Τζοάν Μπαέζ – Χρωστώ “ευγνωμοσύνη” στον Τραμπ

Μέχρι την προεδρική κούρσα του 2016, η Μπαέζ δεν είχε γράψει τραγούδι εδώ και 25 χρόνια. Αλλά με τον Τραμπ στην εξουσία αρπάζει μια κιθάρα κι αρχίζει να παίζει μια μελωδία που θυμίζει Γούντυ Γκάθρυ. “Ίσως ευγνωμωνώ τον Τραμπ, αλλιώς τα πράγματα θα φαινόταν πολύ πληκτικά. Δεν ξεσηκώνω αρκετούς ανθρώπους. Από τότε που έγινα αξιοσέβαστη, έχω φρικάρει. “

Η εμβληματική μορφή της φολκ μουσικής και εξέχουσα μορφή του αντιπολεμικού κι αντιρατσιστικού κινήματος των ΗΠΑ τη δεκαετία του ’60, Τζοάν Μπαέζ σήμερα κλείνει τα 77 της χρόνια και προς τιμήν της μεταφράζουμε ορισμένα αποσπάσματα από συνέντευξή της που δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα του περιοδικού Rolling Stone τον περασμένο Απρίλη. Εκεί μιλάει για τη ζωή και την καριέρα της, τη συμμετοχή της σε σύγχρονα κινήματα διαμαρτυρίας, την…ευγνωμοσύνη που χρωστά στον Τραμπ, τα δύσκολα χρόνια της επανόδου μετά τις δυο πρώτες δεκαετίες επιτυχίας, τις σχέσεις της με τους Μπομπ Ντύλαν και Στηβ Τζομπς, τις εμπειρίες της με τα ναρκωτικά, και τη συνοπτική αποτίμηση της ζωής της στο σήμερα. Διακρίνεται μεταξύ άλλων, η επιμονή της στα διατήρηση των πιστεύω της καθ’όλη τη διάρκεια της πορείας της, καθώς και τα πεπερασμένα πολιτικά όρια της σκέψης της, προσηλωμένης στον πασιφισμό και την πολιτική της μη βίας

Η φωτογραφία της συνέντευξης

Όταν η Τζοάν Μπαέζ πλήρωσε έναν λογαριασμό μαζί με τις Indigo Girls πριν από 20 χρόνια, μια νεαρή θαυμάστρια την πλησίασε, ζητώντας ένα αυτόγραφο για τη γιαγιά της. “Να πεις στη γιαγιά σου να πάει να γαμηθεί!”, είπε η Μπαέζ, που έβλεπε το σόου ως ευκαιρία σύνδεσης με μια νέα γενιά θαυμαστών. Σήμερα, στην ευάερη κουζίνα του σπιτιού της κοντά στο Πάλο Άλτο της Καλιφόρνιας […] η Μπαέζ αναστενάζει στη θύμηση. “Ένιωσα τόσο απαίσια και είπα, “Συγγνώμη-φυσικά και θα το υπογράψω”.

Η Μπαέζ, 76 ετών, λατρεύει να υπονομεύει περιπαικτικά την εικόνα της ως γαλήνιας, υπερσοβαρής μητέρας της φολκ μουσικής. Με το πηγούνι στο χέρι της, δείχνει το πρόσφατο μέταλ αισθητικής τατουάζ της […] από μια επίσκεψη στη Νέα Ζηλανδία με το γιο της Gabe. “Οι περισσότερες μαμάδες θα έλεγαν : “Μα αλήθεια χρυσό μου;”, λέει υπερήφανα. “Αλλά εγώ είπα “Ωωω, μπορώ να έχω κι εγώ ένα;”. Το 2010, όταν προσκλήθηκε να εμφανιστεί στο Λευκό Οίκο σε εορτασμό αφιερωμένο στην εποχή της διεκδίκησης των δικαιωμάτων των μαύρων, η Μπαεζ αρνήθηκε την παράκληση της Μισέλ Ομπάμα να τραγουδήσει το “If I had a hammer“. Είναι το πιο ενοχλητικό τραγούδι“, λέει η Μπαέζ. “Τους είπα, αν είχα ένα σφυρί-θα χτυπούσα το κεφάλι μου. Δεν το κάνω αυτό“.

“Η Τζοάν έχει μια ροκ εν ρολ στάση απέναντι στη ζωή, την ελευθερία και τον έρωτα” λέει ο τραγουδοποιός Bob Neuwirth, που ξέρει την Μπαέζ από τον καιρό που έπαιζε σε φολκ κλαμπς στο Κέμπριτζ της Μασαχουσέτης τη δεκαετία του ’60. […] Η Μπαεζ ήταν σταθερή παρουσία σε πορείες και διαμαρτυρίες, ειδικά τη δεκαετία του ’60, κηρύσσοντας τη μη βία. “Χρειαζόταν πολύ κουράγιο να είναι κανείς μη βίαιος”, λέει ο Neuwirth, “ειδικά όταν υπήρχε κόσμος με γκλομπ, σκυλιά, χειροπέδες κι όλα αυτά τα σκατά”.

Την Παρασκευή, η Μπαέζ θα εισαχθεί στο Ροκ εν Ρολ Hall of Fame. […] Με τον Ντόναλντ Τραμπ στο Λευκό Οίκο, η ροκ μπαίνει σε μια νέα εποχή διαμαρτυρίας, και η Μπαεζ βοηθά να δείξει το δρόμο. Το περασμένο φθινόπωρο εμφανίστηκε στο Standing Rock της Βόρειας Ντακότα για να διαμαρτυρηθεί ενάντια στην κατασκευή του πετρελαιαγωγού της Ντακότα. Το Γενάρη, συμμετείχε σε δύο πορείς γυναικών την ίδια μέρα […] και βοηθάει στην οργάνωση συναυλίας προς όφελος παράνομων μεταναστών (ο πατέρας της γεννήθηκε στο Μεξικό και ήρθε στις ΗΠΑ στην ηλικία των δύο ετών). “Τόσοι άνθρωποι μου έχουν πει, στα ξαφνικά, χρειαζόμαστε μια Τζόαν Μπαέζ εδώ και τώρα“, λέει ο Τζο Χένρυ, παραγωγός του επόμενου δίσκου της Μπαέζ. “Έχει κρατήσει επίμονα τις θέσεις της σε όλη της τη ζωή”. Όταν ο Χένρυ είπε στην κουνιάδα του, τη Μαντόνα, πως δουλεύει με τη Μπάεζ, εκείνη του έστειλε μήνυμα: “Είναι και γαμώ τις πολεμίστριες ηρωίδες”.

Μέχρι την προεδρική κούρσα του 2016, η Μπαέζ δεν είχε γράψει τραγούδι εδώ και 25 χρόνια. Αλλά με τον Τραμπ στην εξουσία […] αρπάζει μια κιθάρα κι αρχίζει να παίζει μια μελωδία που θυμίζει Γούντυ Γκάθρυ. […] Να τι νομίζω/Καλύτερα να μιλήσεις σε τρελογιατρό”, τραγουδάει. Έχεις κάποιες σοβερές πνευματικές διαταραχές“. […] “Δεν είναι καλό τραγούδι, μα θα κάνει τον κόσμο να γελάσει, έτσι ίσως το βάλω στο Youtube” […]”Ίσως ευγνωμωνώ τον Τραμπ, αλλιώς τα πράγματα θα φαίνονταν πολύ πληκτικά. Δεν ξεσηκώνω αρκετούς ανθρώπους. Από τότε που έγινα αξιοσέβαστη, έχω φρικάρει. “

[…] Πάνω στο ψυγείο, μαζί με τρία μαγνητάκια του Σνούπυ, βρίσκεται μια φωτογραφία της Μπαέζ όταν έλαβε το Βραβείο συνολικής προσφοράς στα Γκράμυ του 2007. “Αυτό ειναι το σημάδι πως ετοιμάζονται να σε ξεφορτωθούν” λέει με ένα σαρδόνιο χαμόγελο.

Η Μπαέζ είναι διάσημη κοντά έξι δεκαετίες. Γεννημένη στο Staten Island, από πατέρα φυσικό που αρνήθηκε να δουλέψει στον τομέα της άμυνας χάριν της εκπαίδευσης και του φιλειρηνικού κινήματος, μεγάλωσε σε αυτή την περιοχή της Καλιφόρνιας, μετακόμισε με την οικογένεια της σε προάστιο της Βοστώνης στα τέλη του ’50, και άρχισε να τραγουδά σε τοπικές καφετέριες. Το 1960, στα 19, κυκλοφόρησε το πρώτο της άλμπουμ, ¨Τζοαν Μπαέζ”. Ως συλλογή από παραδοσιακές μπαλάντες τραγουδισμένες από μια αψεγάδιαστη υψίφωνο, έγινε ένα από τα πλέον απροσδόκητα άλμπουμ που έσπασαν το τοπ 20. Η Μπάεζ έγινε ίνδαλμα κι επηρέασε μια γενιά ανερχόμενων τραγουδιστών. […]

Η Μπαέζ έμεινε στο ίδιο αμιγώς φολκ μονοπάτι για τους πρώτους έξι δίσκους της -τόσο αμιγώς, που αρνήθηκε να συμμετάσχει σε φωτογράφιση για εξώφυλλα δίσκων της ως το Farewell Angelina του 1965. Εκείνη την εποχή, είχε προχωρήσει με σύγχρονα τραγούδια διαμαρτυρίας, γνωρίζοντας στον κόσμο της μουσική του Φιλ Οκς, του κουνιάδου της Ρίτσαρντ Φαρίνια και του Μπομπ Ντύλαν, με τον οποίο συνδέθηκε ερωτικά στα μέσα της δεκαετίας του ’60. […]

Τραγουδώντας το We shall overcome, στην Πορεία του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ προς τη Ουάσινγκτον , 28.8. 1963

Έγινε το ηθικό επίκεντρο των κινημάτων κατά του πολέμου και υπέρ της κοινωνικής δικαιοσύνης που αναδύθηκαν τη δεκαετία του ’60. Τραγούδησε στην πορεία προς τη Ουάσινγκτον το 1963 (η πορεία για τα δικαιώματα των Αφροαμερικανών, όπου ο επικεφαλής της Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, εκφώνησε την περίφημη ομιλία του “Έχω ένα όνειρο”, σ.τ. Μ), εγκαινίασε το Ινστιτούτο μελέτης της μη-βίας, επισκέφτηκε το Βιετναμ στη διάρκεια του πολέμου, και πήγε στη φυλακή για 11 μέρες για τη συμμετοχή της σε κατάληψη σε κέντρο στρατολογίας. Όμως στη διάρκεια της περισσότερο απολίτικης δεκαετίας του ’80, η Μπαέζ βρέθηκε στην πρώτη από πολλές κακοτοπιές, μετέωρη χωρίς δισκογραφικό συμβόλαιο. Προσπάθησε να φτιάξει άλμπουμ με μέλη των Grateful Dead […] αλλά δεν πήγε καλά, εν μέρει επειδή ο Jerry Garcia ήταν βαθιά μπλεγμένος με την ηρωίνη εκείνη την περίοδο. […] Στο διάστημα που πέρασε με τους Dead, έκανε “μια τόση δα γραμμή” κοκκαϊνης. Τίποτε άλλο; “Έχωσα λίγο όπιο στον κώλο μου”, λέει και σωπαίνει αινιγματικά.”Μα πώς γίνεται αυτό;”. Οι αναμνήσεις της φέρνουν γέλια. “Δεν ήμουν έτοιμη για την άσωτη περίοδό μου. Ήταν μια πλήρης αποτυχία”.

Όταν συνάντησε την Τίνα Τάρνερ […] εκείνη αναφώνησε “Κορίτσι μου, αυτό που σου χρειάζεται είναι μια περούκα!”. Αλλά η επάνοδος δε θα ήταν τόσο εύκολη για τη Μπάεζ, που θεωρούνταν μια γκρινιάρα δίχως χιούμορ […] Μη έχοντας υπάρξει ποτέ πολυγραφότατη, της ήταν αδύνατον να συνθέσει νέο υλικό. […] Το 1990 ξεκίνησε ψυχοθεραπεία. “Δεν άντεχα τη ζωή μου” λέει. “Ήταν στα σοβαρά σκοτεινή κι επώδυνη”. Από τα πρώτα χρόνια της καριέρας της, την παρέλυαν διάφορες φοβίες, όπως η φοβία του εμετού. Για δυο χρόνια δε μπορούσε να πετάξει, προτιμώντας τα τραίνα. […]

Σιγάσιγά ξεκίνησε να ξαναχτίζει την καριέρα της. […] Το επόμενο άλμπουμ της, με έντονο φολκ αποτύπωμα “Day after Tomorrow” το 2008, της έφερε μια υποψηφιότητα για Γκράμυ. […] Όταν η Μπαέζ πήγε την εγγονή της Τζάσμιν να δει την Τέηλορ Σουίφτ το 2015, βρέθηκε στη θέση των επισήμων με την Τζούλια Ρόμπερτς, όπου η Σουίφτ είπε στη Μπαέζ πόσο τη θαύμαζε και μετά την κάλεσε στη σκηνή στη διάρκεια του τραγουδιού “Style“. Η Μπαέζ δεν τρέφει αυταπάτες για το κατά πόσον οι ωρυόμενοι θαυμαστές στο στάδιο ήξεραν ποια είναι. “Ίσως ένα μικρό ποσοστό πήγε σπίτι και με γκούγκλαρε”, λέει. “Αλλά ήταν συναυλία της Τέηλορ. Είχε κότσια για να το κάνει.” […]

Κάθε φορά που η Μπαέζ αναρωτιόταν πότε θα έρθει στιγμή να σταματήσει να τραγουδάει, πάντα θυμόταν τη συμβουλή του πρώτου της δασκάλου φωνητικής “Θα σ’το πει η φωνή σου”. […] Παίζει σε περίπου 60 συναυλίες το χρόνο, αλλά όχι για οικονομικούς λόγους. Έχει κάνει συνετές επενδύσεις, παρότι προσθέτει: “Τίποτε που να έχει να κάνει με όπλα ή καταστροφή του πλανήτη”. ΄[…]

Το σπίτι της Μπαέζ φέρει ελάχιστα εμφανή ενθύμια της καριέρας της, ούτε χρυσοί δίσκοι στους τοίχους, ούτε φωτογραφίες με τους διάσημους φίλους της. Αντιθέτω υπάρχουν ζωγραφιές της ίδιας της Μπαέζ, μουσικών και ακτιβιστών. […]

Η πιο εμφανής ζωγραφιά σε ένα δωμάτιο κατάφορτο με καμβάδες, είναι εκείνη ενός μουρτζούφλη Ντύλαν, βασισμένη σε μια παλιά φωτό απ’ τη δεκαετία του ’80. “Εγώ αυτή την αποκαλώ τη χαρούμενη φάτσα του”, λέει ξεσπώντας στα γέλια η Μπαέζ. Η διακοπτόμενη σχέση τους τη δεκαετία του ’60 κράτησε λιγότερο από δύο χρόνια, αλλά για τους θαυμαστές είχε σοβαρή συμβολική αξία. […] “Η φωνή της ήταν σαν σειρήνας από κάποιο ελληνικό νησί”, είπε πρόσφατα ο Ντύλαν. “Και μόνο το άκουσμά της σε έδενε με ξόρκι. Ήταν μια γητεύτρα”.

Στα 1965 ωστόσο, η επιθυμία του Ντύλαν να ασχοληθεί με τη ροκ και το μειούμενο ενδιαφέρον του για τραγούδια διαμαρτυρίας συνέβαλε στο χωρισμό τους. Η Μπάεζ θεωρεί πως η απαρέσκειά της για τα ναρκωτικά την απομάκρυνε από το Ντύλαν […] “Ήμουν η μόνη που δεν έκανε ναρκωτικά”, λέει για εκείνες τις συναυλίες […] “Δε μπορούσα να επικοινωνήσω με αυτό που συνέβαινε στο μυαλό τους”.

Το φάντασμα του Ντύλαν παραμονεύει γύρω από τη Μπαέζ. […] Εκείνη λέει πως το “Diamonds and Rust“, ένα τραγούδι του 1975 γύρω από την πιο ευτυχισμένη περίοδο της σχέσης τους, είναι η καλύτερη δημιουργία της. “Τα πραγματικά καλά πράγματα βγαίνουν από βαθιά μέσα μας”, λέει “τόσο έντονα είχα επηρεαστεί από το Μπομπ στη σχέση και σε όλα”. Θα ήταν ηλίθιο να υποκριθώ κάτι άλλο. Ακόμα κι αν το μόνο πράγμα που βγήκε από αυτή τη σχέση ήταν το καλύτερο τραγούδι της ζωής μου….” Ακόμα λέει τα τραγούδια του στη σκηνή. “Είναι τα πιο εύκολα και ευχάριστα να τραγουδήσεις. Έχουν μια ποιότητα που άλλοι άνθρωποι εν πολλοίς δε συνέλαβαν.

Με τον Μπομπ Ντύλαν το 1963

Στα απομνημονεύματά της το 1987 […] η Μπαέζ ανακαλεί την τελευταία φορά που εκείνη κι ο Ντύλαν έπαιξαν μαζί -κάποιες μέρες της ευρωπαϊκής περιοδείας του Ντύλαν το 1984- και περιλαμβάνει ένα περιστατικό στο οποίο ο Ντύλαν έρχεται στο παρασκήνιο φέρνοντας το χέρι του κάτω απ’ τη φούστα της. Μετανιώνει που το έγραψε; “Πφφφ; Και τι είχα να χάσω; Τίποτε”. Λέει πως εκείνος ποτέ δε σχολίασε το βιβλίο της, αλλά προσθέτει απότομα: “Έβγαλα δυο δίσκους με τη μουσική του και ποτέ δεν ξανάκουσα νέα του”. […] Σχετικά με τις θεωρίες γιατί ο Ντύλαν αρνήθηκε να παραλάβει προσωπικά το βραβείο Νόμπελ πέρσι, η Μπάεζ δηλώνει άγνοια. Νομίζω πως είναι ντροπαλός. Αλλά στ’ αλήθεια δεν ξέρω. Έχω απλά αρκετό μυαλό για να ξέρω πως θα τον καταλάβω.”

Κρεμασμένος στον τοίχο του σαλονιού είναι ένας πίνακας ενός άλλου διάσημου πρώην της Μπαέζ: του Στηβ Τζομπς, με τον οποίο έβγαινε για λίγα χρόνια τη δεκαετία του ’80. Ήμασταν ενδιαφέρον ζευγάρι“, λέει για τον Τζομπς. “Διαφωνούσαμε σχεδόν για τα πάντα. Αλλά ήταν γλυκός μαζί μου. […] Απλώς δεν καταλάβαινε τους ανθρώπους.” […] Κουνώντας το κεφάλι, απορρίπτει τη θεωρία πως ο Τζομπς έβγαινε μαζί της λόγω της εμμονής του με τον Ντύλαν. […] Η ίδια κι ο Τζομπς κράτησαν επαφή μέχρι το θάνατό του το 2011, και αμέσως μετά το θάνατό του, ενά νέο i-phone 5, το οποίο του είχε ζητήσει, εμφανίστηκε στην πόρτα της.

Αυτές τις μέρες, η Μπάεζ δε βιάζεται να βρει νέο σύντροφο (ήταν παντρεμένη για πέντε χρόνια με τον ακτιβιστή συγγραφέα Ντέιβιντ Χάρις, χώρισαν το 1973) […] Διστάζει να χρησιμοποιήσει τη λέξη “ευτυχισμένη”(“Ακούγεται ανόητη”), παραδέχεται όμως, “Μεγάλο μέρος της ζωής μου είναι χαρούμενο κι ευχάριστο, σε αντίθεση με τα καταθλιμμένα κι αγχώδη πράγματα που ξόψεψα να είμαι στη ζωή μου”.

Λίγες μέρες αργότερα, η Μπάεζ τηλεφωνεί με κάποιες επιπλέον σκέψεις, όπως την ανησυχία της για την παγκόσμια υπερθέρμανση. Προσθέτει πως έχει ένα χρυσό δόντι με ένα διαμάντι πάνω του, που είχε εμφυτεύσει πριν μια δεκαετία όταν έσπασε ένα δόντι.

“Λαμπυρίζει στα σοβαρά”, λέει ανέκφραστα. “Είναι πολύ ασυμβίμβαστο”.

Μετάφραση-Επιμέλεια: Δύσκολες Νύχτες

Facebook Twitter Google+ Εκτύπωση Στείλτε σε φίλο

Κάντε ένα σχόλιο: