Βασιλική Τσιφτσή – Πάνος Μπαλάφας: Φωνές που μας ταξιδεύουν στα περασμένα

Ήταν κατακαλόκαιρο, η ζέστη στην Αθήνα αποπνιχτική, ο ήλιος μας είχε βάλει στο στόχαστρο του και δεν μας άφησε ούτε μια στιγμή και κάπως έτσι ξεκίνησε η συνέντευξη των παιδιών στο ‘’Μπλε Παπαγάλο”.

Η Βασιλική και ο Πάνος είναι μέλη ενός ευρύτερου σχήματος που επικεντρώνεται στον ήχο του ρεμπέτικου και του παλιού λαϊκού και αποτελείται από τους: Παναγιώτη Τσιφτσή στο  μπουζούκι, Χρήστο Σκόνδρα στο μπουζούκι επίσης και Θοδωρή Σκόνδρα στο κοντραμπάσο.

Οι μόνες στιγμές δροσιάς ήταν όταν έσκαγαν στα γέλια μιλώντας για τους εαυτούς τους και για όσα έκαναν, κάνουν και ονειρεύονται να κάνουν στην ζωή τους. Γελούσαν γιατί όπως όλοι οι άνθρωποι με ταλέντο, που δεν έχουν καβαλήσει καλάμια, ένιωθαν και λίγο άβολα με το ‘’στήσιμο’’ μιας συνέντευξης ή έστω κουβέντας για τους ίδιους.

Απλοί και οι δύο έλεγαν ‘’τραγουδώ’’, ‘’παίζω’’ ή ‘’γράφω στίχους’’ σαν να έλεγαν‘’ αναπνέω’’, ’’τρώω’’ και ‘’ζω’’. Τόσο απλά… Ωστόσο ο βήχας, ο έρωτας και το ταλέντο δεν κρύβονται ποτέ.

Πάμε να τα γνωρίσουμε.

Λοιπόν, Βασιλική, τολμώ να πω ότι είσαι μια μικρή διασημότητα. Παντού σε κάθε νέο μουσικό που γνωρίζω του είσαι λίγο πολύ γνωστή.

Β.Τ: Ναι; Δε θα το έθετα έτσι, απλά τυχαίνει οι άνθρωποι που δουλεύουμε στην Αθήνα με τη μουσική να συνεργαζόμαστε και να συναναστρεφόμαστε συχνά, οπότε λίγο πολύ γνωριζόμαστε κιόλας!

Δεν έχετε καταλάβει την δυναμική των κοινωνικών δικτύων στο να γίνεστε σιγά-σιγά γνωστοί στο χώρο;

Β.Τ: Σίγουρα τα κοινωνικά δίκτυα βοηθάνε στο να γίνεται γνωστή μια προσπάθεια ή μια δουλειά. Σημασία έχει βέβαια η δουλειά αυτή να εξελίσσεται.

Π.Μ :Το ίντερνετ έχει δυναμική αλλά δεν παύει να είναι ένα μέσο με πολυδιάστατη απήχηση. Βοηθά ως ένα σημείο, αλλά από εκεί κι έπειτα το παιχνίδι παίζεται σε πραγματικό χρόνο. Πόσο θα ασχοληθείς με αυτό που αγαπάς, πόσες ώρες θα παίξεις και θα βελτιωθείς, πόση ώρα θα κάτσεις να παιδευτείς σε ένα στίχο. Αυτό μέσα από το διαδίκτυο δε φαίνεται. Υπάρχει ένα έτοιμο αποτέλεσμα. Στο καθημερινό παίξιμο φαίνεται. Ο κόσμος που θα έρθει να μας ακούσει, αυτό εκτιμά και αυτό πάει από στόμα σε στόμα. Στο διαδίκτυο μπορείς να δεις πολλά και να μείνουν εκεί.

Νομίζω ότι είναι μια ευκαιρία η σημερινή να δώσουμε βήμα στα αξιόλογα λοιπόν… Πείτε πώς ξεκινήσατε να ασχολείται ο καθένας σας ξεχωριστά με την μουσική;

Β.Τ: Το τραγούδι το ξεκίνησα γύρω στα 21, πιο πριν είχα ασχοληθεί με το κλασικό φλάουτο.

Είχες κάνει μαθήματα φωνητικής πιο μπροστά;

Β.Τ: Ελάχιστα. Παραδοσιακή μουσική και σύγχρονο τρόπο ερμηνείας, αλλά ξέρεις, το οικονομικό θέμα είναι κάτι το οποίο δεν μπορεί να μη το λάβεις υπόψη σου. Θα ήθελα να κάνω περισσότερα μαθήματα αλλά υπάρχει ένα κόστος το οποίο δεν μπορεί να καλυφθεί κάτω από τις σημερινές, τουλάχιστον, συνθήκες.

Πάνο πως ήταν το δικό σου ξεκίνημα;

Π.Μ  Στα 14 μου πήρα την πρώτη μου κιθάρα. Μέχρι τότε δεν είχα κάνει τίποτα γύρω από τη μουσική, απλός ακροατής. Πήγα σε ένα δάσκαλο για ηλεκτρική κιθάρα. Το λαϊκό και το ρεμπέτικο το πρωτοάκουσα σε ηλικία 18 ετών. Μέχρι τότε δεν είχα καθίσει να ασχοληθώ ουσιαστικά με αυτό το είδος.

Κατά τύχη, κάποια στιγμή έψαχναν σε ένα σχήμα ένα κιθαρίστα και με πρότεινε ένας φίλος και αναγκάστηκα να τα ακούσω και να το ψάξω.

Καταλυτική γνωριμία για μένα ήταν με το Χρήστο Σκόνδρα. Παίζαμε μαζί σαν ντουέτο για δύο χρόνια και τα δύο τελευταία είμαστε μαζί με τη Βασιλική και το Πάνο.

Παρότι το ξεκίνημα και των δύο σας ήταν εντελώς τυχαίο, τελικά το αγαπήσατε το λαϊκό τραγούδι και του δοθήκατε. Εκτός από το δημιουργικό κομμάτι που έχει η ενασχόληση με τη μουσική, σας μάγεψε και λίγο ο νομαδικός τρόπος ζωής των μουσικών;

Β.Τ: Ο νομαδικός τρόπος ζωής δεν είναι αποτέλεσμα πάντα επιλογής. Οι περισσότεροι μουσικοί βιώνουν έτσι το επάγγελμά τους και κυρίως για βιοποριστικούς λόγους. Όταν γίνεται υπό συνθήκες φυσιολογικές είναι πραγματικά πολύ ωραία εμπειρία, καθώς γνωρίζεις ανθρώπους και αποκτάς εμπειρίες μοναδικές.

Π.Μ: Αυτός ο τρόπος ζωής δεν είναι πάντα εύκολος. Ειδικά όσο μεγαλώνεις και αναλαμβάνεις άλλες υποχρεώσεις, ωστόσο ναι, σε κρατά σε εγρήγορση και σε  αναζωογονεί.

Γράφεις τραγούδια, ένα από αυτά βγήκε και σε βιντεοκλίπ πρόσφατα, λίγο μετά το Πάσχα με τίτλο ‘’Θα ‘ρθεις’’; Μίλησέ μας λίγο για αυτό το τραγούδι.

Π.Μ: Πρόκειται για ένα τραγούδι το οποίο ναι μεν έγραψα εγώ, αλλά συμμετείχαν στην ενορχήστρωση  αγαπημένοι φίλοι κυρίως και έπειτα συνεργάτες. Ερμηνεύει η Βασιλική και ο Δημήτρης Μπάκουλης, παίζουν ακορντεόν ο Αλέξανδρος Καμπουράκης, ηλεκτρική κιθάρα ο Δημήτρης Χριστοδουλόπουλος, κρουστά ο Μιχάλης Μπακάλης, ηλεκτρικό μπάσο ο Νίκος Γύρας και εγώ ακουστική κιθάρα.

Η ηχογράφηση και η μίξη έγιναν στο στούντιο Συν Ένα από το Γιάννη Ταβουλάρη. Το αποτέλεσμα μας έχει ικανοποιήσει αρκετά όλους τους συμμετέχοντες σε αυτό. Σκεφτόμαστε άμεσα μέσα στο φθινόπωρο να ηχογραφήσουμε και άλλα κομμάτια μας.

Πότε ανακάλυψες ο ίδιος ότι γράφεις στίχους;

Π.Μ: Έγραφα σαν χόμπυ από μικρός. Από τότε που ξεκίνησα το παίξιμο στα μαγαζιά, το να γράφω στίχους έγινε κάτι παραπάνω από χόμπυ. Έγινε ανάγκη και αποφόρτιση από την πίεση της βραδιάς. Όπως είπα αυτό το επάγγελμα έχει πολλές χαρές αλλά και πολλές δυσκολίες. Υπάρχουν βδομάδες που αισθάνεσαι κουρασμένος από το συνεχές παίξιμο, μπαίνεις στο σπίτι και νιώθεις ένταση.

Συνήθως τα τραγούδια που γράφεις τι θεματολογία έχουν;

Π.Μ: Ο έρωτας είναι το κεντρικό θέμα των στίχων μου. Είτε ως συναίσθημα χαράς είτε ως λύπης. Έχω και στίχους που αναφέρονται σε άλλα θέματα..

Β.Τ: Το τραγούδι που έγραψες με τον Αναστάση Μπίτζιο ‘’Φύσα βοριά’,’ το οποίο ερμήνεψε ο Βασίλης Κορακάκης είναι ένα τραγούδι που μιλά για το πώς ο σύγχρονος άνθρωπος καταβάλλεται από την καθημερινότητα, την ρουτίνα του και τον κοινωνικό αποκλεισμό που βιώνουμε όλοι μας λίγο πολύ. Τουλάχιστον έτσι το έχω ερμηνεύσει εγώ στο μυαλό μου.

Π.Μ: Πολύ σωστά. Είναι ένα τραγούδι το οποίο γράφτηκε μαζί με τον καλό φίλο και συνεργάτη Αναστάση, με κύριο στόχο να εκφράσει την αισιόδοξη πλευρά της ζωής σε μια εποχή απαισιοδοξίας.

Θυμάσαι τι ακριβώς αισθανόσουν εκείνη την περίοδο σε ποια φάση το έγραψες;

Π.Μ :Ήμουν αρκετά μικρός και όσο πιο μικρός είναι κάποιος, τόσο νιώθει ένα αδιέξοδο. Τώρα δεν το νιώθω αυτό το συναίσθημα, ότι βρίσκομαι δηλαδή σε αδιέξοδο, παγιδευμένος κ.λ.π. Ωστόσο, το αδιέξοδο που ένιωθα έφηβος εκφράστηκε μέσα από στίχους που επικοινωνούν με τα σημερινά κοινωνικά αδιέξοδα. Γενικά παρότι γράφω για τον έρωτα, δεν μπορώ να πω ότι έχω γράψει βιωματικούς στίχους. Δεν είχα συγκεκριμένο άνθρωπο στο μυαλό μου για κανένα από αυτά. Σκέφτομαι μια ιστορία και την γράφω.

Έτσι και το τραγούδι ‘’Φύσα Βοριά’’ θυμάμαι ένα κλειστοφοβικό συναίσθημα, αλλά αν με ρώταγες τότε αν μονίμως ένιωθα έτσι, θα σου έλεγα όχι.

Ένα τραγούδι δεν χρειάζεται πάντα να ‘ναι βιωματικό.

Βασιλική πέρα από το σχήμα στο οποίο συνεργάζεστε και θα κυκλοφορήσετε το δίσκο σας, υπάρχει και ένα σχήμα με το οποίο δουλεύετε ένα πολύ ωραίο πρόζεκτ με ξεχασμένα τραγούδια του ’70-’80. Πολύ πρωτότυπη ιδέα καθότι αυτές οι δεκαετίες έχουν φορτιστεί με αρνητικό πρόσημο, εξαιτίας του ρεύματος που υπήρχε με τη Μεταπολίτευση για το λαϊκό τραγούδι της εποχής να σνομπάρεται, σε αντίθεση με το πολιτικό ή τραγούδια του νέου κύματος. Θες να μας μιλήσεις για αυτό;

Β.Τ: Τα λαϊκά τραγούδια αυτών των δεκαετιών έχουν παραγκωνιστεί παρότι είναι αρκετά ενδιαφέροντα μουσικά. Ο Έλληνας έχει συνηθίσει σε ένα συγκεκριμένο λαϊκό πρόγραμμα όταν πάει σε μια ταβέρνα. Δεν είναι καθόλου εύκολος ακροατής για κάτι καινούργιο. Ζητά πάντα τα ιδία τραγούδια, ό,τι έχει ακούσει στη διπλανή ή παραδίπλα ταβέρνα.

Προσπαθούμε να αναδείξουμε τα τραγούδια εκείνης της εποχής τα οποία, όπως είπες, έχουν φορτιστεί αρνητικά εξαιτίας των συγκυριών που επικρατούσαν στο ελληνικό τραγούδι της εποχής. Κομμάτια που είναι κρίμα να μην τραγουδιούνται πια.

Θα κάνετε κάποια διασκευή στη μελωδία ώστε να προσαρμοστούν στο σήμερα ή θα τα μεταφέρετε αυτούσια με το ήχο του τότε;

Β.Τ: Όχι, δε θα κάνουμε διασκευές των κομματιών. Γενικά είμαστε υπέρ του ‘’παλιού ήχου’’. Ε, τώρα μπορεί ο κιθαρίστας μας και ο μπουζουξής να αλλάξουν λίγο κάποιες συγχορδίες που μπορεί πειραματιζόμενοι να πουν ‘’αυτό ακούγεται λίγο καλύτερα σήμερα έτσι’’ αλλά ως εκεί.

Βασιλική, σαν τραγουδίστρια, σε ποια εποχή και με ποιες ερμηνεύτριες θα μπορούσες να ταυτιστείς;

Β.Τ: Ενδιαφέρομαι ιδιαίτερα για το λαϊκό τραγούδι της δεκαετίας του ’50, χωρίς να σημαίνει ότι δε μ’ αρέσουν παλιότερες ή νεότερες εποχές. Μια ερμηνεύτρια που αγαπάω πολύ είναι η Γιώτα Λύδια, η οποία έχει τραγουδήσει ένα μεγάλο εύρος σε ό,τι αφορά τα είδη μουσικής, από παραδοσιακά μέχρι Χατζηδάκη.

Πάνο πιστεύεις ότι δίνονται σήμερα ευκαιρίες σε νέα παιδιά να χαράξουν μια καριέρα στο ελληνικό τραγούδι ή οι ευκαιρίες λόγω κρίσης είναι περιορισμένες;

Π.Μ: Σίγουρα η κρίση έχει χτυπήσει το ελληνικό τραγούδι. Δεν είναι εύκολο να βγει μια δισκογραφική δουλειά και αν βγει να ακουστείς, όπως γινόταν παλιότερα. Σήμερα επικρατεί μια κατάσταση λίγο μυστήρια.

Από τη μια υπάρχουν νέα σχήματα με πολύ ταλαντούχους μουσικούς τα οποία μένουν στην αφάνεια και στις πρώτες γραμμές μένουν ονόματα που θα έπρεπε σιγά-σιγά να αποσύρονται.

Προσοχή, δεν το λέω με κακή διάθεση, απλά διακρίνω μια ευκολία στο να μένουμε σε 5-10 ονόματα πολύ σπουδαίων καλλιτεχνών και από εκεί και ύστερα να μην κουνιέται φύλλο.

Σε μεγάλες εκδηλώσεις για έλληνες συνθέτες, είτε πρόκειται για έντεχνο είτε για λαϊκό τραγούδι, θα δεις να ανακυκλώνονται τα ίδια ονόματα. Γιατί είναι εύκολο, γιατί το γνωστό όνομα θα τραβήξει κόσμο, γιατί οι άνθρωποι που οργανώνουν τέτοιες αφιερωματικές βραδιές είναι και λίγο άσχετοι και δε θέλουν να κουράζονται για να ψάξουν καινούργιο κόσμο.

Ας πούμε οι συναυλίες του ‘’Όλοι μαζί μπορούμε’’ οι οποίες ήταν αφιερωμένες στον Τσιτσάνη. Πήγαν καλλιτέχνες οι οποίοι δεν είχαν καμία σχέση με αυτό το είδος τραγουδιού αλλά ήταν εκεί είτε γιατί η δισκογραφική τους εταιρεία τους έστειλε, είτε γιατί εντάξει, είχαν όλη την καλή διάθεση να συμμετέχουν αφιλοκερδώς, όμως ‘’το κακό’’ συμβαίνει με την όποια πρόθεση…

Νέοι σπουδαγμένοι στην μουσική με όρεξη μένουν εκτός..

Να πάμε λίγο στα καθημερινά προβλήματα τα οποία αντιμετωπίζει ένας μουσικός στα μαγαζιά που παίζει; Θέλετε να μου αναφέρετε ποιες δυσκολίες έχετε αντιμετωπίσει εσείς μέσα στη νύχτα;

Π.Μ: Έχει τύχει να πάμε κάπου με το ρεπερτόριό μας και μετά από λίγο χρονικό διάστημα να μας πει μαγαζάτορας ‘’να το αλλάξουμε’’. Γενικά, ναι να το αλλάξουμε αν είναι για 2-3 τραγούδια ή να προσθέσουμε κάποια παλιά ή λίγα κομμάτια πιο χορευτικά, είναι οκ.. Αλλά να το αλλάξουμε σχεδόν όλο… είναι αδύνατον. Για να φτιαχτεί ένα ρεπερτόριο θέλει μια ολόκληρη προετοιμασία από πίσω, που συνήθως δεν αναγνωρίζεται.

Β.Τ: Η δουλειά του μουσικού ή του ερμηνευτή είχε πάντα δυσκολίες παρότι συνδέεται με ένα περιβάλλον διασκέδασης. Συνήθως ο κόσμος μας αποκαλεί «τυχερούς» και θεωρεί ότι δε δουλεύουμε, παρά ότι γλεντάμε. Ωστόσο δεν είναι καθόλου έτσι, καθώς ο άνθρωπος που καλείται να εργαστεί υπό αυτές τις συνθήκες πολλές φορές τη βδομάδα, καταναλώνει φαιά ουσία και πολλές ώρες από την προσωπική του ζωή.

Π.Μ: Αρκεί να είσαι αρκετά συγκροτημένος και να έχεις στόχο. Αν πας και ανέχεσαι τα πάντα από εργοδότη και πελάτες και δε σέβεσαι ο ίδιος τον εαυτό σου και τον εκθέτεις δεν κάνεις γι’ αυτήν τη δουλειά. Θα χαθείς. Εκεί πάνω εργάζεσαι, δε διασκεδάζεις… Διασκεδάζεις αλλά είναι και η εργασία σου, καλό είναι να το έχει ξεκάθαρο κάποιος πριν ασχοληθεί.

Ευχαριστώ πολύ για την σημερινή συζήτηση. Εύχομαι καλή συνέχεια στα μελλοντικά σας σχέδια και καλή δύναμη για να αντέξετε τις δυσκολίες.

Β.Τ: Ευχαριστούμε πολύ την Κατιούσα για το βήμα έκφρασης. Αποφασιστική συνέχεια σε σας και τους αναγνώστες σας.

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: