Ελένη Φυσέκη: Συγγραφέας ή ντράμερ; ΚΑΙ ΤΑ ΔΥΟ !

Η Ελένη που φτιάχνει αυγοφέτες στους φίλους της ήταν απέναντι μου και μου μίλησε για τα πάντα. Για τα αστυνομικά της βιβλία, για την μουσική, το πώς είναι να είσαι ηχολήπτης στην Ελλάδα των μπουζουκομάγαζων και για ένα σωρό άλλα δικά μας που δεν θα τα πούμε ποτέ.

Η Ελένη Φυσέκη είναι συγγραφέας. Η Ελένη Φυσέκη είναι ντράμερ. Η Ελένη Φυσέκη είναι και ηχολήπτρια. Η Ελένη Φυσέκη είναι η καλύτερη συντροφιά να την έχεις δίπλα σου με μια κούπα καφέ και να συζητάτε ώρες για τα πάντα, κυρίως όμως, για την κατάσταση στην ελληνική μουσική και για αστυνομικά μυθιστορήματα γεμάτα δράση, αγωνία και χιούμορ. Η Ελένη Φυσέκη δίνει απαντήσεις στις ερωτήσεις μας και μας φτιάχνει το Κυριακάτικο απόγευμα μας.

Την Ελένη την γνώρισα.. τυχαία και αναπάντεχα.. Έπεσα πάνω της στο πολύπαθο Facebook και από τότε την ακολουθώ. Πάντα τα ποσταρίσματά της μου προκαλούν χαμόγελο μέσα στην ημέρα. Δεν είναι απλά πιασάρικα και έξυπνα όπως συνηθίζεται. Είναι αυτό που όλοι μας σκεφτόμαστε αλλά επιτέλους κάποιος αποφασίζει να τα πει χωρίς να το φιλτράρει με φτιασιδώματα για την απόκτηση likes.

Η Ελένη έχει μια παιδική αυθεντικότητα, άξιας προσοχής στο σήμερα. Καθώς πίναμε τον καφέ στη συζήτησή μας και όχι συνέντευξή μας, έβλεπα ένα μικρό χαμογελαστό παιδί να φαίνεται στο πρόσωπο αυτής της γυναίκας.  Η Ελένη που φτιάχνει αυγοφέτες στους φίλους της ήταν απέναντί μου και μου μίλησε για τα πάντα. Για τα αστυνομικά της βιβλία, για τη μουσική, το πώς είναι να είσαι ηχολήπτης στην Ελλάδα των μπουζουκομάγαζων και για ένα σωρό άλλα δικά μας που δεν θα τα πούμε ποτέ.

Κάθε φορά που νταουνιάζω σκέφτομαι την ιστορία της Ελένης με τα γεμιστά ( θα την ακούσετε παρακάτω) και σκέφτομαι πως μέσα σε μια στιγμή μπορεί να αλλάξουν όλα και να πάρεις τόση μεγάλη χαρά που όλα να ξεχαστούν και τίποτα να μην έχει σημασία από το να τρέξεις χαρούμενη στο δρόμο…

Πίσω από τι μπήκαμε πρώτα; Πίσω από την κονσόλα της ηχοληψίας; Πίσω από τα ντραμς ή πίσω από ένα γραφείο με υπολογιστή, έτοιμες για συγγραφή;

Πρώτα μπήκα πίσω από την κονσόλα της ηχοληψίας. Αποφάσισα να σπουδάσω το αντικείμενο αυτό επειδή σαν παιδί μου έμεινε απωθημένο το θέμα με το Ωδείο και τη μουσική. Είχαμε ένα ακορντεόν στο σπίτι καθώς μεγάλωνα και όταν ζήτησα να πάω Ωδείο, οι γονείς μου με έγραψαν ακορντεόν. Δεν τα πήγαμε πολύ καλά μεταξύ μας. Γρήγορα το διαλύσαμε. Θέλησα να κάνω άλλο μουσικό όργανο, οι γονείς  μου δεν πείστηκαν και έτσι σταμάτησα.

Όταν γράφτηκα στη σχολή ηχοληψίας την ίδια μέρα γράφτηκα και στο Ωδείο πάλι. Για ντραμς. Κάποια στιγμή έκανα και παραδοσιακά και κλασσικά  κρουστά αλλά τελικά δεν προχώρησε για πολύ το θέμα με το Ωδείο.

Που σκάλωσε πάλι;

Σκάλωσε στα μπουζουκομάγαζα και στα διάφορα κλαμπς που εκεί την εποχή δούλευαν 6-7 μέρες την βδομάδα. Ναι, έζησα την χρυσή εποχή που τα μαγαζιά δούλευαν φουλ. Έτσι επειδή δούλευα ανά την Ελλάδα δεν είχα ούτε χρόνο για προσωπικό παίξιμο ούτε χρόνο για το Ωδείο. Όχι πως με χάλασε. Ήθελα και το έκανα. Και έμαθα και πάρα πολλά…

Αυτό το 6-7 μέρες την εβδομάδα πώς γινόταν εκείνη την εποχή;  Δεν έχω πατήσει ποτέ σε μπουζούκια μεγάλη πίστα αλλά πως μπορούσε ένα τέτοιο μαγαζί να έχει πελάτες μια Δευτέρα βράδυ να πούμε;

Η απάντηση είναι απλή. Ο κόσμος είχε λεφτά και τα ξόδευε. Τώρα βγαίνει μια φορά το μήνα στα μπουζούκια, παλιότερα έβγαινε και 2-3 φορές τον μήνα, ο ίδιος κόσμος. Ακόμα και Δευτέρες και Τρίτες υπήρχαν μαγαζιά φίσκα στο κόσμο. Για Σάββατα δεν το συζητώ… Δεν μπορούσες να πλησιάσεις στο μπαρ. Ήταν σαν σε διαδήλωση.

Το επάγγελμά σου σε βοήθησε πολύ στο να γράψεις για τα νυκτερινά μαγαζιά στο βιβλίο σου ‘’Το Φάλτσο μικρόφωνο’’ ως ηχολήπτρια. Τα περιστατικά τα οποία αναφέρεις μέσα σε αυτό είναι αληθινά;

Είναι τα περισσότερα αληθινά περιστατικά. Όπως το περιστατικό στο οποίο οφείλεται ο τίτλος του βιβλίου.. Υπήρχε τραγουδίστρια στην Θεσσαλονίκη που πίστευε πως φάλτσαρε το μικρόφωνό της και όχι η ίδια. Ισχύει μην χαμογελάς..

Δηλαδή, υπάρχουν άνθρωποι που πιστεύουν πως τους φταίνε άψυχα αντικείμενα για τα λάθη τους…

Δεν έχεις δει ανθρώπους να κοπανάνε έπιπλα επειδή έπεσαν πάνω τους; Δεν είναι ασυνήθιστο φαινόμενο ένας τραγουδιστής να μας κάνει παράπονα ότι φταίει κάποιο μηχάνημα μας ή το μικρόφωνο ή το ήχειο, το καλώδιο…

Ωστόσο έχω ακούσει πως με την κονσόλα σας κάνετε μαγικά εσείς οι ηχολήπτες..

Τα όποια μαγικά μας περιορίζονται στο στούντιο και στις ηχογραφήσεις. Εκεί μπορείς να διορθώσεις πράγματα, σε συνθήκες ζωντανού προγράμματος πώς να σώσεις και τι; Μπορείς να διορθώσεις πολλά άλλα όχι όλα. Αν είσαι βατράχι στη φωνή θα ακουστείς λίγο καλύτερο βατράχι αλλά θα παραμείνεις βατράχι..

Καλλίφωνο βατράχι πάντως.. Υπάρχουν τραγουδιστές που δεν ακούγονται στην πραγματικότητα καθόλου αλλά το στούντιο μπορεί να τους βοηθήσει;

Ναι, υπάρχουν άνθρωποι που τους αρκεί και αυτό. Σε συνθήκες στούντιο έχεις χρόνο και μέσα να το φτιάξεις όπως θες. Καλή φωνή δε θα είναι βέβαια. Μπορείς όμως να την διορθώσεις αρκετά. Σε live συνθήκες  που δεν υπάρχει χρόνος για πολλά άντε να τη χαμηλώσεις  και να τη θολώσεις με κάποια τρίκ.

Σε ό,τι αφορά το ζωντανό πρόγραμμα να ξέρεις πως οι άνθρωποι πολλές φορές ακούνε με τα μάτια. Όχι μόνο στα μπουζουκομάγαζα που βγαίνει η άλλη με την φούστα-ζώνη ακόμα και στις ροκ μπάντες συμβαίνει αυτό. Μια πολύ όμορφη κοπέλα εύκολα κάποιους θα τους τραβήξει και θα ξεγελαστούν. Και  το ίδιο ισχύει και για γυναίκες και άνδρες.

Όπως γράφω και στο βιβλίο, ένας επιχειρηματίας πολλές φορές σκέφτεται ‘’Μετά τις 3 κανένας δεν ακούει μόνο βλέπουν’’. Μα κοίτα και την ατμόσφαιρα αυτών των μαγαζιών. Χαμηλά φώτα, δυνατή μουσική, ποτά, είσαι σε διάθεση να διασκεδάσεις απλά, να φλερτάρεις, να κάνεις χαβαλέ. Δε σε νοιάζει απαραίτητα το καλλιτεχνικό μέρος.

Επίσης να πω πως το φάλτσο μπορεί να σωθεί αν είσαι πολύ καλός ερμηνευτής. Με το συναίσθημα που βγάζεις μπορεί να πάρεις το κοινό μαζί σου χωρίς να έχεις ιδιαίτερη φωνή.

Από πλευράς συνεργασίας στο επάγγελμά σου, με τους τραγουδιστές ή με τους μουσικούς έχεις τις περισσότερες προστριβές; Ποιοι είναι περισσότερο περίεργοι σε αυτά που ζητούν;

Οι τραγουδιστές. Υπάρχει δικαιολογία σε αυτό επειδή εκείνοι εκτίθενται μπροστά στο κοινό. Εγώ σαν ντράμερ αν κάνω λάθος μπορώ να το σώσω αρκετές φορές, ο τραγουδιστής νιώθει όλα τα βλέμματα πάνω του. Μας πρήζουν και το καταλαβαίνω ως ένα επίπεδο.

Υπάρχουν τραγουδιστές που, όπως στο βιβλίο, ρίχνουν το φταίξιμο στη δική σου δουλειά και όχι στην δική τους αφωνία παρότι φαίνεται πως δεν το έχουν;

Αυτό συμβαίνει σε όλες τις δουλειές πιστεύω. Θα δεις και σε μια δουλειά γραφείου να έχει κάποιος μεγαλύτερη ιδέα για τον εαυτό του από ό,τι θα έπρεπε. Οι περισσότεροι δεν έχουν καν τα προσόντα αλλά το πιστεύουν. Στην μουσική φαίνεται πιο εύκολα αυτό. Λες πως τραγουδάς; Να σε ακούσουμε! Ενώ σε ένα γραφείο παίρνει περισσότερο χρόνο να βρεις αν όντως έχει τα προσόντα.

Στο βιβλίο σου σκιαγραφείς τέτοιους χαρακτήρες τόσο με τις κοπελίτσες που κάνουν δεύτερες φωνές  αλλά και με τον χαρακτήρα του Λεωνίδα, του κιθαρίστα που επίσης φαίνεται απογοητευμένος…

Ο Λεωνίδας δικαιολογείται να είναι απογοητευμένος γιατί παρότι έκανε καλές σπουδές και είναι καλός μουσικός η ζωή του από ένα σημείο και μετά στράβωσε και παρέσυρε και όλα τα άλλα στην πορεία. Χαρακτηριστική εικόνα του Έλληνα μουσικού που πιστεύει πως επειδή είναι καλός, όλες οι πόρτες θα του ανοίξουν. Η Ελλάδα όμως είναι Ελλάδα και στην Ελλάδα από τη μουσική για να ζήσεις πρέπει να παίξεις συγκεκριμένα πράγματα. Ελάχιστες οι εξαιρέσεις ανθρώπων που δεν παίζουν λαϊκά και βγάζουν χρήματα.

Οι περισσότεροι που επιλέγουν ένα άλλο στυλ μουσικής πέρα του λαϊκού ή του ρεμπέτικου δύσκολα τα φέρνουν βόλτα. Χρειάζονται και πρωινές δουλειές..

Γιατί πιστεύεις πως συμβαίνει αυτό στην Ελλάδα;

Η κουλτούρα μας είναι το μπουζούκι. Το λαϊκό τραγούδι.

Νομίζω πως τα τελευταία χρόνια αυτό έχει ψιλοσπάσει. Υπάρχουν και άλλα στυλ μουσικής που ευδοκιμούν σήμερα..

Μιλώ για την πλειοψηφία δυστυχώς. Άμα δεις τηλεόραση.. Ποιοι είναι οι καλλιτέχνες που βγαίνουν στα κανάλια;

Αυτό συμβαίνει γιατί πολλές εταιρείες δισκογραφικές έχουν συνδεθεί πλέον με τα κανάλια, άρα προωθούν συγκεκριμένα πράγματα, ωστόσο έξω από το κουτί της τηλεόρασης βλέπω και μέσω της στήλης να συμβαίνουν πράγματα.

Γιατί οι δισκογραφικές τις περισσότερες φορές βλέπουν τη μουσική σαν προϊόν. Και το θέμα είναι να πουλά το προϊόν σου. Τα μπουζούκια πουλάνε δυστυχώς. Έχουν καλεστεί και μουσικοί σε εκπομπές που παίζουν άλλα είδη. Δεν πουλάνε τόσο. Κοίτα το Πάσχα τι συμβαίνει σε μαγαζιά..

Ωστόσο η κουλτούρα του μπουζουκιού έγινε την τελευταία 30ετία, δεν είχαμε τέτοια κουλτούρα του ‘’σκληρού μπουζουκιού’’ τις περασμένες δεκαετίες. Νομίζω πως έχουμε αφεθεί λίγο σαν κοινωνία σε μια ψεύτικη εικόνα που μας έρχεται από την εποχή του ‘’Ώπα‘’ και του Ζορμπά και καλλιεργούμε αυτό το στοιχείο μας έναντι όλων των άλλων πραγμάτων που υπάρχουν σήμερα στην Ελλάδα.

Κοίτα, ορόσημο, η αρχή του τέλους και η άνοιξη του μπουζουκιού για μένα, ξεκινά ουσιαστικά από το Χιώτη που έβαλε το μπουζούκι στα σαλόνια. Εκεί η αστική τάξη που σε άλλες χώρες μπορεί να άκουγε κλασική μουσική ή τζαζ έπεσε με τα μούτρα στο μπουζούκι και έμεινε εκεί. Έπειτα ήρθε το κύμα του Πασόκ με ό,τι έφερε σαν νοοτροπία στη διασκέδαση και καθήλωσε τα πράγματα στο ποια θα ήταν η βασική κουλτούρα του Έλληνα πάνω στην μουσική.

Και πάλι όμως ο Χιώτης δεν προήλθε από ένα χώρο διασκέδασης τόσο ‘’σκοτεινό’’ όσο τα νυκτερινά μαγαζιά της σημερινής εποχής. Οι άνθρωποι πήγαιναν σε χώρους με φώτα, ντυμένοι ευπρεπώς, δε συνέβαιναν τόσα πράγματα όσα σήμερα. Ναι, υπήρχε ανομία γύρω από την νύχτα πάντα αλλά δεν υπήρχε το σημερινό χάλι.

Ή ήταν εξαιρετικά δύσκολο να μαθευτεί, ενώ τώρα είναι εξαιρετικά εύκολο να γνωρίζεις τι συμβαίνει. Δε γνωρίζουμε ακριβώς πώς λειτουργούσε το κύκλωμα γύρω από τα μαγαζιά τότε. Οι ίδιοι καθωσπρέπει τύποι που διασκέδαζαν στα μπουζούκια δεν ήταν και οι ίδιοι τύποι που έριχναν ξύλο στα κρατητήρια σε πολιτικούς κρατούμενους; Πιστεύω πως απλά επί Πασοκ φάνηκαν πιο έντονα τα κακά στοιχεία μας ως κοινωνία μέσα στη νύχτα.

Λέγαμε πριν περί σεξισμού. Απλά τώρα ίσως μας φαίνεται πιο έντονα γιατί τα ζούμε. Βλέπουμε τις παλιές ρεμπέτισσες  τις λέμε μαγκιόρες και ότι τότε ήταν διαφορετικά, αλλά δεν ξέρουμε πραγματικά πώς ήταν η καθημερινότητα αυτών των γυναικών. Πώς τους φέρονταν κι αν γυρνούσαν σπίτι τους και έκλαιγαν. Βλέπουμε απλά τώρα την «στολή» των τραγουδιστριών στα μπουζούκια που είναι επικεντρωμένη στο να είναι σέξι και θεωρούμε πως παλιά ήταν αλλιώς. Όσο για το αν απαιτείται η στολή, ναι. Από όλο το σύστημα. Εδώ σε καφετερία ζητάνε από τα κοριτσάκια (πάντα νεαρά) να φαίνονται σέξι, πόσο μάλλον σε μια πίστα.

Αλλάζει δηλαδή ο τρόπος που φαίνονται τα πράγματα προς τα έξω αλλά η νοοτροπία είναι η ίδια.

Η έμπνευση του βιβλίου σου ‘’Το φάλτσο μικρόφωνο’’ προέρχεται προσωπικά περιστατικά σε ό,τι αφορά το περιβάλλον των νυχτερινών μαγαζιών.. Ήταν η πρώτη σου απόπειρα συγγραφής;

Έγραφα από πολύ μικρή, αλλά δεν το είχα ως πρώτη προτεραιότητα. Δεν είχα πολύ χρόνο. Όταν δουλεύεις έτσι δεν υπάρχει χρόνος.  Με την κρίση περίπου, σταμάτησα να δουλεύω τόσο πολύ στα μπουζούκια και εργάστηκα για λίγο σε μια εταιρία ως sound designer. Αυτή η εταιρία ηχογραφούσε audio books και πέρα από την ηχογράφηση εισάγαμε και διάφορους ήχους π.χ πως τρίζει ή κλείνει η πόρτα.. Άρχισα να πάλι να έχω επαφή με τα λογοτεχνικά κείμενα και έγινε το εξής αστείο..

Ηχογραφούσαμε ένα συναισθηματικό βιβλίο.. Ένα τύπου άρλεκιν βασικά και έλεγα στο συνεργάτη μου τότε ‘’Σιγά τα βιβλία. Σου γράφω εγώ δέκα τέτοια’’ και εκείνος έλεγε πως ‘’Ξέρεις δεν είναι τόσο απλό όσο ακούγεται. Θέλει και αυτό ταλέντο‘’ και για πλάκα έγραψα ένα άρλεκιν, τελείως για το χαβαλέ και συνειδητοποίησα πως μ’ άρεσε η διαδικασία της συγγραφής.

Η ιστορία με τα audio books τελείωσε άδοξα, γιατί στην Ελλάδα δεν είναι επίσης στην κουλτούρα μας κάτι τέτοιο, οπότε έμεινα άνεργη και άρχισα να γράφω για να μην βαριέμαι. Βασικά είχα σκεφτεί δύο επιλογές ή που θα γινόμουν αλκοολικιά ή που θα έγραφα. Αλκοολικιά δεν μπορούσα να γίνω λόγω έλλειψης χρημάτων οπότε κατέφυγα στη συγγραφή.

Τότε ακόμα δεν είχα μπάντα. Με τη  μουσική είχα τελματώσει και δεν έβρισκα συνεργάτες. Η συγγραφή ήρθε σαν διέξοδος. Κατέληξα να γράφω και τελείωσα τελικά 2 μυθιστορήματα. Τα έδωσα σε φίλους μου, οι οποίοι με προέτρεψαν να τα στείλω σε διάφορους εκδοτικούς οίκους.

Κάποια στιγμή χτυπά το τηλέφωνο και είναι η Νέλλη Βουτσινά από τις Εκδόσεις Πικραμένος η οποία μου εκδήλωσε το ενδιαφέρον της για το βιβλίο μου. Εκείνη την μέρα κόντεψα να βάλω φωτιά στο σπίτι μου.

Τι άναψες φωτοβολίδες και καπνογόνα στο σαλόνι τύπου ‘’το πήραμε‘’;

Όχι είχα βάλει γεμιστά στο φούρνο και τα ξέχασα. Τα παράτησα όλα και βγήκα έξω από το σπίτι… Μετά από 4 ώρες που γύρισα είχαν γίνει όλα κάρβουνο, ευτυχώς όχι το σπίτι μου, αλλά τα γεμιστά ήταν μια συμπαγής μαύρη μάζα.

Από υποψήφια αλκοολικιά λοιπόν κατέληξε από την μια στιγμή στην άλλη συγγραφέας..

Είναι από αυτές τις ωραίες ανατροπές που συμβαίνουν στην ζωή μας. Αν μου έλεγες πριν 5 χρόνια πως θα εκδώσω το δεύτερο βιβλίο μου σε λίγο καιρό, ότι βρίσκομαι ήδη να τελειώνω και το τρίτο και πως επιτέλους έχω μια μπάντα με την οποία γουστάρω να παίζω και είμαστε ασπουμε «γνωστοί» στο χώρο μας. Δεν θα σε πίστευα με τίποτα.

Σε φόβιζε η ιδέα της απόρριψης;

Δε νομίζω πως υπάρχει συγγραφέας εκεί έξω που δεν φοβάται κάτι τέτοιο. Όπως δεν υπάρχει και συγγραφέας που δεν έχει απορριφθεί έστω και μια φορά στην ζωή του από εκδοτικό οίκο. Είχα σκεφτεί ότι αν πάει άπατο θα το βγάλω στο διαδίκτυο. Σε καμία περίπτωση δεν θα σταματούσα να γράφω… Βέβαια τώρα αν δεν άρεσε σε κανέναν ούτε σε εκδοτικούς οίκους, ούτε στο κόσμο στο διαδίκτυο.. Ε, τότε δεν ξέρω αν θα το συνέχιζα.. Έχω συναίσθηση πως δεν είμαι Τσέχωφ, αλλά πιστεύω κάτι μπορώ να δώσω κι εγώ. Πιστεύω πως είμαι ένας συγγραφέας mainstream που μπορώ να υπάρξω μέσα στην εποχή μου και να γράψω για αυτήν και πιθανώς να με διαβάσει κόσμος.

Ξέρεις διαβάζοντας το βιβλίο σου ένιωσα πως έχει κάτι που πολλοί κλασικοί συγγραφείς και δεν αναφέρομαι στον Τσέχωφ, για να μην παρεξηγηθώ, αναφέρομαι γενικά στους κλασικούς συγγραφείς του 19ου αιώνα όπως ο Ντίκενς ή ο Ουγκώ, οι οποίοι έγραψαν αριστουργήματα, όμως ρομαντικοποιούσαν λίγο τους φτωχούς ήρωες τους και τους έβαζαν να αντιδρούν ή να μιλούν με τρόπο ξένο από το πραγματικό. Εντάξει ήταν και η εποχή των σοσιαλιστικών ιδεών και αν και αστοί είχαν επηρεαστεί από αυτή την ιδεατή εικόνα των φτωχών εργατών ή αγροτών. Ωστόσο εσύ καταφέρνεις να πιάσεις ακριβώς την σκιαγράφηση ενός ανδρικού χαρακτήρα, ηχολήπτη σε μπουζουκομάγαζο που έχει την γλώσσα, την στάση ζωής και τις αντιδράσεις ακριβώς όπως είναι στην πραγματική ζωή ένας τέτοιος χαρακτήρας.. Αυτό δεν είναι τόσο εύκολο..

Ήθελα να αποδώσω ένα χαρακτήρα όπως πραγματικά μπορεί να τον συναντήσει κάποιος μέσα στο συγκεκριμένο μαγαζί, στο συγκεκριμένο επάγγελμα, την συγκεκριμένη χρονική στιγμή.. Θα μπορούσε να βρίζει λιγότερο, να έχει λιγότερα νευρά, αλλά ήθελα κάποιον χαρακτήρα που θα είναι έτσι. Όχι ευχαριστημένος από τη ζωή του.

Στα μπουζούκια βέβαια δεν συχνάζουν μόνο τύποι χαμηλού επιπέδου όπως πιστεύουν αρκετοί. Αυτό είναι απλά ένα κακό στερεότυπο. Συχνάζουν και άτομα καλλιεργημένα τα οποία μπορείς να τα συναντήσεις και σε τριτο-τέταρτα μαγαζιά..

Γιατί επέλεξες άνδρα σαν κεντρικό ήρωα του βιβλίου σου ενώ σύνηθες είναι οι γυναίκες να γράφουν για γυναίκες ;

Το 95% των ηχοληπτών είναι άνδρες και αν επέλεγα να γράψω για μια γυναίκα θα γινόταν  περισσότερο αυτοβιογραφικό και λιγότερο αστυνομικό. Δεν το ήθελα αυτό. Επέλεξα έναν άνδρα και έπλασα ένα χαρακτήρα από την αρχή μέχρι το τέλος. Τα περιστατικά γύρω από την νύχτα είναι πραγματικά όμως, όχι φυσικά η ιστορία του φόνου. Το γεγονός πως είχα εμπειρία από μπουζούκια και σε αυτό το επάγγελμα με βοήθησε να πλάσω ευκολότερα τους χαρακτήρες γύρω από το κύριο περιστατικό, ευτυχώς δεν με τράβηξε μέσα σε αυτό, όπως θα ήταν ο κίνδυνος αν ήταν γυναίκα.

Το βιβλίο το οποίο γράφεις τώρα είναι επίσης αστυνομικό μυθιστόρημα;

Ναι, λέγεται το ‘’Φόρεμα στο υπόγειο‘’ και θα κυκλοφορήσει σε ένα μήνα περίπου. Είναι αστυνομικό και αυτή τη φορά δεν έχει να κάνει με μουσικούς, αν και υπάρχει κι ένας δεύτερος χαρακτήρας που είναι τραγουδιστής, αλλά κυρίως γιατί συνέφερε την πλοκή. Είναι η ιστορία μιας γυναίκας (είδες δεν ξέφυγα από το στερεότυπο κι εγώ γυναίκα γράφει με ηρωίδα γυναίκα) της οποίας ο άντρας  πεθαίνει σε ένα ατύχημα. Εκείνη δυσκολεύεται να αποδεχτεί το γεγονός του θανάτου του. Προσπαθώντας να βρει τι ακριβώς συνέβη ξεκινά να ερευνά το παρελθόν του άντρα της  με αποτέλεσμα να έρθει σε επαφή με καταστάσεις και γεγονότα που θα δυσκολευτεί πολύ να αντιμετωπίσει.

Πέρα από την συγγραφή είσαι και ντράμερ στο συγκρότημα ‘’Lazytrains’’, πόσο χαρούμενη είσαι που πλέον βρήκες τα τελευταία χρόνια το χρόνο και τους κατάλληλους ανθρώπους για να μπορέσεις να παίξεις την μουσική που σε εκφράζει;

Είμαι εξαιρετικά χαρούμενη! Τα προηγούμενα χρόνια δεν υπήρχε χρόνος και όσες προσπάθειες είχαν γίνει είχαν καταλήξει στο κενό. Με τους ανθρώπους που βρίσκομαι σήμερα νιώθω να έχω δέσει και το να παίζουμε μεταξύ μας με γεμίζει χαρά. Παίζουμε κυρίως blues soul μουσική αν και ένας φίλος μου λέει πως παίζουμε new blues… Δεν ξέρω καν αν υπάρχει ο όρος  αλλά μου αρέσει… Έχουμε αρκετά κομμάτια τα οποία είναι δικά μας και θα θέλαμε κάποια στιγμή να τα κυκλοφορήσουμε με κάποιο τρόπο πιθανώς βινύλιο. Προς το παρόν έχει κυκλοφορήσει ένα ψηφιακο single to Sound of the Blues.

Οι φωτογραφίες είναι της Ισαβέλλας Μπερτράν και του Σήφη Γερακιανάκη

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: