% των πολιτών απείχε από τις εκλογές και οι περισσότεροι το έκαναν ως ένδειξη διαμαρτυρίας. Αλλά τι κατάφεραν με την αποχή τους; 

Τελικά κυβέρνηση συγκρότησε πάλι η ΝΔ με τις ψήφους μόνο του 21,5% του εκλογικού σώματος ενώ οι υπόλοιποι μοιράστηκαν στα άλλα αστικά κόμματα ή στην αποχή. Εξαίρεση αποτέλεσαν οι 400.000 ψηφοφόροι που συντάχθηκαν με το ΚΚΕ που εκφράζει τα εργατικά και λαϊκά συμφέροντα.

Όσοι λοιπόν από τους εργαζόμενους προτείνουν την αποχή από τις εκλογικές διαδικασίες, απλά απεμπολούν το δικαίωμά τους έχοντας πέσει στην παγίδα των αστών. 

Η αγανάκτηση για τις αντιλαϊκές πολιτικές δεν γίνεται να εκφραστεί ούτε με την ψήφιση των διάφορων αστικών κομμάτων ούτε με την αποχή. 

Με την αποχή μας ουσιαστικά αφήνουμε τους αστούς να κάνουν ό,τι θέλουν ενώ στην πράξη περιορίζουμε το εκλογικό δικαίωμα στα όρια που ίσχυαν στα τέλη του 19ου αιώνα. 

Το ζήτημα επομένως για αυτούς που εναντιώνονται στις κυβερνητικές πολιτικές δεν είναι ούτε να επιλέγουν να ψηφίσουν ένα κόμμα από την παλέτα των αστικών κομμάτων, ούτε να απόσχουν συνολικά από τις διαδικασίες. Το θέμα είναι να χειραφετηθούν συνολικά από τις αστικές επιρροές, να αναπτύξουν διεκδικητικούς αγώνες και να συμπαραταχθούν με τα εργατικά κόμματα.

Η στήριξη και με την ψήφο μας των εργατικών και κομμουνιστικών κομμάτων, δημιουργεί προβλήματα στην άρχουσα τάξη. Κι όσο αυξάνεται η στήριξη των κομμουνιστικών κομμάτων τόσο οι κυβερνήσεις λαμβάνουν πιο σοβαρά υπόψη τη λαϊκή απαίτηση.

Αυτό βέβαια δε σημαίνει ότι η εργατική τάξη μπορεί να πάρει την εξουσία με τις εκλογές. Όπως είπαμε,  εάν αυτές μπορούσαν να αλλάξουν τα πράγματα, θα ήταν παράνομες.

« Όσες φορές έπεσε το εργατικό κίνημα στο λάθος ότι μπορεί η εργατική τάξη να πάρει την εξουσία μέσω των αστικών θεσμών, εξασφαλίζοντας την κοινοβουλευτική πλειοψηφία ή σε συμβιβασμό με αυτούς τους θεσμούς, το αποτέλεσμα ήταν να γίνει ουρά της αστικής τάξης ή τμημάτων της, να ενσωματωθεί στη στήριξη της κυριαρχίας των μονοπωλίων, με απώλεια στην πορεία και οικονομικών κατακτήσεων. Δεν είναι λίγες φορές που οι αυταπάτες για … τον αστικό κοινοβουλευτισμό διαμόρφωσαν τη δυνατότητα η εργατική τάξη να είναι αφοπλισμένη μπροστά στην κρατική καταστολή, (και) έδωσαν το περιθώριο να χτυπηθεί μαζικά (π.χ., στη Χιλή το 1973 κ.α.). – Θεωρητικά ζητήματα στο πρόγραμμα του ΚΚΕ, σελ.78, εκδ. ΣΕ

Όσοι επιθυμούν την ανατροπή του καπιταλισμού πρέπει να έχουν υπόψη ότι η επαναστατική πλειοψηφία δεν γίνεται να διαμορφωθεί μέσα στους θεσμούς της αστικής δημοκρατίας. 

Για να αλλάξουμε τον κόσμο (όπως λέει το σύνθημα), πρέπει να γκρεμίζουμε τις αυταπάτες και τις ψευδαισθήσεις ότι τάχα υπάρχει πιθανότητα να βρεθούν λύσεις προς όφελος του λαού μέσα από το αστικό κοινοβούλιο ή την αστική δικαιοσύνη.

Η επαναστατική πλειοψηφία θα διαμορφώνεται όσο ωριμάζει η ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΗ ΤΩΝ ΑΣΤΙΚΩΝ ΘΕΣΜΩΝ, κι όσο η εργατική τάξη αποφασίζει να οργανωθεί μέσα στις παραγωγικές μονάδες, όχι μόνο σε οικονομική βάση αλλά και σε πολιτική κατεύθυνση, βάζοντας σαν στόχο πάλης τη δική της εξουσία. Κι όταν θα πάρει την εξουσία θα καταργήσει τους αστικούς θεσμούς και θα τους αντικαταστήσει με νέα όργανα και νέους λαογέννητους θεσμούς.

Συνεπώς φίλοι μου οι εκλογές πράγματι δεν μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο, μπορούν όμως να φέρουν δυσκολίες στην εφαρμογή αντιλαϊκών πολιτικών. 

Εκτός αυτού, η υπερψήφιση των εργατικών και κομμουνιστικών κομμάτων αποτυπώνει τον βαθμό συνειδητοποίησης της εργατικής τάξης. 

Και μόνο η εργατική τάξη, με συνειδητοποιημένη τη θέση και το ρόλο της στην κοινωνία, μπορεί να αλλάξει τον κόσμο!

Να είσαστε καλά

Γιάννης Βεντούρας

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: