Ο καθρέφτης
Αδημοσίευτη Ποίηση του Γιώργου Δ. Μπίμη

Καθρέφτης της δικής σου πράξης,
το δίκιο και η αδικία,
μα, ‘συ, την αφορμή ν’ αδράξεις,
ν’ αντιτεθείς στην δυστοκία.
…..
Άλλοι ρεμβάζουν στη λιακάδα
κι άλλοι στον πόνο ξαγρυπνούν,
μυριάδες στέκουν στην αράδα
κι οι θύτες, πάντα κυβερνούν.
…..
Μπορείς κι εσύ να κάνεις κάτι,
σ’ ότι σ’ αναλογεί και πρέπει,
στην εντολή την εντεκάτη,
να ιδεί κι εκείνος που δε βλέπει…
Ζωής πνευματική αξία
κι ωραίας μάχης μετερίζι,
ουμανισμός και ευπραξία,
γι’ αυτόν που το ορθό στηρίζει.
Εκδίκηση, μνησικακία,
μη βρούνε γη μες στην ψυχή σου,
πείσμα, οργή κι αντιδικία,
έναυσμα! της συνενοχής σου.
Προπύργιο αγιοσύνης!
όχι με λόγια, μα με πράξεις,
στο πνεύμα της δικαιοσύνης,
δρόμους ειρήνης να χαράξεις.
Νερό να βρουν οι διψασμένοι
κι ίσκιο βαθύ να ξαποστάσουν
κι όλης της γης οι κολασμένοι,
στις πύλες της Εδέμ να φτάσουν.
…..
Ψηλά, στον ουρανό το βλέμμα!
χαμογελάστε στο διαβάτη,
τάξτε ψυχή και νου και αίμα,
στο θείο δίκιο του εργάτη.
Η πίστη, να γενεί ελπίδα,
να σβήσει το θολό σκοτάδι,
ν’ αλλάξουν οι καιροί σελίδα,
να ‘χουν κι οι ενδεείς μοιράδι!