Ρομπέρτο Μπενίνι – Από τον Μπερλίνγκουερ στο Ματέο Ρέντσι

Οπαδός του ευρωκομμουνιστικού ΙΚΚ και προσωπικός φίλος του Ενρίκο Μπερλίνγκουερ, ο Μπενίνι ακολούθησε την πορεία πολλών ομοϊδεατών του στην πλήρη ενσωμάτωση κι αποδοχή του συστήματος. 

Buongiorno principessa“! Μια ατάκα που μάλλον αναγνωρίζουν οι περισσότεροι, χάρη στη σταθερή σχεδόν προβολή της ταινίας “Η ζωή είναι ωραία”, συχνά με αφορμή την 28η Οκτωβρίου. Ο δημιουργός και πρωταγωνιστής της, Ρομπέρτο Μπενίνι, είναι με διαφορά ο διασημότερος σύγχρονος κωμικός και σκηνοθέτης της Ιταλίας στο εξωτερικά, ενώ στη χώρα του συγκεντρώνει τα φώτα της δημοσιότητας όχι μόνο για το καλλιτεχνικό του έργο, αλλά και για τις δημόσιες παρεμβάσεις του, οι οποίες ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια τον έχουν φέρει στο στόχαστρο της κριτικής.

Γεννήθηκε στις 27 Οκτώβρη 1952 και κοντά στο Αρέτσο της Τοσκάνης, ως γιος φτωχού καλλιεργητή που είχε υπάρξει αιχμάλωτος στρατοπέδου εργασίας των ναζί, εμπειρία που ο γιος του θα επεξεργαζόταν καλλιτεχνικά στο αριστούργημά του λίγες δεκαετίες αργότερα. Από καθολική οικογένεια, ο Μπενίνι ήταν παπαδοπαίδι μικρός και αργότερα φοίτησε μάλιστα σε θεολογικό σεμινάριο των ιησουιτών στη Φλωρεντία, που εγκατέλειψε μετά την μεγάλη πλημμύρα της πόλης το 1966, για να σπουδάσει λογιστική.

Ο κόσμος του θεάτρου όμως ήταν η μεγάλη του αγάπη, γι’ αυτό ξεκίνησε να εργάζεται ως βοηθός δαχτυλουργού και μετά ως μέλος ενός underground θιάσου. Γνωστός άρχισε να γίνεται τη δεκαετία του 70′ με τη σειρά Televacca που κόπηκε από τη λογοκρισία καθώς και με τη σατιρική κωμωδία “Αγαπώ τον Μπερλίνγκουερ” (1977). Η πρώτη ταινία την οποία έγραψε, σκηνοθέτησε και ανέλαβε τον πρωταγωνιστικό ρόλο ήταν το “Mε ταράζεις” (1983) στο πλευρό της Νικολέτα Μπράσκι, συζύγου του, σκηνοθέτη και συμπρωταγωνίστριας στη γνωστότερη ταινία του. Μετά την ταινία “Το Τέρας” (1988), ακολούθησε μια σατιρική κωμωδία για τη Μαφία με τίτλο “Τζόνι ο οδοντογλυφίδας” που έσπασε τα ταμεία στην Ιταλία και τον έκανε γνωστό στην Ευρώπη χάρη στην ομοιότητα των εκφράσεών του με εκείνες του ειδώλου του, Τσάρλι Τσάπλιν. Στις ΗΠΑ ωστόσο παρέμενε σχετικά άγνωστος παρότι εμφανίστηκε σε δύο ταινίες του Jim Jarmusch τη δεκαετία του 80′ καθώς και στο “Ροζ Πάνθηρα” του Edward Blake το 1993. Η καθιέρωσή του ήρθε με τη δραματική κομεντί “Η ζωή είναι ωραία” όπου υποδύεται έναν ιταλο-εβραίο που προσπαθεί να πείσει το μικρό του γιο πως ο εγκλεισμός τους στο στρατόπεδο των Ναζί είναι ένα είδος παιχνιδιού. Παρότι από μερίδα της κριτικής η ταινία στηλιτεύτηκε για την “ελαφρότητα” με την οποία πραγματεύτηκε το Ολοκαύτωμα, η συγκινητική ιστορία του Μπενίνι τις καρδιές του κοινού και της Ακαδημίας Κινηματογράφου των ΗΠΑ, που του απένειμε βραβείο καλύτερης ξένης ταινίας και βραβείο Α’ Ανδρικού Ρόλου. Με τον τρόπο αυτό ο Μπενίνι γινόταν ο πρώτος μη Αμερικανός που αποσπούσε αγαλματίδιο για την ερμηνεία του σε ξενόγλωσση ταινία μετά τη Σοφία Λόρεν.

Σημαντική εμπορική επιτυχία είχε και η εμφάνισή του στο “Αστερίξ και Οβελίξ εναντίον Καίσαρα” στο ρόλο του Ρωμαίου στρατηγού το 1999. Γνωστές διεθνώς έγιναν κι οι ταινίες του “Πινόκιο” (2002) και “Η τίγρης και το χιόνι” (2005) όπου προσπαθεί να καταγγείλει τον πόλεμο του Ιράκ με ένα εύρημα παρόμοιο με εκείνο της Οσκαρικής του ταινίας με ομολογουμένως λιγότερο εύστοχο τρόπο. Η τελευταία διεθνής του συμμετοχη ήταν στην ταινία του Γούντι Άλεν “Στη Ρώμη με αγάπη” (2012).

 

Οπαδός του ευρωκομμουνιστικού ΙΚΚ και προσωπικός φίλος του Ενρίκο Μπερλίνγκουερ, τον οποίο αγκάλιασε σε μια εκδήλωση του κόμματος σε μια κίνηση πρωτοφανή για τα τότε πολιτικά ήθη, ο Μπενίνι ακολούθησε την πορεία πολλών ομοϊδεατών του στην πλήρη ενσωμάτωση κι αποδοχή του συστήματος.

Το 1980 κατηγορήθηκε για παρέμβασή του κατά του Πάπα Ιωάννη Παύλου Β στο Φεστιβάλ του Σαν Ρέμο, παρότι ο ίδιος δηλώνει ως σήμερα πιστός καθολικός. Οι κόντρες του με τον πρώην πρωθυπουργό Σίλβιο Μπερλουσκόνι άφησαν εποχή, αρκετοί θαυμαστές του ωστόσο απογοητεύτηκαν από τη στήριξη που παρείχε στο Ματέο Ρέντσι, ιδίως στο αποτυχημένο δημοψήφισμα του 2016. Ο Μπενίνι είναι επικριτικός στη σημερινή κυβέρνηση Λέγκας-Πέντε Αστέρων απο μια πλευρα ωστοσο εντελως επιφανειακή (“φαφλατάδες” τους χαρακτήρισε σε πρόσφατη ομιλία του στο Πανεπιστήμιο της Σιένας) που αφήνει ουσιαστικά στο απυρόβλητο το Δημοκρατικό Κόμμα που με την πολιτική του προλείανε το έδαφος για την άνοδο του λαϊκίστικου-εθνικιστικού μορφώματος στη γειτονική χώρα.

Δύσκολες Νύχτες

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: